Η βροντή που ήταν όλμος!
Η βροντή που ήταν όλμος!
Η δημοσιογράφος Μαρία Καραβία εξιστορεί τα δύσκολα παιδικά χρόνια που έζησε στην Αθήνα της Κατοχής και του Εμφύλιου
«Ξαφνικά ακούστηκε κάτι σαν βροντή στο σπίτι μας, στην οδό Πλάτωνος 32 στην Καλλιθέα». Το βλέμμα σκάλωσε… Αν και η συγκεκριμένη αναφορά γίνεται στη σελίδα 30 του νέου βιβλίου της δημοσιογράφου Μαρίας Καραβία με τίτλο «Παράπλευρες απώλειες - Παιδικά χρόνια στην Αθήνα της Κατοχής και του Εμφυλίου», ξαναπήρα τις σελίδες από την αρχή. Έκλεισα στα γρήγορα το βιβλίο και για λίγα λεπτά έμεινα να κοιτάζω το εξώφυλλο με την επιχρωματισμένη φωτογραφία με τα δύο πιτσιρίκια μπροστά στη θάλασσα.
Να και κάτι που δεν γνώριζα. Και δεν γνώριζα πως η Μαρία Καραβία -έστω και πριν από 70 τόσα χρόνια- ζούσε με την οικογένειά της στην Καλλιθέα όπου κατοικώ και εγώ τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου. «Κοντοχωριανοί», κατά μία έννοια, λοιπόν… Αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Η Οδός Πλάτωνος, στον αριθμό 32 -ή μάλλον, για την ιστορική ακρίβεια, ένα τραγικό γεγονός που συνέβη τον Δεκέμβριο του 1944-, καθόρισε τη ζωή της Μαρίας Καραβία.
Η γειτονιά όπου ζούσε η μικρή Μαρία είναι πίσω από το παλιό Σκοπευτήριο. Κάτω από την σημερινή Πλατεία Δαβάκη και πίσω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου και το διπλανό σχολικό συγκρότημα - εκεί που άλλοτε ήταν οι φυλακές από όπου μετέφεραν για εκτέλεση τον Νίκο Μπελογιάννη και τους άλλους συντρόφους του.
Αλλά, ας γυρίσουμε στο 1944. Και πιο συγκεκριμένα στα Χριστούγεννα εκείνης της μαύρης χρονιάς. Το σπίτι της μικρής Μαρίας βρίσκεται μεταξύ των εμπολέμων - από τη μια οι όλμοι των ΕΛΑΣιτών και από την άλλη, τα τεθωρακισμένα των Άγγλων που βρίσκονται στη λεωφόρο Θησέως, την οποία δεν είναι και λίγοι εκείνοι που τη γνωρίζουν ως Ελ. Βενιζέλου.
«Ξαφνικά ακούστηκε κάτι σαν βροντή στο σπίτι μας», γράφει η Μαρία Καραβία. Μόνο που δεν ήταν… βροντή. Ήταν το κακό μαντάτο από τους όλμους. Τα βλήματα που είχαν στόχο ένα τεθωρακισμένο έπεσαν μέσα στο σπίτι και έκαναν τη ζημιά. Τρία άτομα της οικογένειάς της και μια γειτόνισσα τραυματίστηκαν. Οι δύο, θανάσιμα: η γιαγιά και η μητέρα της Μαρίας. Μια ανείπωτη τραγωδία για ένα μικρό κορίτσι.
Αλλά, δεν ήταν μόνο αυτό. Η μικρή Μαρία έζησε από την αρχή έως το τέλος τη φρίκη των μαχών στην Αθήνα, την πόλη που αγαπούσε. Η μητέρα της κατέληξε στον Ευαγγελισμό και… «σε λίγες μέρες φύτευαν και τη μητέρα μου σ’ έναν άλλο κήπο, τον κήπο της Ριζαρείου Σχολής στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας». Η αγριότητα ενός εμφυλίου σε όλο της το μεγαλείο.
Να και κάτι που δεν γνώριζα. Και δεν γνώριζα πως η Μαρία Καραβία -έστω και πριν από 70 τόσα χρόνια- ζούσε με την οικογένειά της στην Καλλιθέα όπου κατοικώ και εγώ τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου. «Κοντοχωριανοί», κατά μία έννοια, λοιπόν… Αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Η Οδός Πλάτωνος, στον αριθμό 32 -ή μάλλον, για την ιστορική ακρίβεια, ένα τραγικό γεγονός που συνέβη τον Δεκέμβριο του 1944-, καθόρισε τη ζωή της Μαρίας Καραβία.
Η γειτονιά όπου ζούσε η μικρή Μαρία είναι πίσω από το παλιό Σκοπευτήριο. Κάτω από την σημερινή Πλατεία Δαβάκη και πίσω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου και το διπλανό σχολικό συγκρότημα - εκεί που άλλοτε ήταν οι φυλακές από όπου μετέφεραν για εκτέλεση τον Νίκο Μπελογιάννη και τους άλλους συντρόφους του.
Αλλά, ας γυρίσουμε στο 1944. Και πιο συγκεκριμένα στα Χριστούγεννα εκείνης της μαύρης χρονιάς. Το σπίτι της μικρής Μαρίας βρίσκεται μεταξύ των εμπολέμων - από τη μια οι όλμοι των ΕΛΑΣιτών και από την άλλη, τα τεθωρακισμένα των Άγγλων που βρίσκονται στη λεωφόρο Θησέως, την οποία δεν είναι και λίγοι εκείνοι που τη γνωρίζουν ως Ελ. Βενιζέλου.
«Ξαφνικά ακούστηκε κάτι σαν βροντή στο σπίτι μας», γράφει η Μαρία Καραβία. Μόνο που δεν ήταν… βροντή. Ήταν το κακό μαντάτο από τους όλμους. Τα βλήματα που είχαν στόχο ένα τεθωρακισμένο έπεσαν μέσα στο σπίτι και έκαναν τη ζημιά. Τρία άτομα της οικογένειάς της και μια γειτόνισσα τραυματίστηκαν. Οι δύο, θανάσιμα: η γιαγιά και η μητέρα της Μαρίας. Μια ανείπωτη τραγωδία για ένα μικρό κορίτσι.
Αλλά, δεν ήταν μόνο αυτό. Η μικρή Μαρία έζησε από την αρχή έως το τέλος τη φρίκη των μαχών στην Αθήνα, την πόλη που αγαπούσε. Η μητέρα της κατέληξε στον Ευαγγελισμό και… «σε λίγες μέρες φύτευαν και τη μητέρα μου σ’ έναν άλλο κήπο, τον κήπο της Ριζαρείου Σχολής στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας». Η αγριότητα ενός εμφυλίου σε όλο της το μεγαλείο.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου «Παράπλευρες απώλειες» που κυκλοφόρησε μέσα στις γιορτές από τις εκδόσεις Καπόν φιλοξενείται το κείμενο που ακολουθεί: «Με πλαίσιο την πρωτεύουσα των λίγων κατοίκων και των χαμηλών σπιτιών, το βιβλίο της Μαρίας Καραβία “Παράπλευρες απώλειες - Παιδικά χρόνια στην Αθήνα της Κατοχής και του Εμφυλίου” αφηγείται μια δραματική προσωπική ιστορία από τις χιλιάδες που σημάδεψαν εκείνο τον καιρό τη ζωή των ανθρώπων.
»Αν και βαριά τραυματισμένη από το πέρασμα των Γερμανών και τις φονικές μάχες των Δεκεμβριανών, η πρωτεύουσα διατηρεί ακόμα τη μαγεία της. Η θέα προς τα ιστορικά βουνά και τον Σαρωνικό είναι ελεύθερη, το λεκανοπέδιο διάστικτο από λόφους που τους εξαφάνισε αργότερα το ύψος των πολυκατοικιών. Η γραφή ακολουθεί τη συνειρμική πορεία της μνήμης. Τυχαία περιστατικά αναδύονται και φωτίζουν αλλιώς πρόσωπα που βρέθηκαν στο προσκήνιο. Οι καταβολές και οι οικογενειακές περιπέτειες είναι παρούσες. Η μετανάστευση που ακολούθησε την Απελευθέρωση, η εγκατάσταση των ανθρώπων της επαρχίας στα αστικά κέντρα, συνέπεια του εμφυλίου πολέμου που μαινόταν στα βουνά, δίνουν στις παιδικές αναμνήσεις αξία μαρτυρίας για μια ζοφερή περίοδο της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας».
Στην ουσία, το βιβλίο της Καραβία είναι σαν ένα μεγάλο γράμμα μιας αλλοτινής εποχής - δεν έχει αρχή, μέση και τέλος, αλλά είναι ένα συνεχές παιχνίδι με τη μνήμη και με όσα εκείνη έχει κρατήσει ως ακριβό μυστικό. Το μπρός-πίσω της ιστορίας, αλλά και η πληθώρα με τις μικρές λεπτομέρειες δίνουν το ανάγλυφο μιας σκληρής καθημερινότητας για ένα κορίτσι του δημοτικού σχολείου που γυρίζει την πόλη με τα πόδια, παρατηρεί και καταγράφει.
Με αυτή την έννοια το χρονικό της Καραβία έχει την αξία του σε μια Αθήνα όπου πολλές φορές -ή σχεδόν πάντα- η μνήμη είναι εξόριστη.
»Αν και βαριά τραυματισμένη από το πέρασμα των Γερμανών και τις φονικές μάχες των Δεκεμβριανών, η πρωτεύουσα διατηρεί ακόμα τη μαγεία της. Η θέα προς τα ιστορικά βουνά και τον Σαρωνικό είναι ελεύθερη, το λεκανοπέδιο διάστικτο από λόφους που τους εξαφάνισε αργότερα το ύψος των πολυκατοικιών. Η γραφή ακολουθεί τη συνειρμική πορεία της μνήμης. Τυχαία περιστατικά αναδύονται και φωτίζουν αλλιώς πρόσωπα που βρέθηκαν στο προσκήνιο. Οι καταβολές και οι οικογενειακές περιπέτειες είναι παρούσες. Η μετανάστευση που ακολούθησε την Απελευθέρωση, η εγκατάσταση των ανθρώπων της επαρχίας στα αστικά κέντρα, συνέπεια του εμφυλίου πολέμου που μαινόταν στα βουνά, δίνουν στις παιδικές αναμνήσεις αξία μαρτυρίας για μια ζοφερή περίοδο της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας».
Στην ουσία, το βιβλίο της Καραβία είναι σαν ένα μεγάλο γράμμα μιας αλλοτινής εποχής - δεν έχει αρχή, μέση και τέλος, αλλά είναι ένα συνεχές παιχνίδι με τη μνήμη και με όσα εκείνη έχει κρατήσει ως ακριβό μυστικό. Το μπρός-πίσω της ιστορίας, αλλά και η πληθώρα με τις μικρές λεπτομέρειες δίνουν το ανάγλυφο μιας σκληρής καθημερινότητας για ένα κορίτσι του δημοτικού σχολείου που γυρίζει την πόλη με τα πόδια, παρατηρεί και καταγράφει.
Με αυτή την έννοια το χρονικό της Καραβία έχει την αξία του σε μια Αθήνα όπου πολλές φορές -ή σχεδόν πάντα- η μνήμη είναι εξόριστη.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα