Έχουν τον διχασμό στο DNA τους
Γρηγόρης Τζιοβάρας
Έχουν τον διχασμό στο DNA τους
Αν πάρουμε τοις μετρητοίς τα όσα υποστηρίζουν οι κάθε είδους – παραδοσιακοί ή νεόκοποι, αριστεροί, δεξιοί ή κεντρώοι- «δικαιωματιστές», την Τρίτη πέρασε από τη Βουλή ένας πολύ σημαντικός νόμος, ο οποίος διευκολύνει τη ζωή των συμπολιτών μας που είχαν πρόβλημα με τη νομική ταυτότητα του φύλου τους. Και με την ψήφιση της κυβερνητικής νομοθετικής πρωτοβουλίας η Ελλάδα μετατρέπεται σε σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.
Είναι, όμως, έτσι; Γίναμε, πράγματι, μια από τις χώρες της Ευρώπης που προτάσσουν τα δικαιώματα και μεριμνούν για τον σεβασμό τους; Μπορούμε πια να καταταγούμε στα έθνη στα οποία οι πολιτικοί τους ταγοί συζητούν στο Κοινοβούλιο ακόμη και για «ευαίσθητα» θέματα; Διαθέτουμε πλέον ένα πολιτικό σύστημα που όσοι το απαρτίζουν αντιπαρατίθενται, όταν διαφωνούν, ανταλλάσσουν επιχειρήματα, προσπαθεί ο ένας να πείσει τον άλλο και στο τέλος αναζητούν, όπου είναι δυνατόν, συναινέσεις;
Έχουν καμία σχέση όλα όσα διημείφθησαν τις προηγούμενες ημέρες στο ελληνικό Κοινοβούλιο με την ευρωπαϊκή «κανονικότητα»; Μπορεί να βρει κανείς προηγούμενο σύμφωνα με το οποίο για ένα τόσο σοβαρό θέμα δεν προηγήθηκε διαβούλευση στο πλαίσιο του υπουργικού συμβουλίου; Το συζήτησε, άραγε, ο επισπεύδων υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής με τους υπολοίπους συναδέλφους του στην κυβέρνηση;
Ενδιαφέρθηκε, άραγε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας να μάθει τις απόψεις -όχι της αντιπολίτευσης αλλά- των στελεχών του κόμματος με το οποίο συγκυβερνά και αρκετά από τα οποία έχει διορίσει συνεργάτες του; Αλήθεια ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος όταν του ζήτησε άδεια για να ταξιδέψει στη Βραζιλία, του εξήγησε γιατί έπρεπε να βρίσκεται τόσο μακριά όταν θα ψηφιζόταν το επίμαχο νομοσχέδιο;
Είναι προφανές ότι τα ερωτήματα είναι ρητορικά και οι απαντήσεις που επιδέχονται είναι αυτονόητες. Ο λόγος που ήρθε και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο αυτό το νομοσχέδιο δεν ήταν τίποτε περισσότερο από έναν αποπροσανατολιστικό πυροτέχνημα που η κύρια επιδίωξή του δεν ήταν να θεσπίσει δικαιώματα μιας κοινωνικής κατηγορίας, αλλά να δημιουργήσει προβλήματα στην αντιπολίτευση.
Χωρίς διάθεση για «δίκη προθέσεων», αψευδής μαρτυρία για τις κυβερνητικές στοχεύσεις ήταν η ομιλία του κ. Τσίπρα, ο οποίος πήγε απροειδοποίητα τη Δευτέρα στη Βουλή για να εκφωνήσει έναν λόγο που μόνον ως ένα ακόμη μνημείο εχθροπάθειας και διχασμού μπορεί να χαρακτηριστεί. Αντί να καλέσει τα άλλα κόμματα σε διάλογο και συναινέσεις, με όσα ισχυριζόταν ήταν σαφές ότι τους προκαλούσε σκοπίμως ή να δηλώσουν υποταγή στην εξουσιαστική βούλησή του ή να καταψηφίσουν έτσι ώστε να λάβει ο ίδιος κατ΄ αποκλειστικότητα όλα τα εύσημα του τάχατες «προοδευτικού».
«Και θέλω να θυμίσω εδώ σε όλους, καθώς καλούμαστε να εγκρίνουμε, να απορρίψουμε, ή και να κρυφτούμε πίσω από το δάχτυλό μας, όπως αποφάσισε να κάνει ο κ. Μητσοτάκης, τους στίχους του Μανόλη Αναγνωστάκη: “Είστε υπέρ, ή κατά; Έστω απαντήστε μ’ ένα ναι, ή μ’ ένα όχι”», ήταν μια από τις απόπειρες που έκανε να στριμώξει τα υπόλοιπα κόμματα. Ήταν μάλιστα τόσο άκομψη που το πιθανότερο είναι τα κόκκαλα του «ποιητή της ήττας» θα έτριξαν από τη διαστρέβλωση που υπέστη το έργο του.
Έχουν καμία σχέση όλα όσα διημείφθησαν τις προηγούμενες ημέρες στο ελληνικό Κοινοβούλιο με την ευρωπαϊκή «κανονικότητα»; Μπορεί να βρει κανείς προηγούμενο σύμφωνα με το οποίο για ένα τόσο σοβαρό θέμα δεν προηγήθηκε διαβούλευση στο πλαίσιο του υπουργικού συμβουλίου; Το συζήτησε, άραγε, ο επισπεύδων υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής με τους υπολοίπους συναδέλφους του στην κυβέρνηση;
Ενδιαφέρθηκε, άραγε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας να μάθει τις απόψεις -όχι της αντιπολίτευσης αλλά- των στελεχών του κόμματος με το οποίο συγκυβερνά και αρκετά από τα οποία έχει διορίσει συνεργάτες του; Αλήθεια ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος όταν του ζήτησε άδεια για να ταξιδέψει στη Βραζιλία, του εξήγησε γιατί έπρεπε να βρίσκεται τόσο μακριά όταν θα ψηφιζόταν το επίμαχο νομοσχέδιο;
Είναι προφανές ότι τα ερωτήματα είναι ρητορικά και οι απαντήσεις που επιδέχονται είναι αυτονόητες. Ο λόγος που ήρθε και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο αυτό το νομοσχέδιο δεν ήταν τίποτε περισσότερο από έναν αποπροσανατολιστικό πυροτέχνημα που η κύρια επιδίωξή του δεν ήταν να θεσπίσει δικαιώματα μιας κοινωνικής κατηγορίας, αλλά να δημιουργήσει προβλήματα στην αντιπολίτευση.
Χωρίς διάθεση για «δίκη προθέσεων», αψευδής μαρτυρία για τις κυβερνητικές στοχεύσεις ήταν η ομιλία του κ. Τσίπρα, ο οποίος πήγε απροειδοποίητα τη Δευτέρα στη Βουλή για να εκφωνήσει έναν λόγο που μόνον ως ένα ακόμη μνημείο εχθροπάθειας και διχασμού μπορεί να χαρακτηριστεί. Αντί να καλέσει τα άλλα κόμματα σε διάλογο και συναινέσεις, με όσα ισχυριζόταν ήταν σαφές ότι τους προκαλούσε σκοπίμως ή να δηλώσουν υποταγή στην εξουσιαστική βούλησή του ή να καταψηφίσουν έτσι ώστε να λάβει ο ίδιος κατ΄ αποκλειστικότητα όλα τα εύσημα του τάχατες «προοδευτικού».
«Και θέλω να θυμίσω εδώ σε όλους, καθώς καλούμαστε να εγκρίνουμε, να απορρίψουμε, ή και να κρυφτούμε πίσω από το δάχτυλό μας, όπως αποφάσισε να κάνει ο κ. Μητσοτάκης, τους στίχους του Μανόλη Αναγνωστάκη: “Είστε υπέρ, ή κατά; Έστω απαντήστε μ’ ένα ναι, ή μ’ ένα όχι”», ήταν μια από τις απόπειρες που έκανε να στριμώξει τα υπόλοιπα κόμματα. Ήταν μάλιστα τόσο άκομψη που το πιθανότερο είναι τα κόκκαλα του «ποιητή της ήττας» θα έτριξαν από τη διαστρέβλωση που υπέστη το έργο του.
Δεν έμεινε, όμως, εκεί. Αλλά συνέχισε στο ίδιο μοτίβο θέτοντας δήθεν διλήμματα που ήταν εκ των προτέρων γνωστό ότι θα απέρριπταν τα άλλα κόμματα και κυρίως η Νέα Δημοκρατία στην οποία στόχευε: «Θα υποστηρίξετε αυτή την πολιτική και νομική τομή που θεμελιώνεται στα ιδρυτικά νομικά κείμενα του σύγχρονου κόσμου αλλά και στο άρθρο 2 του Συντάγματος για την προστασία της αξίας του ανθρώπου καθώς και στις αρχές της ισότητας και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας; Ή θα στρίψετε δια της τροπολογίας και της κατάθεσης άλλων νόμων; Και αν θα στρίψετε κάτω από το βάρος ορισμένων εκ των ιεραρχών ή της ακροδεξιάς σας πτέρυγάς, θα μας εξηγήσετε που εξαντλείτε το φιλελεύθερο χαρακτήρα της ιδεολογίας σας;», αναρωτιόνταν με έκδηλη υποκριτικότητα.
Την ίδια ώρα, μάλιστα, που επικαλούνταν το γεγονός ότι «ήταν ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης που πριν λίγες εβδομάδες μετά από συνάντηση με την ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, στις 12 Ιουλίου, είχε δεσμευτεί ότι θα στηρίξει και θα ψηφίσει επί της αρχής, τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης», έσπευδε να αναμειχθεί στα εσωτερικά της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τρόπο που ήταν σαφές ότι επεδίωκε την καταψήφιση της κυβερνητικής νομοθετικής πρωτοβουλίας.
«Τι έγινε ξαφνικά και άλλαξε γνώμη; Δε σας άφησε ο κ. Γεωργιάδης; Και για να χρυσώσετε το χάπι μετά, του πήρατε και το χαρτοφυλάκιο της Άμυνας; Εμ, δε του χρειάζεται το χαρτοφυλάκιο της Άμυνας του αντιπροέδρου, γιατί έχει το χαρτοφυλάκιο του καθορισμού της γραμμής και της πολιτικής σας..», ήταν τα –δίκην παραπολιτικού σχολιασμού- λόγια που ακούστηκαν από τα πρωθυπουργικά χείλη. Από τα χείλη του πολιτικού που μόλις πριν ισχυριζόταν ότι κατέτεινε στην εφαρμογή και στη χώρα μας όλων όσα «επιτάσσει το γράμμα και το πνεύμα της Οικουμενικής Διακήρυξης του Ανθρώπου, το μεταπολεμικό συμβόλαιο ειρηνικής συνύπαρξης και ευημερίας, πάνω στην οποία δομήθηκαν οι σύγχρονες κοινωνίες...».
Δεν παρέλειψε φυσικά να προβοκάρει και τους… εθελόδουλους της Κεντροαριστεράς που «πριν αλέκτορα φωνήσαι» ξέχασαν τις διακηρύξεις τους ότι θα πάψουν πλέον να δίνουν άλλοθι στα παιχνίδια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με τις «διπλές πλειοψηφίες». Αφού εξέφρασε ευαρέσκεια για την αμαχητί παράδοσή τους, τους έκανε και υποδείξεις για το πώς να αντιμετωπίζουν τη συμμαχία του με τον κ. Καμμένο: «Κάποια στιγμή, όμως, και το ΠΑΣΟΚ, που διαρκώς μας εγκαλεί για τη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ -τους οποίους μάλλον από ενοχή που συγκυβερνήσατε με τον κ. Βορίδη και τον κ. Γεωργιάδη, τους αποκαλείτε ακροδεξιούς- θα πρέπει να παραδεχτεί ότι αυτή η κυβέρνηση έχει κάνει πράξη μια σειρά από σημαντικές και δύσκολές προοδευτικές τομές», είπε.
Γιατί τους προκάλεσε, ενώ ήταν γνωστό ότι θα διευκόλυναν την ψήφιση της κυβερνητικής νομοθετικής πρωτοβουλίας, όπως και έκαναν το μεν Ποτάμι με το «ναι», η δε ΔΗΣΥ με το σχιζοφρενικό «παρών»; Ακριβώς για τους ίδιους λόγους που τα έβαλε με τη Νέα Δημοκρατία, προσπαθώντας να αποδείξει ότι η ηγεσία της είναι ακροδεξιά. Κακά τα ψέματα, ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του έχουν τον διχασμό στο DNA τους. Ήρθαν στην εξουσία με διχαστικά μηνύματα –«να τελειώνουμε με το παλαιό» και άλλα ηχηρά παρόμοια. Και μόνον έτσι μπορούν να παραμείνουν. Είναι η τελευταία άμυνα την οποία μπορεί να κάνουν στη λογική της «κωλοτούμπας» που απέκτησε, πλέον, παγκόσμιο trade mark.
Την ίδια ώρα, μάλιστα, που επικαλούνταν το γεγονός ότι «ήταν ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης που πριν λίγες εβδομάδες μετά από συνάντηση με την ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, στις 12 Ιουλίου, είχε δεσμευτεί ότι θα στηρίξει και θα ψηφίσει επί της αρχής, τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης», έσπευδε να αναμειχθεί στα εσωτερικά της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τρόπο που ήταν σαφές ότι επεδίωκε την καταψήφιση της κυβερνητικής νομοθετικής πρωτοβουλίας.
«Τι έγινε ξαφνικά και άλλαξε γνώμη; Δε σας άφησε ο κ. Γεωργιάδης; Και για να χρυσώσετε το χάπι μετά, του πήρατε και το χαρτοφυλάκιο της Άμυνας; Εμ, δε του χρειάζεται το χαρτοφυλάκιο της Άμυνας του αντιπροέδρου, γιατί έχει το χαρτοφυλάκιο του καθορισμού της γραμμής και της πολιτικής σας..», ήταν τα –δίκην παραπολιτικού σχολιασμού- λόγια που ακούστηκαν από τα πρωθυπουργικά χείλη. Από τα χείλη του πολιτικού που μόλις πριν ισχυριζόταν ότι κατέτεινε στην εφαρμογή και στη χώρα μας όλων όσα «επιτάσσει το γράμμα και το πνεύμα της Οικουμενικής Διακήρυξης του Ανθρώπου, το μεταπολεμικό συμβόλαιο ειρηνικής συνύπαρξης και ευημερίας, πάνω στην οποία δομήθηκαν οι σύγχρονες κοινωνίες...».
Δεν παρέλειψε φυσικά να προβοκάρει και τους… εθελόδουλους της Κεντροαριστεράς που «πριν αλέκτορα φωνήσαι» ξέχασαν τις διακηρύξεις τους ότι θα πάψουν πλέον να δίνουν άλλοθι στα παιχνίδια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με τις «διπλές πλειοψηφίες». Αφού εξέφρασε ευαρέσκεια για την αμαχητί παράδοσή τους, τους έκανε και υποδείξεις για το πώς να αντιμετωπίζουν τη συμμαχία του με τον κ. Καμμένο: «Κάποια στιγμή, όμως, και το ΠΑΣΟΚ, που διαρκώς μας εγκαλεί για τη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ -τους οποίους μάλλον από ενοχή που συγκυβερνήσατε με τον κ. Βορίδη και τον κ. Γεωργιάδη, τους αποκαλείτε ακροδεξιούς- θα πρέπει να παραδεχτεί ότι αυτή η κυβέρνηση έχει κάνει πράξη μια σειρά από σημαντικές και δύσκολές προοδευτικές τομές», είπε.
Γιατί τους προκάλεσε, ενώ ήταν γνωστό ότι θα διευκόλυναν την ψήφιση της κυβερνητικής νομοθετικής πρωτοβουλίας, όπως και έκαναν το μεν Ποτάμι με το «ναι», η δε ΔΗΣΥ με το σχιζοφρενικό «παρών»; Ακριβώς για τους ίδιους λόγους που τα έβαλε με τη Νέα Δημοκρατία, προσπαθώντας να αποδείξει ότι η ηγεσία της είναι ακροδεξιά. Κακά τα ψέματα, ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του έχουν τον διχασμό στο DNA τους. Ήρθαν στην εξουσία με διχαστικά μηνύματα –«να τελειώνουμε με το παλαιό» και άλλα ηχηρά παρόμοια. Και μόνον έτσι μπορούν να παραμείνουν. Είναι η τελευταία άμυνα την οποία μπορεί να κάνουν στη λογική της «κωλοτούμπας» που απέκτησε, πλέον, παγκόσμιο trade mark.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα