Σε μεγάλη μάστιγα εξελίσσονται οι ρευματικές παθήσεις, δηλαδή οι μη τραυματικές παθήσεις των αρθρώσεων, μυών, τενόντων τενόντων, οστών και σπονδυλικής στήλης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελληνικού Ιδρύματος Ρευματολογίας (ΕΙΡΕ), τουλάχιστον 2,5 εκατ. Έλληνες εμφανίζουν κάποια ρευματική πάθηση.
Οι ρευματικές παθήσεις ευθύνονται για το:
- 40% όλων των χρόνιων προβλημάτων υγείας
- 50% της μακροχρόνιας σωματικής ανικανότητας (αναπηρικές συντάξεις κ.λπ.)
- 25% των απουσιών από την εργασία και
- 20% της χρήσης υπηρεσιών υγείας (ιατρικές επισκέψεις, χρήση φαρμάκων).
Οι δυσμενείς τους επιπτώσεις μπορεί να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με δύο προϋποθέσεις, που μπορεί να εξασφαλιστούν με ενημέρωση του κοινού, την έγκαιρη διάγνωση και την ορθή θεραπευτική παρέμβαση. Ωστόσο, οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι Έλληνες ασθενείς δεν είναι χρήστες αυτών των δυνατοτήτων, διότι καθυστερούν πολύ να επισκεφθούν τους ειδικούς γιατρούς, δηλ. τους ρευματολόγους, με αποτέλεσμα τη μη ορθή διάγνωση και τη μη εφαρμογή σωστής θεραπείας και έτσι την πρόκληση μη αναστρέψιμων βλαβών στις αρθρώσεις ή/και σε άλλα όργανα, λειτουργικών διαταραχών ή και αναπηρίας.
Το κύριο αίτιο της καθυστέρησης στην επίσκεψη σε ρευματολόγους είναι ότι 87% των Ελλήνων δεν γνωρίζουν τι είναι οι ρευματικές παθήσεις ούτε γνωρίζουν ότι θα πρέπει να επισκεφθούν ρευματολόγους όταν εμφανίζουν πόνο μη τραυματικής αιτιολογίας σε αρθρώσεις, τένοντες, μέση ή αυχένα.