Η μάχη των εντυπώσεων και η οικονομική πραγματικότητα
Γ. Χ. Παπαγεωργίου
Η μάχη των εντυπώσεων και η οικονομική πραγματικότητα
Οι δύο πρώτοι μήνες ζωής της κυβέρνησης Μητσοτάκη συνέπεσαν με ευοίωνες εξελίξεις στην αγορά κεφαλαίων και με θετικά μηνύματα από το εξωτερικό. Οι αποδόσεις (επιτόκιο) των ελληνικών ομολόγων έχουν υποχωρήσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, κυρίως βέβαια, λόγω των διεθνών εξελίξεων, όπως η νέα νομισματική χαλάρωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και όχι χάρη σε κάποια ψήφο εμπιστοσύνης των επενδυτών.
Ταυτόχρονα καλλιεργείται και ένα κλίμα θετικών προσδοκιών από ορισμένα διεθνή μέσα ενημέρωσης καθώς και από διακριτικές αλλά θετικές επισημάνσεις των δανειστών για πιθανή μελλοντική μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, που πνίγουν την οικονομία. Είναι φανερό ότι τα κέντρα εξουσίας στην Ευρώπη αισθάνονται πιο κοντά στη νέα κυβέρνηση, ενώ οι επενδυτές έτειναν ευήκοα ώτα στις εξαγγελίες ότι οι κυβερνώντες θα είναι φιλικοί προς τις επιχειρήσεις.
Στο πολιτικό πεδίο, ο πρωθυπουργός κέρδισε πόντους από τις ανακοινώσεις των φορολογικών ελαφρύνσεων που είχε υποσχεθεί προεκλογικά. Η υλοποίηση των μέτρων αυτών ελαφρύνει κάποια κοινωνικά στρώματα και τις επιχειρήσεις, αλλά δεν αλλάζει ουσιαστικά το οικονομικό περιβάλλον σε αναπτυξιακή κατεύθυνση. Τροφοδότησε, όμως, μια εικόνα πολιτικής αξιοπιστίας, η οποία αντανακλάται και στις πρώτες δημοσκοπήσεις.
Με λίγα λόγια, η κυβέρνηση κατάφερε να δημιουργήσει θετικές εντυπώσεις στις αγορές και τους δανειστές.
Το επιχείρημα, δε, της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι κάποιες θετικές εξελίξεις οφείλονται σε επιτεύγματα της προηγούμενης κυβέρνησης συνειρμικά παραπέμπει και σε επιδοκιμασία, σε κάποιον βαθμό τουλάχιστον.
Πέρα από τις εντυπώσεις, όμως, και σε βάθος χρόνου, η κυβέρνηση θα κριθεί από τα αποτελέσματα σε σχέση με τις υποσχέσεις που έδωσε. Και η βασική υπόσχεση ήταν «πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας».
Στον τομέα της εργασίας, όμως, είδαμε να προωθούνται μέτρα -μέσα από το αναπτυξιακό νομοσχέδιο- τα οποία περιορίζουν την κάλυψη των κλαδικών συμβάσεων μέσα από την καθιέρωση κάποιων εξαιρέσεων για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα ή αναδιαρθρώνουν τα δάνειά τους, εξαιρέσεις οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, μπορούν να αποφασίζονται με υπουργική απόφαση.
Η κυβέρνηση προβάλλει το -νεοφιλελεύθερο- επιχείρημα ότι, αν οι επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερη ευελιξία σε σχέση με την εργασία, θα γίνουν πιο ανταγωνιστικές, θα μεγαλώσουν και θα προσλάβουν προσωπικό, με αποτέλεσμα να ευνοηθεί συνολικά η απασχόληση. Κι ας ζούμε σε ένα περιβάλλον όπου όλο και περισσότεροι δουλεύουν με μερική απασχόληση για πολύ χαμηλές αμοιβές.
Σύντομα θα φανεί αν η υπόσχεση για πολιτικές «φιλικές προς τις επιχειρήσεις» θα μεταφραστεί σε μια πραγματικότητα «δυσμενή για την εργασία».
Με το ίδιο νομοσχέδιο θεσπίζονται επίσης και εξαιρέσεις από την περιβαλλοντική νομοθεσία προς όφελος σημαντικών επενδύσεων, με αποτέλεσμα να ανοίγει κι εκεί ένα παράθυρο για καταστρατήγηση της προστασίας του φυσικού πλούτου, που για μια τουριστική χώρα είναι βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ασφαλώς, μένει να φανεί ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει το εργαλείο των «εξαιρέσεων», αλλά όσο καλόπιστος και να θέλει να είναι κάποιος δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι στη σύγχρονη Ιστορία της χώρας μας τέτοια παραθυράκια χρησιμοποιήθηκαν, κατά κανόνα, με εγκληματικό για το περιβάλλον τρόπο.
Θα κινηθεί διαφορετικά η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Σύντομα θα το δούμε.
Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα διψάει για επενδύσεις. Οι τελευταίες κατέρρευσαν στη διάρκεια της κρίσης και ύστερα από μια αναλαμπή το 2017 μειώθηκαν το 2018 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ είναι στάσιμες στο πρώτο εξάμηνο φέτος σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Οσο για τις άμεσες ξένες επενδύσεις, αυτές βρίσκονταν σε χαμηλά επίπεδα διαχρονικά, ακόμα και πριν από την κρίση.
Στο πολιτικό πεδίο, ο πρωθυπουργός κέρδισε πόντους από τις ανακοινώσεις των φορολογικών ελαφρύνσεων που είχε υποσχεθεί προεκλογικά. Η υλοποίηση των μέτρων αυτών ελαφρύνει κάποια κοινωνικά στρώματα και τις επιχειρήσεις, αλλά δεν αλλάζει ουσιαστικά το οικονομικό περιβάλλον σε αναπτυξιακή κατεύθυνση. Τροφοδότησε, όμως, μια εικόνα πολιτικής αξιοπιστίας, η οποία αντανακλάται και στις πρώτες δημοσκοπήσεις.
Με λίγα λόγια, η κυβέρνηση κατάφερε να δημιουργήσει θετικές εντυπώσεις στις αγορές και τους δανειστές.
Το επιχείρημα, δε, της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι κάποιες θετικές εξελίξεις οφείλονται σε επιτεύγματα της προηγούμενης κυβέρνησης συνειρμικά παραπέμπει και σε επιδοκιμασία, σε κάποιον βαθμό τουλάχιστον.
Πέρα από τις εντυπώσεις, όμως, και σε βάθος χρόνου, η κυβέρνηση θα κριθεί από τα αποτελέσματα σε σχέση με τις υποσχέσεις που έδωσε. Και η βασική υπόσχεση ήταν «πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας».
Στον τομέα της εργασίας, όμως, είδαμε να προωθούνται μέτρα -μέσα από το αναπτυξιακό νομοσχέδιο- τα οποία περιορίζουν την κάλυψη των κλαδικών συμβάσεων μέσα από την καθιέρωση κάποιων εξαιρέσεων για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα ή αναδιαρθρώνουν τα δάνειά τους, εξαιρέσεις οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, μπορούν να αποφασίζονται με υπουργική απόφαση.
Η κυβέρνηση προβάλλει το -νεοφιλελεύθερο- επιχείρημα ότι, αν οι επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερη ευελιξία σε σχέση με την εργασία, θα γίνουν πιο ανταγωνιστικές, θα μεγαλώσουν και θα προσλάβουν προσωπικό, με αποτέλεσμα να ευνοηθεί συνολικά η απασχόληση. Κι ας ζούμε σε ένα περιβάλλον όπου όλο και περισσότεροι δουλεύουν με μερική απασχόληση για πολύ χαμηλές αμοιβές.
Σύντομα θα φανεί αν η υπόσχεση για πολιτικές «φιλικές προς τις επιχειρήσεις» θα μεταφραστεί σε μια πραγματικότητα «δυσμενή για την εργασία».
Με το ίδιο νομοσχέδιο θεσπίζονται επίσης και εξαιρέσεις από την περιβαλλοντική νομοθεσία προς όφελος σημαντικών επενδύσεων, με αποτέλεσμα να ανοίγει κι εκεί ένα παράθυρο για καταστρατήγηση της προστασίας του φυσικού πλούτου, που για μια τουριστική χώρα είναι βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ασφαλώς, μένει να φανεί ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει το εργαλείο των «εξαιρέσεων», αλλά όσο καλόπιστος και να θέλει να είναι κάποιος δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι στη σύγχρονη Ιστορία της χώρας μας τέτοια παραθυράκια χρησιμοποιήθηκαν, κατά κανόνα, με εγκληματικό για το περιβάλλον τρόπο.
Θα κινηθεί διαφορετικά η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Σύντομα θα το δούμε.
Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα διψάει για επενδύσεις. Οι τελευταίες κατέρρευσαν στη διάρκεια της κρίσης και ύστερα από μια αναλαμπή το 2017 μειώθηκαν το 2018 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ είναι στάσιμες στο πρώτο εξάμηνο φέτος σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Οσο για τις άμεσες ξένες επενδύσεις, αυτές βρίσκονταν σε χαμηλά επίπεδα διαχρονικά, ακόμα και πριν από την κρίση.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η προσέλκυση των επενδύσεων θα πρέπει να επιδιωχθεί σε βάρος των εργαζομένων, του περιβάλλοντος και της κοινωνίας, με δέλεαρ τις χαμηλές αμοιβές και τη χαλαρή επιβολή της νομοθεσίας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα