Γιατί ορισμένες εταιρείες καταργούν την οθόνη του συστήματος infotainment και αφήνουν το smartphone να κάνει τη δουλειά;
Σε μια εποχή όπου τα αυτοκίνητα μετατρέπονται σε τροχήλατους υπολογιστές, με γιγαντιαίες οθόνες και σύνθετα λειτουργικά, ορισμένοι κατασκευαστές ακολουθούν την αντίθετη πορεία: καταργούν το infotainment και αφήνουν τον οδηγό να χρησιμοποιεί το δικό του smartphone ως κέντρο ελέγχου.
Η τάση ξεκίνησε από προσιτές ευρωπαϊκές μάρκες όπως η Dacia, η Citroën και η Fiat, και πρόσφατα επεκτάθηκε και σε άλλα μοντέλα του ομίλου Stellantis, όπως το νέο Opel Frontera.
Στην βασική του έκδοση, για παράδειγμα, η οθόνη απουσιάζει πλήρως και στη θέση της υπάρχει μια βάση για κινητό, Bluetooth συνδεσιμότητα, μικρόφωνο και απλή ηχητική εγκατάσταση.
Η λογική πίσω από αυτή την επιλογή είναι απλή: κόστος και πρακτικότητα. Οι οθόνες infotainment αυξάνουν σημαντικά το κόστος παραγωγής και συντήρησης, ενώ τα smartphones των χρηστών ανανεώνονται πολύ συχνότερα από τα λογισμικά των αυτοκινήτων.
Έτσι, η χρήση του κινητού επιτρέπει πιο φρέσκια τεχνολογία, ευκολότερες ενημερώσεις και οικείο περιβάλλον λειτουργίας – χωρίς καθυστερήσεις, bugs ή προβλήματα συνδεσιμότητας.
Για τους καταναλωτές, το κέρδος είναι διπλό: χαμηλότερη τιμή αγοράς και απλούστερη εμπειρία οδήγησης. Οι οδηγοί χρησιμοποιούν απευθείας τις εφαρμογές πλοήγησης, μουσικής ή επικοινωνίας που ήδη γνωρίζουν – μέσω Apple CarPlay ή Android Auto, χωρίς να μαθαίνουν νέα μενού και εντολές.
Ωστόσο, υπάρχει και η άλλη όψη: η λύση του smartphone εξαρτάται απόλυτα από τη συσκευή του χρήστη και την καλή συνδεσιμότητα, κάτι που δεν είναι πάντα δεδομένο.
Παρ’ όλα αυτά, το μήνυμα αυτής της «αντι-οθονικής» φιλοσοφίας είναι σαφές: η τεχνολογία δεν χρειάζεται πάντα να είναι σύνθετη για να είναι έξυπνη.