Πανδημία, οικονομία και εθνικός σχεδιασμός.
Άννυ Ποδηματά
Πανδημία, οικονομία και εθνικός σχεδιασμός.
Βρισκόμαστε ακόμη, δυστυχώς, στη δίνη της πανδημικής κρίσης, με άξονα τις μεταλλάξεις του κοροναϊού και τις ανακολουθίες (εταιρικές και κοινοτικές) στην παραγωγή και διανομή των εμβολίων.
Δεν νοείται λοιπόν να υπάρχει η παραμικρή σκιά, ο παραμικρός δισταγμός: η υγειονομική διάσταση της πανδημικής κρίσης και ό,τι συμπεριλαμβάνεται σε αυτήν πρέπει να είναι απόλυτη προτεραιότητα για την κυβέρνηση, για τα πολιτικά κόμματα, για τις επιχειρήσεις και συνολικά για την κοινωνία.
Αυτονόητο είναι επίσης το καθήκον της Πολιτείας να μεριμνά και να λαμβάνει μέτρα στήριξης και ανακούφισης για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, σε τομείς που επλήγησαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα από τα μέτρα περιορισμού της εξάπλωσης της πανδημίας.
Σε γενικές γραμμές και λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, δεν τα έχουμε πάει άσχημα στη διαχείριση της υγειονομικής διάστασης της κρίσης αλλά ούτε και στα μέτρα άμεσης οικονομικής στήριξης και ανακούφισης.
Η κυβέρνηση, αξιοποιώντας το «προσωρινό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις» αλλά και την ενεργοποίηση της «ρήτρας γενικής εξαίρεσης» του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (που αναστέλλει την τήρηση των κανόνων για τα όρια του δημοσιονομικού ελλείματος και του χρέους) έχει λάβει μέτρα που προσεγγίζουν τα 18 δις. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Από δω και πέρα αρχίζουν τα δύσκολα. Γιατί εάν μελετήσει κανείς με προσοχή τα προγράμματα που έχουν υποβάλλει οι διάφορες ευρωπαϊκές χώρες στην Επιτροπή, ζητώντας (τυπική) έγκριση για τις δαπάνες τους, θα διαπιστώσει ότι στην μετα-covid εποχή τα πράγματα για τις ελληνικές επιχειρήσεις -και ιδιαίτερα τις παραγωγικές και εξαγωγικές-θα είναι πολύ πιο δύσκολα απ’ ότι είναι σήμερα. Και ο ανταγωνισμός ακόμα πιο σκληρός. Για 2+1 λόγους:
Πρώτα απ όλα, τα ισχυρά κράτη στην Ευρώπη έχουν διοχετεύσει και εξακολουθούν να διοχετεύουν στην οικονομία τους πόρους πολλών δεκάδων ή και εκατοντάδων δις. ευρώ.
Δεύτερον, έχουν φροντίσει σημαντικό μέρος των πόρων αυτών να στοχεύει στην απρόσκοπτη συνέχιση της οικονομικής τους δραστηριότητας (όπου αυτό είναι εφικτό) και στη διασφάλιση της διατήρησης της ανταγωνιστικότητάς τους. Με δυο λόγια, οι κυβερνήσεις «παίρνουν πάνω τους» το επιπρόσθετο κόστος που προκαλούν στις επιχειρήσεις, κυρίως τις εξαγωγικές, οι κλυδωνισμοί στην εφοδιαστική αλυσίδα, στο παγκόσμιο εμπόριο και βεβαίως στην πρόσβαση σε (φτηνή) ρευστότητα. Για να δώσουμε ένα μόνον παράδειγμα, ένας μεγάλος αριθμός χωρών αξιοποίησε το «έκτακτο πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις» για να δημιουργήσει μηχανισμό (κρατικών) εγγυήσεων για τις εξαγωγικές ασφαλιστικές πιστώσεις, που λόγω των «αναταράξεων» έγιναν σε αρκετές περιπτώσεις πιο ακριβές.
Να λοιπόν, ο τρίτος λόγος: Στις πρωτόγνωρες συνθήκες που ζούμε, τα κράτη οφείλουν να σχεδιάζουν παράλληλα σε τρία επίπεδα: αντιμετώπιση υγειονομικής διάστασης της πανδημίας, μέτρα στήριξης των άμεσα και σφοδρότερα πληγέντων αλλά και προετοιμασία της «επόμενης μέρας» για την οικονομία, όταν με το καλό η πανδημία θα έχει ελεγχθεί.
Θεωρητικά και με βάση τις κυβερνητικές εξαγγελίες, η προετοιμασία της «επόμενης μέρας» για την οικονομία θα πρέπει να στηρίζεται στους άξονες του δεκαετούς αναπτυξιακού σχεδίου που εκπονήθηκε και παραδόθηκε εδώ και καιρό στον Πρωθυπουργό, από την Επιτροπή Πισσαρίδη. Εισηγείται μεταρρυθμίσεις αλλά και στήριξη του παραγωγικού ιστού της οικονομίας, της καινοτομίας και των εξαγωγών για να γίνει η ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική και πιο ανθεκτική σε δυνητικές κρίσεις. Υπάρχουν επίσης -να μην το ξεχνάμε- οι δεδομένες και ανελαστικές επιταγές της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, ως βασικής παραμέτρου έγκαιρης και σωστής αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων, μέσω του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης.
Προς το παρόν, ο τρίτος πυλώνας που λέγεται «προετοιμασία της επόμενης μέρας» λείπει από τον δικό μας σχεδιασμό, τουλάχιστον σε πρακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο. Ο χρόνος όμως τρέχει και οι ευρωπαϊκές χώρες που θέλουν τις οικονομίες τους ισχυρές και ανταγωνιστικές μετά το τέλος της πανδημίας, τρέχουν και αυτές..
Αυτονόητο είναι επίσης το καθήκον της Πολιτείας να μεριμνά και να λαμβάνει μέτρα στήριξης και ανακούφισης για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, σε τομείς που επλήγησαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα από τα μέτρα περιορισμού της εξάπλωσης της πανδημίας.
Σε γενικές γραμμές και λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, δεν τα έχουμε πάει άσχημα στη διαχείριση της υγειονομικής διάστασης της κρίσης αλλά ούτε και στα μέτρα άμεσης οικονομικής στήριξης και ανακούφισης.
Η κυβέρνηση, αξιοποιώντας το «προσωρινό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις» αλλά και την ενεργοποίηση της «ρήτρας γενικής εξαίρεσης» του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (που αναστέλλει την τήρηση των κανόνων για τα όρια του δημοσιονομικού ελλείματος και του χρέους) έχει λάβει μέτρα που προσεγγίζουν τα 18 δις. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Από δω και πέρα αρχίζουν τα δύσκολα. Γιατί εάν μελετήσει κανείς με προσοχή τα προγράμματα που έχουν υποβάλλει οι διάφορες ευρωπαϊκές χώρες στην Επιτροπή, ζητώντας (τυπική) έγκριση για τις δαπάνες τους, θα διαπιστώσει ότι στην μετα-covid εποχή τα πράγματα για τις ελληνικές επιχειρήσεις -και ιδιαίτερα τις παραγωγικές και εξαγωγικές-θα είναι πολύ πιο δύσκολα απ’ ότι είναι σήμερα. Και ο ανταγωνισμός ακόμα πιο σκληρός. Για 2+1 λόγους:
Πρώτα απ όλα, τα ισχυρά κράτη στην Ευρώπη έχουν διοχετεύσει και εξακολουθούν να διοχετεύουν στην οικονομία τους πόρους πολλών δεκάδων ή και εκατοντάδων δις. ευρώ.
Δεύτερον, έχουν φροντίσει σημαντικό μέρος των πόρων αυτών να στοχεύει στην απρόσκοπτη συνέχιση της οικονομικής τους δραστηριότητας (όπου αυτό είναι εφικτό) και στη διασφάλιση της διατήρησης της ανταγωνιστικότητάς τους. Με δυο λόγια, οι κυβερνήσεις «παίρνουν πάνω τους» το επιπρόσθετο κόστος που προκαλούν στις επιχειρήσεις, κυρίως τις εξαγωγικές, οι κλυδωνισμοί στην εφοδιαστική αλυσίδα, στο παγκόσμιο εμπόριο και βεβαίως στην πρόσβαση σε (φτηνή) ρευστότητα. Για να δώσουμε ένα μόνον παράδειγμα, ένας μεγάλος αριθμός χωρών αξιοποίησε το «έκτακτο πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις» για να δημιουργήσει μηχανισμό (κρατικών) εγγυήσεων για τις εξαγωγικές ασφαλιστικές πιστώσεις, που λόγω των «αναταράξεων» έγιναν σε αρκετές περιπτώσεις πιο ακριβές.
Να λοιπόν, ο τρίτος λόγος: Στις πρωτόγνωρες συνθήκες που ζούμε, τα κράτη οφείλουν να σχεδιάζουν παράλληλα σε τρία επίπεδα: αντιμετώπιση υγειονομικής διάστασης της πανδημίας, μέτρα στήριξης των άμεσα και σφοδρότερα πληγέντων αλλά και προετοιμασία της «επόμενης μέρας» για την οικονομία, όταν με το καλό η πανδημία θα έχει ελεγχθεί.
Θεωρητικά και με βάση τις κυβερνητικές εξαγγελίες, η προετοιμασία της «επόμενης μέρας» για την οικονομία θα πρέπει να στηρίζεται στους άξονες του δεκαετούς αναπτυξιακού σχεδίου που εκπονήθηκε και παραδόθηκε εδώ και καιρό στον Πρωθυπουργό, από την Επιτροπή Πισσαρίδη. Εισηγείται μεταρρυθμίσεις αλλά και στήριξη του παραγωγικού ιστού της οικονομίας, της καινοτομίας και των εξαγωγών για να γίνει η ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική και πιο ανθεκτική σε δυνητικές κρίσεις. Υπάρχουν επίσης -να μην το ξεχνάμε- οι δεδομένες και ανελαστικές επιταγές της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, ως βασικής παραμέτρου έγκαιρης και σωστής αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων, μέσω του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης.
Προς το παρόν, ο τρίτος πυλώνας που λέγεται «προετοιμασία της επόμενης μέρας» λείπει από τον δικό μας σχεδιασμό, τουλάχιστον σε πρακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο. Ο χρόνος όμως τρέχει και οι ευρωπαϊκές χώρες που θέλουν τις οικονομίες τους ισχυρές και ανταγωνιστικές μετά το τέλος της πανδημίας, τρέχουν και αυτές..
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα