Άννα Γουίντουρ: Η γυναίκα που άλλαξε την εικόνα της μόδας, ηγήθηκε της «Vogue» για τέσσερις δεκαετίες και ενέπνευσε μια ολόκληρη γενιά
Η βόμβα έσκασε το ίδιο απρόβλεπτα, όσο απρόβλεπτο είναι και το χέρι που την έριξε: η πιο ισχυρή προσωπικότητα της μόδας και μία από τις πιο επιδραστικές γυναίκες παγκοσμίως, ανακοίνωσε πως θέτει εαυτόν εκτός «Vogue»
Γράφει ο Γιώργος Παπαϊωάννου
Μπορεί να πάρει σύνταξη ο διάβολος; Ας μην κοροϊδευόμαστε, ούτε μπορεί και, κυρίως, ούτε θέλει. Γι’ αυτό και εκείνο το πρωινό της 26ης Ιουνίου του 2025, στη συγκέντρωση του προσωπικού, στα headquarters του εκδοτικού κολοσσού της Condé Nast στη Νέα Υόρκη, η πιο εμβληματική αρχισυντάκτρια όλων των εποχών, η γυναίκα που έγινε ταινία, ντοκιμαντέρ, αφίσα -κάρτα- κορνίζα, η γυναίκα που ενέπνευσε με το στυλ της, ανεβοκατεβάζει τάσεις και σχεδιαστές με το κούνημα των βλεφαρίδων της και μόνο, μπορεί να πέταξε τη βόμβα μεγατόνων και να ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από την αρχισυνταξία της «Vogue», αλλά… σιγά να μην αφήσει έτσι εύκολα τον θρόνο: διευκρίνισε ότι παραμένει επικεφαλής Περιεχομένου του ομίλου, οπότε θα εξακολουθεί να επιβλέπει και να κρίνει το περιεχόμενο της «Vogue», αλλά και άλλων τίτλων της Condé Nast, όπως το «GQ», το «Wired» και το «Tatler».
ΚΑΘΕ ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΕΥΚΟΛΗ
Εκεί κάποια χαμόγελα πάγωσαν και κάποια άλλα επανήλθαν διότι, ό,τι και να λένε οι εχθροί της, το brand «Αννα Γουίντουρ» σημαίνει σιγουριά, ποιότης και αυθεντικότης. Και, ας μην κοροϊδευόμαστε Νο2: εχθροί και φίλοι, όλοι συμφωνούν πως ανάμεσα στους εκατοντάδες εργαζόμενους που την άκουσαν να ανακοινώνει την αποχώρησή της υπήρξαν κάποιοι που έσκασαν το σαρδόνιο χαμόγελο της εκδίκησης στο άκουσμα των ξαφνικών μαντάτων.
Νέα Υόρκη, 1990: με τον φωτογράφο μόδας Στίβεν Μέιζελ, σε πάρτυ της Εβδομάδας Μόδας
Για όλα υπάρχει ένα τέλος και 37 χρόνια στην ίδια θέση είναι πάρα πολλά, οπότε γιατί να μην ανασάνουν κι αυτοί λίγο από τον φόβο και τον τρόμο της Condé Nast, από τη γυναίκα που δεν ήθελες να μπεις στο ίδιο ασανσέρ, ακόμα κι αν στην έξοδο σε περίμενε ένα τσεκ ίσο με τον μισθό σου. Αλλά, όντως διαθέτει αυτή η γυναίκα όλα τα καταπληκτικά προσόντα της μέγαιρας, για τα οποία πήραμε μια μικρή γεύση στην περίφημη ταινία «Ο διάβολος φοράει Prada»; Η απάντηση είναι σχετικά εύκολη: πάντα -και Prada- υπάρχει φωτιά όπου υπάρχει καπνός, αλλά και όπου υπάρχει διάβολος υπάρχει και θεός. Ε, η Αννα Γουίντουρ είναι θεά στη δουλειά της. Ας δούμε, λοιπόν, τις αλήθειες και τα ψέματα που ακολουθούν αυτόν τον θρύλο που κινεί την πιο ματαιόδοξη, αλλά και την πιο εντυπωσιακή και ποθητή βιομηχανία του κόσμου: τη μόδα.
Στα εγκαίνια της έκθεσης «Haute Couture», στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (1995)
Χρειάστηκε μόλις το πρώτο τεύχος της «Vogue» με την υπογραφή της για να προκαλέσει σοκ στην παγκόσμια εκδοτική πραγματικότητα, στους φωτογράφους, στους σχεδιαστές και στα μοντέλα: πού εξαφανίστηκαν τα βαριά μακιγιάζ, πού εξαφανίστηκαν τα ρούχα-υπερπαραγωγές και ποια είναι αυτή η άγνωστη κοπελίτσα που ποζάρει στο εξώφυλλο; «Vogue», είσαι σίγουρα εσύ; Η Αννα Γουίντουρ έκλεισε πονηρά το μάτι και άρχισε να απολαμβάνει την πρώτη της μεγάλη επιτυχία, με τη σιγουριά που της έδινε το αλάνθαστο ένστικτό της: σε χρόνο dt όλοι ακολούθησαν το ίδιο μοτίβο. Βρισκόμαστε, λοιπόν, στον Οκτώβριο του 1988, η Γουίντουρ μόλις έχει αναλάβει την αρχισυνταξία του ιερού ευαγγελίου της μόδας στην Αμερική και οι υπεύθυνοι παραγωγής στο τυπογραφείο τηλεφωνούν έντρομοι στο περιοδικό: σίγουρα τους έχει σταλεί λάθος εξώφυλλο! Αποκλείεται η «Vogue» να φιλοξενεί στη βιτρίνα της μια άγνωστη κοπέλα που ποζάρει με ένα μπουφάν -OK, Christian Lacroix, αλλά μπουφάν!- και ένα τζιν από κάτω.
Στο πάρτυ για την 100ή επέτειο της «Vogue» με τη σοσιαλιτέ Σούζαν Γκάτφρεντ και τον Καρλ Λάγκερφελντ (1992)
«Ηταν τόσο διαφορετικό από τα στημένα, κοντινά πλάνα που ήταν κανόνας στα εξώφυλλα της “Vogue” τότε, με πολύ μακιγιάζ και υπερβολικά κοσμήματα. Αυτό το εξώφυλλο έσπασε όλους τους κανόνες», θυμόταν η ίδια χρόνια αργότερα. Η προσθήκη του τζιν έγινε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, μόνο και μόνο επειδή η φούστα που στην αρχή είχε επιλεγεί δεν έκανε σωστό fit στο μοντέλο Μικαέλα Μπερκού. Και ήταν αυτή η προσθήκη που έμελλε να σημάνει τη νέα εποχή του περιοδικού και της παγκόσμιας μόδας: η «Vogue» δεν είναι αποστειρωμένη και απευθύνεται στο καθημερινό, συνηθισμένο αλλά κομψό κορίτσι.
Με τον αρχισυντάκτη Αντρέ Λεόν Τάλεϊ σε γκαλά του Ινστιτούτου Κοστουμιών στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (1999)
Με λίγα λόγια, το μεγάλο της ατού είναι η αλάνθαστη ικανότητά της να διαβλέπει και να παρουσιάζει την εικόνα του μέλλοντος, αν και η ίδια μοιάζει σαν να έχει πατήσει pause στο στυλ της: κοντό καρέ από την εποχή των 60s στην Αγγλία που σχεδόν δεν έχει αλλάξει καθόλου ούτε σε μία τρίχα της και, γυαλιά ηλίου παντού και πάντα, ακόμα και όταν κάθισε δίπλα στη βασίλισσα Ελισάβετ, το 2018, στην Εβδομάδα Μόδας του Λονδίνου, σπάζοντας το πρωτόκολλο. Πώς το δικαιολογεί η ίδια; Τα γυαλιά τής επιτρέπουν να βλέπει πράγματα που δεν θέλει να καταλάβουν οι άλλοι ότι βλέπει, αλλά και τη διευκολύνουν να μη βλέπει πράγματα που δεν της αρέσουν, αλλά δεν χρειάζεται οι άλλοι να το ξέρουν. Πόσο Γουίντουρ.
Ουάσιnγκτον, 1996: με την πριγκίπισσα Νταϊάνα, την Κάθριν Γκράχαμ και τον Ραλφ Λόρεν σε γκαλά για συγκέντρωση χρημάτων κατά του καρκίνου του μαστού
Και ναι μεν οι επιλογές της στη «Vogue» υπαγορεύουν την υψηλή ραπτική που μπορεί όμως να ακολουθήσει κι ένα συνηθισμένο κορίτσι, αλλά την ίδια, βέβαια, κάθε άλλο παρά συνηθισμένη τη λες ως προσωπικότητα. Ολα όσα είδαμε στη θρυλική πλέον ταινία, όπου την υποδύθηκε η Μέριλ Στριπ ως Μιράντα Πρίστλι, δεν είναι παρά ψήγματα μπροστά στην πραγματικότητα. Παρένθεση: οι φίλοι της, βέβαια, λένε ότι στην προσωπική της ζωή είναι πολύ χαλαρή με τις παρέες της και υπήρξε -όσο το επέτρεπαν οι βαριές επαγγελματικές της υποχρεώσεις- εξαιρετικά στοργική με τα παιδιά της.
Αλλά στα επαγγελματικά, για να πάρεις το περίφημο A.W.O.K. -που σημαίνει «Αννα Γουίντουρ ΟΚ», δηλαδή εγκρίνει- έπρεπε να περάσεις από ένα σωρό τεστ και προκλήσεις, να αποδείξεις ότι έχεις όραμα που μπορεί να μην πλησιάζει καν το δικό της, αλλά έχεις κι εσύ κάτι από ένστικτο και φιλοδοξία. Είναι λογικό, λοιπόν, για μια γυναίκα που είναι τελειομανής να γίνεται αντιπαθής και να φαντάζει σκληρή στους συνεργάτες της.
Χορεύοντας με τον σύζυγό της, δρα Σάφερ, στο εστιατόριο «Tavern on the Green» στη Νέα Υόρκη (1990)
H ίδια έχει δηλώσει πως στον χώρο εργασίας δεν την ενδιαφέρει να αποκτήσει συμπάθειες -πόσο μάλλον φιλίες- αφού η αποστολή της είναι μία και είναι ξεκάθαρη: να βγάλει τη δουλειά. Το μότο της είναι επίσης ξεκάθαρο: «Καλύτερα να σε φοβούνται παρά να σε αγαπούν». Οταν, βέβαια, τη ρώτησαν αν πιστεύει πως τη φοβούνται στην πραγματική ζωή, απάντησε: «Ελπίζω πως όχι». Οι μύθοι που την ακολουθούν είναι ένα βιβλίο από μόνο του και σίγουρα δεν θα τους επιβεβαιώσει ή δεν θα τους αρνηθεί ποτέ, όπως έκανε και όταν βγήκε η -μη εγκεκριμένη από την ίδια- βιογραφία της, προτιμώντας τη σιωπηλή αποδοχή. Ή και απόρριψη.
Με τον αγαπημένο της Σέλμπι Μπράιαν, στην 5η Λεωφόρο (2001)
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΡΩΤΕΣ
Πώς θα μπορούσε να είναι εύκολη ή συνηθισμένη και στις επιλογές των συντρόφων της; Οι κοντινοί της άνθρωποι ή οι στενοί της συνεργάτες, νωρίς είχαν καταλάβει ότι την έλκουν οι έξυπνοι άντρες με οικονομική επιφάνεια και, το κυριότερο, με φιλοδοξία. Δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία στην εμφάνιση και αυτό το αποδεικνύει ο πρώτος της γάμος με τον ακαδημαϊκό Ντέιβιντ Σάφερ. Μάλιστα, υπάρχει και η εξής ιστορία που περιγράφεται από τη βιογράφο της, Εϊμι Οντελ: ο θρυλικός φωτογράφος Ολιβιέρο Τοσκάνι διαφώνησε έντονα μαζί της σε μία φωτογράφηση και, έχοντας ξεπεράσει τα όρια της υπομονής, της είπε: «Ακου, Αννα, νομίζω ότι χρειάζεσαι ψυχίατρο». Μερικές εβδομάδες αργότερα, του τηλεφώνησε η ίδια και του είπε: «Βρήκα ψυχίατρο και θα τον παντρευτώ».
Πρώτη σειρά σε επίδειξη του Μαρκ Τζέικομπς, με τα παιδιά της Τσαρλς και Μπι Σάφερ
Ο -κατά 13 χρόνια μεγαλύτερός της- Σάφερ, μόλις είχε μετακομίσει από το Λονδίνο στις Ηνωμένες Πολιτείες προκειμένου να αναλάβει τη θέση του Προέδρου της Παιδοψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Με τον Σάφερ απέκτησε δύο παιδιά, τον Τσάρλς -ο οποίος είναι σήμερα 40 χρόνων, γιατρός και απόφοιτος των Πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του Κολούμπια- και την 37χρονη σήμερα Μπι, η οποία είναι κινηματογραφική παραγωγός.
Ο Τσαρλς της έχει χαρίσει δύο εγγόνια, τα οποία η Γουίντουρ τα λατρεύει, αλλά η παλιά της φίλη, Αν ΜακΝέιλι, που την έχει δει ακόμα και να αλλάζει πάνες στη μικτότερη εγγονή της, δήλωσε το εξής τέλειο: «Εννοείται πως, ακόμη κι όταν προσέχει τα παιδιά, εξακολουθεί να είναι η Αννα». Ισως οι πάνες να είναι Prada; Ποιος ξέρει... Για να κλείσουμε το κεφάλαιο «Προσωπική ζωή», ας πούμε πως ο γάμος της με τον Σάφερ κράτησε μέχρι το 1999 και πέντε χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τον εκατομμυριούχο επιχειρηματία Σέλμπι Μπράιαν, ο οποίος ομολογουμένως ήταν πιο κοντά στα εμφανισιακά κριτήρια του κόσμου της.
Εννοείται πως οι σχεδιαστές και τα ρούχα τους είναι οι μεγαλύτεροι έρωτες της ζωής της. Της αρέσει να συνδυάζει τις καθιερωμένες μάρκες πολυτελείας με κομμάτια ανερχόμενων σχεδιαστών και δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στους οίκους Chanel, Prada, Louis Vuitton και Oscar de la Renta. Οι φούστες Balmain από την εποχή του De la Renta είναι οι αγαπημένες της. Εχει δείξει, επίσης, έμπρακτα την υποστήριξή της σε σχεδιαστές όπως ο Tομ Φορντ, ο Mαρκ Τζέικομπς, και ο Τζόναθαν Αντερσον, ενώ αν είναι να μιλήσουμε για Ιάπωνες σχεδιαστές, τότε οι αγαπημένοι της είναι ο Κένζο και ο Ισέι Μιγιάκε.
Και κάτι για το τέλος, για να κλείσουμε όμορφα και άκρως διαβολικά, όπως ξεκινήσαμε: παρά το γεγονός ότι έχει συναναστροφές με τον Τζόρτζιο Αρμάνι και παρά το γεγονός ότι ο Αrmani βάζει ανελλιπώς πληρωμένες διαφημίσεις στη «Vogue», η ιέρεια του στυλ αρνείται πεισματικά να τον φιλοξενήσει σε editorial μόδας γιατί τον θεωρεί ξεπερασμένο. Είπατε κάτι;