Από την Πελοπόννησο στο Τορόντο, από το Εθνικό σε viral ταινίες και σειρές. Λίγο πριν ταξιδέψει στο Φεστιβάλ Βενετίας με τη νέα της ταινία, η χαρισματική ηθοποιός μιλά για τη ζωή μεταξύ Αθήνας και Χόλιγουντ, τους ρόλους δίπλα σε σούπερ σταρ και τα μαθήματα που πήρε από τη διπλή καταγωγή της
Συνέντευξη στον Λευτέρη Τρίγκα
Φωτογράφος: Βασίλης Τοπουσλίδης
Επιμέλεια Styling Λίζη Παπάζογλου
Μαγιό Zeus + Δione, σορτς Sandro και βραχιόλι Rabanne, όλα attica, The Department Store
Υπάρχουν κάποιες φιγούρες που δεν χρειάζονται «σκηνικό» για να μείνουν αξέχαστες σε έναν κόσμο που αλλάζει πρόσωπα πιο γρήγορα από τον κινηματογραφικό φακό. Η Μελισσάνθη Μάχουτ ανήκει σε αυτήν ακριβώς την κατηγορία. Ηθοποιός με διπλή πατρίδα και ταλέντο που δεν χωρά σε σύνορα, ποζάρει στο ειδυλλιακό σκηνικό του «Island» στην Αθηναϊκή Ριβιέρα για το εξώφυλλο του «Gala» στα μέσα του Αυγούστου, με το βλέμμα μιας γυναίκας που ανήκει σε κάτι αρχαιότερο από την εποχή μας. Σαν μια σύγχρονη νύμφη που διασχίζει με άνεση τα νερά πάσης φύσεως.
Τοπ και φούστα Ermanno Scervino, Eponymo
Την έχουμε δει να μεταμορφώνεται στη σειρά-φαινόμενο του Netflix «The Sandman» που έφτασε στο νούμερο ένα παγκοσμίως. Να ξεχωρίζει δίπλα στον σούπερ σταρ Τζέισον Στέιθαμ στη διεθνή υπερπαραγωγή «Meg 2» και να κάνει το ελληνικό κοινό να την αγαπήσει σε λατρεμένες σειρές όπως οι «Ετερος Εγώ» και «Καρτ Ποστάλ». Αυτές τις μέρες ετοιμάζεται να ταξιδέψει στο Φεστιβάλ Βενετίας με την ταινία «Gorgonà» της Εύης Καλογεροπούλου, ένα φιλμ που έχει ήδη συγκεντρώσει διθυραμβικές κριτικές για την ιδιαίτερη αισθητική και τον αλληγορικό του χαρακτήρα.
Γεννημένη στο Τορόντο, από μητέρα Ελληνίδα και πατέρα Καναδό, και μεγαλωμένη στη Πελοπόννησο, η Μελισσάνθη δεν μιλά απλώς δύο γλώσσες, «μιλά» και δύο πολιτισμούς. «Είναι πολύ σημαντικό. Δύο διαφορετικές γλώσσες, δύο διαφορετικές κουλτούρες και βιώματα έκαναν πιο εύκολη την κατανόηση άλλων οπτικών, άλλων απόψεων από πολύ μικρή ηλικία», μου λέει και το πρόσωπό της φωτίζεται με μια ήρεμη αυτοπεποίθηση.
Η γλώσσα της ενσυναίσθησης είναι αυτή που την καθοδηγεί σε όλη της την πορεία. «Είναι πολύ υγιές να γνωρίζεις σε ένα παιδί όσο το δυνατόν περισσότερες κουλτούρες. Θεωρώ ότι βοηθάει πολύ στο πόσο προσαρμοστικός άνθρωπος γίνεσαι αργότερα στη ζωή και σίγουρα στο τι ενσυναίσθηση αποκτάς ως ενήλικας».
Στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου όπου φοίτησε έμαθε πειθαρχία και τεχνική. Στο Εθνικό Θέατρο, όμως, δόθηκε ολοκληρωτικά στο χάος. «Εμαθα να παίρνω ρίσκα και να βουτάω στα βαθιά χωρίς να έχω καμία ιδέα τι κάνω. Και να μαθαίνω να εμπιστεύομαι τη διαδικασία, ότι δεν χρειάζεται να το κάνω τέλεια, θα το βρω στην πορεία». Η διαφορά, λέει, ίσως να οφείλεται και στην ηλικία: «Οχι απαραίτητα ότι αυτό που έμαθα στη μία σχολή δεν θα μπορούσα να το είχα μάθει και στην άλλη, απλώς πιστεύω ότι έπαιξε ρόλο η ηλικία.
Στο Εθνικό μπήκα μόλις είχα κλείσει τα 18». Ομως η αληθινή εκπαίδευση δεν συνέβη σε αίθουσες διδασκαλίας, αλλά επί σκηνής. «Το βασικότερο που μου δίδαξαν οι πρώτες μου παραστάσεις ήταν πως ό,τι κι αν είχα μάθει στις σχολές η πραγματικότητα της δουλειάς είναι πολύ διαφορετική. Μόνο εξασκώντας τη μαθαίνεις τη δουλειά. Μου υπέδειξαν τα όριά μου και με βοήθησαν να αποφασίσω ποιο εργασιακό περιβάλλον είναι το ιδανικό για να αποδώσω καλύτερα και να ευχαριστιέμαι αυτό που κάνω».
Φόρεμα Roberto Cavalli, Eponymo
Μέσα σε λιγότερο από μία δεκαετία, η Μελισσάνθη Μάχουτ έχει δοκιμάσει τα πάντα: από αρχαίο δράμα μέχρι voice acting για video games, από cult ελληνικές σειρές μέχρι τα στούντιο του Χόλιγουντ. Στο παγκόσμιο hit «Assassin’s Creed» κέρδισε δύο διεθνείς υποψηφιότητες και μια τεράστια αγκαλιά από την κοινότητα των gamers.
«Με δέχτηκαν με τόση αγάπη και ενθουσιασμό, θα τους είμαι για πάντα ευγνώμων. Οι περισσότεροι αναγνωρίζουν τη φωνή μου και όχι το πρόσωπό μου, οπότε η αναγνώριση είναι πιο ήπιων τόνων από εκείνη του σινεμά. Αλλά στους gamers είσαι κομμάτι της οικογένειας εφ’ όρου ζωής». Για την ταινία «Meg 2» γύρισε υποβρύχιες σκηνές, έκανε προπονήσεις μάχης και έζησε έναν ολόκληρο μήνα στην Ταϊλάνδη. «Ηταν η πρώτη φορά που βρισκόμουν σε γυρίσματα ταινίας από την αρχή ως το τέλος. Και επειδή ήταν και η πρώτη μου ταινία δράσης, ξεχωρίζω σίγουρα όλες τις προετοιμασίες για τις σκηνές μάχης, τα ειδικά κατασκευασμένα σκηνικά που βυθίζονταν στο νερό...
Ηταν εμπειρία ζωής». Στο «The Sandman» του Netflix, βασισμένο στο έργο του Νιλ Γκέιμαν, έζησε ένα τελείως διαφορετικό σύμπαν. «Τα γυρίσματα της πρώτης σεζόν συνέπεσαν με το πρώτο lockdown. Ηταν πολύ περίεργη εμπειρία, με καθημερινές αλλαγές στους κανόνες, ακυρώσεις, γύρισμα με ελάχιστο προσωπικό. Το περίμενα πώς και πώς και τελικά συνέπεσε με μια πολύ παράξενη συγκυρία. Η δεύτερη σεζόν όμως επανόρθωσε και με το παραπάνω. Γυρίσαμε σε μαγικές τοποθεσίες στη βρετανική εξοχή, με γεμάτα sets, γεμάτες καρδιές. Μαγικό».
Η αγαπημένη της εμπειρία όμως; «Στο “Eurovision Song Contest: The Story of Fire Saga” μας είχε δώσει ο σκηνοθέτης τόση ελευθερία, που ξεχνούσες ότι είναι δουλειά. Τόσο ευχάριστοι και υπέροχοι όλοι. Με ιδιαίτερη αδυναμία στον Νταν Στίβενς - ταλαντούχος, χαρισματικός. Και στον εξαιρετικό Γουίλ Φέρελ προφανώς. Κάθε λήψη μαζί του ήταν μία έκπληξη, ένα μάθημα stand-up και αυτοσχεδιασμού».
Είναι όμως όλα ρόδινα σ’ αυτές τις μεγάλες παραγωγές; Τι κρύβουν πίσω τους αυτά τα μεγάλα χολιγουντιανά σκηνικά; «Λατρεύω την οργάνωση και τον σεβασμό με τον οποίο φέρονται σε όλους τους ηθοποιούς και τους συντελεστές ανεξαρτήτως background και χρόνου εργασιακής εμπειρίας. Τώρα, στα αρνητικά, θα πω ότι λόγω του μεγέθους και της κλίμακας της παραγωγής πολλές φορές τυχαίνει να αισθάνεσαι περισσότερο σαν κομμάτι μιας μεγάλης μηχανής και όχι τόσο μέλος της δημιουργικής διαδικασίας».
Η Μελισσάνθη μοιράζει τη ζωή της ανάμεσα σε Αθήνα, Λονδίνο και κάθε πόλη που της ζητά την ψυχή της. «Μου λείπει το εξωτερικό όταν είμαι στην Ελλάδα για μεγάλο χρονικό διάστημα και η Ελλάδα όταν είμαι έξω. Είμαι άπληστη, θέλω και τα δύο! Με κρατάει σε εγρήγορση αυτό το δίπολο», λέει χαμογελώντας. Αυτό που κουβαλά πάντα από την ελληνική της πλευρά; «Η άνευ όρων υποστήριξη των φίλων όταν τους έχεις πραγματικά ανάγκη. Το τηλεφώνημα μέσα στη νύχτα που θα σου πει ο άλλος: “Ελα, δεν σε ακούω καλά, σε πέντε περνάω να σε πάρω να ξεσκάσεις”». Οταν λείπει, νοσταλγεί τη μυρωδιά της Αθήνας την άνοιξη, τα καλοκαίρια στα νησιά, τη ζωντάνια της νύχτας. «Μου λείπουν οι μυρωδιές.
Η απλότητα που έχουν διατηρήσει κάποια μέρη. Η ζωή στην Ελλάδα έχει κάτι που δεν εξηγείται, μόνο βιώνεται. Ζούμε σε έναν ευλογημένο τόπο». Η ισορροπία έρχεται μέσα από τις συνήθειες, εκεί όπου πρέπει να βγει από τον ρόλο και να φροντίσει τον εαυτό της. «Με ξεκουράζουν οι περίπατοι. Οταν νιώθω ότι πιέζομαι ή ότι χρειάζομαι ένα διάλειμμα, θα βγω βόλτα. Ο,τι καιρό κι αν έχει. Ο,τι ώρα και να είναι. Ακουστικά, μουσική και δρόμο. Και η μαγειρική. Κάνω zone out όταν μαγειρεύω». Στην Αθήνα έχει τα στέκια της. «Περίπατος στον Φιλοπάππου, στον Λυκαβηττό. Βόλτες στη γειτονιά μου, να δω τι καινούριο ξεφύτρωσε. Και ταβέρνες, ανησυχητικά πολλές!» σημειώνει γελώντας.
Φόρεμα Rotate, attica, The Department Store
Τι ακολουθεί; Ενα βήμα στα μεγάλα φεστιβάλ. Με μια ταινία-έκπληξη, που θα κάνει την πρεμιέρα της στην Εβδομάδα Κριτικής, στο παράλληλο τμήμα του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας. «Στο τέλος του μήνα θα βρεθούμε στη Μόστρα με την ταινία “Gorgonà” της Εύης Καλογεροπούλου. Ανυπομονώ να τη δείτε κι εσείς αυτή την ταινία, πραγματικά θα τη λατρέψετε». Στην προσωπική της ζωή προτεραιότητα έχουν οι άνθρωποι. «Η δουλειά μου είναι σημαντική και την αγαπώ αφάνταστα. Αλλά έρχεται πάντα δεύτερη.
Οι άνθρωποί μου είναι πάντα πρώτοι». Και αυτούς τους ανθρώπους -της καρδιάς της- πού τους βρίσκει; Στα social media μήπως; «Είμαι ανέλπιστα δυσλειτουργική με τα social. Δεν το ’χω. Ειδικά όταν πρέπει να “διαφημίσω” τον εαυτό μου, μου φαίνεται κάπως αμήχανο. Εχω έναν άλλο, πιο προσωπικό λογαριασμό όπου ανεβάζω φωτογραφίες που τραβάω η ίδια και η χρήση αυτού του λογαριασμού μού φαίνεται σίγουρα πιο δημιουργική. Δεν τα σνομπάρω, απλώς δεν μου βγαίνει οργανικά να τα χρησιμοποιήσω όπως πρέπει για να τα αξιοποιήσω σωστά.
Βλέπω όμως ξεκάθαρα πόσο σπουδαίο εργαλείο είναι για όσους ξέρουν να τα χειριστούν. Εχουν βοηθήσει καλλιτέχνες, επιχειρήσεις και δημιουργούς να χτίσουν μια πλατφόρμα επικοινωνίας και προβολής κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους. Είναι ένα φοβερό εργαλείο». Κι αν δεν ήταν ηθοποιός; «Δεν είμαι σίγουρη αν θα ήταν δημιουργική η άλλη μου διαδρομή. Θα επέλεγα Εγκληματολογία ή Νευροεπιστήμη».
Ως άλλη Μελισσάνθη, που στην ελληνική μυθολογία ήταν η νύμφη που προστάτευε τα λουλούδια και τις μέλισσες, η ηθοποιός που έχουμε απέναντί μας είναι ένα πλάσμα που ταξιδεύει ανάμεσα σε κόσμους, κουλτούρες και εποχές. Και σε κάθε της πέρασμα αφήνει πίσω της φως.