Πτήσεις… πάνω από τα σύννεφα
Πτήσεις… πάνω από τα σύννεφα
Ο Γιάννης Τρουμπαδάκης θέλει να «παντρέψει» την πληροφορική με τη μουσική
Το Flying Above the Clouds
Ο Γιάννης γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι 34 ετών. Εργάζεται ως υπεύθυνος μηχανογράφησης σε εμπορική εταιρεία, αλλά και ως freelancer. Στον τοίχο του γραφείου του θα δεις κορνιζαρισμένα δύο πτυχία Πληροφορικής, μία πανεπιστημιακή υποτροφία και ένα μεταπτυχιακό Μηχανικής Λογισμικού. Στη βιβλιοθήκη θα βρεις ξενόγλωσσα βιβλία πληροφορικής, ανακατεμένα με τις πλήρεις δισκογραφίες των Daft Punk
του Γιάννη Τρουμπαδάκη
το άκουσα στον Join Radio και στην εκπομπή της Αφροδίτης Σημίτη
. Το αναφέρω γιατί ήταν μία από τις φορές που έψαξα ένα τραγούδι στο YouTube για να το ακούσω ξανά και ξανά. Ήθελα να βρω όμως και τον δημιουργό του. Τελικά τον εντόπισα κάπου στην Αθήνα, στον Άγιο Στέφανο. Ο Γιάννης γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι 34 ετών. Εργάζεται ως υπεύθυνος μηχανογράφησης σε εμπορική εταιρεία, αλλά και ως freelancer. Στον τοίχο του γραφείου του θα δεις κορνιζαρισμένα δύο πτυχία Πληροφορικής, μία πανεπιστημιακή υποτροφία και ένα μεταπτυχιακό Μηχανικής Λογισμικού. Στη βιβλιοθήκη θα βρεις ξενόγλωσσα βιβλία πληροφορικής, ανακατεμένα με τις πλήρεις δισκογραφίες των Daft Punk
, των Prodigy, του Βαγγέλη Παπαθανασίου και του Μάνου Χατζιδάκι.
Οι μουσικές περιπλανήσεις ξεκίνησαν νωρίς. Από τα 13 έκανε τον DJ στα εφηβικά πάρτι των συμμαθητών του, χρησιμοποιώντας πάντα «φρέσκο» house υλικό από τον μεγαλύτερο αδερφό που σπούδαζε στο Λονδίνο. Μίκτη ήχου δεν είχε. Δύο hi-fi, τέσσερα ηχεία και δύο χέρια στα volumes μπορούσαν να κάνουν τη δουλειά. Στα 16 του ξεκίνησε μια νέα μουσική εποχή για την οποία μιλάει πάντα με ενθουσιασμό - και ας υπήρξε παρεξηγημένη.
Μανιώδης λάτρης της ψυχεδελικής trance, κατέθετε όλο το χαρτζιλίκι του στο Discobole για «πυρομαχικά» από βινύλιο. Κυκλοφορούσε με μαύρο sneaker με φωσφοριζέ κορδόνι, μαλλί καρέ να ανεμίζει και μουσάκι στο πηγούνι. Μαγικές, εφηβικές εικόνες.
Ένα χρόνο αργότερα απέκτησε τα λατρεμένα MKII, επαγγελματικό μίκτη και, επιτέλους, καλά ακουστικά. Πολλές οι ώρες μίξης σκληρού beat με χαρακτήρα και synthesizers και μοναδικούς ακροατές τους γονείς και τους γείτονες. Επισκέφτηκε από μία και μοναδική φορά τα θρυλικά για την εποχή κλαμπ Άλσος, Battery και +Soda. Ως εκεί έφτανε η ανοχή από το σπίτι και είναι ευγνώμων για αυτό. Δεν θα άντεχε να δει τη μητέρα του σε παράθυρο δελτίου ειδήσεων με τίτλο «Μάνα raver».
Το καλοκαίρι του 2001 ξεκίνησε η «φαγούρα» της δημιουργίας της δικής του ηλεκτρονικής μουσικής. Μπήκε στον Νάκα, αγόρασε το Reason, δανείστηκε ένα αρμόνιο από τον μέχρι και σήμερα κολλητό του και ξεκίνησε να… ταλαιπωρεί τα αυτιά συγγενών και φίλων που άκουγαν τις «δημιουργίες» του.
Για μια στιγμή πίστεψε ότι αυτό θα ήταν το είδος μουσικής που θα τον ακολουθούσε και θα τον γέμιζε για την υπόλοιπη ζωή του. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η γνωριμία που θα προέκυπτε το ίδιο καλοκαίρι θα κατέληγε σε μακροχρόνια σχέση και θα έβγαζε από μέσα του ό,τι πιο ορχηστρικό και μελωδικό υπήρχε επιμελώς κρυμμένο. Μέσα σε ένα χρόνο έγραψε τρία ορχηστρικά κομμάτια για προσωπική ακρόαση και αυστηρώς αφιερωμένα.
Ο ήχος άρχισε σταδιακά να «εκλεπτύνεται», η μουσική να κατακλύζεται από μελωδία και το soundtrack της ζωής του να εμπλουτίζεται με πολλά και διαφορετικά είδη, σαν ψηφιδωτό από πολύχρωμες μικρές πέτρες. Το πανεπιστήμιο απαιτούσε ολοκληρωτικά τον χρόνο του, το Reason αντικαταστάθηκε από C++ compilers και η λαχτάρα για δημιουργία ξεθώριαζε από την κούραση και τον πόνο στα μάτια μετά από πολλές ώρες στην οθόνη.
Το καλοκαίρι του 2013, μετά από 11 χρόνια παύσης, όπως χαρακτηρίζει την αποχή του από τη μουσική ενασχόληση, δημοσίευσε σε συνεργασία με τον «δάσκαλο» Costa Papa το πρώτο του κομμάτι με χαρακτηριστικό instrumental και chill out ύφος από ψηφιοποιημένα φυσικά όργανα. Δεκαοκτώ μήνες μετά, έγραψε το κομμάτι με τα συννεφάκια που ακούγεται αποκλειστικά από την Αφροδίτη Σημίτη και τον Join Radio. Και τα καλύτερα έρχονται. Ζήτησα από τον Γιάννη να μου πει περισσότερα για τη μουσική του.
Τι αγαπάς περισσότερο, τη μουσική ή την πληροφορική;
Η πληροφορική και η μουσική έχουν την ίδια σημασία για εμένα. Δεν θα μπορούσα να νιώσω πλήρης αν κάτι από τα δύο έλειπε από την καθημερινότητά μου. Είναι πολύ ξεκάθαρος μέσα στο μυαλό μου ο ρόλος που έχουν και η ανάγκη που εξυπηρετούν στη ζωή μου: το ένα είναι επάγγελμα και το άλλο χόμπι. Είμαι τυχερός γιατί οι δύο μεγάλες αγάπες μου συνδυάζονται αρμονικά και δένουν απόλυτα. Οπότε, το «πάντρεμα» των δύο είναι ο ιδανικότερος συνδυασμός για αυτό που θέλω να κάνω.
Ποιο είναι το πρότυπό σου;
Οι Daft Punk έχουν μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου. Τους παρακολουθώ από το 1994, το κομμάτι που με έπεισε ότι έχουν υψηλή μουσική παιδεία και τους καθιέρωσε στο μυαλό μου ως πρότυπο είναι το Veridis Quo. Θυμάμαι ακόμη την ημέρα που το πρωτοάκουσα και ανατρίχιασα από τα πρώτα δευτερόλεπτα. Όταν άκουσα το soundtrack της ταινίας Tron Legacy -με χαρακτηριστικό epic-cinematic και instrumental ήχο- πείστηκα ότι είναι μουσικοί που έχουν να δώσουν πολλά παραπάνω από τις συνηθισμένες παραγωγές τους.
Έχω ταυτιστεί, επίσης, με συγκεκριμένες παραγωγές του Sebastien Tellier. Με τραβάει ιδιαίτερα ο ήχος του. Ο συνδυασμός φυσικών οργάνων με ηλεκτρονικά retro arpeggios που παραπέμπουν σε αναλογικές κονσόλες της δεκαετίας του ᾽80 και το έντονο phaser στα pads, δημιουργούν μια απόκοσμη και ρομαντική ατμόσφαιρα. Ο Tellier είναι αναμφισβήτητα ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης με σπάνιες μουσικές γνώσεις. Δεν χρειάζεται τη «μάσκα» του rock star για να αναδειχθεί.
Σε τι… σύννεφα πετούσες όταν έγραψες το Flying Above the Clouds;
Συνήθως, ο έρωτας αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή έμπνευσής μου. Το ξεκίνημα αλλά και το τέλος ενός έρωτα μπορούν να γίνουν εξαιρετικές αφετηρίες για δημιουργία σε όλες τις μορφές τέχνης.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Είναι καθαρή ειρωνεία το γεγονός ότι την περίοδο που ξεκίνησα να γράφω το Flying Above the Clouds, όχι μόνο δεν πέταγα στα σύννεφα, αλλά ήμουν ασυνήθιστα προσγειωμένος για τα δεδομένα μου. Είχα την ανάγκη να βρω τον κατάλληλο ήχο που θα με έκανε να ταυτιστώ μαζί του. Αποφάσισα, λοιπόν, να δημιουργήσω εγώ τη μουσική που αναζητούσα, αντί να την ψάξω αλλού. Τι πιο αυθεντικό από το να γράψεις ο ίδιος την μουσική που εκφράζει την προσωπική σου ανάγκη για ελευθερία; Και, τελικά, τι πιο απελευθερωτικό; Μέσα από την διαδικασία δημιουργίας αυτού του κομματιού κατάφερα να ξανασηκωθώ. Με την ολοκλήρωσή του, έσπασα το «κλουβί» και πέταξα πάνω από τα σύννεφα. Για αυτό και επέλεξα αυτόν τον τίτλο. Ήταν ένα ταξίδι που δεν θα ξεχάσω ποτέ.
Πώς γνώρισες την Αφροδίτη Σημίτη;
Την Αφροδίτη τη γνωρίζω περισσότερα από 20 χρόνια ως ακροατής της και την ακολουθώ πιστά από την δεκαετία του ‘90 σε όλα τα ραδιοφωνικά της βήματα. Δεν σου κρύβω ότι το 60% του soundtrack της ζωής μου αποτελείται από επιλογές της που συνέλεξα και συνεχίζω να συλλέγω πολύ προσεκτικά στο βάθος αυτών των ετών που την ακολουθώ. Είναι γεγονός ότι οι επιλογές της έχουν φινέτσα και ποιότητα, Είναι ένας από τους λόγους που έχει κερδίσει τον σεβασμό και τον θαυμασμό μου εδώ και χρόνια. Σε προσωπικό επίπεδο, τη γνώρισα πριν μερικούς μήνες εντελώς τυχαία.
Έχεις ένα τραγούδι που έχει γνωρίσει την επιτυχία και γίνεται περισσότερο γνωστό όσο περνάει ο καιρός. Τι είπες όταν το αντιλήφθηκες;
Δεν είπα. Ένιωσα. Ένιωσα πρωτόγνωρη και ασύγκριτη χαρά. Κυρίως, όμως, ένιωσα τεράστια τιμή γιατί μπήκε στο playlist του συγκεκριμένου ανθρώπου και αυτή ήταν η υπέρτατη έννοια της επιτυχίας. Τελεία.
Ταυτόχρονα μου προκάλεσε και ένα μικρό άγχος. Ξέρεις, ανησυχία να μην απογοητεύσω αυτούς που με τίμησαν με κάποια μελλοντική παραγωγή που μπορεί να μην αρέσει. Την ανησυχία την μετέτρεψα πολλή γρήγορα σε επιθυμία και κίνητρο.
Ποιο είναι το μυστικό ένας δημιουργού να βρει το δικό του κοινό και να μπορέσει να ξεχωρίσει;
Το «μυστικό» είναι το πλέον πιο προφανές στοιχείο: να διαμορφώσει το δικό του, προσωπικό μουσικό χαρακτήρα. Να κατανοήσει ότι δεν επιλέγει μόνο το κοινό εκείνον, αλλά, κυρίως, εκείνος το κοινό που θέλει να είναι ακροατής της μουσικής του. Για αυτό, απαραίτητη προϋπόθεση -προτού μπει στη διαδικασία των παραπάνω- είναι να «μετρήσει» πόσο είναι διατεθειμένος να σεβαστεί τον ακροατή που θέλει να εκφραστεί μέσα από τη μουσική του.
Σέβομαι το κοινό μου σημαίνει ότι η μουσική μου αντανακλά το 100% του πραγματικού εαυτού μου, εκφράζει μόνο αυθεντικά συναισθήματα. Θα ήταν πολύ εγωιστικό να θεωρήσουμε ότι είμαστε αποκλειστικοί «προνομιούχοι» αυτών που νιώθουμε και σκεφτόμαστε. Δεν είμαστε. Ο μουσικός, πρωτίστως, είναι ακροατής. Όπως ακριβώς «πιάνει» τον εαυτό του να ταυτίζεται με τη μουσική κάποιου άλλου καλλιτέχνη, έτσι ακριβώς θα υπάρξουν ακροατές που θα ταυτιστούν με τη δική του μουσική.
Πού θα ήθελες να φτάσεις;
Δεν έχω συγκεκριμένο σημείο που να αποτελεί ορόσημο. Θέλω να εξελιχθώ και να συνεχίσω να εκφράζομαι μουσικά με άνεση και ξενοιασιά για το αποτέλεσμα. Και οτιδήποτε καλό έρθει, είναι πάντα ευπρόσδεκτο.
Το κυριότερο, όμως, που θα ήθελα να κάνω είναι να φτάσω στο απόλυτο σημείο όπου το επάγγελμα και το χόμπι μου θα γίνουν ένα. Και υπάρχει τρόπος να το καταφέρω: να ασχοληθώ με τον προγραμματισμό VSTs (λογισμικό διασύνδεσης που ενσωματώνει λογισμικό ήχου συνθεσάιζερ) και plugins που θα χρησιμοποιώ πρωτίστως ο ίδιος και ενδεχομένως και άλλοι παραγωγοί.
Κλείνοντας την συνέντευξη, υπάρχει κάτι τελευταίο που θα ήθελες να πεις α) στην Αφροδίτη και β) στους ακροατές της;
α) "If you were a melody, I would use only the good notes." - Jack Black "The Holiday"
β) Keep joining. Κάνει καλό. Και τα καλύτερα έρχονται.
Οι μουσικές περιπλανήσεις ξεκίνησαν νωρίς. Από τα 13 έκανε τον DJ στα εφηβικά πάρτι των συμμαθητών του, χρησιμοποιώντας πάντα «φρέσκο» house υλικό από τον μεγαλύτερο αδερφό που σπούδαζε στο Λονδίνο. Μίκτη ήχου δεν είχε. Δύο hi-fi, τέσσερα ηχεία και δύο χέρια στα volumes μπορούσαν να κάνουν τη δουλειά. Στα 16 του ξεκίνησε μια νέα μουσική εποχή για την οποία μιλάει πάντα με ενθουσιασμό - και ας υπήρξε παρεξηγημένη.
Μανιώδης λάτρης της ψυχεδελικής trance, κατέθετε όλο το χαρτζιλίκι του στο Discobole για «πυρομαχικά» από βινύλιο. Κυκλοφορούσε με μαύρο sneaker με φωσφοριζέ κορδόνι, μαλλί καρέ να ανεμίζει και μουσάκι στο πηγούνι. Μαγικές, εφηβικές εικόνες.
Ένα χρόνο αργότερα απέκτησε τα λατρεμένα MKII, επαγγελματικό μίκτη και, επιτέλους, καλά ακουστικά. Πολλές οι ώρες μίξης σκληρού beat με χαρακτήρα και synthesizers και μοναδικούς ακροατές τους γονείς και τους γείτονες. Επισκέφτηκε από μία και μοναδική φορά τα θρυλικά για την εποχή κλαμπ Άλσος, Battery και +Soda. Ως εκεί έφτανε η ανοχή από το σπίτι και είναι ευγνώμων για αυτό. Δεν θα άντεχε να δει τη μητέρα του σε παράθυρο δελτίου ειδήσεων με τίτλο «Μάνα raver».
Το καλοκαίρι του 2001 ξεκίνησε η «φαγούρα» της δημιουργίας της δικής του ηλεκτρονικής μουσικής. Μπήκε στον Νάκα, αγόρασε το Reason, δανείστηκε ένα αρμόνιο από τον μέχρι και σήμερα κολλητό του και ξεκίνησε να… ταλαιπωρεί τα αυτιά συγγενών και φίλων που άκουγαν τις «δημιουργίες» του.
Για μια στιγμή πίστεψε ότι αυτό θα ήταν το είδος μουσικής που θα τον ακολουθούσε και θα τον γέμιζε για την υπόλοιπη ζωή του. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η γνωριμία που θα προέκυπτε το ίδιο καλοκαίρι θα κατέληγε σε μακροχρόνια σχέση και θα έβγαζε από μέσα του ό,τι πιο ορχηστρικό και μελωδικό υπήρχε επιμελώς κρυμμένο. Μέσα σε ένα χρόνο έγραψε τρία ορχηστρικά κομμάτια για προσωπική ακρόαση και αυστηρώς αφιερωμένα.
Ο ήχος άρχισε σταδιακά να «εκλεπτύνεται», η μουσική να κατακλύζεται από μελωδία και το soundtrack της ζωής του να εμπλουτίζεται με πολλά και διαφορετικά είδη, σαν ψηφιδωτό από πολύχρωμες μικρές πέτρες. Το πανεπιστήμιο απαιτούσε ολοκληρωτικά τον χρόνο του, το Reason αντικαταστάθηκε από C++ compilers και η λαχτάρα για δημιουργία ξεθώριαζε από την κούραση και τον πόνο στα μάτια μετά από πολλές ώρες στην οθόνη.
Το καλοκαίρι του 2013, μετά από 11 χρόνια παύσης, όπως χαρακτηρίζει την αποχή του από τη μουσική ενασχόληση, δημοσίευσε σε συνεργασία με τον «δάσκαλο» Costa Papa το πρώτο του κομμάτι με χαρακτηριστικό instrumental και chill out ύφος από ψηφιοποιημένα φυσικά όργανα. Δεκαοκτώ μήνες μετά, έγραψε το κομμάτι με τα συννεφάκια που ακούγεται αποκλειστικά από την Αφροδίτη Σημίτη και τον Join Radio. Και τα καλύτερα έρχονται. Ζήτησα από τον Γιάννη να μου πει περισσότερα για τη μουσική του.
Τι αγαπάς περισσότερο, τη μουσική ή την πληροφορική;
Η πληροφορική και η μουσική έχουν την ίδια σημασία για εμένα. Δεν θα μπορούσα να νιώσω πλήρης αν κάτι από τα δύο έλειπε από την καθημερινότητά μου. Είναι πολύ ξεκάθαρος μέσα στο μυαλό μου ο ρόλος που έχουν και η ανάγκη που εξυπηρετούν στη ζωή μου: το ένα είναι επάγγελμα και το άλλο χόμπι. Είμαι τυχερός γιατί οι δύο μεγάλες αγάπες μου συνδυάζονται αρμονικά και δένουν απόλυτα. Οπότε, το «πάντρεμα» των δύο είναι ο ιδανικότερος συνδυασμός για αυτό που θέλω να κάνω.
Ποιο είναι το πρότυπό σου;
Οι Daft Punk έχουν μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου. Τους παρακολουθώ από το 1994, το κομμάτι που με έπεισε ότι έχουν υψηλή μουσική παιδεία και τους καθιέρωσε στο μυαλό μου ως πρότυπο είναι το Veridis Quo. Θυμάμαι ακόμη την ημέρα που το πρωτοάκουσα και ανατρίχιασα από τα πρώτα δευτερόλεπτα. Όταν άκουσα το soundtrack της ταινίας Tron Legacy -με χαρακτηριστικό epic-cinematic και instrumental ήχο- πείστηκα ότι είναι μουσικοί που έχουν να δώσουν πολλά παραπάνω από τις συνηθισμένες παραγωγές τους.
Έχω ταυτιστεί, επίσης, με συγκεκριμένες παραγωγές του Sebastien Tellier. Με τραβάει ιδιαίτερα ο ήχος του. Ο συνδυασμός φυσικών οργάνων με ηλεκτρονικά retro arpeggios που παραπέμπουν σε αναλογικές κονσόλες της δεκαετίας του ᾽80 και το έντονο phaser στα pads, δημιουργούν μια απόκοσμη και ρομαντική ατμόσφαιρα. Ο Tellier είναι αναμφισβήτητα ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης με σπάνιες μουσικές γνώσεις. Δεν χρειάζεται τη «μάσκα» του rock star για να αναδειχθεί.
Σε τι… σύννεφα πετούσες όταν έγραψες το Flying Above the Clouds;
Συνήθως, ο έρωτας αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή έμπνευσής μου. Το ξεκίνημα αλλά και το τέλος ενός έρωτα μπορούν να γίνουν εξαιρετικές αφετηρίες για δημιουργία σε όλες τις μορφές τέχνης.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Είναι καθαρή ειρωνεία το γεγονός ότι την περίοδο που ξεκίνησα να γράφω το Flying Above the Clouds, όχι μόνο δεν πέταγα στα σύννεφα, αλλά ήμουν ασυνήθιστα προσγειωμένος για τα δεδομένα μου. Είχα την ανάγκη να βρω τον κατάλληλο ήχο που θα με έκανε να ταυτιστώ μαζί του. Αποφάσισα, λοιπόν, να δημιουργήσω εγώ τη μουσική που αναζητούσα, αντί να την ψάξω αλλού. Τι πιο αυθεντικό από το να γράψεις ο ίδιος την μουσική που εκφράζει την προσωπική σου ανάγκη για ελευθερία; Και, τελικά, τι πιο απελευθερωτικό; Μέσα από την διαδικασία δημιουργίας αυτού του κομματιού κατάφερα να ξανασηκωθώ. Με την ολοκλήρωσή του, έσπασα το «κλουβί» και πέταξα πάνω από τα σύννεφα. Για αυτό και επέλεξα αυτόν τον τίτλο. Ήταν ένα ταξίδι που δεν θα ξεχάσω ποτέ.
Πώς γνώρισες την Αφροδίτη Σημίτη;
Την Αφροδίτη τη γνωρίζω περισσότερα από 20 χρόνια ως ακροατής της και την ακολουθώ πιστά από την δεκαετία του ‘90 σε όλα τα ραδιοφωνικά της βήματα. Δεν σου κρύβω ότι το 60% του soundtrack της ζωής μου αποτελείται από επιλογές της που συνέλεξα και συνεχίζω να συλλέγω πολύ προσεκτικά στο βάθος αυτών των ετών που την ακολουθώ. Είναι γεγονός ότι οι επιλογές της έχουν φινέτσα και ποιότητα, Είναι ένας από τους λόγους που έχει κερδίσει τον σεβασμό και τον θαυμασμό μου εδώ και χρόνια. Σε προσωπικό επίπεδο, τη γνώρισα πριν μερικούς μήνες εντελώς τυχαία.
Έχεις ένα τραγούδι που έχει γνωρίσει την επιτυχία και γίνεται περισσότερο γνωστό όσο περνάει ο καιρός. Τι είπες όταν το αντιλήφθηκες;
Δεν είπα. Ένιωσα. Ένιωσα πρωτόγνωρη και ασύγκριτη χαρά. Κυρίως, όμως, ένιωσα τεράστια τιμή γιατί μπήκε στο playlist του συγκεκριμένου ανθρώπου και αυτή ήταν η υπέρτατη έννοια της επιτυχίας. Τελεία.
Ταυτόχρονα μου προκάλεσε και ένα μικρό άγχος. Ξέρεις, ανησυχία να μην απογοητεύσω αυτούς που με τίμησαν με κάποια μελλοντική παραγωγή που μπορεί να μην αρέσει. Την ανησυχία την μετέτρεψα πολλή γρήγορα σε επιθυμία και κίνητρο.
Ποιο είναι το μυστικό ένας δημιουργού να βρει το δικό του κοινό και να μπορέσει να ξεχωρίσει;
Το «μυστικό» είναι το πλέον πιο προφανές στοιχείο: να διαμορφώσει το δικό του, προσωπικό μουσικό χαρακτήρα. Να κατανοήσει ότι δεν επιλέγει μόνο το κοινό εκείνον, αλλά, κυρίως, εκείνος το κοινό που θέλει να είναι ακροατής της μουσικής του. Για αυτό, απαραίτητη προϋπόθεση -προτού μπει στη διαδικασία των παραπάνω- είναι να «μετρήσει» πόσο είναι διατεθειμένος να σεβαστεί τον ακροατή που θέλει να εκφραστεί μέσα από τη μουσική του.
Σέβομαι το κοινό μου σημαίνει ότι η μουσική μου αντανακλά το 100% του πραγματικού εαυτού μου, εκφράζει μόνο αυθεντικά συναισθήματα. Θα ήταν πολύ εγωιστικό να θεωρήσουμε ότι είμαστε αποκλειστικοί «προνομιούχοι» αυτών που νιώθουμε και σκεφτόμαστε. Δεν είμαστε. Ο μουσικός, πρωτίστως, είναι ακροατής. Όπως ακριβώς «πιάνει» τον εαυτό του να ταυτίζεται με τη μουσική κάποιου άλλου καλλιτέχνη, έτσι ακριβώς θα υπάρξουν ακροατές που θα ταυτιστούν με τη δική του μουσική.
Πού θα ήθελες να φτάσεις;
Δεν έχω συγκεκριμένο σημείο που να αποτελεί ορόσημο. Θέλω να εξελιχθώ και να συνεχίσω να εκφράζομαι μουσικά με άνεση και ξενοιασιά για το αποτέλεσμα. Και οτιδήποτε καλό έρθει, είναι πάντα ευπρόσδεκτο.
Το κυριότερο, όμως, που θα ήθελα να κάνω είναι να φτάσω στο απόλυτο σημείο όπου το επάγγελμα και το χόμπι μου θα γίνουν ένα. Και υπάρχει τρόπος να το καταφέρω: να ασχοληθώ με τον προγραμματισμό VSTs (λογισμικό διασύνδεσης που ενσωματώνει λογισμικό ήχου συνθεσάιζερ) και plugins που θα χρησιμοποιώ πρωτίστως ο ίδιος και ενδεχομένως και άλλοι παραγωγοί.
Κλείνοντας την συνέντευξη, υπάρχει κάτι τελευταίο που θα ήθελες να πεις α) στην Αφροδίτη και β) στους ακροατές της;
α) "If you were a melody, I would use only the good notes." - Jack Black "The Holiday"
β) Keep joining. Κάνει καλό. Και τα καλύτερα έρχονται.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα