H κρίση του κορωνοϊού κρίνει πολλά
Νίκος Φελέκης

Νίκος Φελέκης

H κρίση του κορωνοϊού κρίνει πολλά

Σε λιγότερο από 100 ώρες συμπληρώνεται ένας μήνας από την ημέρα (Τετάρτη, 26 Φεβρουαρίου) που ανακοινώθηκε το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα στη χώρα μας. Τις δύο πρώτες εβδομάδες και μέχρι να ανακοινωθεί το κλείσιμο των σχολείων κράτος και πολίτες δεν είχαν πάρει και τόσο στα σοβαρά τον κορωνοϊό.

Υπήρχε γενικά μια εγρήγορση και ανησυχία, αλλά πρακτικά και συντεταγμένα η αντίδραση της Πολιτείας ξεκίνησε πριν από 15 ημέρες, όταν αποφασίστηκε το κλείσιμο των σχολείων και ήταν, κατά γενική παραδοχή, καλύτερη και του αναμενομένου. Για έναν λαό απείθαρχο όπως οι Ελληνες και για ένα γκουβέρνο παραδοσιακά ξεχαρβαλωμένο, τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση ήταν τα ενδεδειγμένα και οπωσδήποτε ελήφθησαν πιο έγκαιρα από αρκετές από τις θεωρούμενες μεγάλες και σοβαρές χώρες. Και δεν είναι μόνο η ιατρική διαχείριση της πανδημίας, αλλά και τα διοικητικά και οικονομικά μέτρα που ελήφθησαν και λαμβάνονται.

Στα θετικά προσμετράται και η αντίδραση της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος. Με εξαίρεση κάποιους ακραίους -που πάντα, ένθεν κακείθεν, υπάρχουν- οι ηγεσίες των κομμάτων κρατούν νηφάλια και υπεύθυνη στάση. Ακόμη και η κριτική, όταν ασκείται, είναι, κατά το μάλλον ή ήττον, εποικοδομητική, που όπως εμφανίζεται έχει ως στόχο τη διόρθωση των αποφάσεων και όχι για να αμφισβητηθεί η κυβέρνηση.

Αδιαμφισβήτητα το κομματικό σύστημα στη διαχείριση του προβλήματος Covid-19 επιδεικνύει, τουλάχιστον μέχρι τώρα, πρωτοφανή, για την παράδοσή του, σοβαρότητα. Ανεξαρτήτως των ερμηνειών που μπορούν να δοθούν, το γεγονός είναι ότι για πρώτη φορά σε ένα μείζον πρόβλημα δεν υπάρχουν δημόσιες κοκορομαχίες των εκπροσώπων των κομμάτων ούτε παρατηρούνται, στα εκράν των τηλεοράσεων, ξεκατινιάσματα βουλευτών και στελεχών. Προφανώς οι κομματικές ηγεσίες έχουν συνειδητοποιήσει την ιστορικότητα των στιγμών, αφού οι επιπτώσεις από την πανδημία, ιδίως στην οικονομία, δεν είναι απλώς πρωτοφανείς, αλλά μπορεί να αλλάξουν και την κανονικότητα του πλανήτη εάν διαρκέσουν μέχρι το θέρος και μάλιστα με αυξανόμενη ένταση και έκταση. Πέραν των ιατρικών και οικονομικών δεδομένων που διαμορφώνονται, παρουσιάζουν ενδιαφέρον και τα συμπεράσματα που μπορεί να εξάγει κάποιος από τις επιπτώσεις της επέλασης του Coved-19 στις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις.

Καταρχάς, σχεδόν άπαντες παραδέχονται ότι η κυβέρνηση γενικά διαχειρίζεται με επάρκεια το πρόβλημα. Ακόμη και αυτοί που δεν έχουν ψηφίσει τη Ν.Δ. ή ιδεολογικά δεν συμφωνούν μαζί της αποδέχονται ότι οι αποφάσεις και τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι σωστά και, με εξαίρεση την περίπτωση της Εκκλησίας, ελήφθησαν έγκαιρα και οπωσδήποτε τα αντανακλαστικά που επέδειξε ήταν καλύτερα όχι μόνον από την Ιταλία, αλλά ακόμη και από τη Γαλλία, την Ισπανία, τις ΗΠΑ και σειρά άλλων χωρών που θεωρούνται, και είναι, καλύτερα οργανωμένες από την Ελλάδα. Στα συν της κυβέρνησης προσμετράται και η επικοινωνιακή της στρατηγική. Οχι μόνο ο τρόπος, αλλά και τα πρόσωπα που έχουν επιλεγεί για την καθημερινή διαχείριση του προβλήματος σού δημιουργούν αισθήματα ασφάλειας και εμπιστοσύνης.

Ακόμη και η συχνή εμφάνιση του πρωθυπουργού με διαγγέλματα προς τους πολίτες εκλαμβάνεται θετικά από τους πολίτες. Τουλάχιστον μέχρι τώρα και αν δεν υπάρξει, στο μέλλον, υπερβολή. Σε περιόδους σοβαρής και απρόβλεπτης κρίσης η κοινωνία χρειάζεται καθοδήγηση και οι πολίτες -από ψυχολογικής άποψης, όπως αποφαίνονται οι ειδήμονες- έχουν ενδόμυχα την ανάγκη ενός «πατερούλη». Ο πρωθυπουργός και οι επιτελείς του φαίνεται ότι ακολουθούν πιστά αυτό το μοντέλο και, μέχρι τώρα, αποδεικνύεται αποτελεσματικό για το Μαξίμου.

Εξάλλου, σε κατʼ ιδίαν συνομιλίες, το παραδέχονται και οι πολιτικοί τους αντίπαλοι. Και είναι λογικό αφού σε περιόδους κρίσης οι πολίτες έχουν την τάση να συσπειρώνονται γύρω από την ηγεσία τους. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝ.ΑΛ., το ΚΚΕ, είναι σχεδόν απαγορευτικό να ασκήσουν, τούτες τις ώρες, αντιπολίτευση υψηλών τόνων, όχι μόνο επειδή δεν έχουν να καταμαρτυρήσουν σοβαρά λάθη στην κυβέρνηση, αλλά και επειδή τυχόν αντικυβερνητική πολεμική δεν θα έχει μεγάλο ακροατήριο. Στους Τσίπρα, Γεννηματά, Κουτσούμπα είναι, όπως και με τον Εβρο, εξαιρετικά δύσκολο να επιτεθούν στον πρωθυπουργό για τον κορωνοϊό. Και ο λόγος είναι γιατί τόσο οι πρόσφυγες -και ιδίως ο τρόπος που τους χρησιμοποιεί ο Ερντογάν- όσο και ο κορωνοϊός είναι έξωθεν απειλές, για τις οποίες όχι μόνο δεν ευθύνεται η κυβέρνηση, αλλά και ο τρόπος με τον οποίον τους αντιμετωπίζει, όπως καταγράφουν και οι δημοσκοπήσεις, συναντά ευρύτερη αποδοχή - καταφανώς μεγαλύτερη από την πολιτική και εκλογική επιρροή του συντηρητικού κόμματος, του οποίου ηγείται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που τα κόμματα της αντιπολίτευσης εμφανίζονται συμπληρωματικά της κυβέρνησης.

Κάνουν προτάσεις είτε διορθωτικές των κυβερνητικών μέτρων είτε δηλώνουν ικανοποίηση όταν οι παρατηρήσεις τους γίνονται δεκτές από τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του. Βεβαίως, υπάρχουν και οι κακόβουλοι, οι οποίοι τη συμπεριφορά χαμηλών τόνων, την υπεύθυνη και λελογισμένη κριτική, ιδίως του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τη βαφτίζουν «λούφα και παραλλαγή», χαρακτηρισμό που όμως δεν αποδέχεται ο πρωθυπουργός αφού, όπως λένε συνεργάτες του, ο Κυριάκος δεν έχει να καταμαρτυρήσει κάτι αρνητικό στη στάση του Αλέξη, τόσο για τον Εβρο όσο και για τον κορωνοϊό, αντίθετα θεωρεί πως αντικειμενικά τον βοηθά στα όσα διεκδικεί, ως υλική βοήθεια και έμπρακτη αλληλεγγύη, η χώρα από τους Ευρωπαίους εταίρους της.

Πάντως, και ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό που μπορεί να αποδώσει κάποιος στην τακτική του τέως πρωθυπουργού στα μείζονα προβλήματα (Εβρος - κορωνοϊός) που ανέκυψαν τον τελευταίο μήνα, το σίγουρο είναι ότι τον αναγκάζει να ξανασκεφτεί τη στρατηγική του έναντι της κυβέρνησης, αλλά και για τη μετεξέλιξη του κόμματός του. Εκ των πραγμάτων θα χρειαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει τις προτεραιότητες, το πρόγραμμα και τη στρατηγική του, εφόσον βεβαίως θέλει να ξαναγίνει ελκυστικός στην πλειοψηφία των πολιτών. Τα νέα δεδομένα έχουν διαμορφώσει μια άλλη πραγματικότητα από αυτήν που το συνέδριο του Μαΐου, όπως σχεδίαζαν, θα έπρεπε να ανιχνεύσει και να δώσει απαντήσεις.

Η ομφαλοσκόπηση για την Αριστερά και την τοξικότητα του Κέντρου, οι πασοκογενείς, ο i-syriza, οι «+53», η προεδρική πλειοψηφία και η αριστερή μειοψηφία, όλα αυτά που απασχολούσαν τις προσυνεδριακές διαδικασίες της Κουμουνδούρου είναι όχι μόνο εκτός κλίματος, αλλά και αναντίστοιχα με τον προβληματισμό, τις αγωνίες και τις αναζητήσεις της κοινωνίας. Ειδικά, η επέλαση του κορωνοϊού και οι ανυπολόγιστες οικονομικές επιπτώσεις στο εγχώριο και ευρωπαϊκό γίγνεσθαι (αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη εφόσον δεν αναχαιτιστεί σε προβλεπτό χρόνο) καθιστά παλιομοδίτικους και εκτός εποχής τους προβληματισμούς, τις αναζητήσεις και τις προτεραιότητες της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και του συνόλου των κομμάτων.

Κλείσιμο
Στις μέρες μας δεν είναι μόνο η παγκοσμιοποιημένη οικονομία, αλλά και οι ασύμμετρες απειλές, οι μεγάλες ασθένειες, η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση, ο ψηφιακός κόσμος και οι κυβερνοεπιθέσεις, η γενιά του 5G που χρήζουν απαντήσεων από τους πολιτικούς και τα κόμματα. Είναι δε λάθος κάθε φορά που έχουμε το αιφνίδιο ξέσπασμα μιας υπερεθνικής απειλής, όπως για παράδειγμα ο Covid-19, να επιχειρείται από ορισμένους να το φορέσουν στα στενά παπούτσια ιδεοληψιών ή εγχώριων αντιθέσεων. Τα κόμματα χρειάζεται να αναστοχαστούν, να προχωρήσουν σε νέες πολιτικές και θεωρητικές επεξεργασίες, να επινοήσουν νέες πολιτικές, να αναθεωρήσουν εκ βάθρων τις αντιλήψεις τους για το κράτος, τη διακυβέρνηση, τη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και οπωσδήποτε τη θέση των ιδίων στην κοινωνία και σε συνάρτηση με τις ανάγκες, τις αγωνίες και τις επιδιώξεις των πολιτών. Και δεν είναι μόνο η Αριστερά, αλλά και η Δεξιά που πρέπει να ξανασκεφτεί τα πράγματα.

Ο «κινέζικος ιός», όπως αποκαλεί ο Ντόναλντ Τραμπ τον κορωνοϊό, το πρώτο που έπληξε είναι τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο. Η συμπεριφορά που επέδειξαν αυτός, αλλά και ο ομόσταυλός του Μπόρις Τζόνσον στην Αγγλία, έδειξαν ότι για την κοινωνία εξίσου επικίνδυνος με τον αριστερό λαϊκισμό είναι και ο δεξιός. Οσοι μέχρι πρότινος έπιναν νερό στο όνομά τους, τώρα τους φτύνουν όπως το ξινισμένο κρασί.

Αν ο φόβος και οι επιπτώσεις του κορωνοϊού στην υγεία, στη ζωή, στην καθημερινότητα, στην εργασία, στην οικονομία είναι λόγοι που συσπειρώνουν τους πολίτες γύρω από την κυβέρνηση και η αλλαγή της πραγματικότητας επιβάλλει στα κόμματα να αναθεωρήσουν συμπεριφορές, πολιτικές και προτεραιότητες, το τρίτο στοιχείο που παρουσιάζει ενδιαφέρον και το οποίο, εν πολλοίς, θα καθορίσει και τις εξελίξεις στον εγχώριο πολιτικό και δημόσιο βίο είναι η επόμενη μέρα, τα μετά τον κορωνοϊό. Σήμερα η κυβέρνηση τα πάει καλά, καλύτερα ίσως και από τον πιο αισιόδοξο οπαδό της, αύριο όμως, όταν θα πρέπει να μαζέψει τα συντρίμμια που θα έχει αφήσει, πρωτίστως στην οικονομία, ο Covid-19, θα αναγκαστεί να διαχειριστεί μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Και οικονομικά και κοινωνικά. Και επειδή, ως είθισται, οι πολίτες έχουν την τάση, όταν τελειώνει η εποχή της ταλαιπωρίας τους, να ξεχνούν τους «σωτήρες» τους, τα ζόρικα για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι όταν θα χρειαστεί να λάβει ακόμη και επώδυνα μέτρα για την αποκατάσταση της ζημιάς που υπέστησαν επιχειρήσεις και εργαζόμενοι. Η διαχείριση της κρίσης, με τον τρόπο που γίνεται, ανεβάζει τις μετοχές του πρωθυπουργού και του κόμματός του.

Η εποχή της ανασυγκρότησης θα είναι, πιθανότατα, το πρόβλημα. Η εμπειρία διδάσκει ότι όταν η κρίση τελειώνει, είθισται τα σπασμένα να τα πληρώνει η κυβέρνηση, ακόμη κι αν διαχειρίστηκε αποτελεσματικά και με επάρκεια τα προβλήματα. Ενδόμυχα οι πολίτες δεν θέλουν να θυμούνται την εποχή που ταλαιπωρήθηκαν και κατά συνέπεια και αυτούς που πρωταγωνίστησαν, ασχέτως αν ο ρόλος τους ήταν θετικός ή αρνητικός. Η ιστορία -όχι μόνο η εγχώρια αλλά και παγκόσμια- βρίθει από παραδείγματα και δεν χρειάζεται να θυμήσουμε κάποια εξ αυτών.

Προφανώς αυτό ο Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του το γνωρίζουν. Το ίδιο και ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά και οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί, καθώς και οι δημοσιολογούντες. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θεωρεί ότι ο πρωθυπουργός μπορεί το φθινόπωρο, εφόσον η κρίση τελειώσει μέχρι το καλοκαίρι, να προκηρύξει ακόμη και πρόωρες εκλογές. Δεν αποκλείει ο Μητσοτάκης να ζητήσει ανανέωση της λαϊκής εντολής για να προλάβει την κυβερνητική φθορά που θα έχουν τα, βασίμως πιθανολογούμενα, επώδυνα και σκληρά μέτρα ανάταξης της οικονομίας.

Μάλιστα, η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες μπορεί, από το Μαξίμου, να στολιστεί και με το επιχείρημα: να κάψουμε τώρα την απλή αναλογική αφού η διαχείριση της επόμενης μέρας είναι πολύ σοβαρή υπόθεση και χρειάζεται να δοθεί η εντολή στον Μητσοτάκη να συνεχίσει το (ανορθωτικό εφεξής) έργο της η κυβέρνηση. Είναι μια εκτίμηση, την ορθότητα της οποίας συμμερίζονται ακόμη και κυβερνητικοί παράγοντες αφού σχεδόν άπαντες έχουν τη γνώμη ότι τα προβλήματα που θα κληροδοτήσει ο κορωνοϊός θα είναι πολλά και μεγάλα και η ανασυγκρότηση της χώρας θα χρειαστεί αποφάσεις που συνεπάγονται αυξημένο πολιτικό κόστος, και τις οποίες πιο εύκολα θα λάβει μια κυβέρνηση με νωπή τη λαϊκή εντολή. Προϋπόθεση βεβαίως για μια τέτοια απόφαση είναι η κρίση να έχει λήξει μέχρι το φθινόπωρο...
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης