Το ανέκδοτο της πάταξης της διαφθοράς
Αντώνης Πανούτσος
Το ανέκδοτο της πάταξης της διαφθοράς
Μου θυμίζει ένα από τα ανέκδοτα με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου ο Κομαντάντ έχει φωνάξει τους Εβραίους και τους λέει: «Εχω καλά και κακά νέα. Πρώτα τα καλά. Μετά από δύο χρόνια θα αλλάξετε ρούχα».
Μου θυμίζει ένα από τα ανέκδοτα με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου ο Κομαντάντ έχει φωνάξει τους Εβραίους και τους λέει: «Εχω καλά και κακά νέα. Πρώτα τα καλά. Μετά από δύο χρόνια θα αλλάξετε ρούχα». Ακολουθεί ενθουσιασμός στην πλατεία. «Και τώρα τα κακά: ο Ιακώβ θα δώσει τα ρούχα του στον Ισαάκ. Ο Ισαάκ θα δώσει τα ρούχα του στον Μωυσή». Κάτι τέτοιο μου θυμίζει η απόφαση της υπουργού Αννας Διαμαντοπούλου να αντικατασταθούν οι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Ιδιωτικών Επενδύσεων επειδή δύο από αυτούς πιάστηκαν να τα παίρνουν. Ελπίζω να αντικατασταθούν από υπαλλήλους της Πολεοδομίας, που τα έπιαναν για να δίνουν άδειες σε οικοδομές.
Εκτός της αποτελεσματικότητας του Δημοσίου, που δεν μπορεί να απολύσει δημόσιο υπάλληλο εκτός αν το αποφασίσει υπηρεσιακό συμβούλιο που από τα τρία του μέλη τα δύο είναι δημόσιοι υπάλληλοι, εντύπωση κάνει και η ταχύτητα. Η καταγγελία του επιχειρηματία είχε γίνει το 2005 και η έρευνα στους λογαριασμούς των υπαλλήλων της Διεύθυνσης Ιδιωτικών Επενδύσεων ξεκίνησε το 2012. Δηλαδή για επτά χρόνια όποιοι υπάλληλοι τα έπαιρναν μπορούσαν να αγοράζουν σπίτια, αυτοκίνητα και να καταθέτουν χρήματα σε λογαριασμούς φίλων και συγγενών την ώρα που η καταγγελία ωρίμαζε σε κάποια συρτάρια.
Θα είχε όμως ενδιαφέρον η Αννα Διαμαντοπούλου ή όποιος υπουργός πάει στο Ανάπτυξης να δει το θέμα από μια διαφορετική σκοπιά, όχι αν τα λεφτά που είχαν δοθεί για επενδύσεις δόθηκαν νομότυπα, αν τα δικαιολογητικά υπάρχουν στους φακέλους και η σφραγίδα έχει χτυπηθεί καθαρά αλλά τι απέγινε με τις επενδύσεις των οποίων η χρηματοδότηση εγκρίθηκε. Τι τζίρο έκαναν, τι δουλειές έδωσαν και πόσο χρόνο φτούρησαν, κι αυτό γιατί οι δημόσιες υπηρεσίες φτιάχτηκαν να υπηρετούν τον τύπο και όχι την ουσία. Το αντικείμενο αυτού που ενέκρινε την επένδυση ήταν να βρίσκεται μια ασφαλής φόρμουλα για την οποία κανένας δεν θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για μια επένδυση που ακουγόταν παραγωγική, να πέσει και το υπονοούμενο «έχω ένα ξαδελφάκι που για 10% από αυτό που θα εγκριθεί μπορεί να κάνει τη μελέτη» και ο φάκελος γραφειοκρατικά να είναι άψογος. Τώρα αν έπειτα από έναν χρόνο η επένδυση είχε βγει μπάφα ποιον ενδιέφερε; Τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης να ήταν καλά και τα γράμματα διαδεχόντουσαν το ένα το άλλο μέχρι τη μέρα που στην Ευρώπη καταλάβανε ότι τους κοροϊδεύαμε.
Το Ελληνικό Δημόσιο είναι καιρός να απαλλαχθεί από τη λανθασμένη εντύπωση ότι βάζοντας ελεγκτές να ελέγχουν άλλους ελεγκτές που ελέγχονται από άλλους θα σταματούσε τη διαφθορά. Το μόνο που κατάφερνε ήταν όσοι ζητούσαν το κατιτίς για να εγκρίνουν μια μελέτη να ζητάνε και το κάτι παραπάνω για να δώσουνε στους προϊσταμένους τους ώστε να δώσουν την έγκριση. Δεν χρειάζονται χίλιοι ελεγκτές, αλλά ένα σύστημα όπου αυτός που θα πιαστεί στα πράσα δεν πάει από τη μια υπηρεσία του Δημοσίου στην άλλη, αλλά στον διάολο και ακόμα παραπέρα.
Οι αιτησιογράφοι
Εκτός του ότι το Ελληνικό Δημόσιο είχε δημιουργήσει ένα νέο επάγγελμα, «του δημοσίου υπαλλήλου», δημιουργούσε αντίστοιχα «επαγγέλματα» στον ιδιωτικό τομέα για να το βοηθάνε, όπως τους αλησμόνητους αιτησιογράφους. Τους θυμάμαι να κάθονται στην πλατεία του Δημοτικού Θεάτρου στον Πειραιά. Αδύνατοι, φορώντας γκρίζα κοστούμια που είχαν να καθαριστούν δεκαετίες, κάθονταν σε χαμηλά καρεκλάκια μπροστά από μικροσκοπικά γραφεία δίπλα στο «Χαϊλάιφ» και συμπλήρωναν αιτήσεις.
Τα χαρτόσημα
Εγραφαν το όνομά σου και τη διεύθυνσή σου και μετά άρχιζαν να συμπληρώνουν την αίτηση στα δικά τους ελληνικά που είχαν φτιαχτεί για να γράφονται από τους ίδιους και να διαβάζονται από τους δημόσιους υπαλλήλους μέσα στο κτίριο. «Ο κάτωθι υπογεγραμμένος ευπειθώς αιτούμαι τη χορήγηση…», τη χορήγηση οτιδήποτε. Μπορούσε να ήταν ένα πιστοποιητικό γέννησης που το έπαιρνες σε διήμερο, ένα πιστοποιητικό ποινικού μητρώου που χρειαζόταν μία εβδομάδα ή ένα πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων που ήθελε έναν μήνα και έπρεπε να το πας σε κλειστό φάκελο στην Ασφάλεια του Τμήματος της περιοχής σου. Μετά ευπειθώς υπέγραφες και ευπειθέστερα άρχιζες να πληρώνεις τα χαρτόσημα που η διαστροφή του Ελληνικού Δημοσίου είχε εφεύρει. «Εχουμε και λέμε: χαρτόσημο υπέρ του Ταμείου Νομικών: δύο δραχμές» και ο αιτησιογράφος έγραφε με το μολύβι σε ένα χαρτάκι δύο και τριάντα. «Χαρτόσημο υπέρ του Ταμείου Δημοτικών Υπαλλήλων: μία δραχμή». Στο χαρτάκι μία δραχμή και δέκα λεπτά. «Υπέρ Προνοίας των τριών δραχμών». Στο χαρτάκι 3,5. Και κάποια στιγμή ο αιτησιογράφος τελείωνε τη σούμα και σου έλεγε: «Χρωστάτε 19 δραχμές και 20 λεπτά». Του έδινες 20, σου έδινε με κάθε τύπο τα ρέστα και πήγαινες να καταθέσεις στη δημόσια υπηρεσία την αίτησή σου έχοντας δώσει ψωμί σε έναν άνθρωπο που για να το κερδίσει το ελληνικό κράτος είχε εφεύρει μια γλώσσα στην οποία μόνο αυτός μπορούσε να γράψει και είχε ζητήσει μισή ντουζίνα χαρτόσημα που σου τα είχε δώσει με καπέλο γιατί αν πήγαινες να τα μαζέψεις μόνος σου από υπηρεσία σε υπηρεσία, θα είχες κάνει το τουρ της Αθήνας και του Πειραιά και θα μάζευες χαρτιά που θα δένονταν μέσα σε έναν μπλε φάκελο με έναν φιόγκο και θα πετάγονταν σε ένα υπόγειο που κανένας δεν θα μπορούσε να τα ξαναβρεί.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα