Ένας πατέρας-τύραννος στο Υπόγειο του Ιδρύματος Κακογιάννη
Ένας πατέρας-τύραννος στο Υπόγειο του Ιδρύματος Κακογιάννη
Η Ιόλη Ανδρεάδη και ο Αρης Ασπρούλης εμπνέονται από τους Τσέντσι του Αρτώ και το χρονικό του Σταντάλ για το καινούργιο θεατρικό τους έργο
Λένε ότι όταν γράφεις για φίλους δεν μπορείς να είσαι αντικειμενικός. Από την άλλη, η δημοσιογραφία -και δη η αρθρογραφία- ενέχει πάντα το υποκειμενικό στοιχείο, οπότε δεν νιώθω καθόλου άβολα που αυτό το άρθρο αφορά δύο φίλους μου, την Ιόλη Ανδρεάδη
Η Ιόλη και ο Αρης είναι δύο από τα πιο ταλαντούχα, ευγενή, ευφυή και εργατικά πλάσματα που ξέρω. Εκείνη είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης και του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών με μεταπτυχιακό στην Πολιτιστική Πολιτική, σπουδές σκηνοθεσίας στη RADA και το King’s College του Λονδίνου και διδακτορικό με θέμα «Το θέατρο και η τελετουργία». Εκείνος είναι αριστούχος του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου με μεταπτυχιακές σπουδές, υποψήφιος Διδάκτωρ στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής και διευθυντής επικοινωνίας και προβολής του Θεάτρου Τέχνης.
και τον Αρη Ασπρούλη. Αφορμή ένα νέο θεατρικό έργο που συνέγραψαν, η «Οικογένεια Τσέντσι». Eνα πρωτότυπο θεατρικό έργο εμπνευσμένο από τους «Τσέντσι» του Αρτώ και το χρονικό του Σταντάλ. Ενα έργο που κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική, και από τις 17 Οκτωβρίου γίνεται παράσταση στο Υπόγειο του Ιδρύματος Κακογιάννη σε σκηνοθεσία της Ιόλης.Η Ιόλη και ο Αρης είναι δύο από τα πιο ταλαντούχα, ευγενή, ευφυή και εργατικά πλάσματα που ξέρω. Εκείνη είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης και του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών με μεταπτυχιακό στην Πολιτιστική Πολιτική, σπουδές σκηνοθεσίας στη RADA και το King’s College του Λονδίνου και διδακτορικό με θέμα «Το θέατρο και η τελετουργία». Εκείνος είναι αριστούχος του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου με μεταπτυχιακές σπουδές, υποψήφιος Διδάκτωρ στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής και διευθυντής επικοινωνίας και προβολής του Θεάτρου Τέχνης.
Θα μου πείτε λίγη σημασία έχουν όλα αυτά όταν μιλάμε για θεατρική συγγραφή, γιατί αυτό ή το έχεις ή δεν το έχεις. Και διαβάζοντας την «Οικογένεια Τσέντσι» πρέπει να είσαι τυφλός για να μην καταλάβεις ότι ο Αρης και η Ιόλη το έχουν. Η ιστορία της συγγραφής αυτού του έργου ξεκινάει μερικά χρόνια πριν, όταν ο πατέρας της Ιόλης της πρότεινε να διαβάσει στα γαλλικά τους «Τσέντσι» του Αρτώ. Ηταν ένα έργο που του είχε κάνει δώρο όταν ήταν 19 χρονών η δική του μητέρα, η οποία ταξίδευε στο Παρίσι για να διαλέξει υφάσματα για τον οίκο μόδας που διατηρούσε στη Θεσσαλονίκη. «Ρίξ’ του μια ματιά και πες μου», της είπε.
«Μου άρεσε πολύ. Ηταν ένα ελλειπτικό αριστούργημα. Το μετέφρασα από τα γαλλικά, προσπάθησα να παρουσιαστεί ως έχει, αλλά δεν ήταν εύκολο λόγω των απαιτήσεων της παραγωγής. Μετά αποφάσισα ότι θα με ενδιέφερε ένα παιχνίδι με αυτό το έργο. Να γραφτεί κάτι καινούργιο πάνω σε αυτό», μου λέει η Ιόλη. Κάπως έτσι πρότεινε στον Αρη να συνεργαστούν.
«Δεν είχα προηγούμενη ολοκληρωμένη θεατρική συγγραφική εμπειρία. Είχα όμως ασχοληθεί με κείμενα περιφερειακά της θεατρικής συγγραφής. Για κάποια χρόνια έγραφα κείμενα για προγράμματα θεατρικών παραστάσεων», μου εξομολογείται ο Αρης, που το θέατρο πρωταγωνιστεί στη ζωή του μέσα από διαφορετικές οπτικές κατά την τελευταία δεκαετία.
Το έργο βασίζεται στην αληθινή ιστορία της οικογένειας Τσέντσι στη Ρώμη του 16ου αιώνα. Ο Κόμης Τσέντσι είναι ο πλουσιότερος άνδρας της εποχής και ταυτόχρονα ένας πανούργος, σχεδόν σατανικός, άνθρωπος, που τα χέρια του είναι βουτηγμένα στο αίμα. Μετά από προτροπή του Πάπα δέχεται να παραχωρήσει στην Καθολική Εκκλησία το ένα τρίτο της περιουσίας του, προκειμένου να παραμείνουν τα ειδεχθή του εγκλήματα στο σκοτάδι. Η συνθηκολόγηση όμως αυτή τον ωθεί στο πιο φρικιαστικό έγκλημα της αιματοβαμμένης του διαδρομής. Σχεδιάζει τον φόνο των δύο γιων του και ατιμάζει την κόρη του, Βεατρίκη. Εκείνη υψώνει το ανάστημά της και τον εκδικείται αφαιρώντας του την ίδια του τη ζωή. Η πράξη της όμως αυτή θα τη στείλει στο ικρίωμα, γιατί «η εξουσία είναι μια δύναμη χωρίς δικαιοσύνη και επιστρέφεται σε όποιον την πολεμά».
Η ιστορία τους θα αποτελέσει το θέμα του έργου του Αρτώ, που φτάνει στα χέρια της Ιόλης και του Αρη. «Αυτό που με συγκλόνισε στο έργο ήταν ο κόμης Τσέντσι. Είναι ένας φοβερά αυτοδικαιολογήσιμος κακός. Δεν παρεκκλίνει στο ελάχιστο. Είχα να το δω αυτό από τον 'Καλιγούλα' του Καμύ, που κι αυτός όμως κάποια στιγμή σπάει. Ο Τσέντσι δεν σπάει ποτέ», ομολογεί ο Αρης.
Η Ιόλη προχώρησε αρχικά στην ελεύθερη διασκευή του κειμένου του Αρτώ προσαρμόζοντάς το για τρεις ηθοποιούς και παίζοντας με τη δυναμική του. Οταν ο Αρης πήρε στα χέρια του το κείμενο ξεκίνησε η μετεγγραφή του σε ένα νέο πια πρωτότυπο έργο. «Η ιδέα ήταν να δούμε αυτό το πράγμα διαμεσολαβημένα. Το κείμενο του Αρτώ στα δικά μου μάτια ξεκινούσε με μία ένταση που έφθινε σταδιακά, και με μία λακωνικότητα που οδηγούνταν σε μία παράξενη φλυαρία. Προφανώς ήταν μία φόρμα. Εμάς μας άρεσε πολύ ο αρχικός του τρόπος και σκεφτήκαμε πώς θα μπορούσαμε να κρατήσουμε αυτόν τον τρόπο δραματουργίας», μου εξηγεί ο Αρης. «Η διαμεσολάβηση είναι του σήμερα. Νομίζω ότι παρουσιάζουμε τον 16ο αιώνα μέσα από ένα φίλτρο του 2015», προσθέτει η Ιόλη.
Για τον λόγο αυτό επέλεξαν ως σκηνικό τους μία βιτρίνα. Εκεί μέσα τοποθετούνται οι ήρωες του έργου. Εκεί μέσα εκτυλίσσεται η δράση. «Η ιστορία αυτή δεν είναι πραγματικά μία ιστορία που μπορούμε να την κατανοήσουμε 100%. Αυτοί οι άνθρωποι είναι σε μια γυάλα. Δεν καταλαβαίνουμε τα πάθη τους, την ευτυχία τους ή τη δυστυχία τους. Και αντίστροφα μέσω της βιτρίνας κι αυτοί παίρνουν μία απόσταση από εμάς», παρατηρεί ο Αρης και η Ιόλη συνεχίζει: «Η βιτρίνα είναι μία ελεύθερη ερμηνεία του θεάτρου της σκληρότητας που εισήγαγε ο Αρτώ. Στοχεύει στην αφύπνιση του υποσυνειδήτου του θεατή. Είναι σαν να επιτρέπονται όλα μέσα σε αυτή τη βιτρίνα. Εφιάλτες, όνειρα, βιασμοί, φόνοι, απαγχονισμοί… Τα βλέπουμε μέσα από ένα πρίσμα υποσυνειδήτου. Θα μπορούσε να είναι ένα όνειρο μέσα στο οποίο χωράνε τα πάντα».
«Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με τους 'Τσέντσι'; Πώς μιλάει το έργο στο σήμερα;» αναρωτιέμαι. «Μιλάμε για καταπίεση και τυραννία μέσα στην οικογένεια, που συμπίπτει με καταπίεση και τυραννία στην κοινωνία. Η αντίσταση της Βεατρίκης που σκοτώνει τον πατέρα της φέρνει μία κάποια κάθαρση σε οικογενειακό επίπεδο, αλλά δεν μπορεί να φέρει κάθαρση σε κοινωνικό επίπεδο, γιατί ένας άλλος πανίσχυρος 'πατέρας', ο Πάπας, τη στέλνει στο ικρίωμα. Με αφορά αυτό. Μέχρι ποιο σημείο είναι ο άνθρωπος υπεύθυνος για τις πράξεις του; Μέχρι πού μπορώ να αποφασίζω εγώ για μένα;» μου απαντά η Ιόλη και ο Αρης συμπληρώνει: «Το έργο έχει να κάνει με το αέναο της εξουσίας. Ρωτάει η Βεατρίκη λίγο πριν πεθάνει: 'Ποιοι δικαστές με δίκασαν και δεν ντράπηκαν;'. Και της απαντά ο απεσταλμένος του Πάπα: 'Δεν σε δικάσανε δικαστές. Η τάξη των πραγμάτων σε στέλνει στο ικρίωμα'. Αυτό είναι το βασικό σχόλιο του έργου που αφορά το σήμερα. Υπάρχει μία τάξη πραγμάτων, που είναι πολύ μεγαλύτερη και κυρίαρχη από οποιονδήποτε μηχανισμό προσπαθούμε εμείς να διαλύσουμε».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σχέση μεταξύ του Κόμη Τσέντσι και της Βεατρίκης. «Για τον Αρτώ η σχέση τους είναι ανάποδος αντικατοπτρισμός της σχέσης Οιδίποδα-Αντιγόνης. Η Αντιγόνη ελπίζει να συναντήσει τον πατέρα της στον άλλον κόσμο, ενώ η Βεατρίκη λέει ότι το μόνο που δεν θα αντέξει τώρα που πεθαίνει είναι να δει τον πατέρα της μπροστά της, γιατί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, 'φοβάμαι ότι έχω αρχίσει να του μοιάζω'», μου τονίζει η Ιόλη. «Πάνω σε αυτή τη φράση της εμείς στηρίξαμε όλο το έργο μας», παρεμβαίνει ο Αρης. «Στο έργο μας η Βεατρίκη σταδιακά γίνεται Τσέντσι», συνεχίζει η Ιόλη. «Ουσιαστικά σκοτώνοντας τον πατέρα της, κάνοντας την ίδια πράξη με εκείνον, γίνεται με έναν τρόπο ο πατέρας της. Πάνω στην πράξη βλέπεις την ομοιότητα - και όχι στα κίνητρα».
Η τελευταία μου ερώτηση τους κάνει να χαμογελάσουν. «Υπάρχουν Τσέντσι στο θεατρικό χώρο σήμερα;» τους ρωτάω μάλλον προβοκατόρικα. Ακολουθεί παύση όλο νόημα. «Και Τσέντσι και Πάπες!» μου απαντά περιπαικτικά ο Αρης και συνεχίζει σε πιο σοβαρό τόνο: «Κάθε αγορά εργασίας έχει ανθρώπους πολύ ηθικούς, πολύ ανήθικους, καλλιεργημένους, αδίστακτους. Είναι μεγάλα περιβόλια οι αγορές εργασίας. Με αυτή την έννοια υπάρχουν όλα και στο θέατρο. Πόσο, δε, μάλλον που αυτό που διακυβεύεται σήμερα είναι περισσότερο κύρος παρά χρήμα. Οταν αυτό που έχουμε να μοιράσουμε δεν είναι η επιβίωση, αλλά η ματαιοδοξία, τότε ο κανιβαλισμός γίνεται μεγαλύτερος».
Η ιστορία των Τσέντσι - αυτής της «θλιμμένης οικογένειας τεράτων», όπως εύστοχα σημειώνει η Γλυκερία Μπασδέκη στον πρόλογό της -μετατρέπεται στα χέρια της Ιόλης και του Αρη σε ένα έργο υψηλής δραματουργικής δύναμης με κάποια δάνεια από τον Ρεμπώ, τον Καμύ και τον Γκίνσμπεργκ. Ενα έργο που αξίζει και να δείτε και να διαβάσετε. Γιατί η αλήθεια είναι ότι νεοελληνικά έργα που παρουσιάζονται στη σκηνή έχουμε αρκετά, νεοελληνικά θεατρικά έργα που εκδίδονται όμως έχουμε ελάχιστα. Η «Οικογένεια Τσέντσι» ευτύχησε να εκδοθεί από την Κάπα Εκδοτική, χωρίς οι συγγραφείς της να συμβάλουν στο παραμικρό. Κι αυτό είναι ελπιδοφόρο σε έναν κόσμο που… «όλα πεθαίνουν, αγάπη μου. Γιατί ο κόσμος έχει πάρει φωτιά. Ετσι αναποφάσιστος που ξέμεινε ανάμεσα στο καλό και το κακό».
«Μου άρεσε πολύ. Ηταν ένα ελλειπτικό αριστούργημα. Το μετέφρασα από τα γαλλικά, προσπάθησα να παρουσιαστεί ως έχει, αλλά δεν ήταν εύκολο λόγω των απαιτήσεων της παραγωγής. Μετά αποφάσισα ότι θα με ενδιέφερε ένα παιχνίδι με αυτό το έργο. Να γραφτεί κάτι καινούργιο πάνω σε αυτό», μου λέει η Ιόλη. Κάπως έτσι πρότεινε στον Αρη να συνεργαστούν.
«Δεν είχα προηγούμενη ολοκληρωμένη θεατρική συγγραφική εμπειρία. Είχα όμως ασχοληθεί με κείμενα περιφερειακά της θεατρικής συγγραφής. Για κάποια χρόνια έγραφα κείμενα για προγράμματα θεατρικών παραστάσεων», μου εξομολογείται ο Αρης, που το θέατρο πρωταγωνιστεί στη ζωή του μέσα από διαφορετικές οπτικές κατά την τελευταία δεκαετία.
Το έργο βασίζεται στην αληθινή ιστορία της οικογένειας Τσέντσι στη Ρώμη του 16ου αιώνα. Ο Κόμης Τσέντσι είναι ο πλουσιότερος άνδρας της εποχής και ταυτόχρονα ένας πανούργος, σχεδόν σατανικός, άνθρωπος, που τα χέρια του είναι βουτηγμένα στο αίμα. Μετά από προτροπή του Πάπα δέχεται να παραχωρήσει στην Καθολική Εκκλησία το ένα τρίτο της περιουσίας του, προκειμένου να παραμείνουν τα ειδεχθή του εγκλήματα στο σκοτάδι. Η συνθηκολόγηση όμως αυτή τον ωθεί στο πιο φρικιαστικό έγκλημα της αιματοβαμμένης του διαδρομής. Σχεδιάζει τον φόνο των δύο γιων του και ατιμάζει την κόρη του, Βεατρίκη. Εκείνη υψώνει το ανάστημά της και τον εκδικείται αφαιρώντας του την ίδια του τη ζωή. Η πράξη της όμως αυτή θα τη στείλει στο ικρίωμα, γιατί «η εξουσία είναι μια δύναμη χωρίς δικαιοσύνη και επιστρέφεται σε όποιον την πολεμά».
Η ιστορία τους θα αποτελέσει το θέμα του έργου του Αρτώ, που φτάνει στα χέρια της Ιόλης και του Αρη. «Αυτό που με συγκλόνισε στο έργο ήταν ο κόμης Τσέντσι. Είναι ένας φοβερά αυτοδικαιολογήσιμος κακός. Δεν παρεκκλίνει στο ελάχιστο. Είχα να το δω αυτό από τον 'Καλιγούλα' του Καμύ, που κι αυτός όμως κάποια στιγμή σπάει. Ο Τσέντσι δεν σπάει ποτέ», ομολογεί ο Αρης.
Η Ιόλη προχώρησε αρχικά στην ελεύθερη διασκευή του κειμένου του Αρτώ προσαρμόζοντάς το για τρεις ηθοποιούς και παίζοντας με τη δυναμική του. Οταν ο Αρης πήρε στα χέρια του το κείμενο ξεκίνησε η μετεγγραφή του σε ένα νέο πια πρωτότυπο έργο. «Η ιδέα ήταν να δούμε αυτό το πράγμα διαμεσολαβημένα. Το κείμενο του Αρτώ στα δικά μου μάτια ξεκινούσε με μία ένταση που έφθινε σταδιακά, και με μία λακωνικότητα που οδηγούνταν σε μία παράξενη φλυαρία. Προφανώς ήταν μία φόρμα. Εμάς μας άρεσε πολύ ο αρχικός του τρόπος και σκεφτήκαμε πώς θα μπορούσαμε να κρατήσουμε αυτόν τον τρόπο δραματουργίας», μου εξηγεί ο Αρης. «Η διαμεσολάβηση είναι του σήμερα. Νομίζω ότι παρουσιάζουμε τον 16ο αιώνα μέσα από ένα φίλτρο του 2015», προσθέτει η Ιόλη.
Για τον λόγο αυτό επέλεξαν ως σκηνικό τους μία βιτρίνα. Εκεί μέσα τοποθετούνται οι ήρωες του έργου. Εκεί μέσα εκτυλίσσεται η δράση. «Η ιστορία αυτή δεν είναι πραγματικά μία ιστορία που μπορούμε να την κατανοήσουμε 100%. Αυτοί οι άνθρωποι είναι σε μια γυάλα. Δεν καταλαβαίνουμε τα πάθη τους, την ευτυχία τους ή τη δυστυχία τους. Και αντίστροφα μέσω της βιτρίνας κι αυτοί παίρνουν μία απόσταση από εμάς», παρατηρεί ο Αρης και η Ιόλη συνεχίζει: «Η βιτρίνα είναι μία ελεύθερη ερμηνεία του θεάτρου της σκληρότητας που εισήγαγε ο Αρτώ. Στοχεύει στην αφύπνιση του υποσυνειδήτου του θεατή. Είναι σαν να επιτρέπονται όλα μέσα σε αυτή τη βιτρίνα. Εφιάλτες, όνειρα, βιασμοί, φόνοι, απαγχονισμοί… Τα βλέπουμε μέσα από ένα πρίσμα υποσυνειδήτου. Θα μπορούσε να είναι ένα όνειρο μέσα στο οποίο χωράνε τα πάντα».
«Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με τους 'Τσέντσι'; Πώς μιλάει το έργο στο σήμερα;» αναρωτιέμαι. «Μιλάμε για καταπίεση και τυραννία μέσα στην οικογένεια, που συμπίπτει με καταπίεση και τυραννία στην κοινωνία. Η αντίσταση της Βεατρίκης που σκοτώνει τον πατέρα της φέρνει μία κάποια κάθαρση σε οικογενειακό επίπεδο, αλλά δεν μπορεί να φέρει κάθαρση σε κοινωνικό επίπεδο, γιατί ένας άλλος πανίσχυρος 'πατέρας', ο Πάπας, τη στέλνει στο ικρίωμα. Με αφορά αυτό. Μέχρι ποιο σημείο είναι ο άνθρωπος υπεύθυνος για τις πράξεις του; Μέχρι πού μπορώ να αποφασίζω εγώ για μένα;» μου απαντά η Ιόλη και ο Αρης συμπληρώνει: «Το έργο έχει να κάνει με το αέναο της εξουσίας. Ρωτάει η Βεατρίκη λίγο πριν πεθάνει: 'Ποιοι δικαστές με δίκασαν και δεν ντράπηκαν;'. Και της απαντά ο απεσταλμένος του Πάπα: 'Δεν σε δικάσανε δικαστές. Η τάξη των πραγμάτων σε στέλνει στο ικρίωμα'. Αυτό είναι το βασικό σχόλιο του έργου που αφορά το σήμερα. Υπάρχει μία τάξη πραγμάτων, που είναι πολύ μεγαλύτερη και κυρίαρχη από οποιονδήποτε μηχανισμό προσπαθούμε εμείς να διαλύσουμε».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σχέση μεταξύ του Κόμη Τσέντσι και της Βεατρίκης. «Για τον Αρτώ η σχέση τους είναι ανάποδος αντικατοπτρισμός της σχέσης Οιδίποδα-Αντιγόνης. Η Αντιγόνη ελπίζει να συναντήσει τον πατέρα της στον άλλον κόσμο, ενώ η Βεατρίκη λέει ότι το μόνο που δεν θα αντέξει τώρα που πεθαίνει είναι να δει τον πατέρα της μπροστά της, γιατί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, 'φοβάμαι ότι έχω αρχίσει να του μοιάζω'», μου τονίζει η Ιόλη. «Πάνω σε αυτή τη φράση της εμείς στηρίξαμε όλο το έργο μας», παρεμβαίνει ο Αρης. «Στο έργο μας η Βεατρίκη σταδιακά γίνεται Τσέντσι», συνεχίζει η Ιόλη. «Ουσιαστικά σκοτώνοντας τον πατέρα της, κάνοντας την ίδια πράξη με εκείνον, γίνεται με έναν τρόπο ο πατέρας της. Πάνω στην πράξη βλέπεις την ομοιότητα - και όχι στα κίνητρα».
Η τελευταία μου ερώτηση τους κάνει να χαμογελάσουν. «Υπάρχουν Τσέντσι στο θεατρικό χώρο σήμερα;» τους ρωτάω μάλλον προβοκατόρικα. Ακολουθεί παύση όλο νόημα. «Και Τσέντσι και Πάπες!» μου απαντά περιπαικτικά ο Αρης και συνεχίζει σε πιο σοβαρό τόνο: «Κάθε αγορά εργασίας έχει ανθρώπους πολύ ηθικούς, πολύ ανήθικους, καλλιεργημένους, αδίστακτους. Είναι μεγάλα περιβόλια οι αγορές εργασίας. Με αυτή την έννοια υπάρχουν όλα και στο θέατρο. Πόσο, δε, μάλλον που αυτό που διακυβεύεται σήμερα είναι περισσότερο κύρος παρά χρήμα. Οταν αυτό που έχουμε να μοιράσουμε δεν είναι η επιβίωση, αλλά η ματαιοδοξία, τότε ο κανιβαλισμός γίνεται μεγαλύτερος».
Η ιστορία των Τσέντσι - αυτής της «θλιμμένης οικογένειας τεράτων», όπως εύστοχα σημειώνει η Γλυκερία Μπασδέκη στον πρόλογό της -μετατρέπεται στα χέρια της Ιόλης και του Αρη σε ένα έργο υψηλής δραματουργικής δύναμης με κάποια δάνεια από τον Ρεμπώ, τον Καμύ και τον Γκίνσμπεργκ. Ενα έργο που αξίζει και να δείτε και να διαβάσετε. Γιατί η αλήθεια είναι ότι νεοελληνικά έργα που παρουσιάζονται στη σκηνή έχουμε αρκετά, νεοελληνικά θεατρικά έργα που εκδίδονται όμως έχουμε ελάχιστα. Η «Οικογένεια Τσέντσι» ευτύχησε να εκδοθεί από την Κάπα Εκδοτική, χωρίς οι συγγραφείς της να συμβάλουν στο παραμικρό. Κι αυτό είναι ελπιδοφόρο σε έναν κόσμο που… «όλα πεθαίνουν, αγάπη μου. Γιατί ο κόσμος έχει πάρει φωτιά. Ετσι αναποφάσιστος που ξέμεινε ανάμεσα στο καλό και το κακό».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα