Θα έρθει η ανάπτυξη - και πότε;
Γρ. Νικολόπουλος
Θα έρθει η ανάπτυξη - και πότε;
H αδυναμία των ελληνικών κυβερνήσεων, ή μάλλον ολόκληρου του ελληνικού πολιτικού κόσμου, να παράγουν ρεαλιστικές και αποδεκτές προτάσεις για να επιλύσουν τα προβλήματα της οικονομίας και κυρίως της δημόσιας διοίκησης, αλλά και η δική μας άρνηση να αποδεχτούμε το μέγεθος του προβλήματος και να πολεμήσουμε να το λύσουμε (όπως κάναμε πολλές φορές στην ιστορία μας), προκάλεσε την εξαετή κρίση που βιώνουμε ακόμη σήμερα.
Δεν κατάφεραν οι Ελληνες πολιτικοί να παρουσιάσουν κάποιες προτάσεις στους πιστωτές για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα, δεν κατάφεραν να προσαρμόσουν τις λύσεις στις ανάγκες της χώρας, με αποτέλεσμα όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, να σέρνονται στη λήψη μέτρων που πλήττουν την ελληνική κοινωνία.
Τα μέτρα που λαμβάνονται από την αρχή της κρίσης στηρίζονται αφενός στην αύξηση των φόρων και αφετέρου στην οριζόντια περικοπή των εισοδημάτων κυρίως των ασθενέστερων ομάδων, των χαμηλοσυνταξιούχων και των χαμηλόμισθων. Τα φορολογικά μέτρα οδήγησαν σε κλείσιμο τις επιχειρήσεις και διέλυσαν τη μεσαία τάξη, ενώ τα εισοδηματικά οδήγησαν κάτω από το όριο της φτώχειας μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η άρνηση του πολιτικού κόσμου να περιορίσει τον ρόλο της γραφειοκρατίας συντηρεί τη διαφθορά και τις σπατάλες στον δημόσιο τομέα. Η αναποφασιστικότητα στις αποκρατικοποιήσεις, η οποία οφείλεται στη βούληση των πολιτικών να διατηρήσουν για ρουσφετολογικούς λόγους το Δημόσιο μεγάλο, εμποδίζει την ανάπτυξη. Η άρνησή τους να αποκομματικοποιήσουν το Δημόσιο και να απελευθερώσουν τους ανεξάρτητους θεσμούς από τον κομματικό έλεγχο επίσης αυξάνει τη διαφθορά και την αντιπαραγωγικότητα του Δημοσίου. Πάνω σε όλες αυτές τις «κακές» προθέσεις των πολιτικών προστίθεται και η ανικανότητά τους, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σήμερα και επί μία εξαετία διαρκώς στο «παρά πέντε». Επί έξι χρόνια ζούμε στο «παρά πέντε» με τον φόβο ότι επέρχεται η καταστροφή.
Παρ’ όλα αυτά, αν η κυβέρνηση καταφέρει -πιεζόμενη ασφυκτικά- να περάσει όλα τα προαπαιτούμενα μέχρι το τέλος Ιανουαρίου, θα έχουμε ολοκληρώσει τα μνημόνια. Θα μένει η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, η οποία επίσης αφέθηκε στα χέρια ξένων, με δυσάρεστα αποτελέσματα για τον κλάδο αλλά και την κοινωνία γενικότερα. Ας υποθέσουμε όμως ότι όλα όσα μας επέβαλαν οι ξένοι ελλείψει δικής μας αντιπρότασης έγιναν. Τι πρέπει να περιμένουμε;
Μια στροφή σε αναπτυξιακά μέτρα για να πάρει μπρος η οικονομία.
Υπάρχουν όμως οι προϋποθέσεις για αύξηση των επενδύσεων - ελληνικών και ξένων;
Στην Ελλάδα έχει διαμορφωθεί ένα θετικό επενδυτικό περιβάλλον όσον αφορά στα εργασιακά, το κόστος μισθοδοσίας των εργαζομένων όλων των επιπέδων έχει μειωθεί πολύ, υπάρχει πλήθος μορφωμένων και εκπαιδευμένων ανέργων που μπορούν να προσληφθούν, υπάρχουν οι βασικές υποδομές και οι ελλείψεις μπορούν να καλυφθούν εύκολα και γρήγορα, οι αξίες των ακινήτων, των επιχειρήσεων και όλων των παγίων έχουν μειωθεί πολύ, η χώρα παραμένει (Θεού θέλοντος) στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Από την άλλη, υπάρχουν σημαντικές αδυναμίες που τελικά λειτουργούν αποτρεπτικά για τους επενδυτές. Η διαφθορά επικρατεί στις σχέσεις των επιχειρήσεων και των πολιτών με το Δημόσιο, η γραφειοκρατία εμποδίζει κάθε πρωτοβουλία και ανεβάζει πολύ το κόστος οποιασδήποτε επένδυσης, τραπεζική χρηματοδότηση δεν υπάρχει, ούτε ανεξάρτητοι θεσμοί που να εξασφαλίζουν στον επενδυτή ότι θα βρει το δίκιο του και, κυρίως, το φορολογικό σύστημα είναι ασταθές -κανείς δεν ξέρει τι φόρους θα κληθεί να πληρώσει αύριο- και οι φόροι πάρα πολύ υψηλοί.
Ολα αυτά τα αρνητικά είναι που εμποδίζουν τις επενδύσεις.
Για να έρθουν λοιπόν ιδιωτικές επενδύσεις Ελλήνων και ξένων (αφού πρώτα χωνέψουμε ότι δημόσιες δεν μπορούν να γίνουν δυστυχώς), θα πρέπει να απλουστευτεί και να σταθεροποιηθεί το φορολογικό σύστημα, να απελευθερωθούν οι αγορές και οι ανεξάρτητοι θεσμοί από τους πολιτικούς και τα κόμματα, να μειωθεί δραστικά η γραφειοκρατία και να εξαλειφθεί η διαφθορά στο Δημόσιο. Αυτές είναι οι μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν επενδύσεις και ανάπτυξη και κανένα κόμμα δεν έχει τολμήσει να υλοποιήσει. Ολοι θεωρητικά συμφωνούν, αλλά κανένα πολιτικό κόμμα και κανένας δημόσιος φορέας δεν τις εφαρμόζει διότι πλήττουν ευθέως τις πελατειακές σχέσεις, που είναι ο μόνος δρόμος που έχουν μάθει οι Ελληνες πολιτικοί να επικοινωνούν με τους ψηφοφόρους τους και να διαχειρίζονται την εξουσία.
Τα μέτρα που λαμβάνονται από την αρχή της κρίσης στηρίζονται αφενός στην αύξηση των φόρων και αφετέρου στην οριζόντια περικοπή των εισοδημάτων κυρίως των ασθενέστερων ομάδων, των χαμηλοσυνταξιούχων και των χαμηλόμισθων. Τα φορολογικά μέτρα οδήγησαν σε κλείσιμο τις επιχειρήσεις και διέλυσαν τη μεσαία τάξη, ενώ τα εισοδηματικά οδήγησαν κάτω από το όριο της φτώχειας μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η άρνηση του πολιτικού κόσμου να περιορίσει τον ρόλο της γραφειοκρατίας συντηρεί τη διαφθορά και τις σπατάλες στον δημόσιο τομέα. Η αναποφασιστικότητα στις αποκρατικοποιήσεις, η οποία οφείλεται στη βούληση των πολιτικών να διατηρήσουν για ρουσφετολογικούς λόγους το Δημόσιο μεγάλο, εμποδίζει την ανάπτυξη. Η άρνησή τους να αποκομματικοποιήσουν το Δημόσιο και να απελευθερώσουν τους ανεξάρτητους θεσμούς από τον κομματικό έλεγχο επίσης αυξάνει τη διαφθορά και την αντιπαραγωγικότητα του Δημοσίου. Πάνω σε όλες αυτές τις «κακές» προθέσεις των πολιτικών προστίθεται και η ανικανότητά τους, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σήμερα και επί μία εξαετία διαρκώς στο «παρά πέντε». Επί έξι χρόνια ζούμε στο «παρά πέντε» με τον φόβο ότι επέρχεται η καταστροφή.
Παρ’ όλα αυτά, αν η κυβέρνηση καταφέρει -πιεζόμενη ασφυκτικά- να περάσει όλα τα προαπαιτούμενα μέχρι το τέλος Ιανουαρίου, θα έχουμε ολοκληρώσει τα μνημόνια. Θα μένει η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, η οποία επίσης αφέθηκε στα χέρια ξένων, με δυσάρεστα αποτελέσματα για τον κλάδο αλλά και την κοινωνία γενικότερα. Ας υποθέσουμε όμως ότι όλα όσα μας επέβαλαν οι ξένοι ελλείψει δικής μας αντιπρότασης έγιναν. Τι πρέπει να περιμένουμε;
Μια στροφή σε αναπτυξιακά μέτρα για να πάρει μπρος η οικονομία.
Υπάρχουν όμως οι προϋποθέσεις για αύξηση των επενδύσεων - ελληνικών και ξένων;
Στην Ελλάδα έχει διαμορφωθεί ένα θετικό επενδυτικό περιβάλλον όσον αφορά στα εργασιακά, το κόστος μισθοδοσίας των εργαζομένων όλων των επιπέδων έχει μειωθεί πολύ, υπάρχει πλήθος μορφωμένων και εκπαιδευμένων ανέργων που μπορούν να προσληφθούν, υπάρχουν οι βασικές υποδομές και οι ελλείψεις μπορούν να καλυφθούν εύκολα και γρήγορα, οι αξίες των ακινήτων, των επιχειρήσεων και όλων των παγίων έχουν μειωθεί πολύ, η χώρα παραμένει (Θεού θέλοντος) στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Από την άλλη, υπάρχουν σημαντικές αδυναμίες που τελικά λειτουργούν αποτρεπτικά για τους επενδυτές. Η διαφθορά επικρατεί στις σχέσεις των επιχειρήσεων και των πολιτών με το Δημόσιο, η γραφειοκρατία εμποδίζει κάθε πρωτοβουλία και ανεβάζει πολύ το κόστος οποιασδήποτε επένδυσης, τραπεζική χρηματοδότηση δεν υπάρχει, ούτε ανεξάρτητοι θεσμοί που να εξασφαλίζουν στον επενδυτή ότι θα βρει το δίκιο του και, κυρίως, το φορολογικό σύστημα είναι ασταθές -κανείς δεν ξέρει τι φόρους θα κληθεί να πληρώσει αύριο- και οι φόροι πάρα πολύ υψηλοί.
Ολα αυτά τα αρνητικά είναι που εμποδίζουν τις επενδύσεις.
Για να έρθουν λοιπόν ιδιωτικές επενδύσεις Ελλήνων και ξένων (αφού πρώτα χωνέψουμε ότι δημόσιες δεν μπορούν να γίνουν δυστυχώς), θα πρέπει να απλουστευτεί και να σταθεροποιηθεί το φορολογικό σύστημα, να απελευθερωθούν οι αγορές και οι ανεξάρτητοι θεσμοί από τους πολιτικούς και τα κόμματα, να μειωθεί δραστικά η γραφειοκρατία και να εξαλειφθεί η διαφθορά στο Δημόσιο. Αυτές είναι οι μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν επενδύσεις και ανάπτυξη και κανένα κόμμα δεν έχει τολμήσει να υλοποιήσει. Ολοι θεωρητικά συμφωνούν, αλλά κανένα πολιτικό κόμμα και κανένας δημόσιος φορέας δεν τις εφαρμόζει διότι πλήττουν ευθέως τις πελατειακές σχέσεις, που είναι ο μόνος δρόμος που έχουν μάθει οι Ελληνες πολιτικοί να επικοινωνούν με τους ψηφοφόρους τους και να διαχειρίζονται την εξουσία.
Εκτός απ’ όλα αυτά τα προβλήματα, υπάρχει η εμφανής έχθρα της σημερινής κυβέρνησης κατά των επιχειρήσεων και του ιδιωτικού τομέα γενικότερα, μια έχθρα την οποία ουσιαστικά συμμερίζονται οι πολιτικοί όλων των κομμάτων, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Ο πολιτικός κόσμος δεν αποδέχεται τη μείωση ισχύος του Δημοσίου στην οικονομία, αντίθετα πιστεύει ότι με την ενίσχυση και την αύξηση της παρέμβασής του θα υπάρξει ανάπτυξη. Αυτό μπορεί να ίσχυε κάποτε, πλέον όμως δεν ισχύει πουθενά στον κόσμο, ούτε σε αυταρχικά καθεστώτα όπως αυτό της Κίνας ή άλλα.
Αν ο πολιτικός κόσμος δεν αποδεχτεί ότι πρέπει να διαμορφώσει ένα περιβάλλον που θα ενισχύει τον ιδιωτικό τομέα αντί να τον καταδιώκει, να τον κατηγορεί και να τον απομυζά οικονομικά, οι επενδυτές και οι επιχειρηματίες θα είναι από επιφυλακτικοί μέχρι αρνητικοί.
Αν δεν αλλάξουν στάση οι πολιτικοί, η χώρα θα συνεχίσει να σέρνεται χωρίς χρήμα, χωρίς ανάπτυξη και χωρίς επενδύσεις. Αυτό που περιμένουμε τους επόμενους μήνες, λοιπόν, αν δεν στραβώσει κάπου η εφαρμογή των μέτρων και δεν υπάρξει νέα πολιτική κρίση, είναι αυτή ή όποια άλλη ελληνική κυβέρνηση και γενικότερα ο πολιτικός κόσμος να δεχτούν τη μείωση του ρόλου του Δημοσίου στην οικονομία και να στηρίξουν τον ιδιωτικό τομέα. Αν το κάνουν, σύντομα θα δούμε ανάπτυξη. Αν δεν το κάνουν, θα σερνόμαστε χωρίς λεφτά και χωρίς δουλειές για πολύ καιρό ακόμη.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα