pantagias1

Γιώργος Πανταγιάς

Η εξωτερική πολιτική είναι δημιουργική όταν στηρίζεται σε αρχές και αξίες. Διανοίγει ευοίωνες προοπτικές για τη χώρα. Oταν όμως παγιδεύεται σε φοβικά σύνδρομα και μικροπολιτικές ανησυχίες, γίνεται αντικείμενο εσωτερικής κατανάλωσης και πατριδοκάπηλης ρητορείας. Τα εθνικά συμφέροντα στην πρώτη περίπτωση προωθούνται αποτελεσματικά, ενώ στη δεύτερη οδηγούνται σε αδιέξοδο. 

Στον πολιτικό ανταγωνισμό υπάρχει ένας κανόνας: Κερδίζει εκείνος που εκφράζει την εποχή του. Οι πρωταγωνιστές δεν χρίζονται. Διεκδικούν τον ρόλο τους, αξιοποιώντας τα εφόδιά τους, ανάλογα με τις ανάγκες του ρεπερτορίου. Αν το έργο κόψει εισιτήρια, βρίσκουν ανταπόκριση. Eχουν απήχηση. Καθιερώνονται ως βασικοί παίκτες. Επικρατούν. Δεν χρειάζονται ιδιαίτερα κομματικά ένσημα. Ούτε πιστοποιητικά από πολιτικά τζάκια. Aλλωστε, δεν είναι λίγοι οι γόνοι οι οποίοι δεν άντεξαν το βάρος που κλήθηκαν να σηκώσουν.

Ο συγχρονισμός της πολιτικής με το παρόν και το μέλλον είναι εξαιρετικά δύσκολη άσκηση για τους εμπλεκομένους. Δεν αρκεί μόνο η βούληση. Χρειάζεται και ο απαραίτητος εξοπλισμός. Η αταλάντευτη προσήλωση σε καθορισμένους στόχους. Το σημαντικότερο, απαιτείται οι πολιτικοί εκπρόσωποί της να μη στρέφουν το βλέμμα τους στο παρελθόν. Κάτι που δεν συμβαίνει πάντα, αφού η πλειονότητα κοιτάζει συνήθως προς τα πίσω. Ωστόσο, το χθες έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Τα ζητήματα του σήμερα δεν επιλύονται με συνταγές άλλων εποχών. Ούτε με γερασμένα ιδεολογικά υποδείγματα. Αναγκαίες είναι οι νέες προσεγγίσεις και οι νέες ιδέες.

Η σχέση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ενωση είναι καίριο στρατηγικό ζήτημα. Πρωτίστως, καταδεικνύει τον βαθμό αφομοίωσης εκ μέρους μας του κοινοτικού κεκτημένου. Ουσιαστικά λειτουργεί ως δείκτης εναρμόνισής μας με αυτό.

Ο πολιτικός χάρτης στην εγχώρια και διεθνή σκηνή εμφανίζει τα πρώτα σημάδια αλλαγών. Η αποκρυστάλλωσή τους απαιτεί χρόνο. Η εμβέλεια και η προοπτική τους θα κριθούν στην πράξη. Πάντως, οι πρωταγωνιστές τους έχουν όλες τις προϋποθέσεις για να αποδείξουν την ανθεκτικότητά τους.

Φαινομενικά δεν μοιάζουν. Κινούνται σε διαφορετικούς κόσμους. Πρεσβεύουν, υποτίθεται, αντιτιθέμενες αξίες. Οι μεν ενσαρκώνουν την ατομικότητα χωρίς να το διατυμπανίζουν. Οι δε επικαλούνται τη συλλογικότητα. Αν και εμφανίζουν διακριτές διαφορές, ο πυρήνας τους έχει κοινά χαρακτηριστικά: την αυταρέσκεια και την αμεριμνησία. Και, κυρίως, την προσκόλληση στον μικρόκοσμό τους. Ο λόγος για όλους εκείνους οι οποίοι εν μέσω πανδημίας συμπεριφέρονται και πολιτεύονται εκτός πραγματικότητας.

Αν η πολιτική δεν θεμελιώνεται στο πεδίο της ευθύνης, τότε δεν είναι τίποτα άλλο από μικροπολιτική και ψηφοθηρία. Ο τρόπος που πολιτεύονται τα κόμματα αποκαλύπτει την ταυτότητά τους. Στη δράση και στον λόγο τους καθρεφτίζονται οι πραγματικές τους προθέσεις και επιδιώξεις. Μολονότι τα ζητήματα αυτά βρίσκονται στον πυρήνα των πολιτικών που ενσαρκώνουν, συνήθως δεν αξιολογούνται ούτε αποτιμώνται. Αντιμετωπίζονται επιφανειακά. Θεωρούνται υποδεέστερα και υποτιμούνται.





Κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις... Ο στίχος του Κωνσταντίνου Καβάφη στριφογυρίζει συνεχώς στη σκέψη μου μετά την εκλογική νίκη του Ερσίν Τατάρ στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων.

Η βιωσιμότητα και η ανθεκτικότητα των κομμάτων, μεγάλων και μικρών, εξαρτώνται από τη δυνατότητά τους να εκφράσουν τμήμα του εκλογικού σώματος. Και πρωτίστως, από την ικανότητα του αρχηγού τους. Χωρίς τις δύο αυτές προϋποθέσεις αδυνατούν να θεμελιώσουν αυθύπαρκτη ταυτότητα και παρουσία. Ο βίος τους εξασθενεί. Η χρησιμότητά τους συρρικνώνεται. Πόσο μάλλον η αξία τους.

Το αξίωμα ότι η πολιτική δεν είναι στατική, αλλά υπόκειται σε αλλαγές επιβεβαιώνεται για άλλη μία φορά. Κι αυτό γιατί καθοριστικός αναδεικνύεται ο ρόλος των αντικειμενικών συνθηκών και υποκειμενικών δυνατοτήτων. Επειτα από τη δεκάχρονη οικονομική κρίση o πολιτικός εξτρεμισμός ηττήθηκε. Η κόπωση του κοινωνικού σώματος άνοιξε τον δρόμο για την επικράτηση του πραγματισμού. Οι ανατροπές στην εγχώρια σκηνή το πιστοποιούν. Δεν επήλθε μόνο κυβερνητική μεταβολή. Αναδείχθηκε και διαφορετική ατζέντα θεμάτων.

Στα τέλη του 2000, συμμετέχοντας στην ελληνική πρωθυπουργική αποστολή, συναντήσαμε στη Ρώμη τον Φραντσέσκο Ρουτέλι, δήμαρχο τότε της πόλης και μετέπειτα υπουργό Πολιτισμού στην κυβέρνηση Πρόντι. 

Η μετατροπή της πολιτικής σε «αγοραία τρυφή» -για να επικαλεστώ τον Κωνσταντίνο Καβάφη- συνιστά το μεγαλύτερο πρόβλημα για σχεδόν το σύνολο του εγχώριου κομματικού συστήματος. Πρόκειται για πραγματικό ευτελισμό και ευνουχισμό της. Κι αυτό γιατί πυξίδα της είναι η εξυπηρέτηση των εκλογέων, αδιαφορώντας για τα θεμελιώδη ζητήματα της χώρας και της οικονομίας. Aλλωστε, εκεί εδράζονται το ανθεκτικό πελατειακό σύστημα και η συντεχνιακή οργάνωση της κοινωνίας. Αλλά και στην προσήλωση της πλειονότητας της πολιτικής τάξης στο μικρό, το εφήμερο και το πρόσκαιρο. Αντιμετωπίζοντας τους πολίτες ως πελάτες, έχει ως κύριο μέλημα το προσωπικό και μικροκομματικό της όφελος. Αδιαφορεί για την υλοποίηση μειζόνων στρατηγικών στόχων. Πώς αλλιώς να ερμηνευτεί η παραγωγική, οικονομική και αναπτυξιακή υστέρηση του τόπου;

Οποιος αντιλαμβάνεται τα υποκείμενα της πολιτικής ως στατικά σχήματα, αναμφίβολα μειονεκτεί. Μένει προσκολλημένος στο παρελθόν, αδυνατώντας να κατανοήσει τα νέα δεδομένα. Αλλωστε -για να ιδιοποιηθώ τον στίχο του Γιώργου Σεφέρη- τ’ αγάλματα είναι μόνο στο μουσείο. 

Τα σαράντα έξι μεταπολιτευτικά χρόνια που πρόσφατα γιορτάσαμε εμπεριέχουν πολυσήμαντα πολιτικά γεγονότα. Τα σημάδια τους στη σύγχρονη Ιστορία είναι ανεξίτηλα