Παναγιώτης Μαρκίδης

Τις τελευταίες ημέρες μου τριβελίζει το μυαλό μια απορία: Πόσο απέχει η Στέγη απ' την Πλατεία; Αν κοιτάξεις τον χάρτη, η απάντηση είναι δυόμιση χιλιόμετρα.

Παίρνοντας τις προάλλες στα χέρια μου ένα ζευγάρι ακουστικά -εξαιρετικής σχεδίασης, μα μέτριας ηχητικής απόδοσης, θυμήθηκα τον Julian Treasure και τη συμπύκνωση των λεγόμενων του στη φράση «μάθαμε να ακούμε με τα μάτια».
Ο Julian Treasure είναι ειδικός στον ήχο, τέσσερις φορές ομιλητής σε TED και πρόσφατα καλεσμένος στο ευρωπαϊκό συνέδριο της Panasonic. Στη διάρκεια της ομιλίας του μας προέτρεψε αρκετές φορές να κλείσουμε τα μάτια και να εμπιστευτούμε την ακοή μας, την αίσθηση που –όπως μας υπενθύμισε- είναι διαρκώς παρούσα, ακόμη και τις ώρες που κοιμόμαστε.

Ο Julian Treasure εξειδικεύεται στην παροχή συμβουλών σε εταιρείες και εμπορικές επιχειρήσεις για την καλύτερη διαμόρφωση του ηχητικού περιβάλλοντος, το οποίο επηρεάζει άμεσα τόσο την εργασιακή μας απόδοση, όσο για την καταναλωτική μας διάθεση. Εχει προφανές επαγγελματικό όφελος με το να μας κάνει κοινωνούς των θεωριών του. Εντούτοις, οι θεωρίες αυτές έχουν τη βάση τους σε μια κοινή παραδοχή: Ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός είναι ο πολιτισμός της εικόνας. Και μάλλον δεν χωρά αμφισβήτησης το ότι έχουμε μάθει να ακούμε με τα μάτια. 

Μπορεί ένα τσιτάτο, μια  μόνο ατάκα να δώσει τροφή για σκέψη; Μακάρι και να μπορεί! Πάντως, στους λίγους περίεργους, ενθουσιώδεις με τα τεχνολογικά πράγματα και τους κάμποσους εκπαιδευτικούς, δασκάλους στην πλειοψηφία τους, που μια καθημερινή αμέσως μετά το σχολείο μαζεύτηκαν στο Γκάζι, για να ακούσουν και να μάθουν τι γίνεται σήμερα στον κόσμο της εκπαίδευσης με σύμμαχο το ψηφιακό περιεχόμενο, το ερέθισμα δόθηκε.

Οι ταμπλέτες είναι σήμερα το ταχύτερα αναπτυσσόμενο προϊόν στον κόσμο των υπολογιστών και των φορητών συσκευών επικοινωνίας. Το οικοσύστημά τους διευρύνεται, με το σύνολο των μεγάλων (και των μικρών ανώνυμων) κατασκευαστών να εστιάζουν στην αγορά που άρχισε να γιγαντώνεται με τη σχεδόν προ τριετίας άφιξη του iPad. Ετσι, οι πωλήσεις τους παρουσιάζουν χρόνο με τον χρόνο εντυπωσιακά ποσοστά αύξησης –ακόμη και στη συρρικνούμενη ελληνική αγορά ο σχετικός δείκτης υπερβαίνει το 50%.

Στο μεταξύ, οι ταμπλέτες έγιναν για εκατομμύρια ανθρώπους το αγαπημένο τους οικιακό gadget. Ολες οι σχετικές έρευνες επιβεβαιώνουν αυτό που οι περισσότεροι επαναλαμβάνουν καθημερινά. Σε πρώτο χρόνο τα smartphones και σε δεύτερο τα tablets έχουν σχεδόν αντικαταστήσει οποιαδήποτε άλλη διασυνδεδεμένη συσκευή μέσα στο σπίτι, έβαλαν στην άκρη τον σταθερό υπολογιστή και υποχρέωσαν σε αργία τα laptops, αυτά που μέχρι χθες μας κρατούσαν συντροφιά από το τραπέζι της κουζίνας και τον καναπέ του σαλονιού μέχρι το κρεβάτι και την τουαλέτα –οι τελευταίοι δυο χώροι είναι παραδοσιακά πρώτοι ως προς την καθημερινή χρήση φορητών ηλεκτρονικών συσκευών. Με την ταμπλέτα (και το smartphone) έχουμε πρόσβαση στο web, ελέγχουμε την ηλεκτρονική μας αλληλογραφία, σχολιάζουμε στα social media ενώ παρακολουθούμε τηλεόραση.

Η είδηση ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα ζήτησε από όλες τις ομοσπονδιακές αρχές των ΗΠΑ να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε μέσα στον επόμενο χρόνο οι υπηρεσίες τους να είναι προσβάσιμες από τους πολίτες και μέσω εφαρμογών σε φορητές συσκευές επικοινωνίας –όπως τα κινητά τηλέφωνα και οι ταμπλέτες, πέρασε φυσιολογικά στα ψιλά της δραματοποιημένης ελληνικής προεκλογικής επικαιρότητας.

Σε μια περίοδο κατά την οποία η ασφαλής διαχείριση και η άμεση ανάλυση του τεράστιου όγκου δεδομένων που καθημερινά παράγουν ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας, αλλά κυρίως τα εκατοντάδες εκατομμύρια των μεμονωμένων χρηστών, αποτελούν τη μεγαλύτερη πρόκληση για τη βιομηχανία των υπολογιστών και συνάμα διαμορφώνουν ένα νέο και σχεδόν ανεκμετάλλευτο πεδίο επιχειρηματικών ευκαιριών, στη χώρα μας όσοι ζητούν ξανά την ψήφο μας ελάχιστα έχουν να πουν περί ψηφιακής ανάπτυξης.

Οταν η Apple μπήκε στο παιχνίδι των κινητών τηλεφώνων οι περισσότεροι αναρωτήθηκαν για τη σκοπιμότητα του επιχειρηματικού ρίσκου, σε μια αγορά όπου κυριαρχούσαν η Nokia, η Motorola και τα επαναστατικά για την εποχή εκείνη Blackberry.

Mε τις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων και την πλειονότητα των σπιτιών να μετατρέπονται σταδιακά σε αποθήκες πεπαλαιωμένου ηλεκτρονικού και ηλεκτρικού εξοπλισμού, η ανακύκλωση συσκευών και χρησιμοποιημένων αναλώσιμων είναι πλέον θέμα περιβαλλοντικής προτεραιότητας, υπό τον άμεσο κίνδυνο πολλά από αυτά τα υλικά να καταλήξουν τελικά ανεξέλεγκτα σε κάποια χωματερή, επιβαρύνοντας με ιδιαίτερα τοξικά στοιχεία το υπεδάφος και τον υδροφόρο ορίζοντα.

Ομολογώ ότι η σχέση μου τα «ανδροειδή» είχε πληγεί τους τελευταίους μήνες. Ταπεινή μου γνώμη, αλλά αυτή η διαβολεμένη και τόσο συχνά ειπωμένη «συνολική εμπειρία χρήσης» όλο και κάπου σκόνταφτε, στερώντας πόντους από τις Android συσκευές κινητών τηλεφώνων στην αναμέτρησή τους με το iPhone –ή και με το Lumia Windows Phone- στη λεγόμενη premium κατηγορία, εκεί δηλαδή όπου η λυπητερή αγγίζει ή ξεπερνά το όριο των 500 ευρώ.

Πριν από μερικά χρόνια απέκτησα το προνόμιο να περνώ τις καλοκαιρινές μου διακοπές και κάποια από τα ηλιόλουστα Σαββατοκύριακα του χειμώνα σε ένα μικρό εξοχικό σπίτι, κάπου στην Πελοπόννησο. Οι γείτονές μου, στην πλειοψηφία τους Γερμανοί και γερμανόφωνοι, οικογενειάρχες και ευκατάστατοι, έχουν ακουμπήσει και αυτοί τα λεφτά τους σε έναν τόπο που φάνταζε ιδανικός...

Θυμήθηκα τη μάνα μου, χτες,  όταν ήμουν παιδί, ένα καλοκαίρι εκεί στις αρχές τις δεκαετίας του ’80, να ζυμώνει ψωμί και το σπίτι να μοσχομυρίζει.  Ήταν, λέει, η μεγάλη απεργία των φουρνάρηδων, για να σπάσει η διατίμηση. Και ο κόσμος είχε αντιδράσει, άρχισε να ψήνει ξανά στα σπίτια και κάπως έτσι η συμπαθής συντεχνία ξέχασε τη λέξη «απεργία» και το ψωμί δεν έγινε ξάφνου «αλμυρό».

Τώρα, ο κόσμος προσπαθεί να αντιδράσει και πάλι, ήρεμα, σύγχρονα και οργανωμένα, απέναντι σε αυτούς που με μια λάθρα άδεια και έναν διορισμό-ρουσφέτι έγιναν δημόσιοι οδηγοί της μίζερης ζωής μας και -όχι τυχαία - συμπορεύονται, πλέον, σε κινητοποιήσεις διαρκείας, αγνοώντας προφανώς εκτός όλων των άλλων ότι οι δρόμοι της τεχνολογίας και οι ψηφιακές γραμμές είναι οι λεωφόροι όπου κινείται ασταμάτητα η καθημερινότητά μας.