Υπογονιμότητα: Το πρόβλημα και η αντιμετώπιση

Υπογονιμότητα: Το πρόβλημα και η αντιμετώπιση

Η καθυστερημένη απόφαση για απόκτηση παιδιού δημιουργεί το συγκεκριμένο πρόβλημα στο 15% των ζευγαριών - Η συμμετοχή του άντρα στο πρόβλημα της υπογονιμότητας αφορά στο 40%, της γυναίκας στο άλλο 40%, ενώ σε ποσοστό 20% το αίτιο παραμένει αδιευκρίνιστο


Υπογονιμότητα: Το πρόβλημα και η αντιμετώπιση
Υπογονιμότητα καλείται η αδυναμία σύλληψης ύστερα από ένα έτος προσπάθειας, με τακτές φυσιολογικές επαφές του ζεύγους. Η καθυστερημένη απόφαση για απόκτηση παιδιού οδηγεί ένα ποσοστό 15% των ζευγαριών σε πρόβλημα υπογονιμότητας. 

Η γονιμότητα της γυναίκας όσο περνάει η ηλικία της ελαττώνεται. Η ελάττωση αυτή γίνεται εντονότερη μετά τα 38 χρόνια. Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί, ως ποσοστό, οι γυναίκες που συμμετέχουν στην αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα η απόφαση για απόκτηση παιδιού να μετατίθεται σε μεγαλύτερη ηλικία. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι σε ιατρικά συγγράμματα προ 50 ετών διαβάζαμε «παρήλιξ πρωτοτόκος 30 ετών». Σήμερα οι μισές περίπου γυναίκες στην Ελλάδα αποκτούν το πρώτο τους παιδί μετά τα 30 χρόνια.

Η συμμετοχή του άνδρα στο πρόβλημα της υπογονιμότητας αφορά στο 40%, της γυναίκας στο άλλο 40%, ενώ σε ποσοστό 20% το αίτιο παραμένει αδιευκρίνιστο. Οσον αφορά στον ανδρικό παράγοντα, το πρόβλημα εστιάζεται στην ποιότητα του σπέρματος. Ανωμαλία στον αριθμό των σπερματοζωαρίων (ολιγοσπερμία), στην κινητικότητά τους (ασθενοσπερμία) και στη μορφολογία τους (τερατοσπερμία) οδηγεί σε υπογονιμότητα. Οσον αφορά στον γυναικείο παράγοντα υπογονιμότητας, ως πρώτη αιτία αναφέρουμε το πρόβλημα στη διάβαση των σαλπίγγων. Ο έλεγχος της διάβασης γίνεται με την υστεροσαλπιγγογραφία. Είναι μια ανώδυνη ακτινολογική εξέταση που γίνεται χωρίς αναισθησία σε καθορισμένες ημέρες του κύκλου της γυναίκας (6η-10η ημέρα του κύκλου). Δεύτερο γυναικείο αίτιο υπογονιμότητας είναι οι ορμονικές διαταραχές. Ανωμαλία στη λειτουργία της υπόφυσης, του θυρεοειδούς ή των ίδιων των ωοθηκών (σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών) μπορεί να οδηγήσει σε αραιομηνόρροια (κύκλος μεγαλύτερος των 40 ημερών) ή ακόμα και σε αμηνόρροια (μη εμφάνιση περιόδου). Αποτέλεσμα των ανωμαλιών αυτών είναι η γυναίκα να μην απελευθερώνει ωάριο από τις ωοθήκες, άρα να αποκλείεται η κύηση. Η διερεύνηση του αιτίου γίνεται με ορμονικούς προσδιορισμούς στο αίμα της γυναίκας (μετά από αιμοληψία) και με διακολπικό υπερηχογράφημα όπου ο γυναικολόγος θα διαπιστώσει το μέγεθος των ωοθηκών (ογκομέτρηση), καθώς και την επάρκεια αυτών σε ωοθυλάκια, άρα και ωάρια.  

Κλείσιμο
Τρίτο γυναικείο αίτιο υπογονιμότητας είναι η ενδομητρίωση. Είναι μια ασθένεια που δεν ξέρουμε πού οφείλεται. Κύτταρα του ενδομητρίου (του εσωτερικού της μήτρας) εμφυτεύονται στην περιτοναϊκή κοιλότητα (κοιλιά) ή πάνω σε όργανα της κοιλίας, όπως στις ωοθήκες, στις σάλπιγγες, στο έντερο. Τα κύτταρα αυτά δημιουργούν φλεγμονή ή μπορεί να δημιουργήσουν κύστεις (σοκολατοειδείς). Η ενδομητρίωση μέσω της φλεγμονής επηρεάζει τη γονιμότητα της γυναίκας. Η διάγνωση γίνεται με το διακολπικό υπερηχογράφημα, αλλά κυρίως με τη λαπαροσκόπηση. Οταν όλος ο διαγνωστικός έλεγχος της υπογονιμότητας αποβεί φυσιολογικός, τότε αναφερόμαστε στην ανεξήγητη υπογονιμότητα. Αιτίες όπως το άγχος, η κακή διαπροσωπική σχέση του ζεύγους, η πίεση των συγγενών για τεκνοποίηση και οι απότομες αλλαγές του βάρους ενέχονται στο πρόβλημα αυτό.

Συμπερασματικά, οι πιο απαραίτητες εξετάσεις υπογονιμότητας περιλαμβάνουν το σπερμοδιάγραμμα, την υστεροσαλπιγγογραφία και το διακολπικό υπερηχογράφημα. Η αντιμετώπιση της υπογονιμότητας περιλαμβάνει:
α. την ενδομήτρια σπερματέγχυση, και 
β. την εξωσωματική γονιμοποίηση.

Η ενδομήτρια σπερματέγχυση περιλαμβάνει τη διέγερση των ωοθηκών της γυναίκας με χρήση χαπιών και ενέσεων, έτσι ώστε να αναπτυχθούν και να ωριμάσουν πάνω από ένα ωάρια. Μετά το υπερηχογράφημα καθορίζεται η ημέρα κατά την οποία ο γυναικολόγος θα τοποθετήσει τα σπερματοζωάρια μέσα στη μήτρα. Με τη μέθοδο αυτή αφενός αναπτύσσουμε περισσότερα από ένα ωάρια, αφετέρου βοηθάμε ένα προβληματικό σπέρμα (σπερματοζωάρια) να πλησιάσει στον τόπο της γονιμοποίησης, δηλαδή τις σάλπιγγες. Τα ποσοστά της επιτυχίας δεν ξεπερνούν το 20%.

Εναλλακτική μέθοδο της προηγούμενης αποτελεί η διέγερση των ωοθηκών με χάπια και ενέσεις και η προγραμματισμένη σεξουαλική συνεύρεση σε συγκεκριμένη ημέρα και ώρα. Ωστόσο, με τον τρόπο αυτό αυξάνεται το άγχος κυρίως του άνδρα, ο οποίος δείχνει να κυριαρχείται από έντονο στρες για να επιτευχθεί τόσο η σεξουαλική πράξη όσο και η εκσπερμάτιση. Η εξωσωματική γονιμοποίηση περιλαμβάνει διέγερση των ωοθηκών φαρμακευτικά με χρήση ενέσεων, έτσι ώστε να στρατολογήσουν και να ωριμάσουν όσο το δυνατόν περισσότερα ωάρια. Την κατάλληλη χρονική στιγμή, με τη βοήθεια κολπικού υπερηχογράφου και υπό νάρκωση (μέθη), συλλέγονται τα ωάρια. Την ίδια ημέρα τα ωάρια έρχονται σε επαφή με τα σπερματοζωάρια του συντρόφου. Από την επαφή αυτή θα προκύψει η γονιμοποίηση των ωαρίων και η δημιουργία των εμβρύων. Δύο με πέντε ημέρες μετά τη γονιμοποίηση θα ακολουθήσει η μεταφορά, συνήθως, 2 έως 3 εμβρύων στη μήτρα. Τα αποτελέσματα φθάνουν έως και 40% σε κλινικές κυήσεις.  Εφαρμόζοντας τις μεθόδους της ενδομήτριας σπερματέγχυσης ή της εξωσωματικής  γονιμοποίησης μπορεί να προκύψουν πολύδυμες κυήσεις (δίδυμες και σπάνια τρίδυμες). Συσχέτιση μεταξύ φαρμακευτικής θεραπείας και πιθανής ανάπτυξης καρκίνου δεν έχει αποδειχθεί. 

Τελικά θα πρέπει κάθε ζευγάρι που διεκδικεί τη γονιμότητά του να θυμάται ότι το σεξ είναι αποτέλεσμα επιθυμίας και διάθεσης, που πρέπει να εκφράζεται ακόμα και όταν η σεξουαλική συνεύρεση έχει στόχο τη γονιμοποίηση. 

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης