Τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος της Κυριακής στην Ελβετία, έστω και οριακά με ποσοστό 50,3%, έβαλε φρένο στην ελεύθερη κυκλοφορία και την μαζική μετανάστευση των ατόμων στη χώρα.
Ως εκ τούτου, περιορίζεται το δικαίωμα των πολιτών της Ε.Ε. να εγκαθίστανται και να εργάζονται ελεύθερα σε ελβετικό έδαφος. Η εφαρμογή του μέτρου ελέγχου της εισροής μεταναστών προβλέπει τον καθορισμό ανώτατου αριθμού μεταναστών ετησίως, καθώς και την εισαγωγή ποσόστωσης για την εγκατάσταση και εργασία των αλλοδαπών στην Ελβετία.
Φυσικά αυτήν η απόφαση προκάλεσε την αντίδραση της Ε.Ε η οποία στηρίζει τις σχέσεις της με την Ελβετία στις επτά συμφωνίες που υπεγράφησαν και εγκρίθηκαν με δημοψήφισμα το 2000. Οι συμφωνίες αυτές καλύπτουν την ελεύθερη κυκλοφορία –που αμφισβητείται μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της Κυριακής–, αλλά και την αφαίρεση των εμπορικών φραγμών, την πρόσβαση στις δημόσιες αγορές, τη γεωργία, τις μεταφορές, την έρευνα και τις υποτροφίες Erasmus. Αν καταγγελθεί μία από αυτές τις συμφωνίες, ολόκληρο το οικοδόμημα καταρρέει.
Η θέση που έχει πάρει η Ευρωπαική Ένωση είναι σαφής και ξεκάθαρη: απόλυτος σεβασμός στις αποφάσεις των Ελβετών αλλά απόλυτος σεβασμός και σε όλες τις συμφωνίες που έχουν υπογραφεί μεταξύ Βρυξελλών και Βέρνης.
Μάλιστα, μια ημέρα μετά το δημοψήφισμα, η Κομισιόν διέκοψε μονομερώς τις διαπραγματεύσεις με την Ελβετία για μια συμφωνία παραγωγής ηλετρικού ρεύματος, τονίζοντας σε ανακοίνωσή της ότι ''η προώθηση της συγκεκριμένης συμφωνίας, θα πρέπει να επανεξεταστεί σε ευρύτερο πλαίσιο των των διμερών σχέσεων''
Το νέο μέτρο αφορά, βεβαίως, και τους περίπου 300.000 Γερμανούς που ζουν και εργάζονται στη γειτονική τους χώρα. Την ίδια ώρα, η παρουσία των αλλοδαπών εργαζομένων φαίνεται ότι είναι ζωτικής σημασίας για την ελβετική αγορά εργασίας, ειδικά στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Η Ελβετία είναι πολύ μικρή για να μπορέσει να βρει τους εργαζόμενους που χρειάζεται αποκλειστικά εντός των συνόρων. Το ίδιο ισχύει και για τον τομέα των κατασκευών.