Στην κουζίνα του πιο κομψού γαλλικού εστιατορίου της πόλης, τα μαχαίρια ακονίζονται καθημερινά και η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι. Σεφ, επίδοξοι μάγειροι, μάνατζερ και ανταγωνιστές σε μια καθημερινή μάχη, στην τηλεοπτική σειρά του MEGA «Μάλιστα Σεφ!». Συναντήσαμε τον ηθοποιό Αλέξανδρο Τρανουλίδη στο Περιστέρι, μία περιοχή που δεν άφησε ποτέ.
«Είμαι με τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη, την Άννα Μενενάκου, τον Προμηθέα Αλειφερόπουλο, τον Κώστα Αποστολάκη και άλλους εξαίρετους συναδέλφους. Γενικά στα γυρίσματα περνάμε πάρα πολύ καλά. Όλο πλάκες, αστεία και παρεάκι! Ο Ιεροκλής είναι φοβερός. Μόλις τον γνώρισα ήμουν λίγο μαζεμένος, αλλά γρήγορα κατάλαβα ότι είναι ένας ακομπλεξάριστος και χαμηλών τόνων άνθρωπος, που έχει την καλοσύνη και το χιούμορ στην ιδιοσυγκρασία του. Τώρα κάνουμε παρέα και πολλές φορές μου δίνει και συμβουλές σε προσωπικά μου προβλήματα.
»Έχω κάνει κάμποσες συμμετοχές στην τηλεόραση, αλλά αυτή είναι η πρώτη μου συμπρωταγωνιστική δουλειά. Είμαι ιδιαίτερα τυχερός γιατί είμαι σε μια παραγωγή που ο σκηνοθέτης Σπύρος Ρασιδάκης και η βοηθός σκηνοθέτη Ιωάννα Γιαννούλη είναι εξαιρετικά θετικοί άνθρωποι και ανοιχτοί σε προτάσεις. Ο κύριος Καραγιάννης, παραγωγός της σειράς, είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος και πραγματικά δεν το λέω επειδή είναι ο παραγωγός, αλλά γιατί πρώτη φορά στα περισσότερα από 10 χρόνια που είμαι στον χώρο, πρώτη φορά αντιμετώπισα ανθρώπινη συμπεριφορά από παραγωγή και μάλιστα από τον ιδιοκτήτη της».
Όπως μου εξηγεί, ασχολείται με το θέατρο από μικρό παιδί, αφού μαζί με τα αδέρφια του διοργάνωνε κωμικές παραστάσεις με εισιτήριο 2 δραχμές. «Ξεκινώντας σε ηλικία 11 χρόνων, έκανα την πρώτη συμμετοχή μου σε μια ερασιτεχνική ομάδα στο Περιστέρι και έκτοτε δεν σταμάτησα να παίζω, με μια μικρή παύση όταν πήγα φαντάρος». Ακόμα και στον στρατό όμως ξεκίνησε να κάνει μια θεατρική παράσταση με τους υπολοίπους φαντάρους στη Σάμο, αλλά χρειάστηκε να σταματήσει εξαιτίας των εξελίξεων στα Ίμια.
Οι σπουδές του ήταν πάνω στη μηχανολογία και εξασκούσε βιοποριστικά το επάγγελμα στην οικογενειακή του επιχείρηση μέχρι και το 2005. «Στο σημείο αυτό αποφάσισα να προσπαθήσω να βιοποριστώ από το επάγγελμα της καρδιάς μου, την υποκριτική». Έκτοτε, ξεκίνησε να χτίζει βήμα βήμα την καριέρα του και να κάνει πράξη τα όνειρα του, όσο δύσκολα κι αν είναι αυτά.
Σύμφωνα με τα «πιστεύω» του, σκοπός του ανθρώπου επάνω στη γη είναι να δίνει και να παίρνει αγάπη. «Ειδάλλως ζει την κόλαση. Η αγάπη ήταν και ο λόγος που έγραψα το θεατρικό έργο “Ξένος στην κόλαση”, που ανέβηκε με επιτυχία το 2014 στο θέατρο Vault σε σκηνοθεσία Σάββα Πασχαλίδη. Γενικά πιστεύω ότι ο άνθρωπος καθοδηγείται από τα τρία πρωτόγονα ένστικτά του και δημιουργεί παρακλάδια βασιζόμενος πάνω σε αυτά». Αυτά είναι, όπως μου αναλύει, η ανάγκη για επιβίωση, η αναπαραγωγή-διαιώνιση του κυττάρου του και η αναζήτηση για το αίσθημα της ανιδιοτελούς αγάπης. «Πιστεύω οτι με την αγάπη συμπληρώνει το κενό του προς την άγνοιά του για το άπειρο και το άγνωστο. Ανιδιοτελή αγάπη αισθάνομαι για τα παιδιά μου. Επίσης παρόμοια αγάπη αισθάνομαι για το θέατρο. Πιστεύω ότι γεμίζει το μεγαλύτερο κενό στην ψυχοσύνθεσή μου».
«Θεατρικά μόλις σταμάτησα από την παράσταση “Η αυλή των θαυμάτων” που υποδυόμουν τον Μπάμπη, έναν χαρακτήρα του ’50, ο οποίος θεωρώ ότι με άλλαξε λίγο και σαν άνθρωπο». Από κάθε ρόλο που ενσαρκώνει, εξάλλου, ιδίως στο θέατρο, παίρνει κάτι και το αφομοιώνει με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο στην ιδιοσυγκρασία του. Έτσι και με το δράμα του Καμπανέλλη, έζησε και αφομοίωσε κάποια χαρακτηριστικά όχι τόσο του ρόλου του, αλλά συνολικά του έργου. «Έχει μια μουσικότητα και μια υφή η αυλή των θαυμάτων που εάν καταφέρεις και την ακούσεις, ακούς την παλιά Ελλάδα. Μάλλον μου λείπει αυτό και προσπαθώ, με τον τρόπο μου, να το αποδώσω τώρα στη ζωή μου».
Τώρα ετοιμάζεται για το καλοκαίρι, καθώς θα πραγματοποιήσει περιοδεία με την «Κωμική βραδιά» που έχει ετοιμάσει και παρουσιάζει με τους Ανάσταση Κολοβό, Ελισάβετ Μπούρα και Κωνσταντίνο Καρυπίδη. «Είναι κάτι ανάμεσα σε stand-up και κωμικά σκετσάκια, με κωμική μαγεία και κωμική μουσική. Ένα κωμικό πολυδιάστατο σόου με λίγα λόγια. Στην Αθήνα που το παρουσιάσαμε άρεσε πάρα πολύ και το πιο πιθανό είναι να συνεχιστεί και τον χειμώνα». Ταυτόχρονα, με τον Ανάσταση είναι σε ανάγνωση/πρόβες για ένα θεατρικό έργο-φαρσοκωμωδία, που το πιο πιθανό είναι να παρουσιαστεί σε θέατρα σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Τέλος είναι σε συζητήσεις για το επόμενο βήμα του στην τηλεόραση, αλλά και στο θέατρο.
Είναι επιτυχία για έναν ηθοποιό να εμφανίζεται σε σίριαλ στην τηλεόραση;
Ανάλογα, τι εμφάνιση, πού και κάτω από ποιες συνθήκες. Οι ηθοποιοί είμαστε, θέλοντας και μη, self marketing personas. Αυτό το αντιλαμβάνομαι σαν ένα… tetris με επιλογές που δημιουργεί το τελικό αποτέλεσμα. Με αυτό το tetris δημιουργούμε μια εικόνα, που άλλες φορές είναι επιτυχημένη και άλλες όχι. Όσο συμπυκνωμένο είναι το tetris τόσο επιτυχημένη είναι η εικόνα μας. Δυστυχώς, εδώ στην Ελλάδα, δεν υπάρχει καμία σχολή να υιοθετεί αυτό το μάθημα, οπότε ο καθένας ότι μπορεί κάνει και ό,τι του κατεβάσει η τύχη του γίνεται. Δεν υπάρχει και πεπατημένη για να ακολουθήσει κανείς.
Σίγουρα κάποιους συναδέλφους τούς ωφέλησε η συμμετοχή τους σε σίριαλ, και από την αναγνωρισιμότητα που απέκτησαν τους δόθηκαν ευκαιρίες και μετέπειτα στην καριέρα τους. Θεωρώ ότι η επιτυχία είναι ένα θετικό αποτέλεσμα που δεν καθορίζεται από έναν παράγοντα μόνο. Αν για κάποιους επιτυχία είναι η αναγνωρισιμότητα, τότε θεωρώ ότι ένας τρόπος να αποκτηθεί είναι και η συμμετοχή σε σίριαλ. Εγώ ήμουν τυχερός που συνάντησα κάποιους ανθρώπους στη ζωή μου, με εκτίμησαν, ανακάλυψαν κάτι σε μένα, με επέλεξαν, με εμπιστεύτηκαν και τους ευχαριστώ γι’ αυτό.
Με τον σκηνοθέτη του «Σεφ», Σπύρο Ρασιδάκη, είχα γνωριστεί στο «Πίσω στο σπίτι» που έκανε. Στην πρώτη μας συνεργασία, που έπαιζα έναν αστυνομικό, δεν του είχα κάνει εντύπωση. Μάλιστα είχα ακούσει να λέει στο ακουστικό του βοηθού «Πες του να χαμηλώσει λίγο, είναι υπερβολικός!». Μετά, όταν ξανασυνεργαστήκαμε στη «Μοντέρνα οικογένεια», είχα καλύτερη απόδοση και με φώναξε για το casting του «Σεφ». Μαζί με τον κ. Καραγιάννη, τη σεναριογράφο Βίκυ Αλεξοπούλου και τη βοηθό σκηνοθέτη Ιωάννα Γιαννούλη με επέλεξαν (στην αρχή για το ρόλο του Σάββα, και μετά αλλάξαμε με τον Τρύφωνα) και τους ευχαριστώ γι’ αυτό.
Το μεγαλύτερο λάθος στην καριέρα σου ποιο είναι;
Κοίτα, έχω κάνει πολλές λάθος self marketing επιλογές. Βέβαια δεν μπορώ να πω ότι ήταν «λάθος», γιατί ήταν υπό την πλήρη επίγνωση του τι κάνω. Κι αυτό γιατί δεν είχα την οικονομική πολυτέλεια να τις απορρίψω. Σίγουρα το μεγαλύτερο λάθος μου ήταν ότι πήρα αργά την απόφαση να ασχοληθώ επαγγελματικά με τον χώρο της υποκριτικής. Αυτό μου κόστισε και μου κοστίζει πάρα πολύ και το έχω μετανιώσει. Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα… Ήμουν από αυτούς που ο πατέρας τους τους είπε «πού θα πας να γίνεις ηθοποιός τώρα, αυτοί πεινάνε οι περισσότεροι! Κάτσε εδώ στην οικογενειακή επιχείρηση να βγάλεις λεφτά».
Ποιος είναι ο πιο σημαντικός λόγος για να πάει κάποιος στο θέατρο κατά τη δική σου γνώμη;
Εύκολη ερώτηση και εδώ δεν υπάρχει ότι εάν δεν παινέψω το σπίτι μου θα πέσει το ταβάνι στο κεφάλι μου. Είναι πολλοί οι λόγοι και τα «να» που έχει κάποιος για «να» επιλέξει το θέατρο για την ψυχική του αγωγή, και για τα ίδια «να» πάω κι εγώ. Είναι να αναβιώσει συγκινησιακά συναισθήματα που έχει ξεχάσει. Να διευρύνει τους ορίζοντες της αντίληψης του μυαλού του. Να συναναστραφεί με τους συνανθρώπους του, συν-τρέφοντας το μυαλό του στο ίδιο τραπέζι-σκηνή. Να δημιουργήσει, με τον οβολό του, παραγωγή πολιτισμού. Να του δοθεί, χωρίς ενδοιασμούς, η δικαιολογία να γελάσει ή να κλάψει με την ψυχή του, χωρίς κάποιος να τον κακοχαρακτηρίσει, κάτι που στις φοβικές ημέρες που διανύουμε μας έχει μετατρέψει σε φοβισμένα ουδέτερα ανδρείκελα. Πολλά τα «να» και ο καθένας μας τα οριοθετεί στη δική του ιδιοσυγκρασία.
Ο Βρετανός ηθοποιός Άλε Γκίνες έχει πει το εξής: καλύτερα να δίνεις παραστάσεις μπροστά σε άδειες καρέκλες παρά μπροστά σε άδεια πρόσωπα. Συμφωνείς;
Σέβομαι κι εκτιμάω τους πρεσβύτερους συναδέλφους και πόσο μάλλον τις μεγάλες μορφές της υποκριτικής. Οι γνώμες και οι καταστάσεις αλλάζουν σύμφωνα με την εξέλιξη του πολιτισμού. Θα σου πω λοιπόν τι σημαίνει τώρα για μένα το άδεια πρόσωπα και άδειες καρέκλες. Άδεια πρόσωπα για μένα σημαίνει άδειοι άνθρωποι και άδειες καρέκλες σημαίνει ότι το κοινό δεν αξιολογεί το θέατρο ως μέσο ψυχαγωγίας και διαπαιδαγώγησης, γι’ αυτό και δεν το προτιμάει. Το άριστο θα ήταν να «γεμίσουν» το κενό τους οι άδειοι άνθρωποι με ψυχαγωγία από τη διαπαιδαγώγηση του θεάτρου.
Ο ηθοποιός πρέπει να μάχεται για την ιδεολογία του και να μην επαναπαύεται στο εύκολο. Άλλωστε το είχε πει κι ο Κουν: «Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κανουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός στον τόπο μας». Η λύση είναι κάπου στη μέση. Αυτό που σίγουρα μπορώ να σου πω είναι ότι στην πλειοψηφία του, ο Έλληνας θεατής δεν είναι άδειο πρόσωπο.
Τι θα άλλαζες σε αυτόν τον κόσμο;
Τίποτα... «Τα πάντα εν σοφία εποίησεν»! Τέτοιες ερωτήσεις μπλοκάρουν το μυαλό! Από πού να το πιάσεις και πού να καταλήξεις… Πρώτον και κύριον θα άλλαζα εγώ. Κι ύστερα θα σου πω τι με στεναχωρεί και τι θα ήθελα να αλλάξει πάνω σε αυτόν τον υπέροχο πλανήτη. Με στεναχωρεί που πεθαίνουν παιδάκια στον κόσμο, είτε από αρρώστιες, είτε απο πολέμους, είτε από πείνα. Με στεναχωρεί που καταστρέφουμε το περιβάλλον. Με στεναχωρεί που υπάρχει βία, πόλεμοι και οικονομική εκμετάλλευση στον κόσμο. Με στεναχωρεί που υπάρχει φτώχια και πείνα. Με στεναχωρεί που υπάρχει ανισότητα, αδικία, ψέμα και απληστία. Και επειδή είμαι κωμικός και δεν μπορώ το δάκρυ που κύλησε απο το δεξί μου μάτι θα σου πώ και τη μόνη αλλαγή που θα έκανα στη γη και δεν θα στεναχωριόμουν: θα ήταν γενοκτονία στις κατσαρίδες!
Και για το τέλος μια ευχή, μια επιθυμία;
Εδώ που έχουμε καταντήσει πιστεύω οτι κάθε ευχή είναι παρηγοριά στον κρεμασμένο. Επιθυμώ μόνο αγάπη, αλληλεγγύη, δικαιοσύνη και να μάθω να γελώ με όλη μου την καρδιά, χωρίς φόβο!