Will Cotton: Γοργόνες, cowboys και ζωντανά ζαχαρωτά
Επηρεασμένος από την ποπ κουλτούρα και τα παραμύθια που διάβαζε παιδί, ο σουρεαλιστής ζωγράφος στήνει μια νέα αμερικανική μυθολογία ανάμεσα σε γιγαντιαία γλειφιτζούρια και ροζ μονόκερους και δίνει στο όνειρο το μεγαλείο που του αξίζει
Επηρεασμένος από την ποπ κουλτούρα και με ηχηρές συνεργασίες, όπως τα ζαχαροπλαστεία πολυτελείας «Ladurée», ή την Κέιτι Πέρι σκηνοθετώντας της, οι μνημειώδεις πίνακές του απεικονίζουν σαγηνευτικές σειρήνες: πρότυπα ομορφιάς αλλά δυνητικά επικίνδυνες, προβάλλουν από τη δίνη του ωκεανού για να αποπλανήσουν άγριους καουμπόηδες. Ατενίζουν ναρκισσιστικά τις υδάτινες αντανακλάσεις τους, γοητεύουν με το υπνωτικό τους βλέμμα, όπως οι Αφροδίτες του Αλεξάντρ Καμπανέλ ή οι λάγνες γυναικείες φιγούρες του Φρανσουά Μπουσέ.
«Δημιουργώ την πραγματικότητα όπως την έχω στο μυαλό μου. χάνομαι στις λεπτομέρειες - πόσο σκληρή και λαμπερή είναι η καραμέλα, πόσο τρυφερή είναι η σάρκα, πόσο εύθραυστη η μαρέγκα»
«Οταν ήμουν μικρός, ονειρευόμουν να γεμίσω με έργα τέχνης τους τοίχους στο υπνοδωμάτιό μου. Φυσικά, δεν μπορούσα να τα αγοράσω, οπότε άρχισα να ζωγραφίζω. Μια εποχή έβγαινα έξω με ένα καβαλέτο στην πλάτη ψάχνοντας για θέματα. Με τον καιρό διαπίστωσα ότι χρειαζόμουν τον απόλυτο έλεγχο, οπότε άρχισα να φτιάχνω τα δικά μου τοπία στο στούντιο», λέει ο Αμερικανός ζωγράφος. «Θέλω να αποδώσω με λεπτομέρεια τις υφές, ώστε ο θεατής να νιώσει ότι αυτό που βλέπει είναι πραγματικό. Τα μαλλιά, το δέρμα, το γλειφιτζούρι, το γλυκό, να κάνουν αίσθηση. Στη δεκαετία του 1990, που άρχισα να δουλεύω, κυριαρχούσε η αναζήτηση ηδονών. Τα γλυκά είναι μία από τις απόλυτες απολαύσεις των αισθήσεων, υπάρχουν μόνο για ευχαρίστηση. Οπως επεσήμανε ο Λακάν, δεν μπορεί να υπάρξει η επιθυμία χωρίς στέρηση. Η απόλαυση είναι μία χίμαιρα, όπως και ο πλούτος. Η χλιδή στη χώρα μου, ο μύθος μιας πλούσιας Αμερικής, η τελειότητα απαλλαγμένη από τα προβλήματα και τις αντιφάσεις της πραγματικής ζωής μού θυμίζουν έναν πίνακα του 1567, του Πίτερ Μπρίγκελ, όπου οι συνδαιτυμόνες πέφτουν σε λήθαργο μετά από ένα πλούσιο μεσαιωνικό γεύμα», καυτηριάζει.
Κάτοικος της Νέας Υόρκης, ο Κότον μεγάλωσε κοντά στο ιστορικό κτήμα Ολάνα της κοιλάδας του ποταμού Χάντσον, ένα από τα πιο καρτποσταλικά τοπία και πολιτιστική κληρονομιά των ΗΠΑ.
Ο «Μάγος του Οζ», τα παραμύθια των Γκριμ, απογείωσαν τη φαντασία του από πολύ νωρίς. «Επιδιώκοντας να ζωγραφίζω ρεαλιστικές εικόνες, κατασκευάζω μόνος μου έναν ολόκληρο μικρόκοσμο, δημιουργώ την πραγματικότητα όπως τη βλέπω στο μυαλό μου, χάνομαι στις λεπτομέρειες του θέματος - πόσο σκληρή και λαμπερή είναι η καραμέλα, πόσο τρυφερή είναι η σάρκα, πόσο εύθραυστη η μαρέγκα», αναφέρεται στο έργο του, ενώ προβληματίζεται γιατί το όνειρο της ουτοπίας να είναι πάντα καταδικασμένο σε αποτυχία και γιατί να συνδέουμε την ευχαρίστηση με την ενοχή.
Στην εξωπραγματική δουλειά του ακολουθεί το τυπικό ωράριο 9 με 5 - «το βρίσκω μακράν το πιο αποτελεσματικό». Τα πιο προσωπικά του ενδιαφέροντα και οι επιθυμίες του στοχεύουν το Διάστημα: «Οταν έχω χρόνο, ασχολούμαι με την Αστροφυσική. Εχω συγκεντρώσει μερικά πρώιμα σχέδια του προγράμματος Apollo και θέλω σαν τρελός να ταξιδέψω στο Διάστημα μια μέρα». Σε έναν κόσμο που δοκιμάζεται, κάποιοι μπορεί να έχουν αντίρρηση για τέτοιου είδους εγχειρήματα, αλλά η σταθερή διάθεση του Γουίλ Κότον να βλέπει τη μαγεία της ζωής στέκει αναμφισβήτητα πολύτιμη βοήθεια ◆
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr