Πανεπιστήμια: Ζητείται ελάχιστη βάση λογικής
Στέφανος Τζανάκης
Πανεπιστήμια: Ζητείται ελάχιστη βάση λογικής
Ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις: Η θέσπιση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής ήταν η απάντηση της Νίκης Κεραμέως στο αιώνιο πρόβλημα της εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με πολύ χαμηλές βαθμολογίες
Οι ίδιες οι Σχολές θέτουν μία προϋπόθεση για να δεχθούν έναν υποψήφιο, ο οποίος – κατά τα άλλα – θα έπαιρνε με άνεση το εισιτήριο για να σπουδάσει.
Ακούγεται λογικό – αλλά εκ του αποτελέσματος δεν είναι. Δεκάδες Τμήματα παραμένουν με βάσεις κάτω από τα 10.000 μόρια – αφού για να μην μείνουν χωρίς φοιτητές θέσπισαν ελάχιστη βάση εισαγωγής 8 και 9. Αλλά και κάποιες Σχολές που έχουν μία πολύ καλή θέση στο ελληνικό πανεπιστημιακό στερέωμα, έβαλαν τον πήχη ψηλά και πέρασαν από κάτω.
Τα παραδείγματα της Αρχιτεκτονικής της Ξάνθης, αλλά και της Αρχιτεκτονικής της Πάτρας είναι απολύτως ενδεικτικά του τι συνέβη στο όνομα της αποφυγής εισαγωγής υποψηφίων με χαμηλή βαθμολογία: στην πρώτη περίπτωση – στην Ξάνθη – δεν υπήρξε ούτε ένας εισακτέος μέσω των πανελλαδικών, ενώ στην Πάτρα δεν καλύφθηκαν ούτε οι μισές από τις προσφερόμενες θέσεις, όταν στους Πολιτικούς Μηχανικούς, στο ίδιο πανεπιστήμιο, όπου καλύφθηκαν όλες οι θέσεις εισακτέων, ο τελευταίος είχε κάτω από 9500 μόρια…
Και οι δύο Αρχιτεκτονικές Σχολές ζητούσαν από τους υποψηφίους ως ελάχιστη βάση εισαγωγής στο Σχέδιο , υψηλότερο βαθμό και από εκείνον που απαιτούσε η Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ. Εν ολίγοις, δύο περιφερειακά πανεπιστήμια θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να θέσουν υψηλότερα στάνταρντς από τη «ναυαρχίδα» των Αρχιτεκτονικών Σχολών – και μάλιστα σε ένα μάθημα το οποίο δεν διδάσκεται ούτε στα δημόσια, ούτε στα ιδιωτικά σχολεία, αλλά μόνον σε κάποια ειδικά φροντιστήρια.
Το πρόβλημα είχε διαφανεί από την ανακοίνωση των βαθμολογιών – αλλά τότε το υπουργείο Παιδείας είχε προτιμήσει να απαντήσει με παραπειστικό τρόπο στις διαμαρτυρίες κάποιων υποψηφίων οι οποίοι είχαν αριστεύσει στα υπόλοιπα μαθήματα και είχαν περάσει την βάση του 10 στο Σχέδιο, χωρίς όμως να «πιάσουν» την ελάχιστη βάση εισαγωγής.
Τι θα είχε συμβεί όμως αν οι Αρχιτεκτονικές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης είχαν μπει στον πειρασμό να θεσπίσουν υψηλότερες ελάχιστες βάσεις εισαγωγής από τα περιφερειακά πανεπιστήμια; Για παράδειγμα, η Πάτρα απαιτούσε πάνω από 15 στο Σχέδιο – τι θα γινόταν αν η Αθήνα έβαζε τον πήχη στο 18;
Με ποια κριτήρια λειτουργούν οι Σχολές; Όπως αποδεικνύεται μέχρι στιγμής κάποιες δεν λειτουργούν με ζητούμενο την πλήρωση των θέσεων από υποψηφίους που πληρούν κάποια βασικά στάνταρντς. Διότι είναι άλλο πράγμα να εισάγεται κάποιος σε μία Σχολή γράφοντας 4 και 5 σε όλα τα μαθήματα και άλλο να υπάρχει Τμήμα – και μάλιστα αξιόλογο - σε ένα περιφερειακό πανεπιστήμιο , που δεν θα έχει φέτος πρωτοετείς φοιτητές, όπως συνέβη με την Αρχιτεκτονική της Ξάνθης.
Εν ολίγοις, η ελάχιστη βάση εισαγωγής ωθεί τα πανεπιστήμια σε κριτήρια δύο ταχυτήτων: όπου υπάρχει ο φόβος της κατάργησης της Σχολής η βάση μπαίνει χαμηλά και όπου υπάρχει η αίσθηση της αυτάρκειας η βάση μπαίνει ψηλά. Και στις δύο περιπτώσεις, χαμένη είναι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Το υπουργείο Παιδείας δεν έχει άλλον δρόμο από το να επανεξετάσει την ελάχιστη βάση εισαγωγής, που ήταν μία πρώτη, αποτυχημένη προσπάθεια εμπλοκής των ίδιων των πανεπιστημίων στις πανελλαδικές εξετάσεις. Και το επόμενο βήμα δεν μπορεί να αφορά και πάλι την θέσπιση αυθαίρετων περιορισμών στην εισαγωγή των υποψηφίων, αλλά στην αξιολόγηση των Σχολών με βάση την επαφή τους με την αγορά, αλλά και ολόκληρο το πλέγμα της σχέσης τους με την εκπαίδευση και την επιστήμη – τα μεταπτυχιακά, την έρευνα. Απλώς, αυτά προϋποθέτουν μία ελάχιστη βάση κοινής λογικής.
Ακούγεται λογικό – αλλά εκ του αποτελέσματος δεν είναι. Δεκάδες Τμήματα παραμένουν με βάσεις κάτω από τα 10.000 μόρια – αφού για να μην μείνουν χωρίς φοιτητές θέσπισαν ελάχιστη βάση εισαγωγής 8 και 9. Αλλά και κάποιες Σχολές που έχουν μία πολύ καλή θέση στο ελληνικό πανεπιστημιακό στερέωμα, έβαλαν τον πήχη ψηλά και πέρασαν από κάτω.
Τα παραδείγματα της Αρχιτεκτονικής της Ξάνθης, αλλά και της Αρχιτεκτονικής της Πάτρας είναι απολύτως ενδεικτικά του τι συνέβη στο όνομα της αποφυγής εισαγωγής υποψηφίων με χαμηλή βαθμολογία: στην πρώτη περίπτωση – στην Ξάνθη – δεν υπήρξε ούτε ένας εισακτέος μέσω των πανελλαδικών, ενώ στην Πάτρα δεν καλύφθηκαν ούτε οι μισές από τις προσφερόμενες θέσεις, όταν στους Πολιτικούς Μηχανικούς, στο ίδιο πανεπιστήμιο, όπου καλύφθηκαν όλες οι θέσεις εισακτέων, ο τελευταίος είχε κάτω από 9500 μόρια…
Και οι δύο Αρχιτεκτονικές Σχολές ζητούσαν από τους υποψηφίους ως ελάχιστη βάση εισαγωγής στο Σχέδιο , υψηλότερο βαθμό και από εκείνον που απαιτούσε η Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ. Εν ολίγοις, δύο περιφερειακά πανεπιστήμια θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να θέσουν υψηλότερα στάνταρντς από τη «ναυαρχίδα» των Αρχιτεκτονικών Σχολών – και μάλιστα σε ένα μάθημα το οποίο δεν διδάσκεται ούτε στα δημόσια, ούτε στα ιδιωτικά σχολεία, αλλά μόνον σε κάποια ειδικά φροντιστήρια.
Το πρόβλημα είχε διαφανεί από την ανακοίνωση των βαθμολογιών – αλλά τότε το υπουργείο Παιδείας είχε προτιμήσει να απαντήσει με παραπειστικό τρόπο στις διαμαρτυρίες κάποιων υποψηφίων οι οποίοι είχαν αριστεύσει στα υπόλοιπα μαθήματα και είχαν περάσει την βάση του 10 στο Σχέδιο, χωρίς όμως να «πιάσουν» την ελάχιστη βάση εισαγωγής.
Τι θα είχε συμβεί όμως αν οι Αρχιτεκτονικές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης είχαν μπει στον πειρασμό να θεσπίσουν υψηλότερες ελάχιστες βάσεις εισαγωγής από τα περιφερειακά πανεπιστήμια; Για παράδειγμα, η Πάτρα απαιτούσε πάνω από 15 στο Σχέδιο – τι θα γινόταν αν η Αθήνα έβαζε τον πήχη στο 18;
Με ποια κριτήρια λειτουργούν οι Σχολές; Όπως αποδεικνύεται μέχρι στιγμής κάποιες δεν λειτουργούν με ζητούμενο την πλήρωση των θέσεων από υποψηφίους που πληρούν κάποια βασικά στάνταρντς. Διότι είναι άλλο πράγμα να εισάγεται κάποιος σε μία Σχολή γράφοντας 4 και 5 σε όλα τα μαθήματα και άλλο να υπάρχει Τμήμα – και μάλιστα αξιόλογο - σε ένα περιφερειακό πανεπιστήμιο , που δεν θα έχει φέτος πρωτοετείς φοιτητές, όπως συνέβη με την Αρχιτεκτονική της Ξάνθης.
Εν ολίγοις, η ελάχιστη βάση εισαγωγής ωθεί τα πανεπιστήμια σε κριτήρια δύο ταχυτήτων: όπου υπάρχει ο φόβος της κατάργησης της Σχολής η βάση μπαίνει χαμηλά και όπου υπάρχει η αίσθηση της αυτάρκειας η βάση μπαίνει ψηλά. Και στις δύο περιπτώσεις, χαμένη είναι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Το υπουργείο Παιδείας δεν έχει άλλον δρόμο από το να επανεξετάσει την ελάχιστη βάση εισαγωγής, που ήταν μία πρώτη, αποτυχημένη προσπάθεια εμπλοκής των ίδιων των πανεπιστημίων στις πανελλαδικές εξετάσεις. Και το επόμενο βήμα δεν μπορεί να αφορά και πάλι την θέσπιση αυθαίρετων περιορισμών στην εισαγωγή των υποψηφίων, αλλά στην αξιολόγηση των Σχολών με βάση την επαφή τους με την αγορά, αλλά και ολόκληρο το πλέγμα της σχέσης τους με την εκπαίδευση και την επιστήμη – τα μεταπτυχιακά, την έρευνα. Απλώς, αυτά προϋποθέτουν μία ελάχιστη βάση κοινής λογικής.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα