Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο θεαματικό Φινάλε για μια υπερπαραγωγή που τίμησε τη
Δαλιδά και ανέδειξε τη δύναμη της ερμηνεύτριας
Όλγας Βενέτη που έγινε πραγματικά η μεγάλη ντίβα σε όλες τις καθοριστικές της στιγμές: από τις πιο αισθαντικές μέχρι τις πιο ξεσηκωτικές ερμηνείες και από τους μεγάλους της έρωτες μέχρι τη μεγάλη της αγάπη για το τραγούδι.
Στη σκηνή του θεάτρου Παλλάς, όπου είδαμε μέσα από την, για μια ακόμα φορά, sold out παράσταση «Dalida-La grande Finale» να ολοκληρώνεται το ταξίδι της Δαλιδά με πρωταγωνίστρια την Όλγα Βενέτη, την οποία συνόδευσε μια εξαίσια ομάδα χορευτών, δεν ξετυλίχθηκε μόνο ένα υπερθέαμα αλλά μια σύνδεση των πιο έντονων συναισθημάτων που χρωμάτισαν τα τραγούδια της Δαλιδά και διαπέρασαν διαφορετικές φάσεις της ζωής μας.
Και εδώ ακριβώς ήταν το πιο καίριο σημείο: στο ότι η Όλγα Βενέτη δεν προσπάθησε να μιμηθεί τη Δαλιδά αλλά να μεταλλάξει το μέταλλο της ψυχής της σε αξιομνημόνευτη εμπειρία. Το «Il venait d avoid 18 ans« δεν θα είχε ακουστεί σαν ένα ζωντανό πυροτέχνημα στο κατάμεστο θέατρο Παλλάς, αν η ερμηνεύτρια δεν είχε νιώσει όλη την αλήθεια που κρυβόταν πίσω από ένα τραγούδι που γράφτηκε μέσα από τα οδυνηρά τραύματα της αξέχαστης ντίβας. Παρότι οι ερμηνείες διχάζονται για το αν γράφτηκε από έρωτα της για έναν μικρότερο άνδρα και την εγκυμοσύνη της που τερματίστηκε με τον πιο απότομο τρόπο, το σίγουρο είναι ότι είναι ένα κομμάτι που σφράγισε την καριέρα της και ελάχιστοι έχουν καταφέρει να αντιπαρατεθούν μαζί του. Και η Όλγα Βενέτη κερδίζοντας το κοινό στο κατάμεστο, Sold out Παλλάς τα κατάφερε.
Η αγωνία της Γιολάντα Κριστίνα Τζιλιότι, όπως ήταν το πραγματικό όνομα της Δαλιδά, απέναντι στα αδιέξοδα της ζωής της, στη σταθεροποίηση της προσωπικής της ζωής που δεν επετεύχθη ποτέ, οι αδιέξοδοι έρωτες και οι υποσχέσεις για την αγάπη, την οποία δεν φάνηκε να κερδίζει με τον ολοκληρωτικό και απόλυτο τρόπο που επιθυμούσε, όλα αυτά αποκαλύφθηκαν μέσα από τα κείμενα, με τα οποία επέλεξε να συνοδέψει την παράσταση ο σκηνοθέτης
Γιώργος Βάλαρης αλλά κυρίως μέσα από κάθε αλλαγή στον τόνο της φωνής και στη μοναδική ερμηνεία της Βενέτη που έγινε γλυκιά, αισθαντική, ξεσηκωτική, αισθαντική- και κυρίως αληθινή.
Για αυτό δεν μπορούσαμε να αντισταθούμε στο ξεσηκωτικό τέμπο του «Jouer Bouzouki” καθώς, όπως μας θύμισε το κείμενο του Βάλαρη, η Δαλιδά ήταν αυτή που πρωτοένωσε διαφορετικές μουσικές παραδόσεις και γλώσσες καθιερώνοντας τον όρο έθνικ. Επίσης με έκπληξη συνειδητοποιήσαμε πόσο πολιτικοποιημένη ήταν-άλλη μια άγνωστη πλευρά-καθώς το «Salma ya salama” δεν ήταν μόνο το τραγούδι στίχους που ακουγόταν σε όλο τον πλανήτη αλλά ένας δικός της φόρος τιμής στην πατρίδα της την Αίγυπτο και στους αιχμαλώτους μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ. Κάθε οδυνηρή στιγμή γίνεται αφορμή για ένα ακόμα τραγούδι, για μια ακόμα συγκλονιστική ερμηνεία που ανασύστησε με τον δικό της τρόπο η Βενέτη χωρίς να μιμείται, συνομιλώντας εσωτερικά με την ηρωίδα της.
«Η ζωή μου έγινε ανυπόφορη, συγχωρείστε με» βλέπουμε να ομολογεί η Δαλιδά στο τεράστιο Video Wall, που δεσπόζει στη σκηνή και που συνόδεψε άλλη μια απόπειρα αυτοκτονίας της. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι αναφέρεται στο τεράστιο κενό που άφησε στην καρδιά της η αυτοκτονία του συντρόφου της,
Λουίτζι Τένκο, ο οποίος δεν κατάφερε να αντέξει την αντιπαράθεση με την τεράστια επιτυχία της. Αλλά εκείνη, παρά την απελπιςσία, δεν το έβαλε κάτω: αφού κατάφερε να επιβιώσει, σκούπισε τα δάκρυά της, έβαλε άλλη μια εκπληκτική τουαλέτα-η δουλειά της ενδυματολόγου Βαχλιώτη στην αναςσύσταση των αυθεντικών κουστουμιών που ζωντάνεψε επί σκηνής η Βενέτη είναι εκπληκτική-και τραγούδησε το «Gigi l’amoroso» ως ζωντανό φόρο τιμής και ως υπενθύμιση ότι όσο είναι ζωντανή, θα μπορεί να ξεσηκώνει τα πλήθη και να τραγουδάει.
Αλλά πάλι ήταν μια πολύ εύθραυστη ισορροπία, την οποία κέρδιζε η Δαλιδά μόνο όσο ήταν στη σκηνή: τραγουδώντας με αυτό τον δυναμικό και συνάμα εύθραυστο τρόπο, όπως ακριβώς επέβαλε η μοίρα της Δαλιδά, το «Mourir sur scene» η Βενέτη απέδειξε ότι όχι μόνο νιώθει, αγαπάει και συμπονάει την ηρωίδα της αλλά ταυτίζεται μαζί της σε αυτό ακριβώς το αίσθημα. Όλοι αντιληφθήκαμε πλήρως ότι είναι μια τραγουδίστρια που γεννήθηκε για να ζει και να πεθαίνει στη σκηνή, ειδικά μέσα από τη μοναδική της ερμηνεία στο «Τρένο φεύγει στις οκτώ» που απέδωσε με ενάργεια τη μελαγχολική αύρα της Δαλιδά μεταφέροντας τη στον δικό μας αντίστοιχο κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι η συγκεκριμένη ερμηνεία συζητήθηκε την επόμενη μέρα στα ραδιόφωνα όπως και εκείνο το αξεπέραστο φινάλε της Βενέτη με το «Je Suis Malade» που θα μείνει ζωντανό στις μνήμες για καιρό και σφράγισε την παράσταση με τον πιο καταλυτικό τρόπο. Πάρα πολύ ωραία η έκπληξη της μοναδικής συνεύρεσης της Βενέτη με τη Δαλιδά, όταν με τη βοήθεια της τεχνολογίας, μπόρεσαν να τραγουδήσουν μαζί επί σκηνής αποδεικνύοντας ότι η παράσταση δεν ήταν μόνο μια συνάντηση αλλά μια μεγάλη απόδειξη ότι μόνο η μουσική και το τραγούδι, όταν είναι όπως πρέπει, να ξεπερνάει τα χωροχρονικά δεδομένα, τη ζωή και τον θάνατο.