Με κιθάρα που αφηγείται ιστορίες και συνεργασίες που ξεκινούν από τον Γιώργο Κοντραφούρη και φτάνουν μέχρι θρύλους της Νέας Υόρκης, ο νεαρός μουσικός κουβαλά το πάθος μιας γενιάς που διεκδικεί χώρο στη διεθνή μουσική σκηνή
Συνέντευξη στον Λευτέρη Τρίγκα
Φωτογράφος: Μαρινέζα Βαμβακάρη
Ο Κωνσταντίνος Στουραΐτης έκανε τα πρώτα του βήματα στη μουσική στη Ρόδο, ανάμεσα στα στενά της κοινοπολιτείας με τις μπουκαμβίλιες και τη θάλασσα που αλλάζει χρώματα κάθε ώρα της ημέρας. Στα 14 άφησε πίσω του τον αθλητισμό που μέχρι τότε ακολουθούσε και άρχισε να παίζει κιθάρα, σχεδόν ενστικτωδώς. «Κατάλαβα αμέσως ότι αυτό ήταν», θυμάται. «Ακόμα και στα μαθητικά γκρουπάκια που έπαιζα, ένιωθα πως αυτή είναι η διαδρομή που δεν θα σταματήσει ποτέ».
Γρήγορα βρέθηκε δίπλα στον άνθρωπο που έμελλε να τον καθορίσει καλλιτεχνικά: τον Γιώργο Κοντραφούρη. Με το Baby Trio του σπουδαίου οργανίστα, ο Στουραΐτης πήρε τα πρώτα του μαθήματα όχι στην αίθουσα διδασκαλίας, αλλά στη σκηνή. «Ο Γιώργος είναι ο καλύτερος μέντορας που θα μπορούσα να έχω ποτέ. Είναι ο μουσικός μου πατέρας και ένας από τους καλύτερους φίλους μου», λέει. «Χάρη σε αυτόν στάθηκα στα πόδια μου στη Νέα Υόρκη, μέσα στα απαιτητικά jam sessions με μερικούς από τους μεγαλύτερους τζαζ μουσικούς του κόσμου».
Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο υπήρξε το πρώτο του μεγάλο σχολείο. Εκεί έμαθε την πειθαρχία, την αφοσίωση και το βάθος της τζαζ. Η συνέχεια, όμως, έμελλε να είναι ακόμη πιο συναρπαστική. Με υποτροφία Fulbright ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για να συνεχίσει μεταπτυχιακές σπουδές στο Queens College, δίπλα σε θρύλους όπως ο Αντόνιο Χαρτ, o Πολ Μπόλενμπακ και ο Ντέιβιντ Ουόνγκ. «Στην Αμερική βρήκα μια ακαδημαϊκή οργάνωση που στην Ελλάδα δύσκολα υπάρχει. Οι καθηγητές εκεί είχαν όλα τα εφόδια για να μας προετοιμάσουν ολοκληρωμένα», εξηγεί. Η εμπειρία στη Νέα Υόρκη δεν άλλαξε μόνο τον τρόπο που παίζει, αλλά και το πώς αντιλαμβάνεται την τζαζ: «Συχνά υπάρχει η εντύπωση ότι είναι μουσική της ελίτ. Ομως η τζαζ είναι λαϊκή μουσική! Ξεκίνησε ως χορευτική, για να περνά καλά ο κόσμος. Αυτό είναι και το κοινό της με το ελληνικό λαϊκό τραγούδι: βγαίνει από τον λαό και επιστρέφει σε αυτόν». Η ίδια φιλοσοφία φαίνεται και στον τρόπο που αντιμετωπίζει τη σκηνή. Ο αυτοσχεδιασμός, η αλληλεπίδραση, το απρόοπτο είναι στοιχεία που τον κρατούν σε εγρήγορση. «Η τζαζ είναι τρόπος ζωής. Σε μαθαίνει να είσαι προετοιμασμένος για όλα, να προσαρμόζεσαι, να αυτοσχεδιάζεις. Είναι ένα μάθημα που δεν περιορίζεται στη μουσική, αλλά μιλάει για το πώς στεκόμαστε στη ζωή».
Συνεργασίες με ονόματα-θρύλους, όπως ο Ρόι Χαργκρόουβ, o Φρανκ Λέισι και ο Ντέιβιντ Κικόσκι στη Νέα Υόρκη, αλλά και με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη εδώ, του έδωσαν νέες προοπτικές. Σήμερα, ο Στουραΐτης κινείται ανάμεσα στην Ελλάδα και το εξωτερικό αναζητώντας διαρκώς νέες εμπειρίες. Μία από αυτές, η εμφάνισή του στο 1ο Athens to Java Festival, που ενώνει Ελληνες και Ινδονήσιους μουσικούς σε μια σειρά από live στην πόλη από τις 9 έως τις 11 Οκτωβρίου. «Δεν γνωρίζω πολλά για την ινδονησιακή μουσική, και αυτό ακριβώς με ενθουσιάζει. Η τζαζ είναι το σημείο συνάντησης, μπορούμε να ανταλλάξουμε ιδέες, αυτοσχεδιασμούς, βιώματα. Και αυτό είναι σχολείο. Μπορείς να δεις στο Διαδίκτυο πώς παίζει κάποιος, αλλά δεν μπορείς να μάθεις από την οθόνη τη ζωή του, τις συνήθειές του, την κουλτούρα του. Αυτό είναι που με εμπνέει σε τέτοιες συνεργασίες». Ο ίδιος θα εμφανιστεί στο event «Chick Corea Tribute & Jam Session», ένα αφιέρωμα στο τεράστιο έργο του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη της τζαζ Τσικ Κορία.
«Το set list εξελίσσεται μέρα με τη μέρα, οπότε προετοιμάζομαι ανάλογα. Θα κάνουμε και ένα πολύ ενδιαφέρον σεμινάριο στο οποίο ανυπομονώ να δω τι θα προκύψει. Είμαι έτοιμος για τις εκπλήξεις που θα έρθουν αυτές τις μέρες». Δεν κρύβει όμως και τις ανησυχίες του για τη μουσική σήμερα. «Η ταχύτητα κυριαρχεί. Οι νέοι μουσικοί μαθαίνουν να παίζουν γρήγορα, εντυπωσιακά, αλλά χάνονται συχνά η μελωδικότητα, η απλότητα που αγγίζει τελικά τον ακροατή. Αυτό λείπει και είναι κάτι που πρέπει να αναζητήσουμε ξανά». Ισως γι’ αυτό, όταν δεν παίζει ή δεν διδάσκει, βρίσκει καταφύγιο στην ησυχία του σπιτιού του, παρέα με τις γάτες του. Ενα μικρό διάλειμμα από τη διαρκή κίνηση, αφού «οι μουσικοί δεν σταματάμε ποτέ. Βρισκόμαστε πάντα σε πρόβες, συναυλίες, στούντιο. Αλλά νιώθω ευλογημένος που ζω από αυτό που αγαπώ».
Ομολογεί ότι αναζητά ακόμη τον προσωπικό του ήχο, χωρίς όμως να βιάζεται να τον κλειδώσει: «Με ελκύει η παραδοσιακή τζαζ των 40s και 50s, το hard bop, η soul, το r’n’b, το hip hop των 90s. Εν ολίγοις, λατρεύω τη μαύρη μουσική», λέει και το μωσαϊκό των επιρροών του είναι που δίνει και το ιδιαίτερο χρώμα στη μουσική του. Στο πρόσωπό του βλέπει κανείς έναν νέο καλλιτέχνη που κουβαλά τις ελληνικές του ρίζες, αλλά δεν διστάζει να δοκιμάσει τολμηρά μονοπάτια στον μεγάλο κόσμο. Εναν μουσικό που γεννήθηκε στη Ρόδο, μεγάλωσε μέσα στην τζαζ του Ιονίου, δοκιμάστηκε στα υπόγεια της Νέας Υόρκης και σήμερα επιστρέφει με την εμπειρία και το πάθος να συνδιαμορφώσει το μέλλον της ελληνικής τζαζ σκηνής. Η ιστορία του Κωνσταντίνου Στουραΐτη είναι μόλις στην αρχή. Κι αν κάτι αποπνέει είναι η σιγουριά ότι η τζαζ, για εκείνον, δεν είναι μόνο μουσική. Είναι η ζωή του - μια ατελείωτη συνομιλία με τον κόσμο