

Η Cameron Diaz επιστρέφει για να μας θυμίσει γιατί μας άρεσε πάντα
Η δεκαετία που απείχε από τον κινηματογράφο ήταν η καλύτερη της ζωής της ή τουλάχιστον αυτό ισχυρίζεται





Η απόφαση για την εθελούσια έξοδό της από τα κινηματογραφικά δρώμενα δεν προέκυψε ως αναγκαστική αντίδραση στην απουσία ρόλων για τα μέτρα, τα σταθμά και την ηλικία της. Κοινώς, δεν είχε πέσει στα αζήτητα και οι ταινίες της εξακολουθούσαν να πουλάνε στο box office - το 2013, μάλιστα, η Ντίαζ ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη ηθοποιός άνω των 40. Απλώς είχε καλύτερα πράγματα να κάνει. Οπως να παντρευτεί τον κιθαρίστα των Good Charlotte Μπέντζι Μάντεν, το 2015, να κάνει δύο παιδιά μέσω παρένθετης μητέρας -την 5χρονη Ράντιξ και τον σχεδόν ενός έτους Κάρντιναλ- και να ανοίξει την Avalin, μια εταιρεία με οργανικά κρασιά συνεταιρικά με την επιχειρηματία Κάθριν Πάουερ, το 2020.
Σε τηλεοπτική συνέντευξή της το 2022 το είχε εξηγήσει πιο αναλυτικά: «Οταν κάνεις κάτι και το κάνεις καλά και ξέρεις πώς λειτουργεί και ότι σου απομυζεί τη ζωή για τόσα πολλά χρόνια, είναι καλό να πεις: “Ξέρεις κάτι; Ας κάνω ένα βήμα πίσω για να δω πώς μου φαίνεται όλη η εικόνα και να σκεφτώ ποια άλλα πράγματα θα ήθελα να κάνω, που ίσως μου αρέσουν περισσότερο και με κάνουν να νιώθω πιο ολοκληρωμένη”. Κι αυτό έκανα». Κι αυτό έκανε. Και, όπως δηλώνει σήμερα, δεν το μετάνιωσε ούτε για ένα δευτερόλεπτο: «Αυτή η δεκαετία ήταν η καλύτερη της ζωής μου. Ημουν ελεύθερη να πω: Είμαι μαμά, είμαι σύζυγος, ζω τη ζωή μου”».


Εντεκα χρόνια από την τελευταία της κινηματογραφική εμφάνιση, η Ντίαζ άλλαξε γνώμη -ή περίπου- και επιστρέφει με το νεφτλιξικό «Back in Αction». Είναι, δε, σαν να ξαναπιάνει το νήμα από εκεί που το είχε κόψει, αφού συμπρωταγωνιστεί και πάλι με τον Τζέιμι Φοξ σε ένα στόρι -που μαζί με τον τίτλο της ταινίας- μοιάζει σαν να είναι βγαλμένο από τη ζωή της. Ητοι, ζευγάρι κατασκόπων ξαναγυρίζει μετά από μια δεκαπενταετία στην ενεργό δράση για μια τελευταία υπόθεση, αλλά αυτή τη φορά είναι παντρεμένοι με παιδιά.
Σημαδιακό απ’ όπου κι αν το δεις. Και μπορεί το «Back in Αction» να μην είναι το αριστούργημα της έβδομης τέχνης -ούτε καν δηλαδή-, όμως κυλάει ευχάριστα, το βλέπεις χωρίς να νιώθεις ότι σπατάλησες τον χρόνο σου και σε τελική ανάλυση έχει ως πρωταγωνίστρια την πιο διασκεδαστική ξανθιά του Χόλιγουντ, που πάντα έχει τον τρόπο να κάνει λίγο καλύτερα ακόμα και τα επιεικώς μέτρια.
Δεν ήταν όμως τόσο το σενάριο όσο η επανασυνεργασία με τον Φοξ που δελέασε την Ντίαζ και την έπεισε να βάλει μια άνω τελεία στην κινηματογραφική αποχή της. «Πώς να πεις όχι στον Τζέιμι Φοξ; Αν υπήρχε ένας άνθρωπος για τον οποίο θα ξαναγύριζα στο πλατό και θα περνούσα μερικούς μήνες γυρισμάτων μέσα στα γέλια και τις πλάκες, αυτός ήταν ο Τζέιμι», ήταν η αιτιολογία της. Ο βαθύτερος λόγος, όμως, ήταν άλλος: «Σκέφτηκα ότι αν προσπερνούσα αυτή την πρόταση, όλα αυτά που είχα χτίσει τα προηγούμενα χρόνια, αυτό το πάθος που είχα να ψυχαγωγώ τον κόσμο και να παίζω σε ταινίες, θα ήμουν ανόητη να τα αφήσω να χαθούν».



Γεννημένη πριν από 52 χρόνια στο Σαν Ντιέγκο και μεγαλωμένη στο Σάουθ Μπιτς, γνήσιο τέκνο της Καλιφόρνιας δηλαδή, η καθόλου ανόητη Κάμερον δοκίμασε την τύχη της στο μόντελιγκ στη διάρκεια της εφηβείας της κι έκανε το κινηματογραφικό ντεμπούτο της το 1994 με τη «Μάσκα», όταν ήταν 21 ετών. Για τις επόμενες δύο δεκαετίες ζούσε σχεδόν μέσα στα κινηματογραφικά πλατό - με το αζημίωτο φυσικά. Και παρότι στο συλλογικό ασυνείδητο των κινηματογραφόφιλων είναι συνδεδεμένη περισσότερο με τις ρομαντικές κομεντί («Κάτι Τρέχει με τη Μαίρη», «Ο Γάμος του Καλύτερού μου Φίλου», «The Holiday») ή με τις ταινίες δράσης που φλερτάρουν με την κωμωδία («Αγγελοι του Τσάρλι», «Επικίνδυνες Παρέες», «Εντιμότατοι Απατεώνες»), στο βιογραφικό της έχει καταγράψει και συνεργασίες με κορυφαίους σκηνοθέτες που δεν την αντιμετώπισαν μόνο ως την αστεία ξανθιά. Οπως ο Ολιβερ Στόουν με το «Κάθε Κυριακή», ο Μάρτιν Σκορσέζε με τις «Συμμορίες της Νέας Υόρκης», ο Κάμερον Κρόου με το «Vanilla Sky» και ο Σπάικ Τζόουνς με το επικό «Στο Μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς», για το οποίο είχε τσαλακώσει την εμφάνισή της και είχε κερδίσει τη μοναδική υποψηφιότητά της στα BAFTA το 2000.



«Οσο μεγαλώνεις, έχει μεγαλύτερη αξία να εστιάζεις σε αυτά που κερδίζεις και όχι σε αυτά που χάνεις»
Η Ντίαζ δεν είναι πια το κορίτσι των πάρτυ. Αυτοπροσδιορίζεται ως σύζυγος και μητέρα και δηλώνει συμφιλιωμένη με τον χρόνο που περνάει από πάνω της - ίσως όχι και τόσο με τις φθορές του. Για καλή της τύχη ήταν πάντα οπαδός της υγιεινής ζωής -έχει μάλιστα κυκλοφορήσει δύο βιβλία επί του θέματος, το «The Body Book» το 2013 και το «The Longevity Book» το 2016-, γυμνάζεται σε καθημερινή βάση, κάνει υπερβατικό διαλογισμό, αποφεύγει να καταναλώνει junk food και ως υπέρτατο μυστικό ευζωίας αναφέρει το αυθόρμητο γέλιο. «Δεν προσπαθώ να έχω το καλύτερο σώμα στο Χόλιγουντ. Χαίρομαι που διατηρώ την καλή φυσική μου κατάσταση, που είναι προτεραιότητα για μένα. Οσο μεγαλώνεις, έχει μεγαλύτερη αξία να εστιάζεις σε αυτά που κερδίζεις και όχι σε αυτά που χάνεις. Νομίζω ότι θα είμαστε όλοι πιο χαρούμενοι, θα νιώσουμε πολύ καλύτερα και σίγουρα πιο ανακουφισμένοι, αν στην ερώτηση “πόσων χρόνων είσαι;”, μπορούσαμε να απαντήσουμε με ειλικρίνεια. Χωρίς φόβο. Χωρίς δισταγμό. Χωρίς ντροπή», είχε πει σε συνέντευξή της πριν από 15 χρόνια, όταν ακόμα βρισκόταν στο κατώφλι των 40. Και τώρα, στα 52 της, τις ίδιες απόψεις έχει.


Οσο για το αν το «Back in Action» σηματοδοτεί την επανεκκίνηση μιας καριέρας που η ίδια είχε διακόψει πρόωρα, ούτε η Ντίαζ δεν έχει μια ξεκάθαρη απάντηση να δώσει: «Ισως αυτό να είναι μια νέα αρχή, μπορεί να συνεχίσω αθόρυβα, μπορεί να το κάνω με φασαρία. Αλλά είμαι εδώ και νιώθω ευγνώμων γι’ αυτό». Σαν να μην πέρασε μια μέρα... ◆
getty images/ideal image, afp/visualhellas.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr