O «χαλασμός» (καταστροφή) των κλεφτών του Μοριά (1806) - Πώς γλίτωσε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Η ανελέητη καταδίωξη, οι συλλήψεις και οι εκτελέσεις εκατοντάδων κλεφτών - Τι γράφει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης που γλίτωσε από τον «χαλασμό» και οι Βρετανοί Λικ και Ντόντγουελ που έζησαν από κοντά τα γεγονότα
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ένα από τα θέματα της νεότερης ελληνικής ιστορίας με το οποίο δεν έχουμε ασχοληθεί καθόλου μέχρι σήμερα είναι ο λεγόμενος «χαλασμός» (διωγμός και κατ’ επέκταση καταστροφή) των κλεφτών της Πελοποννήσου το 1806. Αυτό δεν οφείλεται σε μας, αλλά στην έλλειψη επαρκούς βιβλιογραφίας, καθώς ακόμα και πολύτομες εκδόσεις που διαθέτουμε δεν είχαν καμία σχετική αναφορά. Το 2025 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ, το βιβλίο του John C. Alexander (Ιωάννης Αλεξανδρόπουλος) «ΛΗΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΑΞΗ ΣΤΟΝ ΜΩΡΙΑ 1685-1806», σε επιμέλεια και μετάφραση Στέφανου Παπαγεωργίου, στο οποίο υπάρχει ένα ολόκληρο κεφάλαιο για το θέμα. Πέρα από όλα τα άλλα, στον διωγμό του 1806 συντελέσθηκε, με τη σύμπραξη των προκρίτων, η εξόντωση των Κολοκοτρωναίων. Ευτυχώς, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κατάφερε να ξεφύγει και να μεταβεί στη Ζάκυνθο. Αν ο «Γέρος του Μοριά» είχε σκοτωθεί το 1806, είναι αβέβαιο τι θα γινόταν στη συνέχεια.
Η κατάσταση στην Πελοπόννησο στις αρχές του 19ου αιώνα
Η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο (1798-1800) και η αποστολή όπλων στη Μάνη από τους Γάλλους είχαν δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση στον Μοριά στις αρχές του 19ου αιώνα.
Το κάστρο των Γρηγοράκηδων στη Μάνη
Ο πασάς της Τριπολιτσάς, πρωτεύουσας της Πελοποννήσου τότε, ανησυχούσε για τις επιδρομές και τις πειρατικές ενέργειες των Μανιατών, αλλά και για τη γενικότερη αναστάτωση. Τον Αύγουστο του 1803 ο Αντιναύαρχος Σερεμέτ μπέης, με 8 καράβια, συνοδευόμενος και από τον μπας κοτζάμπαση της Ύδρας Βούλγαρη καθαίρεσε και συνέλαβε τον μπέη της Μάνης Κουμουνδουράκη, με την κατηγορία ότι ανεχόταν την πειρατεία και ότι βρισκόταν σε συνεννοήσεις με «ύποπτα» πρόσωπα της Πελοποννήσου. Στη θέση του τοποθέτησε τον αντίπαλό του Αντώνιο Γρηγοράκη, στον οποίο έδωσε εντολή να συλλάβει τον άλλοτε μπέη και ξάδερφό του Τζαννέτο Γρηγοράκη και να εξοντώσει τον περίφημο κλέφτη της Πελοποννήσου Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη. Ο Ζαχαριάς που υπέγραφε τότε ως «Αρχιστράτηγος της Πελοποννήσου» συμμετείχε, εκτός των άλλων και στις διενέξεις των ισχυρών οικογενειών της Μάνης.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που συγκρούστηκε με τον Θ. Κολοκοτρώνη, ο οποίος όμως γράφει στα Απομνημονεύματά του: «…επολεμούσαμε και έπειτα εσμίγαμεν έξω». Το 1802 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο αδελφός του Ιωάννης υπηρετούσαν ως κάποι (κάπος: ένοπλος στην υπηρεσία κοτζαμπάσηδων), ενώ μερικές φορές συμμετείχαν και στην καταδίωξη των κλεφτών.
(Πηγή: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τ. ΙΑ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ).
Το συνοδικό επιτίμιο (εκκλησιαστική τιμωρία) του Πατριάρχη – Το ξεκίνημα των διωγμών
Σύμφωνα με τον Αμβρόσιο Φραντζή, στα τέλη Νοεμβρίου ή αρχές Δεκεμβρίου 1804, ο Πατριάρχης Καλλίνικος Δ’, που «δεν μπορούσε να πράξει διαφορετικά» εξέδωσε ένα συνοδικό επιτίμιο (έγγραφο αφορισμού), με το οποίο αφορίζει όσους στο εξής συνδράμουν και υποθάλπουν τους κλέφτες, όχι όμως τους ίδιους τους κλέφτες. Η επιστολή του Πατριάρχη δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά από τον Τάκη Χ. Κανδηλώρο («Ο Αφορισμός των Αρματωλών κατά το 1806»), από ένα αντίγραφο ενός εγγράφου, που είχε τότε στην κατοχή του ο γιατρός Ν. Σωτηρόπουλος από τη Ζάτουνα Αρκαδίας. Αυτό ξαναδημοσιεύθηκε από το ίδιο αντίγραφο, από τον Ευάγγελο Ι. Σαβράμη («Συμβολαί εις την ιστορίαν της Δημητσάνης», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τ.9, 1932). Το έγγραφο του γιατρού Σωτηρόπουλου κληροδοτήθηκε στο μεταξύ στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία στην Αθήνα.
Κλείσιμο
Παλικάρι σε πορεία
Αν και σύμφωνα με τον Α. Φραντζή, το επιτίμιο αυτό δεν φαίνεται ότι συνοδευόταν από άλλο, συνοδευτικό, πατριαρχικό έγγραφο «εράιζε τας πέτρας». Το επιτίμιο, μαζί με σουλτανικό φιρμάνι, το οποίο συνοδευόταν από άλλα συναφή έγγραφα έφτασε στην Τριπολιτσά στα τέλη Νοεμβρίου 1805. Για το τι έγινε στη συνέχεια υπάρχουν δύο εκδοχές. Είτε όλοι οι πρόκριτοι, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι συγκεντρώθηκαν στην Τριπολιτσά και αφού έλαβαν αντίγραφα των εγγράφων και οδηγίες επέστρεψαν στις πόλεις τους για να ξεκινήσουν το ανθρωποκυνηγητό των κλεφτών, αφού ορκίστηκαν αυτόβουλα ή απειλήθηκαν και διατάχθηκαν να μην διαρρεύσει το «μυστικό», είτε ο σερασκέρης(στρατιωτικός διοικητής) του Μοριά Οσμάν Πασάς διέταξε τους αξιωματούχους και τους προύχοντες να δημοσιεύσουν εγκυκλίους προς όλο τον πληθυσμό, με τις οποίες θα τους καλούσαν να οπλιστούν και να καταδιώξουν τους «ληστές» σε ένα refir-i am (=εξοπλισμός του πληθυσμού και συμμετοχή στην καταδίωξη).
Να σημειώσουμε ότι και στο παρελθόν είχαν σταλεί φιρμάνια από την Πύλη προς τους προύχοντες του Μοριά να μεριμνούν για την ηρεμία και την ασφάλεια των υπηκόων τους και για την «… εξολόθρευσιν και τέλειον αφανισμόν των κακοποιών ανθρώπων και εις εκείνους όπου συγχύζουσι και προξενούν < σκάνδαλον > ταραχήν». Υπήρχαν επίσης πατριαρχικά έγγραφα, στα οποία καλούνταν οι εκκλησιαστικοί και κοσμικοί προύχοντες να εμποδίζουν με όλη τους τη δύναμη «… κάθε κίνημα, όπου είναι εναντίον εις τας βασιλικάς προσκυνητάς προσταγάς και ως αίτιον κάθε παιδεύσεως και πικράς τιμωρίας εις εκείνους όπου αποτελούν να ευγένουν (βγαίνουν) από τα όριά τους…». Οι κλέφτες όμως συνέχιζαν να δρουν, εμπλεκόμενοι συχνά σε συγκρούσεις με τους σεϊμένηδες (άτακτους φρουρούς). Το ανθρωποκυνηγητό εναντίον των κλεφτών ξεκίνησε στις αρχές Ιανουαρίου 1806.
Αρματολοί και κλέφτες
Η κύρια δραστηριότητα επικεντρώθηκε στις περιοχές που οριοθετούνταν από τις οροσειρές του Λύκαιου, του Μαινάλου και του Ταΰγετου και τις προσβάσεις προς τη Μάνη. Επίσης, υπήρξε δραστηριότητα και στην περιοχή του Αχλαδόκαμπου.
Ο «χαλασμός» των κλεφτών – Οι περιπέτειες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Τουρκικά και χριστιανικά αποσπάσματα, από τις αρχές Ιανουαρίου 1806 κατέλαβαν τα δερβένια (οδούς). Μια ισχυρή δύναμη υπό τον κεχαγιάμπεη (υπασπιστή του πασά) στρατοπέδευσε στη Σκάλα, μεταξύ Καρύταινας και Λεονταρίου, ενώ μια άλλη εγκαταστάθηκε στη Στεμνίτσα για τον έλεγχο των βουνών της περιοχής. Οι μπουλουκμπασήδες (επικεφαλής ενόπλων ομάδων ατάκτων) είχαν εφοδιαστεί με καταλόγους ατόμων που θεωρούνταν ύποπτα για συνεργασία με τους κλέφτες. Αυτοί συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν επιτόπου.
Η εκστρατεία αυτή εναντίον των κλεφτών έδωσε την ευκαιρία σε ορισμένους να καταγγείλουν γείτονες ή εχθρούς, ως συνεργούς των κλεφτών! Έτσι, κάποιοι παντελώς ανίδεοι και άσχετοι με τους κλέφτες εκτελέστηκαν άδικα. Τα αλβανικά και τα τουρκικά αποσπάσματα που είχαν σταλεί εναντίον των κλεφτών ξέσπαγαν σε αθώους χωρικούς και στη συνέχεια λεηλατούσαν τις περιουσίες τους. Μάλιστα, ο Leake αναφέρει την περίπτωση ενός μπουλούκμπαση, ο οποίος αντί να κυνηγά κλέφτες, έκοβε κεφάλια χωρικών… Πάντως, τιμωρήθηκε (άγνωστο πώς) για τις ενέργειές του αυτές που ξέφευγαν από τις οδηγίες.
Ο Θ. Κολοκοτρώνης είχε πληροφορηθεί για το τι θα γινόταν. Γράφει χαρακτηριστικά: «Εμάθαμεν ότι ήλθε το Συνοδικό και το Φερμάνι». Πιθανότατα είχε λάβει πληροφορίες από κάποιους πρόκριτους. Έγιναν προσπάθειες για να διαφύγουν ο Κολοκοτρώνης και οι άνδρες του στη Ζάκυνθο. Ο ίδιος επιθυμούσε κάτι τέτοιο, όχι όμως και οι σύντροφοί του. Πρότεινε τότε, να χωριστούν σε ομάδες 5-6 ατόμων και να κρυφτούν μέχρι να λιώσουν τα χιόνια, τον Μάρτιο, καθώς πίστευε ότι τότε θα είχε ολοκληρωθεί η επιχείρηση εναντίον τους. Ούτε και αυτή η πρόταση έγινε δεκτή από τους 150 άνδρες του. «Αυτοί δεν άκουσαν και έτζι εκηρυχθήκαμεν με την σημαίαν ανοικτήν εις όλας τας δυνάμεις του Μωρέος», γράφει ο Κολοκοτρώνης. Οι κλέφτες αυτοί μετακινούνταν συνεχώς. Δυσπιστούσαν απέναντι στους πρόκριτους, ήταν όμως εξαρτημένοι από αυτούς. Πίστευαν ότι ο αρχηγός τους είχε τα περισσότερα οφέλη από τη δράση τους και ότι αυτοί ήταν θύματα εκμετάλλευσης. Δεν ήθελαν να πάνε στη Ζάκυνθο, γιατί θεωρούσαν ότι θα υποχρεωθούν να ενταχθούν στα ρωσικά στρατεύματα. Σε μια κίνηση περιφρόνησης του φιρμανιού ο Κολοκοτρώνης και οι άνδρες του λεηλάτησαν την κωμόπολη των Βερβαίνων, καθώς οι κάτοικοι τους αρνήθηκαν να τους δώσουν τρόφιμα και πυρομαχικά.
Πίνακας του E.Dodwell από την προεπαναστατική Ελλάδα
Από εκεί έφυγαν και πήγαν στο Άκοβο της Αρκαδίας. Η έλλειψη τροφής τους ανάγκασε να μεταβούν στο μοναστήρι της Βελανιδιάς. Έστειλαν μήνυμα στους πρόκριτους της Καλαμάτας ζητώντας προμήθειες. Αρχικά αυτοί αρνήθηκαν, φοβούμενοι όμως εκδίκηση των κλεφτών ενέδωσαν στις απαιτήσεις τους. Έπειτα οι κλέφτες πήγαν στο χωριό Πήδημα, μετά στη Τζεφερέμινη(σήμερα Βαλύρα) και κατέληξαν στο Αλητούργι. Εκεί, οι 150 άνδρες του Κολοκοτρώνη δέχτηκαν επίθεση από 700 χωρικούς της Ανδρούσας και του Λεονταρίου. Ο Dodwell που βρισκόταν στην περιοχή κάνει λόγο για «140 ληστές» που είχαν περικυκλωθεί από 100 Έλληνες και 60 Τούρκους. Επικεφαλής (των «ληστών») γράφει ότι ήταν ένας Έλληνας "… ο τρόμος του Μοριά, γνωστός ως καπετάν Γιώργος , ο οποίος, όπως μας είπαν, δεν χαριζόταν ούτε σε Έλληνες, ούτε σε Τούρκους".
Άποψη της Πύλου το 1829, πίνακας του Prosper Baccuet
Σύμφωνα τώρα με τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη, μετά την παραλαβή των προμηθειών από την Καλαμάτα, ενώ προχωρούσαν βόρεια συνάντησαν τον κεχαγιάμπεη με τους άνδρες του και κατέφυγαν στο Αλητούργι, όπου πολιορκήθηκαν από 700 χωρικούς του Λεονταρίου και της Ανδρούσας. Οι κλέφτες έκαναν έξοδο και σκότωσαν πολλούς χωρικούς, ενώ κάποιοι από αυτούς πνίγηκαν σε ποτάμι της περιοχής. Οι άνδρες του Κολοκοτρώνη πήραν τρόφιμα και όπλα από τους νεκρούς και επέστρεψαν στο Αλητούργι, όπου πολιορκήθηκαν και πάλι.
Κατά τη διάρκεια της νύχτας έκοψαν δρόμο και πήγαν στα χωριά της Αρκαδίας. Εκεί όμως βρίσκονταν Τούρκοι και δεν είχαν πρόσβαση σε τρόφιμα. Πήγαν έπειτα στην περιοχή των χωριών των Κοντοβουνίων και έστειλαν αγγελιοφόρους σε πλοία για να φύγουν για τη Ζάκυνθο. Οι Τούρκοι όμως είχαν αποκλείσει όλα τα πλοία από την Πύλο ως τον Πύργο και η φυγή μέσω θαλάσσης ήταν αδύνατη. Κινήθηκαν βορειοανατολικά, αλλά συνάντησαν ένα εχθρικό απόσπασμα με το οποίο πολέμησαν όλη μέρα. Από τότε, το απόσπασμα του Κολοκοτρώνη άρχισε να διαλύεται. 40 άνδρες του τον εγκατέλειψαν και αρχικά έμεινε μόνο με 60. Ο Κολοκοτρώνης τους δικαιολογεί, λέγοντας ότι ήταν εξαντλημένοι,«… γιατί τας ημέραις επολεμούσαν και την νύχτα επερπατούσαμεν…». Μετά από νέες συγκρούσεις στο Λεοντάρι και το Άκοβο, ο Κολοκοτρώνης προέτρεψε τους συντρόφους του να χωριστούν σε μικρότερες ομάδες.
Μονή Αιμυαλών
Ο ίδιος έμεινε με 19 συγγενείς του και τον Γιώργα, φημισμένο Χριστιανό κλεφτοκαπετάνιο. Σε 15 μέρες, όσοι είχαν εγκαταλείψει τον Θ. Κολοκοτρώνη σκοτώθηκαν. Κάποια στιγμή, μετά από ανελέητο κυνηγητό, στην Καρύταινα, οι κλέφτες χωρίστηκαν σε τέσσερις μικρότερες ομάδες. Ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και ένας ακόμα κλέφτης βρήκαν καταφύγιο σε κάποιον συγγενή τους και επέζησαν από τον διωγμό. Ο Κουντάνης Κολοκοτρώνης, ξάδελφος του Θεόδωρου, μαζί με άλλους τρεις κατέφυγαν στη Βυτίνα και έπειτα στο Χρυσοβίτσι όπου σκοτώθηκαν όλοι. Ο Γιάννης Κολοκοτρώνης, ο Γιώργας κι άλλοι τρεις κλέφτες βρήκαν καταφύγιο στη μονή των Αιμυαλών. Ένας καλόγερος τους έκρυψε σ’ ένα παράπηγμα, αλλά τους έδωσε δηλητηριασμένο ψωμί! Ενώ οι κλέφτες ήταν αναίσθητοι, ο καλόγερος ενημέρωσε για την παρουσία τους τους κατοίκους της γειτονικής Δημητσάνας. Έσπευσαν επίσης κάτοικοι του Ζυγοβιστίου και δυο αλβανικά σώματα από τη Στεμνίτσα. Οι κλέφτες συνήλθαν και αντιστάθηκαν σθεναρά.
Σκοτώθηκαν όμως όταν επιχείρησαν να αποδράσουν. Πρώτα, οι διώκτες τους έριξαν στο παράπηγμα θειάφι και κλαδιά αμπελιού. Τα κεφάλια τους μεταφέρθηκαν στο Ζυγοβίστι, εκτέθηκαν στη Στεμνίτσα και στάλθηκαν τελικά στην Τριπολιτσά. Ο Κολοκοτρώνης, που είχε δει από μακριά το μαρτυρικό τέλος του αδελφού του, με τέσσερις άνδρες, μετά από πολλές περιπέτειες έφτασαν στη Μεγάλη Καστάνια. Δυο Μανιάτες, σύντροφοι του Κολοκοτρώνη, έφυγαν για τον τόπο τους. Ο Γέρος του Μοριά, με τους άλλους δύο, Ρουμελιώτες στην καταγωγή κρύφτηκαν για έναν μήνα στο σπίτι του Κωνστάντιου Δουράκη. Ο Leake αναφέρει ότι στις 4 Μαρτίου: «Εκατόν είκοσι κεφάλια κλεφτών που πήρε ο πασάς στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Οι ληστές διασκορπίστηκαν παντελώς».
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Στις 27 Μαρτίου σκοτώθηκε σε συμπλοκή ο Νικήτας Τρίγκας, φημισμένος κλέφτης του Μοριά. Κατά τον Leake, το κεφάλι του μεταφέρθηκε στις 28 Μαρτίου στο σαράι στην Τριπολιτσά μαζί με ένα ακόμα κεφάλι και ένα χέρι! Επρόκειτο για το κεφάλι και το χέρι του Δημητράκη Κολοκοτρώνη, που θεωρήθηκε ότι «ανήκαν» στον Θ. Κολοκοτρώνη! Όταν ο Οσμάν πασάς έμαθε ότι είχε γίνει λάθος έγινε έξαλλος και αποκεφάλισε μερικούς Έλληνες, αλλά και Τούρκους που βεβαίωναν ότι ο Θ. Κολοκοτρώνης ήταν νεκρός. Έπειτα έστειλε τον έμπιστο του Αναγνώστη Παπάζογλου στον Αντώνη Γρηγοράκη (Αντωνόμπεη) μπέη της Μάνης με 50.000 γρόσια (μάλλον υπερβολικό το ποσό αυτό), καθώς πίστευε ότι γνώριζε πού βρισκόταν ο Κολοκοτρώνης. Ο Αντωνόμπεης όντως ήξερε. Κάλεσε τον Δουράκη στις Κιτριές και του είπε ότι θα του αφαιρέσει το αξίωμα του καπετάνιου, αν δεν βοηθήσει να συλληφθεί ο Κολοκοτρώνης.
Του υποσχέθηκε μάλιστα χρηματική αμοιβή. Ο Δουράκης ενημέρωσε τον Κολοκοτρώνη, που είπε: «Οι Μανιάτες λησμονούν όλα δια τα γρόσια». Και ο ηγούμενος της γειτονικής μονής της Παναγιάς δέχτηκε να συμμετάσχει στη συνωμοσία κατά του Κολοκοτρώνη. Τελικά, χάρη στο μυαλό του, τις προειδοποιήσεις του αδελφού του Δουράκη, στον Αντώνη Βενετσανάκη, σε έναν αδελφοποιτό του και στη μητέρα του Τζανέτμπεη (Τζαννέτου Γρηγοράκη) που ήταν κόρη του θρυλικού Παναγιώταρου, ο Κολοκοτρώνης σώθηκε. Με τη βοήθειά της επιβιβάστηκε σε ένα καΐκι με τους δύο συντρόφους του, το πρωί της Κυριακής των Βαΐων (5/17 Απριλίου 1806) και εγκατέλειψαν τη Μάνη. Λόγω του αντίθετου ανέμου σταμάτησαν στην Ελαφόνησο και στις 9/21 Απριλίου έφτασαν στα Κύθηρα. Τον Μάιο έφτασαν στη Ζάκυνθο.
Επίλογος
Ως τον Μάιο του 1806 οι περισσότεροι κλέφτες του Μοριά σκοτώθηκαν, αιχμαλωτίστηκαν ή κατέφυγαν στα Ιόνια Νησιά. Ο Σατωβριάνδος που βρισκόταν στον Μοριά τον Αύγουστο του 1806, έμαθε από τον αγά της Μεθώνης ότι 300-400 κλέφτες είχαν σκοτωθεί. Ο Φραντζής ανεβάζει τον αριθμό τους σε 600. Αν σκεφτούμε ότι εκτελέστηκαν πολλοί ύποπτοι και άλλοι παντελώς αθώοι, ο αριθμός των θυμάτων του «χαλασμού» των κλεφτών ίσως ήταν μεγαλύτερος. Και ο Ζαχαριάς δολοφονήθηκε στο χωριό Τσέρνα. Το κεφάλι του, αφού εκτέθηκε στις Κιτριές παραδόθηκε στον «υπεύθυνο» για τις διώξεις των επαναστατικών στοιχείων της Μάνης Σερεμέτ μπέη…
Φυσικά, οι Τούρκοι δεν εξαπέλυσαν τον διωγμό για να προστατεύσουν Χριστιανούς και Μουσουλμάνους του Μοριά από τους κλέφτες, αλλά για να δρουν ανενόχλητοι. Κάποιοι κλέφτες που κατέφυγαν στη Ζάκυνθο έκαναν επιδρομές στον Μοριά κι έφευγαν όταν καταδιώκονταν. Στον Μοριά έμειναν μόνο οι λιγοστοί φύλακες γης και ως το 1821 οι συγκρούσεις μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων αξιωματούχων περιορίστηκαν σε μηχανορραφίες και «λελογισμένη» βία.
Πηγή: JOHN G. ALEXANDER, «ΛΗΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΑΞΗ ΣΤΟΝ ΜΩΡΙΑ, 1685-1806», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ, 2025
Η διεθνής διάκριση iF Design Award 2024 για το ελαστικό ECSTA PS71 EV, επιβεβαιώνει τη δέσμευση της εταιρείας για λύσεις υψηλών προδιαγραφών και κορυφαίας συμπεριφοράς στον δρόμο.
Banana breads, σκανδιναβικά σέμλα με σαντιγί, cinnamon rolls, κρουασάν gianduja, brownies με αλμυρή καραμέλα και πολλές ακόμη high-quality επιλογές από τα premium bakeries της πόλης
Με λύσεις που περιλαμβάνουν GPS Plotter, βυθόμετρα, όργανα, αυτόματο πιλότο, ηχοσυστήματα, VHF, κάμερες, ραντάρ και πολλά ακόμα, μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες κάθε σκάφους.