Κυνηγώντας το όνειρο

Κυνηγώντας το όνειρο

Ο Δημήτρης Καρατζιάς σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στο “Marvin’s room” του Σκοτ ΜακΦέρσον στο Vault

Κυνηγώντας το όνειρο
Στα 21 του χρόνια τού έγινε πρόταση να προσληφθεί ως δημοσιογράφος στην ΕΡΤ3 και να εκφωνεί τα δελτία των ειδήσεων εκεί. Δεν το έκανε. «Αποφάσισα να κυνηγήσω το όνειρό μου και να σπουδάσω υποκριτική. Τα παράτησα όλα στη Θεσσαλονίκη και κατέβηκα στην Αθήνα», μου εξομολογείται ο Δημήτρης Καρατζιάς.

Η απόφασή του αυτή δεν είναι το μόνο ρίσκο που έχει πάρει στη ζωή του. «Έχω αποφασίσει να παίρνω τα ρίσκα μου. Μπορεί να φάω τα μούτρα μου, αλλά τουλάχιστον θα έχω δοκιμάσει», μου λέει χαρακτηριστικά και αυτό θα μπορούσε να είναι και το μότο του. Το 2012, μετά από μία γόνιμη πορεία στο θέατρο ως ηθοποιός, αποφάσισε να φτιάξει μαζί με τον μουσικό Μάνο Αντωνιάδη τον δικό του χώρο. Κάπως έτσι γεννήθηκε το Vault στην οδό Μελενίκου στο Βοτανικό, ένας ζεστός πολυχώρος με δύο μικρές σκηνές, που τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει φιλοξενήσει πολύ ενδιαφέρουσες δουλειές κατακτώντας μία ξεχωριστή θέση στην καρδιά των θεατρόφιλων της Αθήνας.

Κλείσιμο
Αυτή τη στιγμή παρουσιάζονται στο Vault οκτώ παραστάσεις. Τη μία εξ αυτών τη σκηνοθετεί ο Δημήτρης, κρατώντας και έναν από τους ρόλους του έργου. Ο λόγος για το “Marvin’s room” του Σκοτ ΜακΦέρσον, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη το 1991 ενθουσιάζοντας κοινό και κριτικούς και στη συνέχεια μεταφέρθηκε και στη μεγάλη οθόνη με ένα εντυπωσιακό καστ (Μέριλ Στριπ, Νταϊάν Κίτον, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Λεονάρντο Ντι Κάπριο).



«Το θεατρικό έργο σε σχέση με την ταινία έχει περισσότερο χιούμορ», με ενημερώνει ο Δημήτρης. «Η μαεστρία του ΜακΦέρσον είναι ότι έχει γράψει ένα δραματικό έργο με κάποιες κωμικές νότες, έτσι ώστε να μη γλιστράει στο μελό. Εκεί που συγκινείσαι, γελάς. Και το αντίστροφο φυσικά. Οπως και στη ζωή δηλαδή», προσθέτει. Και έτσι είναι πράγματι. Βλέποντας την παράσταση θα πλημμυρίσετε από πολλά αντιθετικά συναισθήματα. Θα χαμογελάσετε, θα βουρκώσετε, θα μελαγχολήσετε, θα ανακουφιστείτε, θα δείτε κάτι από τον καθρέφτη σας…

Πρόκειται για την ιστορία δύο αδελφών, της Λι και της Μπέσι, που έχουν να μιλήσουν 18 ολόκληρα χρόνια. Θα συναντηθούν ξανά όταν η λευχαιμία χτυπάει την πόρτα της Μπέσι. Η Λι και οι δύο γιοι της είναι η μοναδική της ελπίδα, αφού μπορεί να είναι συμβατοί δότες μυελού των οστών. Κάπως έτσι η Λι επιστρέφει στο πατρικό της μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες και οι δύο αδελφές αναγκάζονται να δουν τη σχέση τους μέσα από άλλο πρίσμα. «Είναι ένα έργο που μιλάει για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τη δύναμη της οικογένειας και για την ανιδιοτελή αγάπη», μου λέει ο Δημήτρης.

«Υπάρχει ανιδιοτελής αγάπη;» αναρωτιέμαι. «Δεν ξέρω» μου απαντά. «Είναι πολύ εγωιστικό πράγμα στον πυρήνα του η αγάπη. Νομίζω ότι η ανιδιοτελής αγάπη μπορεί να υπάρχει μόνο στην οικογένεια, πουθενά αλλού. Μία μάνα θα αγαπάει το παιδί της ακόμα κι αν αυτό δεν την αγαπάει. Υπάρχουν επίσης άνθρωποι που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους σε άλλους κι αυτό το σέβομαι πολύ. Η Μπέσι έχει αφιερώσει όλη τη ζωή της στον πατέρα της, που είναι κατάκοιτος από εγκεφαλικό. Τελικά όμως είναι κι αυτό αγάπη ή μήπως καθήκον;».



Για όλα αυτά μιλάει το “Marvin’s room”. Γι’ αυτή την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Γι’ αυτά που φοβόμαστε να πούμε και που μας στερούν πολύτιμες στιγμές με τον άλλον. «Το πιο βασικό σε μία οποιαδήποτε σχέση είναι η επικοινωνία και τα κοινά θέλω. Οταν τα θέλω τα δικά σου και τα δικά μου είναι διαφορετικά, αποκλείεται να μην υπάρξει σύγκρουση. Πρέπει όμως πάντα να είσαι ανοιχτός και στους συμβιβασμούς», παρατηρεί ο Δημήτρης, εξηγώντας μου ότι «το να μη μιλάνε δύο αδέλφια τόσα πολλά χρόνια σημαίνει ότι δεν υπήρχαν σημεία επαφής».

«Εχεις αφήσει ανθρώπους και σχέσεις πίσω σου;» του λέω χωρίς να εννοώ το ερωτικό κομμάτι. «Ναι, όπως όλοι. Στην πορεία διαπιστώνεις ότι αυτό που σε ώθησε να το κάνεις αυτό είναι τα διαφορετικά θέλω του καθενός. Οταν βλέπεις ότι δεν υπάρχει τίποτα κοινό και παράλληλα απουσιάζει η εκτίμηση και ο σεβασμός, τότε διαλύονται παρέες, χάνονται φιλίες», μου επισημαίνει.

Στην οικογένεια όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά για τον Δημήτρη. «Θεωρώ τους δεσμούς αίματος πάρα πολύ σημαντικούς», μου λέει. «Είμαι πολύ τυχερός που έχω δύο αδέλφια με τα οποία είμαι πολύ δεμένος. Θα πρέπει να μπει ένα πολύ σοβαρό ιδεολογικό ζήτημα στη μέση για να διαταράξει τη σχέση μου μαζί τους. Κάτι ακραίο. Οπως και να ’χει, θα το πάλευα μέχρι τέλους».

Η συζήτησή μας πηγαίνει στη θεατρική πραγματικότητα στην Ελλάδα του σήμερα. Του επισημαίνω το γεγονός ότι το επάγγελμα του ηθοποιού έχει γίνει πια μη βιοποριστικό για τους περισσότερους. «Πώς θα μπορούσε, όμως, να βιοποριστεί κάποιος από μία παράσταση που παίζει δύο φορές την εβδομάδα για 20 παραστάσεις συνολικά; Δεν είναι και λίγο τρελό να θεωρείς ότι θα βιοποριστείς από κάτι τέτοιο;» σχολιάζει.



Ο ίδιος θεωρεί ότι ο θεατρικός πληθωρισμός της Αθήνας είναι ολίγον πλασματικός. «Αυτός ο αριθμός των χιλίων παραστάσεων τη σεζόν είναι πολύ σχετικός. Μέσα σε αυτές υπάρχουν και δουλειές που γίνονται για πολύ λίγες παραστάσεις. Για πέντε δέκα παραστάσεις. Αν αυτές τις αφαιρέσουμε δεν μιλάμε για χίλιες παραστάσεις. Πόσες είναι οι παραστάσεις που δουλεύουν πια ολόκληρη τη σεζόν; Πολύ, πολύ λιγότερες», υπογραμμίζει, θέτοντας παράλληλα κι ένα άλλο σημαντικό ζήτημα, αυτό της κρατικής μέριμνας. «Θα ήταν πολύ όμορφο αν το θέατρο μας μπορούσε να είναι εξαγώγιμο προϊόν.

Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Με μία ελάχιστη επιδότηση για να βάλεις υπέρτιτλους στα αγγλικά στην παράστασή σου. Ή αν υπήρχε από το Υπουργείο Πολιτισμού ένας πολιτιστικός χάρτης με τα θέατρα της Αθήνας, ώστε κάθε τουρίστας να μπορεί να ενημερώνεται για το τι μπορεί να δει», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο Δημήτρης μοιάζει να είναι ένας γεμάτος άνθρωπος. Δεν αγαπάει απλά με πάθος τη δουλειά του. Αγαπάει με πάθος τη ζωή. Θέλει να τη ρουφήξει μέχρι το μεδούλι. Θέλει να ζει το τώρα. «Δεν μπορώ με αυτή την τρομολαγνεία κι όλον αυτόν τον κόσμο που φοβάται. Στεναχωριέμαι», μου λέει. «Επίσης με θλίβει αυτή η ματαιοδοξία. Αυτό που ο καθένας νομίζει ότι μπορεί να αλλάξει το σύμπαν από τη θεσούλα του. Εγώ είμαι ένας ηθοποιός και σκηνοθέτης. Σε κανέναν δεν θα λείψω αν σταματήσω να δουλεύω», παρατηρεί, αποδεικνύοντας ότι παραμένει ισορροπημένος.

Αυτό το τελευταίο φαίνεται κι από τα πράγματα που μπορούν να τον κάνουν ευτυχισμένο. «Ενα ήσυχο πρωινό για καφέ κάπου στην Αθήνα, μια βόλτα στην Πλάκα, ένα ωραίο βιβλίο, μια ωραία ταινία, μια ωραία παράσταση…». Τόσο απλά.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης