Ας έχουμε τουλάχιστον δικαιοσύνη
Αντώνης Πανούτσος

Αντώνης Πανούτσος

Ας έχουμε τουλάχιστον δικαιοσύνη

Ο πολιτικός δεν ένας σούπερ γκρουπιέρης που πρέπει να μοιράζει λεφτά στον κόσμο και όσο περισσότερα δίνει τόσο πιο ευχαριστημένος να είναι. Το χρήμα παίζει φυσικά σημαντικό ρόλο, αλλά ο πολιτικός φροντίζει ώστε ο κόσμος να αισθάνεται ασφαλής στο σπίτι και τον δρόμο, περήφανος για το πώς τον αντιμετωπίζουν οι ξένοι και κυρίως να έχει την αίσθηση ότι στη χώρα και μπροστά στα δικαστήριά της δεν υπάρχουν προνομιούχοι. Φυσικά, η αλήθεια είναι πικρή. Σε καμία χώρα οι πολίτες δεν είναι ίδιοι, σχεδόν σε όλες το χρήμα μπορεί να αγοράσει υπεράσπιση και δικαιοσύνη, αλλά έστω σε κάποιες περιπτώσεις το κράτος και οι πολιτικοί του πρέπει να προβάλουν την εικόνα της ισότητας. Να καλύπτουν την αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου να βλέπει τους κακούς να τιμωρούνται, αν είναι δυνατόν παραδειγματικά.

Εκτός από διάφορες σκόρπιες φορές, η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου δεν κατόρθωσε όχι να ικανοποιήσει αλλά ούτε να καταλάβει τη συγκεκριμένη ανάγκη. Κατά καιρούς, όταν αισθανόταν πιεσμένη, έβγαζε κάποιες ειδήσεις με γαργαλιστικές λεπτομέρειες, αλλά από τα «ένας γιατρός στο Κολωνάκι δήλωνε έξι χιλιάρικα τον χρόνο» και «μία τραγουδίστρια στη Γλυφάδα είχε παράνομη πισίνα 50 μέτρων» μια χώρα που έχει συνηθίσει να διαβάζει ότι ο μέσος όρος εισοδήματος των γιατρών στο Κολωνάκι είναι ίσος με του ανειδίκευτου εργάτη και ότι οι τραγουδιστές μπορούν έχουν παράνομες πισίνες μόνο των 50 μέτρων, γιατί δεν κολυμπάνε πιο μακριά, δεν εντυπωσιαζόταν. Η έρευνα όμως για τα στημένα στο ποδόσφαιρο ήταν διαφορετική. Πρώτον, δεν ήταν αρπακολλατζίδικη, αλλά διήρκεσε ενάμιση χρόνο. Δεύτερον, δεν αφορούσε τους δύο-τρεις αδύναμους και μικρούς, αλλά τα μεγαλύτερα ονόματα στον χώρο. Τρίτον, ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο. Με αυτό που έχει πει ο Μπιλ Σάνκλι ότι «δεν είναι θέμα ζωής και θανάτου. Είναι κάτι πολύ σημαντικότερο».

Ο πολιτικός δεν ένας σούπερ γκρουπιέρης που πρέπει να μοιράζει λεφτά στον κόσμο και όσο περισσότερα δίνει τόσο πιο ευχαριστημένος να είναι. Το χρήμα παίζει φυσικά σημαντικό ρόλο, αλλά ο πολιτικός φροντίζει ώστε ο κόσμος να αισθάνεται ασφαλής στο σπίτι και τον δρόμο, περήφανος για το πώς τον αντιμετωπίζουν οι ξένοι και κυρίως να έχει την αίσθηση ότι στη χώρα και μπροστά στα δικαστήριά της δεν υπάρχουν προνομιούχοι. Φυσικά, η αλήθεια είναι πικρή. Σε καμία χώρα οι πολίτες δεν είναι ίδιοι, σχεδόν σε όλες το χρήμα μπορεί να αγοράσει υπεράσπιση και δικαιοσύνη, αλλά έστω σε κάποιες περιπτώσεις το κράτος και οι πολιτικοί του πρέπει να προβάλουν την εικόνα της ισότητας. Να καλύπτουν την αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου να βλέπει τους κακούς να τιμωρούνται, αν είναι δυνατόν παραδειγματικά.

Εκτός από διάφορες σκόρπιες φορές, η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου δεν κατόρθωσε όχι να ικανοποιήσει αλλά ούτε να καταλάβει τη συγκεκριμένη ανάγκη. Κατά καιρούς, όταν αισθανόταν πιεσμένη, έβγαζε κάποιες ειδήσεις με γαργαλιστικές λεπτομέρειες, αλλά από τα «ένας γιατρός στο Κολωνάκι δήλωνε έξι χιλιάρικα τον χρόνο» και «μία τραγουδίστρια στη Γλυφάδα είχε παράνομη πισίνα 50 μέτρων» μια χώρα που έχει συνηθίσει να διαβάζει ότι ο μέσος όρος εισοδήματος των γιατρών στο Κολωνάκι είναι ίσος με του ανειδίκευτου εργάτη και ότι οι τραγουδιστές μπορούν έχουν παράνομες πισίνες μόνο των 50 μέτρων, γιατί δεν κολυμπάνε πιο μακριά, δεν εντυπωσιαζόταν. Η έρευνα όμως για τα στημένα στο ποδόσφαιρο ήταν διαφορετική. Πρώτον, δεν ήταν αρπακολλατζίδικη, αλλά διήρκεσε ενάμιση χρόνο. Δεύτερον, δεν αφορούσε τους δύο-τρεις αδύναμους και μικρούς, αλλά τα μεγαλύτερα ονόματα στον χώρο. Τρίτον, ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο. Με αυτό που έχει πει ο Μπιλ Σάνκλι ότι «δεν είναι θέμα ζωής και θανάτου. Είναι κάτι πολύ σημαντικότερο».

Με 83 υπόπτους, που προβλέπονται σύντομα να περάσουν τους 100, κάποιοι σύντομα θα αποδειχθεί ότι ήταν αθώοι. Σε αυτό το σημείο, ως συνήθως, θα γίνει η προσπάθεια να αποθαρρυνθεί ο κόσμος. Τα παπαγαλάκια του ποδοσφαιρικού υποκόσμου θα βγουν για να φωνάζουν ότι «εμείς τα λέγαμε ότι, όπως πάντα, τίποτα δεν θα γίνει». Και θα το λένε επειδή αυτό ακριβώς θα θέλουν, να μη γίνει τίποτα. Αν όμως η έρευνα προχωρήσει, η δίκη γίνει σύντομα και οι αποφάσεις ακουμπήσουν όλους, αυτό θα είναι το πρώτο μήνυμα στον κόσμο ότι κάτι αλλάζει. Οτι η ιστορία μπορεί να ξεκίνησε με το ποδόσφαιρο, τον Ψωμιάδη και τον Μπέο, αλλά μπορεί να συνεχιστεί και στην πολιτική. Αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να δώσει χρήμα, ας δώσει τουλάχιστον δικαιοσύνη. Αμεση, αυστηρή και προς όλες τις κατευθύνσεις.

Η Παράγκα
Η Παράγκα, που σαν όρος πέρασε στην ελληνική ποδοσφαιρική γλώσσα, προέρχεται από την άγνοια της αθλητικής δημοσιογραφίας. Θέλοντας να συνδυάσει το όνομα του Θωμά Μητρόπουλου με το σκάνδαλο που ξέσπασε το 1998, κάποιος αθλητικογράφος θυμήθηκε το κλασικό έργο της αμερικάνικης λογοτεχνίας του 19ου αιώνα της Χάριετ Μπίτσερ Στόου. Αντί όμως να το γράψει «Η καλύβα του μπαρμπα-Θωμά» λόγω άγνοιας ανέφερε την ομάδα των ατόμων που έστηναν τους αγώνες σαν «Παράγκα του μπαρμπα-Θωμά» στέλνοντας το ξεχασμένο βιβλίο στην Ιστορία.
Κλείσιμο

Η γλώσσα
Το επόμενο στοιχείο που πέρασε στην Ιστορία την «Παράγκα του Θωμά» ήταν η γλώσσα. Ονόματα όπως ο «Περίεργος» ή ο «Κοκαλιάρης» έγραφαν αυτόματα στη μνήμη, όπως και εκφράσεις τύπου «θέλεις να σου το κάνω πενηνταράκια;» που χρησιμοποιούσε ο Θωμάς όταν χρειαζόταν να δώσει εξηγήσεις σε κάποιον από τους παράγοντες του ποδοσφαίρου. Οι πιασιάρικες, όμως, λέξεις και εκφράσεις της Παράγκας διαστρέβλωσαν τη σημασία της. Η Παράγκα πέρασε στην Ιστορία σαν ένα όχημα που έστηνε τα ματς του Ολυμπιακού, ενώ στην πραγματικότητα ήταν ένα murder incorporated που διαιτητικά εξυπηρετούσε τα συμφέροντα του Ολυμπιακού αλλά τα σοβαρά λεφτά τα έβγαζε στήνοντας ματς άλλων ομάδων.

Η τακτική
Κάποια στοιχεία της παλιάς Παράγκας διακρίνονται και στη νέα. Οχι μόνο στα άτομα αλλά και στην τακτική που δείχνει παράγοντες ομάδων, όπως ο Αχιλλέας Μπέος, να ασχολούνται με αποτελέσματα τρίτων, όπως του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού. Επίσης εμφανίζονται παράγοντες να μιλάνε με άλλους σε γλώσσα και όρους που είναι ακατάληπτοι ακόμα και σε γνώστες της πιάτσας, όπως συμβαίνει με τη συνομιλία Νίκου Πατέρα και Ψωμιάδη, που αναφέρεται στον «Ψηλό Σισέ».

Η διαφορά
Τέλος, η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο 1998 και το 2011 είναι ο πληθωρισμός. Στις κασέτες του ’98 αναφερόντουσαν οι περισσότερες ομάδες. Στου 2011 εμπλέκονται σχεδόν όλες, με μία διαφορά:
η Παράγκα του ’11 δεν δείχνει τόσο ισχυρή όσο του ’98. Ασχολείται μόνο με τα αποτελέσματα ομάδων που αφορούν την κατηγορία των ατόμων που συνομιλούν, ενώ το ’98 μπορούσε να ακουστεί ότι το ματς του Ετσι με τον Γιουβέτσι πρέπει να λήξει έτσι ή αλλιώς χωρίς όμως κάθε φορά να αναφέρεται το όνομα του «Μεγάλου». Συμπερασματικά, στις κασέτες του ’98 ο Θωμάς μιλάει και ακούς το σύστημα. Στου ’11 ο Μπέος μιλάει και ακούς έναν παράγοντα επαρχιακής ομάδας που προσπαθεί να εξυπηρετήσει τα αφεντικά του.

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης