Κατά την αγόρευσή της η εισαγγελέας της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών επισήμανε ότι ήταν αποφασισμένη να σκοτώσει η «φόνισσα του Κορωπίου» το βράδυ εκείνο της 3ης Αυγούστου 2016, όταν έμπαινε στο σπίτι της εν διαστάσει συζύγου του συντρόφου της, ενώ τόνισε ότι «ήταν ένα προσχεδιασμένο έγκλημα» και προσέθεσε πρόκειται για ένα
έγκλημα βίαιο που διεπράχθη από μια νεαρή μητέρα.
Η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή της κατηγορουμένης για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.
Ειδικότερα, η εισαγγελέας της έδρας στην αγόρευση αναφέρθηκε στην χρόνια αντιδικία της κατηγορούμενης με το θύμα. Η παράλληλη σχέση που είχε επιλέξει να διατηρεί ο 41χρονος σύζυγος του θύματος και με τις δυο γυναίκες ήταν ο λόγος που έρχονταν σε αντιπαράθεση.
«Η κατηγορουμένη τον γνώρισε σε πολύ μικρή ηλικία, είχε αναπτύξει αισθηματικό δεσμό μαζί του και τη δική της οικογένεια και επιζητούσε διακαώς την κοινωνική αποκατάσταση και την αναγνώριση των παιδιών της» περιέγραψε η εισαγγελέας η οποία εξέφρασε την πεποίθηση ότι αυτό που ώθησε την 27χρονη στο έγκλημα ήταν το γεγονός ότι ο 41χρονος θέλησε να επικοινωνήσει με τα δυο παιδιά που είχε αποκτήσει με τη σύζυγο του η οποία είχε αποφασίσει να προχωρήσει τη ζωή της παίρνοντας διαζύγιο και εξασφαλίζοντας μια καλή διατροφή.
Παράλληλα, η εισαγγελέας κατά την αγόρευσή της, επιχείρησε να αποδομήσει έναν προς έναν όλους τους ισχυρισμούς της 27χρονης κατηγορουμένης που θέλησε να πείσει το δικαστήριο ότι την ώρα που έστρεφε το μαχαίρι σε βάρος του θύματος της βρισκόταν σε άμυνα προσπαθώντας να προστατεύσει το 2χρονο παιδί της που βρισκόταν μέσα στο αυτοκίνητό της. Σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό «άλλα προκύπτουν, όμως από τις μαρτυρικές καταθέσεις».