Ο Μάριο Ντράγκι και η ανεργία στην ευρωζώνη
Κώστας Μελάς
Ο Μάριο Ντράγκι και η ανεργία στην ευρωζώνη
Στη φετινή σύνοδο των Κεντρικών Τραπεζιτών (21-22 Αυγούστου) που διοργανώνει κάθε χρόνο η Federal Reserve of Kansas, το θέμα που ανέπτυξε ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι αφορούσε την ανεργία στην ευρωζώνη1.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΚΤ, η ευρωζώνη έχει υποστεί ένα βαθύ και ιδιαίτερα διαρκές αρνητικό shock στο ΑΕΠ, με σημαντικές συνέπειες στην απασχόληση. Αυτές παρουσιάζονται στην Γραφική Παράσταση 1, μαζί με την εξέλιξη του ποσοστού ανεργίας στις ΗΠΑ.
Γραφική παράσταση 1.
Από την συγκεκριμένη ΓΠ1 εύκολα συνάγεται ότι η οικονομία των ΗΠΑ βίωσε μια ξαφνική και άμεση αύξηση της ανεργίας αμέσως μετά την χρηματοπιστωτική κρίση, ενώ η ευρωζώνη βίωσε δύο αυξήσεις της ανεργίας οι οποίες συνδέονται με δύο συνεχείς υφέσεις του ΑΕΠ.
Από την αρχή του 2008 μέχρι το τέλος του 2011 η εικόνα και στις δύο περιοχές είναι όμοια: το ποσοστό ανεργίας αυξάνει απότομα , και μετά αρχίζει σταδιακά να πέφτει. Το γεγονός αυτό αντανακλά τις κοινές πηγές του shock : το συγχρονισμό του χρηματοπιστωτικού κύκλου μεταξύ των αναπτυγμένων οικονομιών, τη μείωση του παγκόσμιου εμπορίου και τη σημαντική διόρθωση στις τιμές των ακινήτων (κυρίως των κατοικιών).
Θα πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό, ότι, ο πρόεδρος της ΕΚΤ αποφεύγει να αναφερθεί ευθέως στην ομιλία του ότι και οι δύο περιφέρειες ακολούθησαν την ίδια οικονομική πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης, δηλαδή αυξάνοντας τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, προκειμένου να σταθεροποιήσουν τις οικονομίες τους και να τις επαναφέρουν στο δρόμο της μεγέθυνσης. Βεβαίως εμμέσως αναφέρει ότι : « Από τη δημοσιονομική πλευρά, οι μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες – δημόσια διοίκηση, εκπαίδευση, υγεία- συνεισέφεραν θετικά στην απασχόληση σε όλες τις χώρες κατά τη διάρκεια της πρώτης κρίσης , δημιουργώντας ένα είδος μαξιλαριού στο οικονομικό shock».
Γραφική παράσταση 1.
Από την συγκεκριμένη ΓΠ1 εύκολα συνάγεται ότι η οικονομία των ΗΠΑ βίωσε μια ξαφνική και άμεση αύξηση της ανεργίας αμέσως μετά την χρηματοπιστωτική κρίση, ενώ η ευρωζώνη βίωσε δύο αυξήσεις της ανεργίας οι οποίες συνδέονται με δύο συνεχείς υφέσεις του ΑΕΠ.
Από την αρχή του 2008 μέχρι το τέλος του 2011 η εικόνα και στις δύο περιοχές είναι όμοια: το ποσοστό ανεργίας αυξάνει απότομα , και μετά αρχίζει σταδιακά να πέφτει. Το γεγονός αυτό αντανακλά τις κοινές πηγές του shock : το συγχρονισμό του χρηματοπιστωτικού κύκλου μεταξύ των αναπτυγμένων οικονομιών, τη μείωση του παγκόσμιου εμπορίου και τη σημαντική διόρθωση στις τιμές των ακινήτων (κυρίως των κατοικιών).
Θα πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό, ότι, ο πρόεδρος της ΕΚΤ αποφεύγει να αναφερθεί ευθέως στην ομιλία του ότι και οι δύο περιφέρειες ακολούθησαν την ίδια οικονομική πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης, δηλαδή αυξάνοντας τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, προκειμένου να σταθεροποιήσουν τις οικονομίες τους και να τις επαναφέρουν στο δρόμο της μεγέθυνσης. Βεβαίως εμμέσως αναφέρει ότι : « Από τη δημοσιονομική πλευρά, οι μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες – δημόσια διοίκηση, εκπαίδευση, υγεία- συνεισέφεραν θετικά στην απασχόληση σε όλες τις χώρες κατά τη διάρκεια της πρώτης κρίσης , δημιουργώντας ένα είδος μαξιλαριού στο οικονομικό shock».
Πίνακας 1
Από το τέλος του 2011 , πάντως, οι εξελίξεις στις δύο περιοχές αποκλίνουν. Η ανεργία στις ΗΠΑ συνεχίζει να μειώνεται πάνω κάτω με τον ίδιο ρυθμό. Αντιθέτως στην ευρωζώνη αρχίζει ένας δεύτερος κύκλος αύξησης ο οποίος κορυφώνεται τον Απρίλιο του 2013. Η απόκλιση αντανακλά το δεύτερο shock της οικονομίας της ευρωζώνης λόγω της κρίσης χρέους και πλήττει κυρίως τις χώρες που επλήγησαν από την συγκεκριμένη κρίση . Δηλαδή τις «περιφερειακές» χώρες της ευρωζώνης.
Σε αυτήν την κρίση , υποστηρίζει ο Μ. Ντράγκι, η δημοσιονομική πολιτική ήταν εξαναγκασμένη λόγω των υφιστάμενων περιορισμών (δημόσιο χρέος) να γίνει περιοριστική προκειμένου η ευρωζώνη γενικά και οι άμεσα πληττόμενες οικονομίες γενικά να σταθεροποιήσουν τα δημοσιονομικά τους ώστε να αποκτήσουν πάλι την εμπιστοσύνη των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών . Αυτό σήμαινε μείωση της απασχόλησης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα δεδομένου ότι αυτό δημιουργούσε προβλήματα στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Παρόλα αυτά, όπως βλέπουμε από τα στοιχεία του Πίνακα 2, και ο λόγος του ΔΧ/ΑΕΠ αυξήθηκε, και η ανεργία αυξήθηκε και το ΑΕΠ έμεινε κατά μέσο όρο στάσιμο, ενώ σε σειρά χωρών κατέρρευσε κυριολεκτικά. Το 25,0% περίπου μείωση του ΑΕΠ που υπέστη η ελληνική οικονομία αποτελεί πρωτοφανές γεγονός για αναπτυγμένη χώρα σε καιρό ειρήνης.
Πίνακας 2
Πρόκειται εμφανώς για την πολιτική της δημοσιονομικής προσαρμογής εν μέσω κρίσεως, η οποία έχει οδηγήσει σειρά χωρών της ευρωζώνης σε ύφεση και την ευρωζώνη συνολικά σε στασιμότητα. Άμεση συνέπεια η εκτίναξη του ποσοστού ανεργίας στο 11,5% και την μακροχρόνια ανεργία πάνω από το 6,0% (διπλάσιο ποσοστό πριν από την κρίση). Οι αποκλίσεις όμως του ποσοστού ανεργίας μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης είναι τεράστιες, από το 5,0% της Γερμανίας , στο 26,0% της Ισπανίας και το 27,5% της Ελλάδος δημιουργώντας ένα επιπλέον πρόβλημα συνολικής αντιμετώπισης της ανεργίας .
Επιπλέον, αυτό ενισχύεται από την μελέτη της αύξησης της ανεργίας ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας (Γραφική Παράσταση 2). Ο τομέας ο οποίος έχει κυριολεκτικά καταρρεύσει ωθώντας την ανεργία στα ύψη είναι ο κατασκευαστικός τομέας στον οποίο οι περιφερειακές χώρες του Νότου (κυρίως η Ισπανία και η Ελλάδα) στήριζαν σε μεγάλο βαθμό την απασχόληση του πληθυσμού τους.
Η εύκολη στα λόγια υποκατάσταση της συγκεκριμένης δραστηριότητας με άλλες δραστηριότητες προσανατολισμένες σε διεθνή εμπορεύσιμα προϊόντα, αν δεν αποτελεί την απόλυτη φενάκη , θα χρειαστεί τόσα χρόνια για να παράγει εκ νέου τις χαμένες θέσεις εργασίας που «όλοι μας θα είμαστε νεκροί».
Γραφική παράσταση 2.
Ακόμη σύμφωνα με τα στοιχεία , η ομάδα με την χαμηλότερη μόρφωση υπέστη τις μεγαλύτερες απώλειες στο μέτωπο της ανεργίας όπως φαίνεται στη Γραφική Παράσταση 2.
Στην ανακοίνωση του Μ. Ντράγκι επίσης γίνεται αναφορά στις μορφές της ανεργίας που κυριαρχούν στην ευρωζώνη. Αναγνωρίζει την ύπαρξη της κυκλικής ανεργίας ως συνέπεια της ελλειμματικής ζήτησης. Με βάση αυτή την αναγνώριση , η νομισματική πολιτική αρχίζει σιγά –σιγά να γίνεται επεκτατική. Όμως εδώ επίσης θα πρέπει να υπογραμμίσουμε τις πολλές ενστάσεις οικονομικών αναλυτών ότι η ΕΚΤ έχει αργήσει αρκετά σε αυτό το σημείο , με αποτέλεσμα η αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής να μειώνεται.
Επίσης υποδεικνύει ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να γίνει περισσότερο φιλική με τη μεγέθυνση της οικονομίας. Μέσα στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να μειωθεί το φορολογικό βάρος αλλά με ένα τρόπο δημοσιονομικά ουδέτερο.
Όμως μεγάλο βάρος ρίχνει στην ύπαρξη δομικής ανεργίας προτείνοντας ως θεραπεία τις γνωστές «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» στην αγορά εργασίας.
Επιχειρείται να υποστηριχθεί ότι το μεγαλύτερο μέρος της ανεργίας πρόκειται για δομική ή διαρθρωτική ανεργία (Structural Unemployment). Μάλιστα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τριών διεθνών οργανισμών (IMF, OECD , European Commission) ανέρχεται σε 8,8%. Ανεξαρτήτως του κατά πόσον οι τεχνικές μέτρησης της δομικής ανεργίας είναι ασφαλείς (είτε χρησιμοποιώντας το Non-Accelerating Wage Rate of Unemployment (NAWRU), είτε το Non-Accelerating Inflation Rate of Unemployment (NAIRU), υπάρχουν δύο ζητήματα : το πρώτον ότι το είδος αυτής της ανεργίας διαπιστώνεται ότι βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα από τη δεκαετία του 1970 και το δεύτερο ότι ακόμη και να είναι έτσι, αυτό δεν σημαίνει ότι το 9,0% σχεδόν του ευρωπαϊκού εργατικού δυναμικού θα πρέπει να παραπεμφθεί στην μόνιμη απαξίωση και ανεργία.
Οι προτάσεις της ΕΚΤ, που αναφέρονται στην καταπολέμηση της διαρθρωτικής ανεργίας είναι γνωστές και συνηθισμένες :
Επανεκπαίδευση των χαμηλής εξειδίκευσης εργαζομένων. Μεγαλύτερη ευελιξία στους μισθούς ώστε να προσαρμόζονται στις ανάγκες των επιχειρήσεων και των τοπικών και περιφερειακών αναγκών κτλ.
Συμπερασματικά η ομιλία του προέδρου της ΕΚΤ εξακολουθεί να κινείται στα γνωστά πλαίσια της ακολουθούμενης σήμερα πολιτικής στην ευρωζώνη. Το κύριο βάρος των μεταρρυθμίσεων στην πλευρά της προσφοράς και ελάχιστο βάρος στην πλευρά της ζήτησης.
Όμως η συγκεκριμένη πολιτική έχει αποδειχτεί ανίκανη να φέρει την πολυπόθητη μεγέθυνση της οικονομίας. Δεν μπορεί κανείς να είναι και με τον αστυφύλακα και τον χωροφύλακα.
Άλλωστε σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις η σχέση αιτίου και αιτιατού λειτουργεί από την αύξηση της παραγωγής προς την αύξηση της παραγωγικότητας , όχι το αντίστροφο. Δηλαδή , βραχυπρόθεσμα, η αύξηση στην παραγωγή οδηγεί σε αύξηση της παραγωγικότητας 1. Αυτό οφείλεται πρωταρχικά στη λειτουργία του νόμου του Okun2. . Η εξήγηση είναι απλή: σε δύσκολους περιόδους οι επιχειρήσεις προβαίνουν σε αποθεματοποίηση εργασίας – κρατούν περισσότερους εργαζόμενους από όσους χρειάζονται για την τρέχουσα παραγωγή. Όταν η ζήτηση αγαθών αυξηθεί για οποιονδήποτε λόγο, οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται αυξάνοντας εν μέρει την απασχόληση και εν μέρει έχοντας τους υπάρχοντες εργαζόμενους να δουλεύουν σκληρότερα. Αυτός είναι ο λόγος που οι αυξήσεις στην παραγωγή οδηγούν σε αυξήσεις στην παραγωγικότητα.
Για να μπορέσουμε να σκεφτούμε σχετικά με τη βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη ανταπόκριση της παραγωγής σε μια αλλαγή στην παραγωγικότητα βραχυπρόθεσμα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ένα θεωρητικό υπόδειγμα. Χρησιμοποιούμε για το ζήτημα αυτό το υπόδειγμα συνολικής προσφοράς (σπ) και συνολικής ζήτησης (σζ). Τα βασικά χαρακτηριστικά του οποίου είναι τα ακόλουθα:
Το σημείο τομής των δύο καμπυλών (σπ. – σζ) καθορίζει το επίπεδο της παραγωγής.
Η σχέση σζ δίνει την παραγωγή για ένα δεδομένο επίπεδο τιμών. Έχει αρνητική κλίση. Μια αύξηση των τιμών οδηγεί σε μείωση του επιπέδου παραγωγής. Η εξήγηση είναι: μια αύξηση στο επίπεδο τιμών οδηγεί σε μείωση του αποθέματος πραγματικού χρήματος. Αυτό οδηγεί σε αύξηση του ύψους του επιτοκίου και σε μείωση της παραγωγής.
Ας θεωρήσουμε ότι αυξάνει η παραγωγικότητα. Η επίπτωση μιας αύξησης της παραγωγικότητας είναι η μείωση του όγκου της εργασίας που απαιτείται για την επίτευξη μιας μονάδας παραγωγής , μειώνοντας το κόστος για τις εταιρίες. Αυτό οδηγεί τις εταιρίες να μειώσουν την τιμή που χρεώνουν σε κάθε επίπεδο της παραγωγής. Αυτά είναι τα αναμενόμενα αποτελέσματα από την πλευρά της συνολικής καμπύλης προσφοράς.
Τώρα τίθεται η ακόλουθη ερώτηση : μια αύξηση στην παραγωγικότητα αυξάνει ή μειώνει τη ζήτηση αγαθών σε ένα δεδομένο επίπεδο τιμών; Δεν υπάρχει γενική απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Η απάντηση εξαρτάται από το τι πυροδότησε εξαρχής την αύξηση της παραγωγικότητας.
Αν αυτό ήταν από την εκτεταμένη εφαρμογή μιας νέας τεχνολογικής εφεύρεσης ή από τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό (επενδύσεις σε μηχανήματα και ηλεκτρονικά μέσα) ή ακόμα από έργα υποδομής που αποτελούν προϋπόθεση για την πραγμάτωση των επενδύσεων μπορεί να παρουσιαστεί αύξηση της ζήτησης με δεδομένο το επίπεδο τιμών. Συνεπώς η επενδυτική δαπάνη (γενικά και ειδικά) μπορεί να αυξήσει τη ζήτηση και να δημιουργήσει θετικές προσδοκίες μεγέθυνσης της οικονομίας
Αν όμως αυτό προέρχεται από την «αποτελεσματική» χρήση των υφισταμένων τεχνολογιών και τις αναδιοργανώσεις – διαρθρωτικές αλλαγές που επί της ουσίας επιβάλλουν «συρρίκνωση» στην οικονομία τότε δεν υπάρχει προϋπόθεση αύξησης της ζήτησης. Η αναδιοργάνωση- συρρίκνωση δεν απαιτεί σχεδόν καθόλου νέες επενδύσεις. Βασική συνέπεια των αναδιοργανώσεων τέτοιου είδους είναι η απώλεια θέσεων εργασίας και η αύξηση της ανεργίας. Ουσιαστικά επιχειρείται αύξηση της παραγωγικότητας με φθίνοντες ρυθμούς μεταβολής τόσο του παραγόμενου προϊόντος όσο και του αριθμού των απασχολουμένων με τη διαφορά μόνο ότι οι ρυθμοί μείωσης της απασχόλησης είναι (ή θα πρέπει να είναι) μεγαλύτεροι από τους αντίστοιχους του παραγόμενου προϊόντος.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα