Η διά νόμου αναγνώριση των εν Ελλάδι
Μπεκτασήδων-Αλεβιτών ως
θρησκευτικού νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου κατ’ ουσίαν καθιστά επισήμως ορατή μια μικροσκοπική μειονοτική μωαμεθανική κοινότητα. Ωστόσο, η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να αποδώσει νόμιμη υπόσταση στους Μπεκτασήδες-Αλεβίτες συνεπάγεται ανακατατάξεις αναλογικά υπερπολλαπλάσιας σημασίας.
Πρόκειται για μια ομάδα μόλις 3.500-4.000 ανθρώπων, οι οποίοι κατοικούν σε μερικά μικρά χωριά κοντά στο Σουφλί, στις εσχατιές της βορειοδυτικής ελληνικής μεθορίου. Οι επιπτώσεις της νέας ρύθμισης για τους Μπεκτασήδες αφορά, κατ’ αρχάς, την, ούτως ή άλλως, ευαίσθητη θρησκευτική ανθρωπογεωγραφία της
Θράκης, αναμένεται όμως να επηρεάσει ευρύτερα και πολύπλευρα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Διότι, αν και μειονότητα εντός της μωαμεθανικής μειονότητας, οι Μπεκτασήδες-Αλεβίτες εκπροσωπούν μια ιδιαίτερα χαλαρή, ανεκτική προσέγγιση στη λατρεία του Αλλάχ, που προσιδιάζει περισσότερο στη δυτική αντίληψη για τη θρησκευτική ευλάβεια, παρά στην παραδοσιακή, άκαμπτη και δρακόντεια μουσουλμανική αυστηρότητα.
Η οποία στις ακραίες εκφάνσεις της καταλήγει στον ισλαμιστικό φανατισμό και τη μισαλλοδοξία ως θεμέλιο πίστης. Αντιθέτως, κατά το μπεκτασιδικό-αλεβιτικό δόγμα (Μπεκτασήδες είναι οι διανοούμενοι και Αλεβίτες οι απλοί λαϊκοί πιστοί), άνδρες και γυναίκες μπορούν να ασκούν τα λατρευτικά τους καθήκοντα απολύτως ισότιμα, χωρίς την προαιώνια έμφυλη διάκριση που διατρέχει τον ισλαμικό κόσμο. Το ίδιο ισχύει και για το Ραμαζάνι, τις νηστείες, τη διά ροπάλου απαγόρευση κατανάλωσης αλκοόλ, χοιρινού κρέατος κ.λπ. Γενικώς, η ήπια κοσμοθεωρία των Μπεκτασήδων-Αλεβιτών είναι μακράν πιο ανθρώπινη από την αντίστοιχη των Σουνιτών μουσουλμάνων. Και ίσως ακριβώς γι’ αυτό ο μπεκτασισμός έχει υποστεί, διαχρονικά, περιφρόνηση, δυσφήμηση και καταπίεση από τον κυρίαρχο μωαμεθανισμό.
Ο νόμος
Πάντως, η ρύθμιση που αλλάζει άρδην το ισχύον καθεστώς αποτελεί τμήμα του νέου νομοσχεδίου που προώθησε το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων και ψηφίστηκε την 1η Αυγούστου. Οπως επισήμανε σχετικά η υπουργός Σοφία Ζαχαράκη, «είναι η πρώτη φορά που αναγνωρίζεται στην Ελλάδα θρησκευτικό νομικό πρόσωπο μουσουλμανικού θρησκεύματος. Κατ’ αυτό τον τρόπο η Ελλάδα κάνει ένα ακόμα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση της προστασίας της θρησκευτικής ελευθερίας».
Οι αλλαγές που εισάγονται στην ελληνική νομοθεσία σε ό,τι αφορά τους Μπεκτασήδες της Θράκης περιλαμβάνονται στο Κεφάλαιο Η’ του νομοσχεδίου και αναλύονται σε 13 άρθρα, τα οποία καλύπτουν μια μεγάλη ποικιλία ζητημάτων: την αναγνώριση της συγκεκριμένης μειονοτικής κοινότητας ως θρησκευτικού νομικού προσώπου, τον καθορισμό των χώρων λατρείας, τη διαχείριση και την απογραφή των βακουφίων (εκκλησιαστική περιουσία), τις πηγές εσόδων και τυχόν ασυμβίβαστα, τη θρησκευτική εκπαίδευση στο ιδιαίτερο δόγμα τους, θέματα ιεροδιδασκάλων κ.λπ.
Το μείζον, ωστόσο, είναι ότι ο σεβασμός στα πιστεύω των Μπεκτασήδων-Αλεβιτών θεσμοποιείται και αποκτά νομική προστασία, κάτι που εξ ορισμού ενδυναμώνει την παρουσία τους εντός της ελληνικής κοινωνίας. Κι αυτό είναι εξόχως σημαντικό, καθώς οι Μπεκτασήδες ουδέποτε αναγνώριζαν την εξουσία των μουφτήδων της Θράκης (οι οποίοι διορίζονται, βεβαίως, από το ελληνικό υπουργείο Παιδείας), μια στάση που υπαγορεύεται μεν από τις θρησκευτικές τους αντιλήψεις, εκ των πραγμάτων όμως έφερνε τους Μπεκτασήδες-Αλεβίτες σε διάσταση με το κυρίαρχο μουσουλμανικό στοιχείο της υπόλοιπης μειονότητας.
Ως εκ τούτου, το άρθρο 3 της νομοθετικής ρύθμισης ορίζει πλέον ότι «τα μέλη της θρησκευτικής κοινότητας των Μπεκτασήδων-Αλεβιτών Μουσουλμάνων Θράκης, ως μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας Θράκης, διατηρούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στις διατάξεις για την προστασία των μειονοτήτων της Συνθήκης της Λωζάννης, όπως και στην ελληνική νομοθεσία. Και δεν εφαρμόζεται το άρθρο περί της δικαιοδοσίας, των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων των μουφτήδων Θράκης».
Το τουρκικό αφήγημα
Οπως ήταν φυσικό, οι εκπρόσωποι της ελληνικής μπεκτασιδικής κοινότητας πανηγυρίζουν για τη νέα νομοθετική ρύθμιση, καθώς αποκτούν -θεωρητικά και έναντι του ελληνικού κράτους, αν μη τι άλλο- ισοτιμία με τη μουσουλμανική μειονότητα. Παύουν να υφίστανται την περιθωριοποίηση και την προκατάληψη εκ μέρους των Σουνιτών μωαμεθανών. Και, πάνω απ’ όλα για εκείνους, οι Μπεκτασήδες στο εξής θα μπορούν να λατρεύουν ελεύθερα και όπως εκείνοι προτιμούν τον θεό τους, χωρίς να είναι αναγκασμένοι να συναθροίζονται για την προσευχή τους σε καμουφλαρισμένους, παράνομους «τεκέδες», όπως ονομάζονται οι χώροι ιεροπραξίας τους.
Ακολουθώντας τις αντιδράσεις ως οδηγό για τις δράσεις της ελληνικής πολιτείας σε σχέση με την κατά νόμο αναγνώριση των Μπεκτασήδων-Αλεβιτών, ένα ενδιαφέρον σημείο εκκίνησης είναι τα
τουρκικά ΜΜΕ. Για παράδειγμα, η εφημερίδα «Aydinlik», το επίσημο όργανο του Πατριωτικού Κόμματος Τουρκίας, τιτλοφόρησε το ρεπορτάζ της σχετικά με το νομοσχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης με τη φράση «Η Ελλάδα πατά το κουμπί! Το σχέδιο απόσπασης των Μπεκτασήδων-Αλεβιτών από την τουρκική μειονότητα». Στο κείμενό της η συντάκτρια της εφημερίδας καταλογίζει απερίφραστα στην ελληνική πλευρά την πρόθεση να διχάσει τη μειονοτική μουσουλμανική κοινότητα της Θράκης. Οπως χαρακτηριστικά γράφει η δημοσιογράφος Μεράλ Ακάγια, «η επίμαχη νομοθετική ρύθμιση αποσκοπεί στο να προκαλέσει διχόνοια στους κόλπους της μειονότητας επί τη βάσει της πίστης, υποσκάπτοντας την ενότητα και την αλληλεγγύη των Τούρκων στη Δυτική Θράκη. Η διεργασία αυτή έχει ξεκινήσει από καιρό, με την άρνηση αναγνώρισης της τουρκικής ταυτότητας, καθώς και με τη διαίρεση της μουσουλμανικής μειονότητας σε τρεις εθνοτικές ομάδες (Τούρκοι, Πομάκοι και Ρομά). Και τώρα, έρχεται ο νέος διχασμός, αυτή τη φορά για θρησκευτικές διαφορές».
Αφού έχει παρουσιάσει συνοπτικά τη μεταρρύθμιση που εισάγει ο καινούριος νόμος του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, η «Aydinlik» δίνει τον λόγο στον Οζάν Αχμέτογλου, πρώην πρόεδρο της Τουρκικής Ενωσης Ξάνθης (ΤΕΞ), η δράση της οποίας -όπως και του ίδιου του Αχμέτογλου- συχνά ταυτίζεται με τη διεκδικητική πολιτική της Τουρκίας, επίσημη και ανεπίσημη.
Στο εκτενές απόσπασμα με τις δηλώσεις του, όπως φιλοξενούνται στην εφημερίδα, ο Αχμέτογλου ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι «η Ελλάδα επιχειρεί να διασπάσει μια κοινότητα Τούρκων συμπατριωτών μας που αριθμεί 150.000 κατοίκους της Δυτικής Θράκης. Εμείς όμως λέμε ότι σε αυτή την περιοχή υπάρχει μόνο μία μειονότητα: οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης. Κάτι που αρνείται να αποδεχτεί το ελληνικό κράτος. Τώρα έχουμε τους Μπεκτασήδες-Αλεβίτες αδελφούς μας, μαζί με τους συγγενείς τους, οι οποίοι ζουν στα ορεινά του Εβρου και της Ροδόπης. Αυτοί όλοι είναι Τούρκοι και ζουν εκεί επί αιώνες. Και έρχεται το ελληνικό υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων που θέλει να χαρακτηρίσει αυτούς τους συμπατριώτες μας ως μια ξεχωριστή νομική οντότητα, με ξεχωριστό νομικό καθεστώς. Τους εξαιρεί από τη δικαιοδοσία των μουφτήδων της Δυτικής Θράκης. Η κίνηση αυτή δεν είναι “αναγνώριση”, αλλά μια εσκεμμένη εφαρμογή μιας διχαστικής πολιτικής.
Η τουρκική μειονότητα της Δυτικής Θράκης είναι ενάντια σε αυτόν τον διχασμό, γιατί η μειονότητα είναι ενιαία. Τα δικαιώματά της προβλέπονται από τη Συνθήκη της Λωζάννης και τις συμφωνίες που έχουν υπογραφεί ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα. Γι’ αυτό και οι Ελληνες δεν θα καταφέρουν τίποτα με τις προσπάθειές τους να σπείρουν τη διχόνοια ανάμεσά μας». Ο Αχμέτογλου επισημαίνει περαιτέρω ότι «τα τελευταία 30-40 χρόνια η Ελλάδα αντιμετωπίζει το τουρκικό στοιχείο ως απειλή. Ομως οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης ουδέποτε απείλησαν την Ελλάδα. Ποτέ δεν υπήρξε κίνδυνος εξαιτίας τους, απεναντίας οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης είναι πλούτος για την περιοχή. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα αγνοεί ακόμη και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα εφαρμόζοντας αντιμειονοτική πολιτική».
Αδέλφια ή θύματα;
Παρόμοιες θέσεις με το δημοσίευμα της «Aydinlik» εκφράζουν πολλά από τα μεγάλης εμβέλειας media της Τουρκίας, αποκαλύπτοντας εμμέσως πλην ευκρινώς ότι η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει θορυβηθεί από τον καινούριο νόμο για τους Μπεκτασήδες-Αλεβίτες της Θράκης. Και φυσικά, όχι τόσο για τα δογματικά ζητήματα που ανακύπτουν όσο για τα γεωπολιτικά. Σε αυτό το νέο ιδεολογικοπολιτικό περιβάλλον, η τουρκική πλευρά εστιάζει στην ενότητα της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, η οποία, εκτός από την ιδιοποίησή της και την αντιμετώπισή της συλλήβδην ως τουρκικής, καταβάλλεται εμφανής προσπάθεια να παρουσιάζεται και ως αρραγής. Κάτι που μάλλον είναι μια αρκετά δημιουργική αποτύπωση της πραγματικότητας, δεδομένου ότι οι Μπεκτασήδες με τους Σουνίτες μουσουλμάνους της περιοχής συνυπάρχουν μεν, αλλά σε ένα πλαίσιο αμοιβαίας ανοχής - στην καλύτερη περίπτωση. Εξάλλου, έως ότου η νομοθετική διευθέτηση μετασχηματιστεί σε καθημερινή πράξη, οι Μπεκτασήδες της Θράκης ήταν «μουσουλμάνοι ενός κατώτερου θεού».
Ωστόσο, η νομιμοποίηση των Τζεμ Εβί (Cem Evi), δηλαδή των ναών του αλεβιτικού δόγματος, όπως και η εξίσωσή τους με τα τζαμιά του κυρίαρχου
σουνιτικού ρεύματος των εν Ελλάδι μωαμεθανών, αποτελεί βήμα πρωταρχικής και ιστορικής σημασίας για τη μειονοτική κοινότητα. Ακριβώς, δε, επειδή ανατρέπει παγιωμένες (αν)ισορροπίες και φέρνει αλλαγές άμεσες στην πραγματική ζωή χιλιάδων ανθρώπων στην περιοχή της Θράκης πέριξ της Ρούσσας και του Μικρού Δερείου, συνολικά σε περίπου 10 χωριά. Το αν ο κοινωνικός βιότοπος των μωαμεθανών της Θράκης εξελιχθεί συν τω χρόνω σε πεδίο τριβών -ξεκινώντας από το απλό ξεβόλεμα και φτάνοντας έως την καχυποψία και την εχθρότητα, κυρίως εκ μέρους των Σουνιτών προς τους Μπεκτασήδες- είναι κάτι που μένει να φανεί. Κατά παράδοση, άλλωστε, και κατεξοχήν στην Τουρκία, όπου η κοινότητά τους με περίπου 20 εκατομμύρια πιστούς (επί συνόλου 84,5 εκατ. κατοίκων) είναι η πολυπληθέστερη από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, οι Μπεκτασήδες αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση και εχθρότητα από τη, μακράν υπερπληθέστερη, μερίδα των Σουνιτών. Προφανώς, όμως, ο Αχμέτογλου, όταν τους αποκαλεί «αδελφούς», λησμονεί ότι στη μητέρα Τουρκία υπήρξαν ακόμη και αιματηροί διωγμοί της μειονότητας. Με πιο χαρακτηριστικό επεισόδιο τη σφαγή εκατοντάδων Κούρδων Μπεκτασήδων το 1978 από λυσσασμένους «Γκρίζους Λύκους».
Πολύ σχηματικά, οι Μπεκτασήδες-Αλεβίτες θεωρούνται μια αίρεση, αποκλίνουσα ή ακόμη και αμαρτωλή για όσους ενστερνίζονται τις φήμες περί οργιαστικών πρακτικών λατρείας κ.λπ. που διαδίδονται εις βάρος τους. Αφενός οι καταβολές του μπεκτασισμού, με την ενσωμάτωση ετερόκλητων επιρροών (λατρεία του Βάκχου και αρχαιοελληνικών θεοτήτων, ζωροαστρισμός, χριστιανισμός, διδασκαλία των Σούφι κ.ά.), αφετέρου συνήθειες που προκαλούν φρίκη στους ορθόδοξους μωαμεθανούς, όπως η αδιαφορία των Μπεκτασήδων για τα τακτικά προσκυνήματα στη Μέκκα ή η δερβίσικη περιδίνηση που οδηγεί στην ένθεη έκσταση αντί για τις ατελείωτες γονυκλισίες, δικαιολογούν τη διαφορετικότητα της εν λόγω μειονότητας.
Ιστορία 7 αιώνων
Η νομική αναγνώρισή τους στην Ελλάδα είναι μια μεγάλη κατάκτηση για τους Μπεκτασήδες-Αλεβίτες εκτός Τουρκίας. Σημειωτέον ότι πριν από σχεδόν έναν χρόνο, τον Σεπτέμβριο του 2024, η αλβανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι ευχαρίστως θα φιλοξενούσε στην επικράτειά της ένα «αυτόνομο μπεκτασιδικό κράτος». Συνεπώς, για λόγους που άπτονται της ανεξιθρησκείας ή σχετίζονται με λιγότερο ευδιάκριτες πολιτικές σκοπιμότητες, οι Μπεκτασήδες-Αλεβίτες βρίσκονται ξαφνικά στο προσκήνιο.
Υπό τη δική τους οπτική γωνία, ένας αγώνας για την επιβίωση της «φιλελεύθερης και προοδευτικής» εκδοχής του μωαμεθανισμού βρίσκει, εν τέλει, τη δικαίωσή του. Και μάλιστα στη Θράκη, ιδιαίτερα στη Ρούσσα, τόπο ιερό για τον μπεκτασισμό, εφόσον εκεί ο Σεγίτ Αλί Σουλτάν, περί τα μέσα του 14ου αιώνα μ.Χ., θεμελίωσε τον πρώτο τεκέ, δηλαδή τον ιερό ναό, δημιουργώντας έναν πόλο θρησκευτικής συνάθροισης για τους Μπεκτασήδες.
Οι οποίοι ξεκίνησαν τον 13ο αιώνα από τη δυτική Ανατολία, ακολουθώντας το κήρυγμα του μυστικιστή σοφού Χατζή Μπεκτάς Βελή, ενώ όσοι δεν παρέμειναν στην Τουρκία, διασκορπίστηκαν σε θύλακες ανά τη Βαλκανική - και, οπωσδήποτε, στη Θράκη.