Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής

Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής

64 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον διαχωρισμό του Βερολίνου σε Δυτικό και Ανατολικό, που κράτησε ολόκληρα 28 χρόνια μέχρι την κατάρρευση του Τείχους το 1989 -  Το… λάθος που έφερε το άνοιγμα των συνόρων

Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής
Ηταν το πρωί της 13ης Αυγούστου του 1961, όταν οι κάτοικοι στην ανατολική πλευρά του Βερολίνου αντίκρισαν για πρώτη φορά αυτό που στη συνέχεια θα αποτελούσε το πιο χαρακτηριστικό σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου.

Ενα τεράστιο συρματόπλεγμα πολλών χιλιομέτρων είχε τοποθετηθεί διαχωρίζοντας το ανατολικό από το δυτικό τμήμα της γερμανικής μεγαλούπολης, αλλά και χωρίζοντας οικογένειες που τα μέλη τους αναγκάστηκαν να ζουν ακόμη και σε απόσταση λίγων μέτρων. Αμεσα ξεκίνησε το χτίσιμο του γνωστού τείχους από σκυρόδεμα, το οποίο ολοκληρώθηκε πολύ γρήγορα προκειμένου να ανακόψει τις αυξημένες ροές όσων ήθελαν να ξεφύγουν από το σκληρότερο ίσως καθεστώς του ανατολικού μπλοκ.

Φέτος συμπληρώνονται 64 χρόνια από την ανέγερση του Τείχους, που έμεινε στη θέση του μέχρι τον Νοέμβριο του 1989. Αν και πλέον έχουν περάσει 36 χρόνια από την κατάρρευσή του, δηλαδή μια οκταετία παραπάνω σε σχέση με τα 28 χρόνια που με την γκρίζα όψη του δέσποζε σε όλο το μήκος του Βερολίνου, οι μνήμες για όσους το έζησαν είναι απαράγραπτες.


Τα μεγέθη

Το Τείχος, το οποίο για τις κρατικές αρχές της Ανατολικής Γερμανίας αλλά και γενικότερα για τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας αποτελούσε ένα «αντιφασιστικό φράγμα», δεν ήταν ένα, αλλά δύο, ύψους 3,6 μέτρων και μεταξύ τους υπήρχαν η ουδέτερη ζώνη, γνωστή και ως «ζώνη του θανάτου», καθότι ναρκοθετημένη, αλλά και διάδρομοι περιπολίας.

Είχε συνολικό μήκος 155 χιλιόμετρα, εκ των οποίων τα 43 διαχώριζαν την πόλη του Βερολίνου και τα 112 διέτρεχαν ουσιαστικά τη συνοριογραμμή μεταξύ των δύο κρατών. Ηταν χτισμένο από οπλισμένο σκυρόδεμα και σε ορισμένα τμήματα με την προσθήκη μεταλλικού φράκτη.

Στην πλήρη ανάπτυξή του διέθετε 302 παρατηρητήρια και φυλάκια, ηλεκτρική περίφραξη στα 127 χλμ., ενώ με τη φύλαξή του ήταν επιφορτισμένοι περισσότεροι από 11.000 στρατιώτες, αλλά και εκατοντάδες σκυλιά.
Από το 1949 έως το 1961, τα σύνορα ήταν ανοιχτά στο Βερολίνο και περίπου 450.000 Ανατολικογερμάνοι μετέβαιναν καθημερινά στην άλλη πλευρά για να εργαστούν.

Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής
O Κόνραντ Σούμαν πηδά πάνω από το συρματόπλεγμα που χώριζε το Ανατολικό και το Δυτικό Βερολίνο, στις 15 Αυγούστου 1961
Κλείσιμο


Οι νεκροί του Τείχους

Από τις πρώτες μέρες που τοποθετήθηκε, το Τείχος άρχισε να βάφεται με αίμα. Σύμφωνα με ιστορικές καταγραφές, η πρώτη νεκρή ήταν η 58χρονη νοσοκόμα Ιντα Ζίκμαν, η οποία σκοτώθηκε στις 22 Αυγούστου 1961 στην προσπάθειά της να διαφύγει στο Δυτικό Βερολίνο, όπου ζούσε η αδελφή της.

Κατά άλλη εκδοχή, ο πρώτος νεκρός μετά το κλείσιμο των συνόρων, ήταν ο 24χρονος ο Γκίντερ Λίτφιν που πυροβολήθηκε από αστυνομικούς στην περιοχή του σιδηροδρομικού σταθμού Φριντριχστράσε, στις 24 Αυγούστου 1961. Ακολούθησαν αρκετοί ακόμη, ενώ στις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανήκει αυτή του 18χρονου Πέτερ Φέχτερ, που στις 17 Αυγούστου 1962 δέχθηκε καταιγισμό πυρών καθώς προσπαθούσε να πηδήξει το Τείχος μαζί με έναν φίλο του. Το γεγονός ότι επί μία ώρα ψυχορραγούσε χωρίς να του δίνεται η παραμικρή βοήθεια είχε προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις στο Δυτικό Βερολίνο.

Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής
Ο πρώτος νεκρός μετά το κλείσιμο των συνόρων ήταν ο 24χρονος Γκίντερ Λίτφιν, που πυροβολήθηκε στην περιοχή του σιδηροδρομικού σταθμού Φριντριχστράσε, στις 24 Αυγούστου 1961


Θα πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι δεν γίνονταν διακρίσεις ακόμη και αν επρόκειτο για μικρά παιδιά, όπως συνέβη το 1966, όταν ένας 10χρονος και ένας 13χρονος έπεσαν νεκροί αφού δέχθηκαν 40 πυροβολισμούς.

Στις τρεις σχεδόν δεκαετίες της ύπαρξης του Τείχους καταγράφηκαν και αρκετές ευφάνταστες προσπάθειες απόδρασης, ορισμένες εκ των οποίων ήταν και επιτυχείς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, μια ολόκληρη οικογένεια που κατάφερε να περάσει μέσα σε αυτοσχέδιο «flying fox» από στέγη κτίρίου κοντά στα σύνορα σε απέναντι κτίριο του Δ. Βερολίνου όπου τους ανέμεναν συγγενείς τους. Ακόμη, ορισμένοι διέφυγαν κολυμπώντας ή μέσα από τούνελ. Σε όσους τα κατάφεραν ή σκοτώθηκαν περιλαμβάνονται και λίγοι συνοριοφύλακες.

Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής


Αδιευκρίνιστος παραμένει, ωστόσο, ο ακριβής αριθμός των νεκρών, κάτι που οφείλεται περισσότερο στις ελλιπείς ή παραπλανητικές καταγραφές στα αρχεία των κρατικών υπηρεσιών της Ανατολικής Γερμανίας. Ετσι, τα νούμερα ποικίλλουν ξεκινώντας από τους 80 ή τους 140 και φτάνοντας τους 239 προσμετρώντας και τα ατυχήματα.


Η πτώση

Η πτώση του Τείχους, σύμφωνα τουλάχιστον με την επίσημη εκδοχή, παραπέμπει περισσότερο σε ένα παιχνίδι της τύχης που θα μπορούσε να ειδωθεί και ως ειρωνεία ή και… εκδίκηση της Ιστορίας. Και τούτο καθώς αυτό το σιδερόφρακτο και τόσο καλά φρουρούμενο «σύνορο» οδηγήθηκε στην κατάρρευση από μια λανθασμένη δήλωση ενός ανώτερου αξιωματούχου του καθεστώτος της Ανατ. Γερμανίας. Ωστόσο, είναι σαφές ότι αυτό στην πραγματικότητα αποτύπωνε την εσωτερική παρακμή -πολιτική και οικονομική- του καθεστώτος.

Η αντίστροφη μέτρηση είχε ξεκινήσει από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 με την άνοδο του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην ηγεσία της Σοβιετικής Ενωσης και την αποδέσμευση των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας από τον… στενό εναγκαλισμό της Μόσχας.

Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής
Η πτώση τον Νοέμβριο του 1989


Εκτοτε άρχισε το σταδιακό ξήλωμα των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού στα κράτη του ανατολικού μπλοκ παράλληλα με το άνοιγμα των συνόρων τους προς τη Δύση. Οι ραγδαίες αυτές εξελίξεις, όμως, δεν άγγιζαν την Ανατ. Γερμανία που, υπό την ηγεσία του σκληρού Εριχ Χόνεκερ, φιλοδοξούσε να συνεχίσει έστω και μόνη της στον δρόμο της ιδεολογικής ορθοδοξίας.

Η πλάστιγγα, ωστόσο, είχε ήδη γείρει προς την άλλα πλευρά. Ετσι, οι Ανατολικογερμανοί, που μάθαιναν τι συνέβαινε στις άλλες χώρες του μπλοκ, άρχισαν να αντιδρούν, ακόμη και να διαδηλώνουν με το αίτημα του εκδημοκρατισμού και της ελεύθερης διακίνησης προς το εξωτερικό. Στο πλαίσιο αυτό, δημιουργήθηκε ένα κύμα εξόδου προς τη Δυτική Γερμανία, μέσω τρίτων χωρών.

Υπό την ασφυκτική πίεση που δεχόταν, το καθεστώς της Αν. Γερμανίας έκανε κάποιες τελευταίες κινήσεις διάσωσης, με την παραίτηση του Χόνεκερ στις 17 Οκτωβρίου 1989, τον οποίο διαδέχθηκε ο Εγκον Κρεντς, καθώς και με την ανακοίνωση ορισμένων αόριστων μέτρων εκδημοκρατισμού.

Εν μέσω διογκούμενων αντιδράσεων, στις 6 Νοεμβρίου 1989, η κυβέρνηση της Ανατ. Γερμανίας έδωσε στη δημοσιότητα έναν νέο ταξιδιωτικό κανονισμό που παρείχε περιορισμένη ελευθερία διακίνησης. Ηταν όμως «πολύ λίγο» και «πολύ αργά» για να ανακόψει τον ρου της Ιστορίας.

Ετσι φτάσαμε στο ορόσημο της 9ης Νοεμβρίου 1989, όταν τα αρμόδια κυβερνητικά και κομματικά όργανα κλήθηκαν να επεξεργαστούν έκτακτα μέτρα με στόχο την εκτόνωση της κατάστασης. Στο τραπέζι τέθηκε η πρόταση να επιτραπεί η μόνιμη μετεγκατάσταση, αλλά και τα σύντομα ιδιωτικά ταξίδια, καθώς η πλειονότητα των Ανατολικογερμανών δεν επιθυμούσε να φύγει μόνιμα από τη χώρα, χωρίς πολλές και εξαντλητικές διατυπώσεις.

Το σχέδιο αυτό θα έπρεπε να περάσει και να λάβει έγκριση από όλη την κομματική ιεραρχία προκειμένου στην τελική μορφή του να ανακοινωθεί την επόμενη μέρα. Και κάπου εκεί… χάθηκε η μπάλα. Μέσα στον γραφειοκρατικό κυκεώνα του καθεστώτος το σχέδιο παραπέμφθηκε προς εξέταση από τα συναρμόδια υπουργεία, με άλλα να το εγκρίνουν και άλλα να το απορρίπτουν. Προτού όμως ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, το μεσημέρι της 9ης Νοεμβρίου, έφτασε στον γενικό γραμματέα του Κόμματος Εγκον Κρεντς, ο οποίος φέρεται να αγνοούσε τις αντιρρήσεις ορισμένων υπουργείων, ενώ δεν παρατήρησε ότι η ρύθμιση θα ανακοινωνόταν την επομένη.

Ετσι, έδωσε τα χαρτιά με την πρόταση στο μέλος του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος Γκίντερ Σαμπόφσκι, που ετοιμαζόταν εκείνη την ώρα να δώσει συνέντευξη Τύπου.

Όταν υψώθηκε το Tείχος του Βερολίνου: Πόσοι «έπεσαν» στην προσπάθεια διαφυγής
Μια συνέντευξη Τύπου του μέλους του Πολιτικού Γραφείου του Κ.Κ. της Ανατολικής Γερμανίας Γκίντερ Σαμπόφσκι άνοιξε κατά λάθος τον ασκό του Αιόλου αλλά και τις πύλες του Τείχους


Πράγματι, στις 6 το απόγευμα ο Σαμπόφσκι ξεκινά να απαντά στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων για διάφορα θέματα, με τη συνέντευξη να μεταδίδεται ζωντανά από την τηλεόραση της Ανατολικής Γερμανίας. Φτάνοντας, τρία λεπτά πριν από τις 7 το απόγευμα, στο κλείσιμο της συνέντευξης αναφέρει χωρίς ιδιαίτερη έμφαση ότι το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε μια νέα ταξιδιωτική ρύθμιση, την οποία με αμηχανία διάβασε: «Αιτήσεις για σύντομα ιδιωτικά ταξίδια προς το εξωτερικό μπορούν να κατατίθενται χωρίς την επίκληση προϋποθέσεων. Οι άδειες θα δίνονται με σύντομες διαδικασίες. Στις υπεύθυνες υπηρεσίες έχει δοθεί εντολή να εκδίδουν βίζα άμεσα, χωρίς να απαιτούνται οι ισχύουσες προϋποθέσεις για μόνιμο εκπατρισμό. Η μόνιμη έξοδος από τη χώρα μπορεί να πραγματοποιείται από οποιοδήποτε μεθοριακό σημείο διέλευσης».

Η επόμενη αυτονόητη ερώτηση αφορούσε το από πότε θα τεθεί σε εφαρμογή αυτή η ρύθμιση. Ο Σαμπόφκι, ψάχνοντας τα χαρτιά του για να βρει τη σωστή απάντηση, που ωστόσο δεν υπήρχε, ψέλλισε το… ιστορικό «αυτή η ρύθμιση τίθεται σε εφαρμογή, απ’ όσο ξέρω, αμέσως, χωρίς καθυστέρηση».


Η ιστορική στιγμή

Η είδηση, που μεταδίδεται αστραπιαία από τα διεθνή πρακτορεία σε όλο τον κόσμο, πέφτει σαν… βόμβα. Ταυτόχρονα, χιλιάδες Ανατολικογερμανοί που παρακολουθούσαν τη συνέντευξη Τύπου βγαίνουν στους δρόμους και κατευθύνονται προς το Τείχος για να διαπιστώσουν αν όσα άκουσαν ήταν αλήθεια. Οι επιφορτισμένοι με τη φύλαξή του δεν γνωρίζουν τίποτα και στέκονται έκπληκτοι μπροστά στο πλήθος που συνέρρεε στις πύλες. Οι αποσβολωμένοι φύλακες, ενώ αναζητούσαν εναγωνίως τις οδηγίες των ανωτέρων τους, συνιστούσαν αρχικά στους πολίτες να απομακρυνθούν και να απευθυνθούν τις επόμενες μέρες στις υπηρεσίες έκδοσης διαβατηρίων.

Το πλήθος όμως όλο και μεγάλωνε ζητώντας πιεστικά να ανοίξουν οι πύλες, με ορατό τον κίνδυνο να γίνει… μακελειό αν έπεφτε έστω και μια τουφεκιά. Τελικά και υπό τον φόβο του λιντσαρίσματος το μεθοριακό φυλάκιο στο Μπορνχόλμερ Στράσε άνοιξε τις πύλες του στις 11 το βράδυ, ενώ τις επόμενες ώρες ακολούθησαν και όλα τα άλλα φυλάκια, με τους πολίτες να περνούν ελεύθερα.

Είτε επρόκειτο για λάθος είτε όχι, το καθεστώς δεν μπορούσε πλέον παρά να αποδεχθεί τα τετελεσμένα. Μέσα σε λίγες ώρες, με αυτόν τον κινηματογραφικό τρόπο, το Τείχος που για 28 ολόκληρα χρόνια διαχώριζε το Βερολίνο τέθηκε στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, σηματοδοτώντας, ουσιαστικά και συμβολικά, το οριστικό τέλος των καθεστώτων του ανατολικού μπλοκ, αλλά και αποτελώντας ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του 20ου αιώνα.

Εκτοτε, είναι η Λευκωσία που παραμένει έως και σήμερα η τελευταία διχοτομημένη πρωτεύουσα της Ευρώπης, μετά την τουρκική εισβολή του 1974.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Δείτε Επίσης