Αλίκη Γερμανού: Το κοριτσάκι που τραγουδούσε με τον πατέρα της «Στην μπανιέρα δυο-δυο», εξελίχθηκε σε μια δυναμική καλλιτέχνιδα
Αλίκη Γερμανού: Το κοριτσάκι που τραγουδούσε με τον πατέρα της «Στην μπανιέρα δυο-δυο», εξελίχθηκε σε μια δυναμική καλλιτέχνιδα

Αλίκη Γερμανού: Το κοριτσάκι που τραγουδούσε με τον πατέρα της «Στην μπανιέρα δυο-δυο», εξελίχθηκε σε μια δυναμική καλλιτέχνιδα

Μυεί το ελληνικό κοινό στο εναλλακτικό ιαπωνικό χοροθέατρο Butoh

Η μοναχοκόρη του αγαπημένου τραγουδοποιού της εφηβείας μας και όχι μόνο είναι η επιβεβαίωση του ότι οι γενιές υπάρχουν για να εξελίσσονται. Η Αλίκη Γερμανού μεγάλωσε ως χορεύτρια κι έγινε χορογράφος και μία μεταξύ των πρώτων που ασχολήθηκαν με το ιδιαίτερο ιαπωνικό χοροθέατρο Butoh στην Ελλάδα, δασκάλα γιόγκα και φωτομοντέλο. Θα τη συναντήσω στο «Monsieur Cannibale» στο Παγκράτι.

Αφορμή για τη συνέντευξή μας, η παράσταση «Kiki et Colette - The Age of Time | Butoh Trilogy» που ανέβηκε στο «Μικρό Στούντιο» στην Αίγινα και σύντομα αναμένεται να μεταφερθεί στην Αθήνα αλλά και στο εξωτερικό με πρωταγωνίστριες την ίδια και τη Νικολέτα Ξεναρίου. Η Αλίκη Γερμανού έχει αυτήν την «Ντόριαν Γκρέι» ομορφιά, όπως και ο πατέρας της, κάτι που επικοινωνεί ευκολότερα μια μορφή τέχνης εξ ορισμού δύσκολη, όπως το ιαπωνικό χοροθέατρο Butoh: «Το Butoh είναι μια τέχνη που μας προσκαλεί να εξερευνήσουμε το άγνωστο μέσα μας και γύρω μας, να αφήσουμε πίσω ό,τι δεν μας εξυπηρετεί πια και να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να μεταμορφωθεί», εξηγούν με τη Μαριάννα Τσαγκαράκη στη σελίδα του Facebook για το sold-out workshop τους με προσκεκλημένη τη master του είδους Γιουμίκο Γιοσιόκα. Και έχει πολλά να πει ακόμα.


Gala: Πώς ήρθες για πρώτη φορά σε επαφή με το Βutoh και τι σε έκανε να αφιερωθείς σε αυτό;

Αλίκη Γερμανού: Το καλοκαίρι του 1999 βρισκόμουν σε ένα χορευτικό αδιέξοδο. Ενιωθα πως ό,τι είχα μάθει ή δοκιμάσει μέχρι τότε δεν μπορούσε πια να με εκφράσει. Τότε μια φίλη μου δημοσιογράφος μού ψιθύρισε για τον Ιάπωνα master Butoh Μασάκι Ιουάνα, που επρόκειτο να έρθει στην Ελλάδα, στα Χανιά, για να διδάξει την τέχνη του. Κάτι μέσα μου κινήθηκε, σαν να μου μιλούσε κάτι βαθιά οικείο. Βρέθηκα λοιπόν στην Κρήτη. Η εμπειρία εκείνη ήταν καθοριστική - βαθιά υπαρξιακή, σχεδόν μυητική. Ηταν σαν να αποκαλύφθηκε ένας δρόμος που υπήρξε πάντοτε εκεί, αλλά δεν τον είχα δει ακόμα. Από τότε συνειδητοποίησα ότι αυτός θα είναι ο νέος μου δρόμος, μέσα από τον οποίο θα εκφράζεται κάθε καλλιτεχνική μου έκφανση: από το να χορεύω μέχρι το να κεντάω τις παιδικές μου ζωγραφιές.

G.: Το Butoh έχει έντονο υπαρξιακό και σωματικό φορτίο. Πώς αντιδρά το ελληνικό κοινό σε αυτή την τόσο διαφορετική αισθητική;

Α.Γ.: Η σχέση με το κοινό είναι θεμελιώδης. Το κοινό δεν είναι μόνο παρατηρητής, αλλά και συμμέτοχος. Θεατής και performer συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο και χρόνο, αναπνέοντας το ίδιο άυλο γεγονός. Οι θεατές συχνά ξαφνιάζονται, συγκινούνται, ταυτίζονται, απορούν ή ακόμη και τρομάζουν. Ωστόσο, σπάνια παραμένουν αδιάφοροι. Πολλοί επιλέγουν να μοιραστούν τις προσωπικές τους ερμηνείες μετά την παράσταση, γεγονός που υποδηλώνει μια βαθιά σύνδεση με το έργο. Η απουσία γραμμικής αφήγησης και η έμφαση στη σωματική έκφραση ενθαρρύνουν τον θεατή να συνδεθεί με την καρδιά και τη φαντασία, αφήνοντας στην άκρη την ορθολογική προσέγγιση. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι το ελληνικό κοινό ανταποκρίνεται στο Butoh με ευρύτητα και περιέργεια.

G.: Τι σημαίνει για σένα σωματική μνήμη και πώς την εκφράζεις ως χορεύτρια στη σκηνή;

Α.Γ.: Στη σκηνή χορεύω τα μυστικά μου, τα εκθέτω χωρίς φίλτρα. Η βραδύτητα, η ακινησία, το αλλόκοτο και το μη αναμενόμενο συχνά παίρνουν τον πρώτο λόγο. Η φθορά -και η ομορφιά της- τονίζεται. Κι αυτό με ιντριγκάρει βαθιά γιατί στη Δύση δυσκολευόμαστε να αποδεχτούμε ότι η φθορά μπορεί να είναι όμορφη. Τα πρότυπα είναι αυστηρά και η ομορφιά ταυτίζεται σχεδόν απόλυτα με την τελειότητα.


G.: Πώς εκλαμβάνεις τη συμβίωση στο ίδιο σώμα της εσωτερικής σωματικής εμπειρίας και της εξωτερικής εικόνας που καλείται να είναι ταυτόχρονα εκφραστική μέσω του χορού αλλά και αισθητικά «καταναλώσιμη», όπως συμβαίνει στο μόντελινγκ και τις διαφημίσεις, με τα οποία επίσης ασχολείσαι;

Α.Γ.: Συμβιώνουν αρμονικά, έχοντας πολλά κοινά σημεία. Πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που άλλοτε γίνεται ένα φάντασμα σε μια Butoh performance, μια μαμά που φτιάχνει πρωινό στα παιδιά της σε μια διαφήμιση, μια Ιταλίδα υπηρέτρια σε σειρά εποχής, μια περιπλανώμενη γυναικεία μορφή σε ένα όνειρο στην ιρλανδική εξοχή στο πλαίσιο μιας ταινίας μικρού μήκους. Το πλαίσιο μπορεί να διαφέρει, όμως η κοινή συνισταμένη είναι το παιχνίδι της μεταμόρφωσης. Το παιχνίδι είναι ελευθερία, είναι ένας τρόπος να κρατάω το σώμα μου ζωντανό και σε διαρκή αναζήτηση νέων οριζόντων.

G.: Τι σημαίνει η εμπειρία τού να συνδυάζεις τη σωματική έκφραση σε διαφορετικά δημιουργικά πεδία, από τη σκηνή μέχρι τον φακό, όντας στο στάδιο της ωριμότητας;

Α.Γ.: Ως γυναίκα γνωρίζω καλά τις κοινωνικές προσδοκίες γύρω από το σώμα και την ηλικία. Μέσα από την performance, τον χορό, την υποκριτική, το μόντελινγκ, τη γιόγκα, δεν προσπαθώ να διατηρήσω κάτι ή να σταματήσω τον χρόνο. Ενσαρκώνω αυτό που πραγματικά είμαι με δύναμη, χαρά, αλλά και με επίγνωση της ευθραυστότητάς μου. Το να παραμένω σωματικά εκφραστική καθώς το σώμα αλλάζει είναι μια πράξη βαθιά υπαρξιακή αλλά και πολιτική θα έλεγα.

G.: Τι δυσκολίες αντιμετώπισες ασκώντας μια τόσο αντισυμβατική τέχνη στην Ελλάδα;

Α.Γ.: Επειδή από τη φύση μου δεν με τράβηξε ποτέ το μαζικό ή το εμπορικό, ένιωσα αμέσως οικειότητα με την αντισυμβατικότητα του Butoh. Δεν αντιμετώπισα το γεγονός ότι πρόκειται για μια avant-garde μορφή τέχνης ως δυσκολία. Αντίθετα, αυτός ήταν ένας από τους λόγους που το ακολούθησα. Το Βutoh είναι μια τέχνη που κινείται στο περιθώριο, αλλά ταυτόχρονα διεισδύει στον πυρήνα των πραγμάτων. Φυσικά, επειδή πρόκειται για μια παραστατική τέχνη, προϋποθέτει την ύπαρξη θεατών. Τα τελευταία 15 χρόνια θα έλεγα με βεβαιότητα πως το ενδιαφέρον του κοινού έχει αυξηθεί θεαματικά. Υπάρχει πλέον μια δεκτικότητα και μια διάθεση να συναντηθεί κανείς με το αλλόκοτο, το σκιώδες, το άμορφο και το βαθιά ανθρώπινο που φέρει αυτή η τέχνη. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αίγινα, όπου έχω μεταφέρει τη βάση μου τα τελευταία 4-5 χρόνια. Εκεί μπορώ να διακρίνω ξεκάθαρα την ανάγκη του κόσμου να έρθει σε επαφή με κάτι που δεν γνωρίζει και όχι απαραίτητα να το κατανοήσει, αλλά να ταξιδέψει μέσα του και μέσα από αυτό. Αυτή η ανταπόκριση έχει για εμένα μεγάλη σημασία, με κάνει να νιώθω ότι υπάρχει χώρος και χρόνος γι’ αυτό που προσφέρω. Παρακολουθώ αυτή την εξέλιξη όπως παρατηρεί κάποιος έναν κύκλο στη φύση να ολοκληρώνεται, να μεταμορφώνεται και πάλι να ξεκινά.

G.: Υπάρχει κάποια παράσταση ή ένα έργο που λειτουργεί για σένα σαν καθαρτήριο;

Α.Γ.: Αν εννοείς την προσωπική μου δουλειά, θα πω ότι κάθε παράσταση ή έργο που δημιουργώ λειτουργεί σαν αγωγός για προσωπικά βιώματα και συναισθήματα, τα οποία βρίσκουν διέξοδο, ενώνονται με νέα υλικά και γεννούν κάτι απρόβλεπτο. Η κάθαρση συντελείται χωρίς να είναι αυτοσκοπός. Θέλω όμως να κάνω μια ιδιαίτερη μνεία στην τριλογία Butoh «Kiki et Colette -The Age of Time», την οποία συνδημιουργήσαμε με τη χορογράφο-performer Νικολέτα Ξεναρίου.



G.: Πιστεύεις ότι ο χορός μπορεί να θεραπεύσει ψυχικά τραύματα;

Α.Γ.: Ο χορός μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά, ακόμα και όταν δεν υπάρχει αυτή η πρόθεση. Το σώμα είναι, όπως ανέφερα, ο χάρτης της ζωής μας. Κουβαλά τις εμπειρίες, τις μνήμες, τις χαρές, τα τραύματα και τα μπλοκαρίσματά μας. Οταν το φροντίζουμε, μας το ανταποδίδει, όταν το αγνοούμε, χάνει την ισορροπία του, όπως κάθε σχέση που παραμελείται. Μέσα του φωλιάζουν όσα δεν ειπώθηκαν. Κάθε κίνηση μπορεί να φέρει κι ένα ξύπνημα: κάτι μετατοπίζεται, δημιουργείται χώρος, κάτι παίρνει μια νέα μορφή. Πιστεύω ότι η θεραπεία βρίσκεται μέσα μας και οι τρόποι είναι πολλοί για να την ανακαλύψουμε. Ο χορός είναι ένας τρόπος.

G.: Τι σημαίνει για σένα η λέξη «καλλιτέχνης»;

Α.Γ.: Σημαίνει καταλύτης και μάγος. Δημιουργεί τον χώρο όπου μπορούν να γεννηθούν απαντήσεις στα αιώνια ερωτήματα. Μέσα από την παρουσία και το έργο του ενεργοποιεί κάτι: μια συγκίνηση, μια μνήμη, μια μετατόπιση. Δεν ελέγχει, δεν καθοδηγεί, απλώς προσφέρεται. Επιτρέπει να συμβεί κάτι μεγαλύτερο από τον ίδιο. Καλλιτέχνης είναι ακόμα εκείνος που μένει ανοιχτός, που επιλέγει να σταθεί μέσα στην ευαλωτότητα και να μεταβολίσει το άρρητο, μεταμορφώνοντάς το σε κοινή εμπειρία.

G.: Να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω τώρα - τι θυμάσαι από την «Μπανιέρα»; Πώς νιώθεις όταν ακούς την παιδική σου φωνή να τραγουδάει;

Α.Γ.: Ξαφνιάζομαι και συγκινούμαι. Μια νοσταλγία, μαζί με βαθιά συμπάθεια με πλημμυρίζει γι’ αυτήν την παιδική φωνούλα. Σαν να ακούω το παιδί μου - που δεν έχω. Από τότε θυμάμαι πολλά: τον πατέρα μου να μου λέει ότι θα πάμε σε ένα στούντιο να ηχογραφήσουμε ένα τραγούδι, το στούντιο με τις εντυπωσιακές κονσόλες, τους μουσικούς, όλοι άντρες με μούσια και μακριά μαλλιά. Θυμάμαι τον ενθουσιασμό, αλλά και την αγωνία μου μην κάνω κάποιο λάθος, να μην ξεχάσω κάποιο στίχο. Γελούσα για το «...αντί για την πόρτα ανοίγω τη βρύση...». Οταν κυκλοφόρησε ο δίσκος «Τα Μπαράκια» και αντιλήφθηκα ότι κράτησαν το γέλιο και τα σχόλιά μου, ντράπηκα πολύ, κι ας προσπαθούσαν να με πείσουν οι μεγάλοι ότι αυτά είναι τα καλύτερα σημεία του τραγουδιού

Ευχαριστούμε το «Monsieur Cannibale» (Πλ. Προφήτου Ηλία 2, Αθήνα, τηλ.: 210 7526130) για τη φιλοξενία της φωτογράφησης
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Δείτε Επίσης