«Όταν εστιάζουμε στην προσωπική μας ευημερία, η ανατροφή των παιδιών μας μπορεί να ευδοκιμήσει. Είμαστε πολύ πιο ικανές να προσφέρουμε ασφάλεια, φροντίδα, καλλιέργεια και αυτοπεποίθηση στα παιδιά μας»: Αυτή είναι μια βασική πεποίθηση στην οποία έχει καταλήξει, μέσα από την εμπειρία της ως
ψυχοθεραπεύτρια γονέων η
Anna Mathur, η οποία επιχειρεί να δώσει απαντήσεις στο διαχρονικό άγχος της διαχείρισης του ρόλου της μητρότητας μέσα από το
βιβλίο της με τίτλο «
Πώς να μεγαλώσεις μια χαρούμενη μαμά», που θα κυκλοφορήσει στις 25 Σεπτεμβρίου από τις εκδόσεις
Key Books.
Το βιβλίο απευθύνεται στις μαμάδες και στοχεύει αποκλειστικά σε αυτές. Στις σελίδες του δεν θα βρείτε συμβουλές σχετικά με το πώς να μεγαλώσετε καλύτερα τα παιδιά σας αλλά τί να κάνετε για να αναδείξετε την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σας, πρώτα ως άτομα και συνακόλουθα ως μητέρα. Γιατί μια μητέρα με άλυτα προσωπικά θέματα, όσο σκληρά κι αν προσπαθεί, δεν θα καταφέρει να λειτουργήσει εντέλει προς όφελος των παιδιών της.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια του βιβλίου, το οποίο
προδημοσιεύει σήμερα το protothema.gr, είναι αυτό το οποίο αναφέρεται στα «βάρη» που κουβαλά κάθε μητέρα από τη δική της οικογένεια, ορισμένα από τα οποία, ασυναίσθητα, μεταφέρει και στα παιδιά της.
Μπορεί να σπάσει το αρνητικό γονεϊκό μοντέλο της συνήθειας ή ακόμη και του τραύματος και με ποιους τρόπους; Τι πρέπει να κάνουμε να για να την επαναλάβουμε ως μητέρες τα μικρά και κυρίως τα μεγάλα λάθη των δικών μας γονιών;
Η επιθυμία να αναπαραγάγεις ή να αποφύγεις τις εμπειρίες σου από την παιδική σου ηλικία
«
Έχω προσπαθήσει τόσο πολύ να είμαι
διαφορετική από τη μητέρα μου. Δεν θέλω ο
γιος μου να νιώσει όπως εγώ».
– Τζούλια
Σε έναν ιδανικό κόσμο οι σχέσεις που έχουμε μέσα στο σπίτι μας θα λειτουργούσαν ως μοντέλο και θα μας δίδασκαν για τις σχέσεις γενικότερα. Θα μαθαίναμε πώς να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον και τι σημαίνει να μας εκτιμούν και να μας φροντίζουν. Θα μας δίδασκαν πώς να αντιμετωπίζουμε τις διαφορές μας, τις διαφωνίες και τις προκλήσεις με έναν τρόπο που θα μπορούσαμε να αναπαραγάγουμε εκτός σπιτιού. Θα νιώθαμε ασφαλείς και θα ικανοποιούνταν οι ανάγκες μας ώστε να μπορούμε να αναζητάμε την ασφάλεια και να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας καθώς προχωράμε στη ζωή μας. Παρ’ όλα αυτά, ακριβώς όπως και η φαντασίωση της μητρότητας, έτσι και η φαντασίωση της ιδανικής οικογένειας δεν υπάρχει πραγματικά! Δεν έχω συναντήσει ποτέ κάποιον θεραπευόμενο ή φίλο που να μην έχει επηρεαστεί ή πληγωθεί με κάποιον τρόπο από τις οικογενειακές δυναμικές κατά την παιδική του ηλικία. Ουσιαστικά, οι οικογένειες είναι ένα πλέγμα εμπειριών, συνηθειών, νευρώσεων, ιστοριών και μυστηρίων που συχνά πάνε πολύ πίσω γενεαλογικά. Και είναι πολύ σημαντικό να αναλογιστούμε τις οικογενειακές μας δυναμικές για να κατανοήσουμε πώς επηρεάζουν και διαμορφώνουν τη φαντασίωσή μας για τη μητρότητα, τόσο θετικά όσο και περιοριστικά. Καθώς αποκτάμε αυτή τη νέα επίγνωση, καταλαβαίνουμε επίσης ότι μπορούμε να είμαστε πιο συνειδητοποιημένες σχετικά με το πώς δρούμε και ίσως να μπορέσουμε να παίρνουμε πιο συνειδητές αποφάσεις εκεί που πριν λειτουργούσαμε αυτόματα.
Η θεραπευόμενή μου η Τάμσιν έχει τρία παιδιά και ήρθε σe μένα για να συζητήσει τα προβλήματα της σχέσης της. Το μικρότερο παιδί της, η Άντα, έχει σύνδρομο Ντάουν και έχει κάνει πολλές πολύπλοκες εγχειρήσεις στην καρδιά. Η Τάμσιν μεγάλωσε με γονείς που ήταν δυσαρεστημένοι στον γάμο τους, αλλά για θρησκευτικούς λόγους πίστευαν ότι πρέπει να «μείνουν μαζί όσο κi αν είναι δυσαρεστημένοι, εξαιτίας των όρκων που είχαν δώσει». Η ίδια και ο αδερφός της συχνά συζητούσαν μεταξύ τους το ότι εύχονταν να χώριζαν οι γονείς τους.
Η σχέση της Τάμσιν με τον δικό της σύντροφο ήταν τοξική: «Συνεχώς πληγώνουμε ο ένας τον άλλον». Στις συνεδρίες μας η Τάμσιν συνειδητοποίησε ότι είχαν την επιλογή να χωρίσουν, παρ’ όλο που οι γονείς της δεν είχαν εξετάσει αυτή την επιλογή. Η Τάμσιν ανησυχούσε για το πώς θα διαχειριζόταν τα ιατρικά ραντεβού της Άντα ως μονογονέας και φοβόταν ότι θα απογοήτευε τους γονείς της. Με την πάροδο του χρόνου, αποδομήσαμε το
αφήγημα που έλεγε ότι δεν είχε άλλη επιλογή παρά να «ανεχτεί» μια αμοιβαία επώδυνη, άρρωστη και δυστυχισμένη σχέση. Αυτή και ο σύντροφός της χώρισαν και τώρα μεγαλώνουν τα παιδιά τους με συνεπιμέλεια και διαχειρίζονται τα ραντεβού της Άντα με επιτυχία.
Όταν σκέφτεσαι την παιδική σου ηλικία, υπάρχουν πράγματα με το μεγάλωμα των παιδιών σου που προσπαθείς να κάνεις
διαφορετικά; Ή μήπως υπάρχουν πράγματα που προσπαθείς να επαναλάβεις γιατί τα βίωσες ως θετικά;
Αυτό το θέμα, βέβαια, αξίζει ένα δικό του βιβλίο, αλλά, για να μη μακρηγορούμε, θα ήθελα να σκεφτείς τις εξής ερωτήσεις:
1. Ποια αφηγήματα ή πεποιθήσεις μπορεί να έχεις μάθει στην παιδική σου ηλικία που δεν έχεις αμφισβητήσει; Για παράδειγμα: «Δεν πρέπει να μιλάω για τις οικονομικές μου ανησυχίες με άλλους».
2. Υπάρχουν εμπειρίες από την παιδική σου ηλικία που προσπαθείς πολύ να μην επαναλάβεις στα παιδιά σου; Για παράδειγμα: «Δεν θέλω ποτέ να βάζω τις φωνές όπως έκανε η μαμά μου».
3. Πόσα από αυτά τα αφηγήματα που έχεις επισημάνει ταιριάζουν με την πραγματική σου πεποίθηση για το τι σημαίνει να είσαι μητέρα; Για παράδειγμα: «Πιστεύω πραγματικά ότι όλοι αξίζουμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Ωστόσο, η φαντασιακή εκδοχή της μητρότητας που έχω στο μυαλό μου λέει ότι η αναζήτηση της δικής μου ευτυχίας είναι εγωιστική».
4. Πώς μπορείς να θέσεις υπό αμφισβήτηση αυτό το αφήγημα; Για παράδειγμα, κάνοντας κάτι που σου φέρνει ευχαρίστηση κάθε μέρα ή εβδομάδα.
Αυτό δεν έχει να κάνει με την απόδοση ευθυνών στους δικούς σου γονείς, αλλά απλά με την αναγνώριση του πώς η παιδική σου ηλικία μπορεί να έχει διαμορφώσει αυτή τη φαντασίωση της μητρότητας. Είμαστε δέσμιοι των συνηθειών μας. Μπορούμε εύκολα να επαναλάβουμε ό,τι γνωρίζουμε από την παιδική μας ηλικία. Ωστόσο, το υπέροχο και ελπιδοφόρο γεγονός είναι ότι όσο περισσότερο συνειδητοποιούμε πώς μας επηρεάζει η δική μας εμπειρία της παιδικής μας ηλικίας, τόσο περισσότερο μπορούμε να βρούμε τρόπους που θα μας βοηθήσουν να χαράξουμε με αυτοπεποίθηση τον δικό μας δρόμο για την ανατροφή των παιδιών μας.