Ηωάνις Βαρβάκις: ο «πειρατής με το χαβιάρι»

Ηωάνις Βαρβάκις: ο «πειρατής με το χαβιάρι»

Την άγνωστη ιστορία του Ιωάννη Βαρβάκη φέρνει στην επιφάνεια το  κινηματογραφικό παραμύθι του Γιάννη Σμαραγδή.  O ευεργέτης που ενίσχυσε την Επανάσταση του ’21 ανταμείφθηκε με καχυποψία και αμφισβήτηση

Αυστηρή εβραϊκή προειδοποίηση προς Bar Refaeli
Ηωάνις Βαρβάκις: ο «πειρατής με το χαβιάρι»
Ενα από τα ελάχιστα αληθινά στοιχεία στον μύθο που έπλασε ο Γιάννης Σμαραγδής γύρω από τον Ιωάννη Βαρβάκη είναι η υποτυπώδης μόρφωσή του. «Εκλαμπρώταται Κώμητα», ήταν οι πρώτες λέξεις σε μια επιστολή που απηύθυνε στον Ιωάννη Καποδίστρια τον Ιούνιο του 1818. Ο Βαρβάκης εξέφραζε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι ο μετέπειτα κυβερνήτης της Ελλάδας αποδέχθηκε μια δωρεά «εις ρωσσικά Νωμήσματα χαρτίου ρουμβλία ήκωση χιλιάδας», τα οποία προορίζονταν για την ενίσχυση ενός ορφανοτροφείου στη Μόσχα όπου φοιτούσαν ελληνόπαιδες. Κλείνοντας την επιστολή του, ο ζάπλουτος ευεργέτης χαρακτήριζε τον εαυτό «ταπινό και υπόχρεο δούλο» του  Καποδίστρια. Υπέγραφε, δε, ως «Ηωάνις Βαρβάκις».

Για τους αποδέκτες της οικονομικής βοήθειας που μοίραζε παντού χωρίς δεύτερη σκέψη, το ότι ο μέγας Βαρβάκης δεν ήταν σε θέση να γράψει σωστά ούτε το όνομά του ήταν κάτι ασήμαντο. Αρκεί που έγραφε σωστά τις εντολές πληρωμής. Εξάλλου, για τα δεδομένα της περιόδου, το να είναι κανείς εγγράμματος μόνο αυτονόητο δεν ήταν, ιδιαίτερα μάλιστα για έναν πρώην πειρατή όπως ο Ιβάν Αντρέγιεβιτς Μπαρμπάτσι - όπως έγινε γνωστός στη Ρωσία. Ωστόσο εξίσου παράδοξο ήταν το ότι ένας πρώην πειρατής απολάμβανε τόσο μεγάλης εκτίμησης από την πανίσχυρη αυτοκράτειρα της Ρωσίας, την Αικατερίνη τη Μεγάλη, ώστε να του επιτρέπεται να συσσωρεύει ανενόχλητος αμύθητο πλούτο επί ρωσικού εδάφους. Πουλώντας χαβιάρι, το δικό του μαύρο χρυσάφι, σε όλη την Ευρώπη, ο Ιωάννης Βαρβάκης έγινε μεγιστάνας, ένας δισεκατομμυριούχος κατά τη σημερινή φρασεολογία. Για να δοθεί μια τάξη μεγέθους, στο τέλος του18ου-αρχές 19ου αιώνα, η κατασκευή μιας ξύλινης γέφυρας ανάμεσα στις δύο όχθες ενός παραπόταμου του Βόλγα κόστιζε 3.000 ρούβλια. Οταν ο Βαρβάκης αποφάσισε να ενισχύσει τον ρωσικό στρατό, πρόσφερε με μεγάλη προθυμία 1.500.000 ρούβλια. Και, προφανώς, δεν χρεοκόπησε, εφόσον απέμειναν αρκετά στο ταμείο του ώστε να συνεισφέρει επίσης στην ελληνική Επανάσταση του 1821. 



Κλείσιμο
Ο εραστής-κλειδί

Στην ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, ο πρίγκιπας Γκριγκόρι Ποτέμκιν έχει έναν μάλλον δευτερεύοντα ρόλο, δεν είναι κάτι περισσότερο από ένας λακές της αυτοκράτειρας. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Βαρβάκης όφειλε ουσιαστικά σε αυτόν την εκπληκτική του επιτυχία -κατά το ένα μέρος της τουλάχιστον. Ο Ποτέμκιν ήταν μια πανίσχυρη προσωπικότητα και κυρίαρχος στην αυλή της Μεγάλης Αικατερίνης, ανεξαρτήτως του εκάστοτε επίσημου στρατιωτικού ή πολιτικού του αξιώματος. Η αυτοκράτειρα πασών των Ρωσιών τον εμπιστευόταν τυφλά, πιθανώς διότι η εξαιρετική διάνοια του Ποτέμκιν τής ήταν εξίσου χρήσιμη με τα -ιδιαίτερα πλούσια κατά τον θρύλο- σωματικά του προσόντα. Και μολονότι ο αληθινός πρίγκιπας ίσως δεν θα μπορούσε να συναγωνιστεί σε κάλλος τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη που τον ενσαρκώνει στο φιλμ, ο Γκριγκόρι Ποτέμκιν -αν και τυφλός από το ένα μάτι, κάτι που παρέβλεψε η ταινία- ήταν αρκετά γοητευτικός ώστε να γίνει ο πιο αγαπημένος από τους εραστές της μεγαλειοτάτης. Δεν θα μάθουμε ποτέ τι ήταν αυτό που διέκρινε ο Ποτέμκιν στον χαρακτήρα του Βαρβάκη, που έπεισε τον Ρώσο πολιτικό να τον εμπιστευτεί τόσο ώστε να εισηγηθεί υπέρ του στην Αικατερίνη. Αρχικά η αυτοκράτειρα είχε αρνηθεί δύο φορές να παραχωρήσει έστω μερικά λεπτά από τον χρόνο της σε μια γνωριμία με τον ταλαίπωρο Ελληνα που χτυπούσε επίμονα την πόρτα του παλατιού της. Ωστόσο, χάρη στη μεσολάβηση του Ποτέμκιν, η Αικατερίνη όχι μόνο δέχτηκε σε ακρόαση τον Βαρβάκη, αλλά υποτίθεται ότι εξετίμησε ιδιαίτερα την εντιμότητα και την ειλικρίνειά του. Την επόμενη ημέρα τού παραχώρησε το δικαίωμα της αφορολόγητης εκμετάλλευσης των αλιευμάτων στην Κασπία Θάλασσα. Διέταξε επίσης τον θησαυροφύλακα να δώσει στον Ιωάννη Βαρβάκη 10.000 ρούβλια για τα πρώτα του έξοδα. Επρόκειτο για ένα ποσόν κάθε άλλο παρά αμελητέο, αντιθέτως ήταν ένα σεβαστό αρχικό κεφάλαιο για τις επιχειρήσεις που θα ανέπτυσσε ο Βαρβάκης στο Αστραχάν, εκεί όπου θα ανακάλυπτε το δικό του χρυσωρυχείο, κρυμμένο στις ωοθήκες των οξυρρύγχων.



Το Αστραχάν της Κασπίας
Ταυτόχρονα με την εγκατάσταση του Βαρβάκη στο Αστραχάν της Κασπίας, στο νότιο τμήμα της ρωσικής αυτοκρατορίας, ο πρίγκιπας Ποτέμκιν αναλάμβανε να δημιουργήσει τη λεγόμενη Νέα Ρωσία, εποικίζοντας περιοχές όπως αυτή στην οποία έστειλε τον Βαρβάκη. Εάν ο Ελληνας κατάφερνε να αξιοποιήσει την ευκαιρία που του είχε δοθεί, το κέρδος δεν θα ήταν μόνο δικό του, εφόσον θα υπογράμμιζε τη διορατικότητα και τη σωστή κρίση του Ποτέμκιν. Τελικά ο Βαρβάκης ξεπέρασε κάθε προσδοκία, έγινε κροίσος χάρη στο εμπόριο του χαβιαριού και ταυτόχρονα μεγάλος ευεργέτης των κατοίκων του Αστραχάν, φροντίζοντας όμως πάντα να διατηρεί άριστες σχέσεις με το παλάτι.



Παραδόξως, όσο και εάν συναισθανόταν τη δύναμή του, η οποία διαρκώς αυξανόταν σε ευθεία αναλογία με τα πλούτη του, ο Ιωάννης Βαρβάκης ουδέποτε αναμίχθηκε άμεσα στην πολιτική. Αυτό είναι μια καταφανής αντίφαση, καθώς ένας άνθρωπος που είχε ριζοσπαστικές αντιλήψεις, π.χ., για την εκμετάλλευση της αλιείας, διαθέτοντας και την απαιτούμενη πυγμή για να τις εφαρμόσει, παρέμενε ιδεολογικά αθώος, σχεδόν αφελής. Ενα γεγονός που τον συγκλόνισε και τον έκανε να θέσει τον εαυτό του και την περιουσία του στην υπηρεσία του ελληνικού ξεσηκωμού ήταν η βάναυση εκτέλεση του πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' από τους Τούρκους, το Πάσχα του 1821.

Το ότι ο θρησκευτικός ηγέτης των χριστιανών ήταν μέγας πολέμιος της πνευματικής αφύπνισης των Ελλήνων και προέκρινε τον παθητικό ραγιαδισμό αντί της επανάστασης, δεν προβλημάτισε καθόλου τον Βαρβάκη. Ενώ είχε ήδη συνδεθεί με τη Φιλική Εταιρία και την προετοιμασία της Επανάστασης, την επόμενη της κηδείας του Γρηγορίου Ε', έστειλε στο Πατριαρχείο 100.000 ρούβλια. Μια ισόποση δωρεά θα έκανε μερικούς μήνες αργότερα στους εξεγερμένους Ελληνες. Παράλληλα ναύλωνε το ένα καράβι μετά το άλλο με προορισμό την Ελλάδα, φορτώνοντας οτιδήποτε χρειάζονταν οι συμπατριώτες του, από σιτηρά έως πολεμοφόδια. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, η συγκεκριμένη δραστηριότητα του Βαρβάκη, αυτή άλλωστε που τον κατέταξε στους μεγάλους ευεργέτες, λάμπει διά της απουσίας της από την ταινία του Γιάννη Σμαραγδή - αν εξαιρεθεί, φυσικά, μια σκηνή ανατολίτικης αισθητικής όπου ο Βαρβάκης παρουσιάζεται σαν άλλος Ιησούς, να μοιράζει ρουχισμό και καρβέλια στα αναξιοπαθούντα γυναικόπαιδα ύστερα από το ολοκαύτωμα της πατρίδας του, των Ψαρών.

Μια τόσο περιπετειώδης ζωή όπως αυτή του Ιωάννη Βαρβάκη εύκολα χαρακτηρίζεται «μυθιστορηματική». Και όχι εντελώς άδικα, μια και περιέχει ηρωισμό, κίνδυνο, χρήμα, δόξα, ισχύ, αγωνία, νοσταλγία, απογοήτευση, αρρώστια, θάνατο - τα πάντα. Δυστυχώς για τον Γιάννη Σμαραγδή και τους συνεργάτες του, ο Ιωάννης Βαρβάκης δεν είχε σκοτεινές πλευρές, οι πηγές δεν κάνουν τον παραμικρό υπαινιγμό σε ενδεχόμενα ελαττώματα του χαρακτήρα του, λες και ήταν το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο για έναν αμόρφωτο, εμπειρικό ναυτικό που έφτασε ξυπόλυτος στην Αγία Πετρούπολη, μέσα σε λίγα χρόνια να γίνει ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ευρώπης.



Ενας αντι-ήρωας

Γύρω από τον Βαρβάκη υποτίθεται πως δεν υπήρξε ίντριγκα, μοχθηρία, ακολασία και αμαρτία, έστω μια κάποια ανθρώπινη αδυναμία. Το σενάριο της ταινίας συμπληρώνει τα δραματουργικά κενά της πραγματικής ιστορίας με ικανές δόσεις μυθοπλασίας, προσθέτοντας και αφαιρώντας στον βίο του Ιωάννη Βαρβάκη πρόσωπα, σχέσεις, πάθη, ιδέες κ.ο.κ. Εάν υποθέσουμε ότι η αμαρτωλή φάση της ζωής του Βαρβάκη ήταν η δράση του ως πειρατή κατά τα νεανικά του χρόνια, το υπόλοιπο του βίου του ήταν απελπιστικά ενάρετο: πακτωλοί χρημάτων έρρεαν στο θησαυροφυλάκιό του όσο η Ευρώπη απολάμβανε το χαβιάρι του Αστραχάν, ενώ ο ίδιος έχτιζε εκκλησίες, σχολεία, νοσοκομεία και χρηματοδοτούσε δημόσια έργα που ακόμη και οι ίδιοι οι τσάροι της Ρωσίας αποτύγχαναν συστηματικά να ολοκληρώσουν. Και αντίθετα απ’ ό,τι ισχυρίζεται η ταινία, ο Βαρβάκης δεν αποξήραινε έλη για να κατακτήσει την καρδιά μιας γυναίκας.

 Η μανία του να σκορπά τα ρούβλια, τα γρόσια και τα τάλιρα για κοινωφελείς σκοπούς στη Ρωσία και την Ελλάδα παραμένει ανεξήγητη - και εντελώς αταίριαστη με τη νοοτροπία κάποιου που υπήρξε ληστής των θαλασσών. Ποιο ήταν το πραγματικό του κίνητρο; Γιατί φερόταν στην περιουσία του σαν να είχε τύψεις που τη δημιούργησε, σαν να μην ήταν δική του; Οι κάτοικοι του Αστραχάν -και όχι μόνο- εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να πίνουν νερό στο όνομά του, αυτό όμως ελάχιστα θα συγκλόνιζε τους θεατές μιας βιογραφικής ταινίας.

Οι αγαθοί και καλοπροαίρετοι ήρωες σπάνια είναι συναρπαστικοί, ιδιαίτερα υπό τη σύγχρονη οπτική του κινηματογράφου που απεχθάνεται τους μονοσήμαντους και ευανάγνωστους χαρακτήρες. Ακριβώς όπως στην πραγματική ζωή γίνεται όλο και λιγότερο πειστική η απουσία υστεροβουλίας: κάθε δωρεά είναι αυτομάτως ύποπτη, θεωρείται προπέτασμα καπνού για να καλυφθούν ανομίες, υποτίθεται πως πάντα υπάρχει μια κάποια λερωμένη φωλιά που χρειάζεται μια καλά διαφημισμένη φιλανθρωπία για να κουκουλωθεί. Στην ταινία του ο Γιάννης Σμαραγδής στήνει μια κινηματογραφική ονειροφαντασία, παρουσιάζει μια σημαδιακή συνάντηση του Βαρβάκη με τον Θεό - ο οποίος για την περίσταση παίρνει τη μορφή ενός γενειοφόρου και αγγλομαθή Λάκη Λαζόπουλου. Με μια παρόμοια δόση καλλιτεχνικής αυθαιρεσίας, ο Βαρβάκης θα μπορούσε να διασταυρώνεται σήμερα με έναν πολιτικό ηγέτη, όπως ακριβώς συνέβη το 1824 στο Ναύπλιο.

Ο 80χρονος ευεργέτης, ο οποίος είχε καταθέσει στο ταμείο του Αγώνα ένα τεράστιο κομμάτι της περιουσίας του, είχε «τολμήσει» τότε να προτείνει στους επαναστάτες τον Ιωάννη Καποδίστρια ως κυβερνήτη της Ελλάδας. Η απάντηση του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου ήταν: «Ωστε ήλθες με τα ρούβλια σου να μας πείσεις να δεχθούμε τον Ρώσο υπουργό για κυβερνήτη;». Ο Βαρβάκης κατάλαβε. Αποσύρθηκε στη Ζάκυνθο και απλώς πέθανε μόνος - και δύσκολα θα υπέθετε κάποιος ότι έφυγε ικανοποιημένος. Παρ’ όλα αυτά, πρόλαβε να συντάξει τη διαθήκη του, με την οποία κληροδοτούσε επιπλέον 300.000 ρούβλια στο ελληνικό έθνος. Ο Ιωάννης Βαρβάκης δεν επέτρεψε στην καχυποψία και την έχθρα με τους Ελληνες πολιτικούς να νικήσουν τη μεγαλοψυχία και τον πατριωτισμό του. Οι επίγονοί του, δηλαδή οι επίδοξοι «μεγάλοι ευεργέτες» της σημερινής Ελλάδας, πιθανότατα, θα είχαν λιποψυχήσει πολύ νωρίτερα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης