Καστανιώτης στον Δανίκα: «Οι γυναίκες και οι νέοι κρατάνε το βιβλίο»
Ο γνωστός εκδότης μιλάει για τη μεταπολιτευτική ακμή του βιβλίου, αλλά και την κάθετη πτώση που ήρθε με τον Βαρουφάκη -
Θυμάται περιστατικά που έζησε με τον Γιώργο Σεφέρη και την Έλλη Αλεξίου και αποκαλύπτει πώς γίνεται ένα best seller
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Είναι μερικά πλάσματα με τόσα προτερήματα που «αναγκαστικά» τους κουβαλάς μέσα στην καρδιά σου. Ενας απ’ αυτούς, ο βιβλιοφάγος Θανάσης Καστανιώτης. Που από τα παιδικά του χρόνια, πρώτα με «Μικρό Ηρωα» και στη συνέχεια με όλους τους κλασικούς, κατάφερε να μετατρέψει την αχόρταγη βιβλιοφαγία του σε εκδοτικό οργανισμό!
Που το πρωί πήγαινε Γυμνάσιο και στη συνέχεια υπάλληλος στη «Φωλιά του Βιβλίου». Που το 1968 ξεκινάει τη βιβλιοπεριπέτειά του. Που ήταν ο μοναδικός υπάλληλος στον παρεΐστικο μικροσκοπικό εκδοτικό οργανισμό του. «Με είχα προσλάβει», μου λέει. Που το 1974, με το τέλος της Χούντας, το μικρό εκδοτικό του συγκρότημα μετατρέπεται σε εταιρεία. Που συνάντησε και γνώρισε την αφρόκρεμα της ελληνικής ποίησης και λογοτεχνίας. Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσο. Που «ερωτεύτηκε» τη συγγραφική δραστηριότητα της Ελλης Αλεξίου. Με αποτέλεσμα εκείνη να του πει: «Εσύ με έκανες συγγραφέα και εγώ σε έκανα εκδότη».
Που με τα αποτελέσματα των πωλήσεων, τα στοιχεία καταλήγουν ως εξής: Η Γυναίκα και οι Νέοι, οι μοχλοί ανάπτυξης του βιβλίου. Αυτές οι κατηγορίες διαβάζουν. Οι μεγάλοι απλώς ξεφυλλίζουν περιοδικά. Που οι περισσότεροι ξένοι συγγραφείς που τα βιβλία τους εκδίδει στη συνέχεια κερδίζουν Νόμπελ Λογοτεχνίας! Και όπως αποκαλύπτει, κορυφαίος και αξεπέραστος στις πωλήσεις ο Φρέντυ Γερμανός με την «Τερέζα» και με 400.000 αντίτυπα. Και που όχι μόνο αναφέρεται στους ανταγωνιστές του, αλλά πλέκει το εγκώμιο της θρυλικής Νανάς Καλλιανέση του Κέδρου: «Η μεγαλύτερη εκδότρια. Λεβέντισσα, τίμια, ρηξικέλευθη». Και τώρα; «Είμαι ένας τυχερός άνθρωπος. Ο δρόμος που επέλεξα μου τα έδωσε όλα. Πολλές χαρές, λίγες λύπες. Το βιβλίο ήταν το χόμπι μου και το έκανα επάγγελμα».
Σκηνή 1η
«Εσάς κάπου σας ξέρω, ηθοποιός είστε;».Ηταν ο Σεφέρης!
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ: Εκδότης βιβλίων ο πατέρας σου;
ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ: Οχι, καθόλου. Ηταν εστιάτορας. Είχε την ταβέρνα «Η απανεμιά» στον Νέο Κόσμο.
Δ.Δ.: Κι εσύ πώς ασχολήθηκες με το βιβλίο;
Θ.Κ.: Εγώ διάβαζα πάρα πολύ από μικρός. Στη γειτονιά μας υπήρχαν σοβαρές οικογένειες, μεσοαστικές, με ενδιαφέροντα επαγγέλματα, δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί, που τροφοδοτούσαν τα παιδιά τους με βιβλία. Απ’ αυτά διάβαζε όλη η παρέα. Επίσης εγώ διάβαζα πολύ «Μικρό Ηρωα», Κλασσικά Εικονογραφημένα και πολλά τέτοια. Μάλιστα είχα κάνει και τέσσερις εκπομπές στην ΕΡΤ το 1985, για τέσσερις δεκαετίες. Η πρώτη δεκαετία είχε διαβάσματα και ακούσματα και ένα από τα διαβάσματα ήταν ο «Μικρός Ηρως», ο Γιώργος Θαλάσσης με τον Σπίθα. Kαι μάλιστα το σχετικό εδάφιο το διάβασε ο ποιητής Γιώργος Μανιάτης που προσομοίαζε του Σπίθα λόγω σωματότυπου. Κάποια στιγμή που έπρεπε να εργαστώ, βρέθηκα στη «Φωλιά του Βιβλίου». Αυτό, το 1957, και έφυγα το ’72-’73. Εργαζόμουν εκεί και πήγαινα Γυμνάσιο.
Δ.Δ.: Πού ήταν η «Φωλιά του Βιβλίου»;
Θ.Κ.: Πανεπιστημίου 39, απέναντι από την Εθνική Βιβλιοθήκη, στο Μέγαρο Πρωίας. Ενα ιστορικό μέγαρο, πάρα πολύ ωραίο, δυστυχώς το αλλάξανε.
Δ.Δ.: Εκείνη την εποχή το βιβλίο πουλούσε πολύ;
Θ.Κ.: Πούλαγε πολύ, και μάλιστα όλη η γειτονιά, από την Ιπποκράτους μέχρι τη Σταδίου και από την Ομόνοια μέχρι το Σύνταγμα και όλα τα παράλληλα στενά ήταν γεμάτα βιβλιοπωλεία. Υπήρχαν τα μεγάλα -«Ελευθερουδάκης», «Ατλαντίς», «Κάουφμαν», η «Φωλιά του Βιβλίου»-, μετά ήταν τα βιβλιοπωλεία του Δημητράκου, του Πατσιλινάκου, του Βασιλείου, του Βαγιονάκη και άλλων. Η Ιπποκράτους ήταν γεμάτη, ο Σπανός, ο Παπαδήμας. Ηταν η γειτονιά βιβλίου. Και η Πανεπιστημίου είχε μικρά και μεγάλα βιβλιοπωλεία.
Δ.Δ.: Στη «Φωλιά του Βιβλίου» έρχονταν τότε γνωστοί συγγραφείς;
Θ.Κ.: Μόνο γνωστοί. Ο Σεφέρης, ο Ελύτης...
Δ.Δ.: Εχεις γνωρίσει τον Σεφέρη;
Θ.Κ.: Μια μέρα που είχε έρθει ο Σεφέρης -μόλις είχε πάρει το Νόμπελ-, κατεβαίνει ένας συμμαθητής μου και του λέει: «Εσάς κάπου σας ξέρω, ηθοποιός είστε;». (γέλια)
Δ.Δ.: Και τι είπε ο Σεφέρης;
Θ.Κ.: Γέλασε.
Σκηνή 2η
«Το ’68 και ο Πιαζέ»
Δ.Δ.: Από όλους αυτούς τους μεγάλους, ποιους είχες εκδόσει ως Καστανιώτης;
Θ.Κ.: Τότε, κανέναν. Εγώ ξεκίνησα το ’68, παράλληλα με τη δουλειά στη «Φωλιά του Βιβλίου», σε ηλικία 24 ετών.
Δ.Δ.: Οι εκδόσεις δεν είναι μια ακριβή ιστορία;
Θ.Κ.: Οχι, γιατί τα κάναμε όλα in-house. Καταρχάς ξεκινήσαμε τότε μια σειρά φιλοσοφικού περιεχομένου, τη Συλλογή Θεαίτητος, με βιβλία πρωτοποριακά. Ξεκινήσαμε με τη «Θεωρία της Κυβερνητικής»· κυβερνητική είναι ο έλεγχος των μηχανών, δεν μπορείς να πας στο Διάστημα αν δεν δουλεύει η κυβερνητική. Ξεκινήσαμε με το βιβλίο του Τζον φον Νόιμαν, «Τι είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής». Τότε, το 1968. Κυκλοφορήσαμε επίσης και τον «Στρουκτουραλισμό» του Πιαζέ και άλλα τέτοια βιβλία. Ηταν βιβλία των 200-300 σελίδων. Στην επιτροπή μετείχαν ο καθηγητής Μαθηματικών Φώτης Καραμήτσος, ο ανθρωπολόγος Θεόδωρος Παραδέλλης, ο σκηνοθέτης Θανάσης Ρεντζής, καθώς και ένας άλλος μαθηματικός. Η ομάδα των πέντε. Αυτοί επέλεγαν και συζητούσαμε μαζί - γιατί ήταν μια εποχή που δεν μπορούσες να βγάλεις οτιδήποτε ήθελες. Για να κάνεις παρέμβαση επί χούντας έπρεπε να βγάλεις κάτι ουσιαστικό.
Δ.Δ.: Τα βιβλία τότε περνούσαν από λογοκρισία;
Θ.Κ.: Τα στέλναμε, αλλά περνούσαν, δεν τους αφορούσαν καθόλου. Μετά ήρθαν και φίλοι μου, καλλιτέχνες και διανοούμενοι. Με τον ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη μεταφράσαμε Λόρκα και βγάλαμε μικρό ανθολόγιο παγκόσμιας ποίησης.
Θ.Κ.: Κοίταξε, όλα αυτά γίνονταν με μία ερασιτεχνική, αλλά και προσωπική δουλειά. Δεν είχαμε έξοδα γραφείου -το γραφείο ήταν το σπίτι μου-, δεν είχαμε υπαλλήλους - εγώ ήμουν υπάλληλος, με είχα προσλάβει! Αλλά επειδή ήμουν μέσα στον χώρο του βιβλίου και επειδή με ήξεραν και οι βιβλιοπώλες και με αγαπούσαν οι περισσότεροι, μόλις μάθανε ότι έβγαλα βιβλία κοίταξαν να με βοηθήσουν. Ο Στρατής Φιλιππότης, που ήταν διευθυντής στο «Βιβλιοπωλείο της Εστίας» -το παλιό, επί της Σταδίου- με είδε μια μέρα και μου λέει: «Ρε Θανάση, εσύ βγάζεις αυτά τα βιβλία;». «Ναι», του είπα. «Και γιατί δεν μου το λες;». Του είπα, «ντρέπομαι, τι να πω». «Θα μου φέρνεις εδώ πέρα από είκοσι αντίτυπα, θα τα βάζεις στον πάγκο και όταν τελειώνουν θα κοιτάς να φέρνεις κι άλλα». Οταν ένα βιβλίο μπει στη βιτρίνα, θα βρεθεί και ο ενδιαφερόμενος αγοραστής.
Δ.Δ.: Τι πουλούσαν; Πέντε χιλιάδες αντίτυπα;
Θ.Κ.: Μέχρι δύο χιλιάδες. Αλλά τα έξοδα ήταν λίγα γιατί σχεδόν όλα γίνονταν in-house. Τα εξώφυλλα τα έκανα εγώ, τις διορθώσεις τις έκανε μια φίλη μου, τις μεταφράσεις τις έκαναν φίλοι...
Δ.Δ.: Και αυτή η περίοδος μέχρι πότε κρατάει;
Θ.Κ.: Μέχρι το ’74. Μετά αρχίζει το μεγάλο πανηγύρι με τη Μεταπολίτευση. Επαιρνα βιβλία που είχαν βγει από ιδιώτες φίλους και τα ξαναβγάζαμε γιατί είχαν ενδιαφέρον, υπήρχε κινητικότητα.
Δ.Δ.: Οι εκδόσεις σου, όμως, περισσότερο στον χώρο των ιδεών παρά της μυθοπλασίας.
Θ.Κ.: Ναι. Μετά, σε μια συνάντηση με την Ελλη Αλεξίου, χωρίς να ξέρω τον όγκο του έργου της, υποσχέθηκα να της βγάλω τα άπαντα. Και εκεί γίνεται πάλι ένα μεγάλο πανηγύρι. Η Αλεξίου ήταν περιζήτητη, μιλούσε για τον Καζαντζάκη, για την Αριστερά, για την ιστορία των ανατολικών χωρών και τους διανοούμενους. Ενα πρόσωπο το οποίο ήταν συνέχεια στην επικαιρότητα και με το που έβγαιναν τα βιβλία της γίνονταν ανάρπαστα. Ηταν βιβλία που είχαν βγει παλιά στην Ελλάδα, και κάποια που είχαν βγει στις ανατολικές χώρες. Αυτά ήταν πολύ εύκολο να ξαναβγούν γιατί ήταν αντιγραφική ανατύπωση. Και έγιναν ανάρπαστα, μαζί με τα βιβλία του Κρισναμούρτι, του Ερμαν Εσσε και άλλων συγγραφέων που άρχισα να εκδίδω. Και ήμουν και πολύ τυχερός. Επειδή κάποια ξένα βιβλία που επιλέγαμε να εκδώσουμε στη συνέχεια οι δημιουργοί τους έπαιρναν Νόμπελ. Οπως ο Θέλα με την «Οικογένεια του Πασκουάλ Ντουάρτε», ο Σολ Μπέλοου με τον «Μετέωρο άνθρωπο». Επιλέγαμε δηλαδή καλά βιβλία, τα οποία μετά επιβραβεύονταν λόγω της μεγάλης αξίας του συγγραφέα τους.
Κλείσιμο
Σκηνή 4η
Το πλιάτσικο στα πνευματικά δικαιώματα
Δ.Δ.: Τότε πουλούσε πολύ το πολιτικό βιβλίο. Οπως και στο σινεμά οι πολιτικές ταινίες.
Θ.Κ.: Τότε κάναμε και με τον Θανάση Ρεντζή το περιοδικό «Φιλμ», μετά έβγαλα το περιοδικό «Πρίσμα» με τον Δημήτρη Χατζή. Εκδώσαμε μόνο τέσσερα τεύχη γιατί το 1982 πέθανε. Από το «Πρίσμα» πρωτοπαρουσιάσαμε τον Μαρκές, τον Σάμπατο, τους Ρώσους, τους Βέλγους. Θα μπορούσες μάλιστα να πεις ότι το «Πρίσμα» είχε την αίγλη της «Επιθεώρησης Τέχνης», του παλιού θρυλικού περιοδικού της αριστερής διανόησης. Και σήμερα, όπου και να ανοίξεις αυτό το περιοδικό, θέλεις να το διαβάσεις. Και εκεί δούλεψαν όλοι οι λογοτέχνες.
Δ.Δ.: Δεν είχες τον Μαρκές, όμως.
Θ.Κ.: Θα μπορούσα να τον είχα αν ήθελα, αλλά τότε η εξασφάλιση πνευματικών δικαιωμάτων έμοιαζε ακραία ποδοσφαιρική αναμέτρηση. Ηταν λίγο πλιάτσικο και δεν μου άρεσε. Εγώ δεν ασχολήθηκα καν.
Δ.Δ.: Συμβαίνουν τέτοια στο βιβλίο για να πάρεις έναν συγγραφέα που πουλάει;
Θ.Κ.: Συμβαίνουν, αν δουν ότι έχεις έναν καλό συγγραφέα, πάνε και τον «χτυπάνε».
Δ.Δ.: Και δίνουν μεγάλα ποσά;
Θ.Κ.: Δεν ξέρω, εμείς δεν συμμετέχουμε σε αυτά.
Δ.Δ.: Εσύ τι πληρώνεις για τα δικαιώματα;
Θ.Κ.: Εγώ πληρώνω τρία με τέσσερα χιλιάρικα.
Δ.Δ.: Μόνο;
Σκηνή 5η
Ο Βαρουφάκης μαζί με τις τράπεζες έκλεισε και το βιβλίο
Δ.Δ.: Η εκδοτική και εμπορική κορύφωση πότε έγιναν;
Θ.Κ.: Από το ’85 μέχρι την κρίση το 2010.
Δ.Δ.: Και στην κρίση κλείνεις;
Θ.Κ.: Δεν μπορείς να κλείσεις. Γιατί έχεις εκατό άτομα προσωπικό και δύο χιλιάδες Ελληνες συγγραφείς. Φαντάσου ότι μέχρι σήμερα έχουμε κυκλοφορήσει δέκα χιλιάδες τίτλους. Οι μισοί είναι από Ελληνες. Ολοι αυτοί λοιπόν έχουν επενδύσει σε μας, στην ύπαρξή μας. Δεν μπορείς να πεις «φεύγω, γεια σας». Αρα δεν κλείνεις.
Δ.Δ.: Πήρες μέτρα όμως.
Θ.Κ.: Για όλα υπάρχουν λύσεις. Αλλά το βιβλίο έπαθε καθίζηση. Πήγε ο Βαρουφάκης, έκλεισε τις τράπεζες και έδινε στον κόσμο ένα πενηντάρι. Μπορεί ο κόσμος να πάρει ένα βιβλίο; Μετά ήρθε η πανδημία, ξαναήρθε η κρίση, μείωσαν τους μισθούς. Τα επαγγέλματα τα οποία είχαν τη δυνατότητα και τη διάθεση να διαβάσουν ήταν οι διδάσκοντες σε όλες τις βαθμίδες (καθηγητές, δάσκαλοι, νηπιαγωγοί, παιδαγωγοί) και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Η πελατεία του βιβλίου αυτή είναι.
Δ.Δ.: Τότε πουλούσες εκατό, σήμερα τριάντα;
Θ.Κ.: Πενήντα.
Δ.Δ.: Τα μισά! Δεν είναι πολύ άσχημα.
Θ.Κ.: Μα σου έλεγα προηγουμένως ότι έχουμε μια βιβλιογραφία που η ποιότητά της είναι αναγκαία. Υπάρχουν συγγραφείς όπως ο Σαραμάγκου, που τέσσερα, πέντε βιβλία του πουλάνε περισσότερο το καθένα, κατά τίτλο, απ’ ό,τι πουλάνε καινούρια βιβλία στην αγορά. Κάθε χρόνο.
Σκηνή 6η
«Καστανιώτη, εσύ με έκανες συγγραφέα κι εγώ σε έκανα εκδότη»
Δ.Δ.: Μια στιγμή που δεν μπορείς να την ξεχάσεις; Μια πολύ ερωτική, εκδοτική στιγμή;
Θ.Κ.: Ερωτική! Ηταν με την Ελλη Αλεξίου, η οποία μου είπε -την έβαλα και να μου το γράψει- «Καστανιώτη, εσύ με έκανες συγγραφέα κι εγώ σε έκανα εκδότη». Είναι η αγάπη αρκετών συγγραφέων, την οποία τη βλέπεις στα μάτια τους, στο χαμόγελό τους, στη χαρά τους, με τον τρόπο που σου συμπεριφέρονται τα βιβλία.
Δ.Δ.: Τα χειρόγραφα τα διαβάζεις μόνο εσύ;
Θ.Κ.: Παλιότερα ναι, τώρα υπάρχει μια επιτροπή η οποία τα διαβάζει και τα συζητάμε. Αλλη για παιδικά βιβλία, άλλη για τα ελληνικά.
Δ.Δ.: Και πόσα μέλη έχει η επιτροπή;
Θ.Κ.: Είναι δύο τριμελείς επιτροπές. Τα διαβάζουμε και συζητάμε τα προτερήματά τους, την αναγκαιότητά τους, την εθνικότητά τους.
Δ.Δ.: Την εμπορικότητά τους;
Θ.Κ.: Η εμπορικότητα είναι ένα δεύτερο στοιχείο, το οποίο δεν μπορείς να το ξέρεις. Εχουμε βγάλει βιβλίο -δεν θα σου πω τον τίτλο- που η επιμελήτρια όταν το τελείωσε με πήρε τηλέφωνο και μου είπε: «Kύριε Καστανιώτη, αυτό το βιβλίο είναι τόσο χάλια, γιατί μου το δώσατε να το φτιάξω εγώ;». Και πούλησε 300.000 αντίτυπα! Είναι ελληνικό μυθιστόρημα, δεν θα σου πω τον συγγραφέα.
Δ.Δ.: Το ρεκόρ σου πόσο είναι;
Θ.Κ.: 400.000 με την «Τερέζα» του Φρέντυ Γερμανού.
Δ.Δ.: Παλιά αυτό, τώρα το ρεκόρ πόσο είναι;
Θ.Κ.: Τώρα το ρεκόρ πάει 40.000-50.000.
Δ.Δ.: Το ηλεκτρονικό βιβλίο;
Θ.Κ.: Εχουμε ηλεκτρονικά, έχουμε και ηχητικά βιβλία. Το ηλεκτρονικό βιβλίο έχει μικρή ζήτηση. Το μεγαλύτερο πρέπει να είναι κάπου 300 βιβλία για το «Περί Τυφλότητας» του Σαραμάγκου, όταν το φυσικό βιβλίο έχει πουλήσει σαράντα χιλιάδες.
Δ.Δ.: Και ο Φρέντυ Γερμανός, που το βιβλίο του πούλησε 400.000 αντίτυπα, πόσα εισέπραξε;
Θ.Κ.: Οι συγγραφείς παίρνουν από ένα σημείο και μετά 15% επί της τιμής. Πολλά λεφτά. Ο Φρέντυ από την «Τερέζα» πρέπει να εισέπραξε μισό εκατομμύριο. Υπάρχουν και σήμερα συγγραφείς, όχι με ιδιαίτερα μεγάλα ποσά, που ζουν από αυτό, ως συγγραφείς.
Δ.Δ.: Μπορεί να ζήσει ένας συγγραφέας μόνο από τα βιβλία του;
Θ.Κ.: Μπορεί. Μαζί με κάποια άρθρα σε μια εφημερίδα. Μπορεί να πληρώνεται για κάποιες διαλέξεις. Ξεκινώντας από τα βιβλία τους μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα.
Δ.Δ.: Και τα ποσοστά;
Θ.Κ.: 10%-15% επί της λιανικής.
Σκηνή 7η
«Η νεολαία διαβάζει βιβλία, οι μεγάλοι ξεφυλλίζουν περιοδικά»
Δ.Δ.: Τα βιβλιοπωλεία σήμερα έχουν κλείσει τα περισσότερα.
Θ.Κ.: Ανοίγουν άλλα. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρία, τέσσερα μεγάλα, όπως η Πολιτεία, ο Ιανός. Μετά είναι και το σούπερ μάρκετ του Public.
Δ.Δ.: Γιατί το λες έτσι;
Θ.Κ.: Γιατί οι άνθρωποί του δεν ξέρουν από βιβλία. Πουλάνε ένα σωρό άλλα πράγματα.
Δ.Δ.: Καλά, δεν έχει ειδικό άνθρωπο εκεί;
Θ.Κ.: Δεν είναι άνθρωποι του βιβλίου αυτοί που έχει, είναι άνθρωποι του εμπορίου, του μάρκετινγκ.
Δ.Δ.: Ποια πόλη εκτός από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη είναι κοντά στο βιβλίο;
Θ.Κ.: Είναι η Πάτρα, είναι το Ηράκλειο, τα Χανιά -η Κρήτη έχει καλούς βιβλιοπώλες-, είναι η Καβάλα, το Αγρίνιο, η Λάρισα.
Δ.Δ.: Οι μεγάλες πόλεις.
Θ.Κ.: Ε ναι, όταν υπάρχει πληθυσμός, υπάρχουν και αναγνώστες.
Δ.Δ.: Το καλοκαίρι ανεβαίνει το βιβλίο;
Θ.Κ.: Οχι ιδιαίτερα.
Δ.Δ.: Γιατί όλοι φεύγουν με βιβλία στις βαλίτσες τους.
Θ.Κ.: Οχι ιδιαίτερα. Εγώ χαίρομαι καμιά φορά και στο πλοίο ή στο αεροπλάνο που βλέπω κυρίως νέα παιδιά να διαβάζουν παλιά βιβλία. Βλέπεις ότι η νεολαία διαβάζει, και στην παραλία και στα πλοία και παντού - οι μεγάλοι ξεφυλλίζουν περιοδικά. Στα πλοία και στα αεροπλάνα δεν διαβάζουν οι μεγάλοι.
Δ.Δ.: Διαβάζει ο ελληνικός λαός;
Θ.Κ.: Εννοείται ότι διαβάζει, πωλούνται εκατομμύρια βιβλία.
Δ.Δ.: Ναι, αλλά πόσο είναι το ποσοστό στον γενικό πληθυσμό; Το έχεις ψάξει;
Θ.Κ.: 10%.
Δ.Δ.: Μόνο;
Θ.Κ.: Είναι αυτό το μικρό ποσοστό, που όμως διαβάζει. Και διαβάζει καλά βιβλία. Γιατί βλέπω κάθε Σάββατο την ανάλυση των πωλήσεων που μου στέλνουν και τα βιβλία είναι καταπληκτικά.
Δ.Δ.: Δηλαδή διαβάζουν λίγοι, αλλά ξέρουν να επιλέγουν.
Θ.Κ.: Χαρακτηριστικό είναι ότι την περίοδο της πανδημίας, τα βιβλία που έκαναν παραγγελία από εμάς τα μικρά βιβλιοπωλεία για να τα πουλήσουν ιντερνετικά στους πελάτες τους, αλλά και τα βιβλία που πουλούσαμε εμείς απευθείας στους πελάτες μας, ήταν όλα υψηλής ποιότητας.
Σκηνή 8η
Η γυναίκα κινεί και το βιβλίο
Δ.Δ.: Το αναγνωστικό σου κοινό είναι περισσότερο γυναίκες ή άνδρες;
Θ.Κ.: Οι νέοι και οι γυναίκες, κυρίως οι γυναίκες.
Δ.Δ.: Αυτό συμβαίνει στο θέατρο και στο σινεμά, οι γυναίκες πηγαίνουν περισσότερο.
Θ.Κ.: Παλιότερα πήγαινα και μιλούσα με τους βιβλιοπώλες - με τα παιδιά που ήταν μάχιμοι στο μαγαζί, όχι με το αφεντικό τους. Και μου έλεγαν ότι οι γυναίκες έρχονται στο βιβλιοπωλείο γιατί είναι ενήμερες για κάποια βιβλία που θέλουν. Και όταν τα αγοράζουν αυτά, παίρνουν και κάποιο για το εγγόνι τους, για την κόρη τους και κάποιο για τον άντρα τους «που ίσως τον ενδιαφέρει».
Δ.Δ.: Οπως κάνουν και με τα ρούχα. Αρα η γυναίκα κινεί το εμπόριο του βιβλίου.
Θ.Κ.: Τα πάντα κινεί. Είναι αυτό που ηρεμεί τον άνδρα.
Δ.Δ.: Δηλαδή;
Θ.Κ.: Δώσε της κάτι να κάνει να σε αφήσει ήσυχο. (γέλια)
Δ.Δ.: Δύσκολες στιγμές σου; Κακές; Οι αποτυχίες;
Θ.Κ.: Υπάρχουν και αυτά, αλλά δεν είναι αποτυχία, γιατί το βιβλίο είναι ένα στοίχημα. Βγάζεις ένα βιβλίο χωρίς μεγάλες εμπορικές προσδοκίες και μπορεί να πάει στα ουράνια. Τα περιμένεις αυτά. Αν σε ενδιαφέρει μόνο αυτό και το ψάχνεις πόντο-πόντο, μπορεί να στεναχωριέσαι. Εγώ δεν το ψάχνω. Πιστεύω ότι κάθε βιβλίο έχει την τύχη του. Υπάρχουν συγγραφείς πολύ καλοί, με βραβεία και τις καλύτερες κριτικές, και δεν πουλάνε πάνω από 1.000-1.200 βιβλία.
Δ.Δ.: Υπάρχει αξιόλογη συγγραφική δραστηριότητα στο μυθιστόρημα σήμερα; Για πες μερικά ονόματα νέων συγγραφέων.
Θ.Κ.: Υπάρχουν σε όλους τους εκδοτικούς οίκους. Σε εμάς υπάρχει ας πούμε η Ιωάννα Μπουραζοπούλου. Που όταν βγήκε το βιβλίο της «Τι είδε η γυναίκα του Λωτ;» στην Αγγλία, ο «Guardian» έγραψε ότι είναι μέσα στα 10 καλύτερα της χρονιάς. Είναι ο Νίκος Μάντης με σπουδαία βιβλία επίσης. Αυτοί μεταφράζονται και στο εξωτερικό.
Δ.Δ.: Είναι τριαντάρηδες;
Θ.Κ.: Ηταν 30, τώρα είναι 40. Ολοι οι επιτυχημένοι συγγραφείς μας ήταν νέοι όταν βγήκαν. Μάλιστα, κάποια στιγμή μου είχε πει ο Κουμανταρέας: «Τι θέλεις και τους βγάζεις όλους αυτούς τους νέους;». Του είπα: «Για τον ίδιο λόγο που βγάλανε εσένα όταν ήσουν νέος».
Δ.Δ.: Σωστό. Πουλούσε ο Κουμανταρέας;
Θ.Κ.: Δεν τον είχα εγώ, στον Κέδρο ήταν.
Δ.Δ.: Σωστά. Στην Καλλιανέση.
Θ.Κ.: Η μεγαλύτερη εκδότρια της Ελλάδας.
Δ.Δ.: Από ποια άποψη;
Θ.Κ.: Λεβέντισσα, τίμια, ρηξικέλευθη. Επί χούντας είχε βγάλει όλη την καλή διανόηση της Αριστεράς που δεν έβγαζε κανείς εκδότης.
Δ.Δ.: Η Σύγχρονη Εποχή;
Θ.Κ.: Η Σύγχρονη Εποχή είναι εκδοτικός οίκος του ΚΚΕ, ο οποίος έχει εγκλωβιστεί μέσα στην κομματική του επιλογή, δεν ανοίγεται. Σκηνή 9η
Τα βιβλία για τις διακοπές
Δ.Δ.: Σε κάποιον που φεύγει τώρα για διακοπές, τι θα του πρότεινες να πάρει μαζί του; Αστυνομικά μυθιστορήματα; Πιστεύω ότι η Πατρίτσια Χάισμιθ είναι από τις κορυφαίες.
Θ.Κ.: Υπάρχουν και Ελληνες πολύ καλοί. Καταρχάς εγώ θα έλεγα να πάρουν το «Τι είδε η γυναίκα του Λωτ;» της Μπουραζοπούλου και το «Κάσκο» του Σέργιου Γκάκα.
Δ.Δ.: Αστυνομικό είναι αυτό;
Θ.Κ.: Ναι. Να πάρουν και την «Πανούκλα» του Καμύ.
Δ.Δ.: Αυτό είναι αριστούργημα.
Θ.Κ.: Να διαβάσουν οπωσδήποτε το «Περί φωτίσεως» του Σαραμάγκου. Αυτά, παραπάνω δεν χρειάζεται.
Δ.Δ.: Αγκάθα Κρίστι έχεις βγάλει;
Θ.Κ.: Παλιά είχα βγάλει, τώρα όχι.
Δ.Δ.: Υποτιμημένη, κατά μία έννοια, από τη διανόηση. Αλλά είναι τρομερή συγγραφέας.
Θ.Κ.: Εμένα μου άρεσε και ο Πίτερ Τσένεϊ, οι Αμερικανοί. Τα νουάρ. Ο Ντάσιελ Χάμετ. Εχω εκδώσει «Το μεγάλο χτύπημα». Επίσης Ρέιμοντ Ταάντλερ, Τζέιμς Χάντλεϊ Τσέις.
Δ.Δ.: Σιμενόν;
Θ.Κ.: Οχι, Σιμενόν η Αγρα.
Επίλογος
Ενας τυχερός άνθρωπος
Δ.Δ.: Το όνειρό σου; Κάτι που λαχταράς πολύ και δεν έχει γίνει;
Θ.Κ.: Είμαι ένας τυχερός άνθρωπος. Ο δρόμος που επέλεξα μου τα έδωσε όλα. Πολλές χαρές, λίγες λύπες. Το βιβλίο ήταν το χόμπι μου και το έκανα επάγγελμα. Οταν ήμουν μικρός, στη «Φωλιά του Βιβλίου», έκανα διάφορες σκέψεις για το τι θα κάνω. Και έλεγα ότι επειδή πρέπει να εργαστώ για να ζήσω, πρέπει η δουλειά μου να είναι χαρά. Και τη διάρκεια της εργασίας πρέπει να την απολαμβάνεις. Αυτό είναι δώρο Θεού. Και το πέτυχα.
Δ.Δ.: Δεν αισθάνεσαι όμως απόμαχος τώρα.
Θ.Κ.: Καθόλου, δουλεύω. Δες την τσάντα μου τώρα. Εχω ραντεβού.
Και σηκώθηκε να φύγει. Πρόλαβα να στείλω χαιρετισμούς και πολλά φιλιά στην Ελλη Παγκάλου, τη σύντροφό του. Σπάνιο πλάσμα. Υπόδειγμα ακεραιότητας, καθαρότητας, εντιμότητας. Ισως η καλύτερη στην αρχιτεκτονική μεγάλων κήπων. Οπως στο «Νιάρχειο» και στο Tatoi Club. Ευτυχώς ακόμα υπάρχουν Ανθρωποι!
Η Seneca Medical Group κατέκτησε 11 βραβεία στα Medical Beauty Awards 2025, σταθερή στη δέσμευσή της για παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών μεταμόσχευσης μαλλιών
Με απόλυτη επιτυχία και με μετρήσιμα αποτελέσματα, που αποδεικνύουν ότι η συνεργασία ιδιωτικού - δημόσιου τομέα μπορεί να κάνει τη μεγάλη διαφορά, ολοκληρώθηκαν τα έργα βιώσιμης διαχείρισης νερού στο Δήμο Τανάγρας, κατά τη δεύτερη φάση του προγράμματος Zero Drop Mornos.
Διαθέσιμο από την Παρασκευή 5/12 έως και την Τετάρτη 7/1, με 4 καθημερινές back-2-back προβολές ταινιών - Με πάνω από 130 ταινίες για όλη την οικογένεια και περισσότερες από 25 ταινίες σε Α’ τηλεοπτική προβολή