Ζήστε τη μαγεία των Χριστουγέννων στο νέο Flagship Store της Toys-Shop στην Αριστοτέλους
Μάνος Βουλαρίνος-Πέτρος Νικολάου: Δύο τύποι «ό,τι να΄ναι»
Μάνος Βουλαρίνος-Πέτρος Νικολάου: Δύο τύποι «ό,τι να΄ναι»
Ως δίδυμο αλληλοσυμπληρώνονται. Ο ένας μιλάει ακατάπαυστα, με ρυθμό πολυβόλου. Ο άλλος πετιέται στα λιγοστά κενά λόγου και πετάει τις «βόμβες» του. Και κάπως έτσι πολεμούν τη σοβαροφάνεια, την πολιτική «ορθότητα», αλλά και τα ευτράπελα της πολιτικής επικαιρότητας.
Ξεκινήσαμε να κάνουμε συνέντευξη, αλλά κάπου προς το τέλος συζητούσαν μεταξύ τους. Δεν ξέρω καν πότε αντιλήφθηκαν πως έφυγα, ούτε αν θυμούνται πως τους χαιρέτησα. Το θέμα είναι ότι ο ένας απολαμβάνει την παρέα του άλλου. Και αυτό είναι το βασικό συστατικό μιας τηλεοπτικής συνεργασίας.
Ποιο είναι το πρόσωπο «τοτέμ» της εκπομπής σας;
Μ.Β.: Δημήτριος Λ. Αβραμόπουλος.
Τι είναι αυτό που σας γοητεύει;
Π.Ν.: Το ότι υπάρχει, για αρχή, είναι αληθινό πρόσωπο.
Μ.Β.: Είναι ο ηγέτης των κομψών. Είναι ο άνθρωπος που μπορεί να κάνει το απολύτως τίποτα να φαίνεται σπουδαίο και σημαντικό. Έχουμε κόλλημα από τη Συντέλεια μαζί του, μας τρελαίνει.
Π.Ν.: Το «κοσμεί με την παρουσία του» νομίζω πως έχει εφευρεθεί για να περιγράψει εκείνον. Αυτός περπατάει και κοσμεί το πλακάκι, όλοι οι άλλοι περνάμε αδιάφοροι.
Μ.Β.: Είναι τεράστια αδικία που δεν έγινε πρόεδρος της δημοκρατίας. Είναι ένα διακοσμητικό αξίωμα και ο Αβραμόπουλος είναι κόσμημα. Θα μπορούσε να τα καταφέρει, σε αντίθεση με τον Πάκι Παπάκι (σ.σ. Προκόπη Παυλόπουλο) που τον βλέπεις και δεν είναι διακοσμητικός, γιατί δεν θα τον έβαζες σε μια γωνιά του σπιτιού σου. Τον Αβραμόπουλο θα τον έβαζες. Και τα Χριστούγεννα θα μπορούσαμε να τον στολίζουμε.
Σας έχει τηλεφωνήσει ο Αβραμόπουλος ή κάποιος άλλος πολιτικός;
Ποιο είναι το πρόσωπο «τοτέμ» της εκπομπής σας;
Μ.Β.: Δημήτριος Λ. Αβραμόπουλος.
Τι είναι αυτό που σας γοητεύει;
Π.Ν.: Το ότι υπάρχει, για αρχή, είναι αληθινό πρόσωπο.
Μ.Β.: Είναι ο ηγέτης των κομψών. Είναι ο άνθρωπος που μπορεί να κάνει το απολύτως τίποτα να φαίνεται σπουδαίο και σημαντικό. Έχουμε κόλλημα από τη Συντέλεια μαζί του, μας τρελαίνει.
Π.Ν.: Το «κοσμεί με την παρουσία του» νομίζω πως έχει εφευρεθεί για να περιγράψει εκείνον. Αυτός περπατάει και κοσμεί το πλακάκι, όλοι οι άλλοι περνάμε αδιάφοροι.
Μ.Β.: Είναι τεράστια αδικία που δεν έγινε πρόεδρος της δημοκρατίας. Είναι ένα διακοσμητικό αξίωμα και ο Αβραμόπουλος είναι κόσμημα. Θα μπορούσε να τα καταφέρει, σε αντίθεση με τον Πάκι Παπάκι (σ.σ. Προκόπη Παυλόπουλο) που τον βλέπεις και δεν είναι διακοσμητικός, γιατί δεν θα τον έβαζες σε μια γωνιά του σπιτιού σου. Τον Αβραμόπουλο θα τον έβαζες. Και τα Χριστούγεννα θα μπορούσαμε να τον στολίζουμε.
Σας έχει τηλεφωνήσει ο Αβραμόπουλος ή κάποιος άλλος πολιτικός;
Μ.Β.: Ο Αβραμόπουλος μας έχει τηλεφωνήσει. Ήταν τυπικός, μας είπε όμως πως γελάει, πως του αρέσει. Δεν ξέρουμε αν το εννοούσε, βέβαια.
Πώς είναι η αίσθηση να ξέρετε πως σας παρακολουθεί;
Μ.Β.: Είναι τεράστια η ευθύνη και μόνο που το σκέφτομαι τώρα ιδρώνουν οι παλάμες μου.
Π.Ν.: Αν το σκεφτόμουν στην πρώτη εκπομπή, θα έτρεμα πιο πολύ. Ευτυχώς, δεν το σκέφτηκα την ώρα εκείνη.
Ποια εκπομπή της ελληνικής τηλεόρασης δεν χάνετε ποτέ;
Μ.Β.: Τα δελτία ειδήσεων. Για επαγγελματικούς λόγους, αλλά ακόμη και αν δεν κάναμε αυτή τη δουλειά, θα τα βλέπαμε για ψυχολογικούς λόγους. Νομίζουμε πως είναι οι πιο επικίνδυνοι ανταγωνιστές μας. Και στην πραγματικότητα –αν και δεν κάνει να το λέμε αυτό– εμείς δεν έχουμε λόγο ύπαρξης. Δεν νομίζω πως υπάρχει πιο αστείο θέαμα από τα δελτία ειδήσεων. Το μεγάλο τους κατόρθωμα είναι πως παρουσιάζουν με σοβαρό τρόπο, κρατώντας ένα straight face, φοβερά πράγματα. Δεν μπορούμε να το συναγωνιστούμε αυτό. Η δυσκολία του επαγγέλματος του παρουσιαστή ειδήσεων είναι να μη γελάει. Μιλάνε με ανθρώπους που είναι κατά κανόνα φαιδροί, παρουσιάζουν θέματα με τα οποία θα μπορούσες να γελάσεις με σοβαρό τρόπο. Το αντικείμενο το ίδιο της δουλειάς τους… τους δίνουν τέτοιο υλικό που δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτα, παρά μόνο να μη γελάνε. Αυτό είναι και το πιο δύσκολο, βέβαια.
Τι θέλατε να προσθέσετε σε σχέση με τη Συντέλεια; Φαντάζομαι πως η διαφορά της ώρας, το ότι πλέον παίζει η εκπομπή αργά το βράδυ, σας απελευθερώνει…
Μ.Β.: Αυτό πράγματι το κάνει πιο εύκολο. Η Συντέλεια ήταν μια εκπομπή με γραμμένα όλα τα κείμενα, ήταν πιο «κλινικό» πράγμα.
Π.Ν.: Έλειπε ο αυθορμητισμός της στιγμής.
Μ.Β.: Προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε με έναν τρόπο και αυτό που κάνουμε στο ραδιόφωνο, παρότι αυτό δεν μπορεί να γίνει 100%. Εμείς θα το προσπαθήσουμε, με αποτυχία μάλλον…
Π.Ν.: Αλλά θα περάσουμε ωραία και αυτό θα βγει προς τα έξω.
Είστε ευχαριστημένοι με το υλικό που παίρνετε;
Μ.Β.: Το παράπονό μας είναι πως δεν τους προλαβαίνουμε. Πλέον, ό,τι και να παίξεις, έχεις αφήσει κάτι έξω. Ετοιμάζεις μια εκπομπή, την τελειώνεις και μια ώρα μετά βγαίνει ένας και λέει μια «αρκούδα» φοβερή. Και λες «πρέπει να το βάλω κι αυτό». Μισή ώρα αργότερα, νέα «αρκούδα». Για παράδειγμα, υπάρχει ένας άνθρωπος που έχει να δώσει πολλά, πιστεύω, ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Ο «Φλαμπουράρης υπουργός». Είναι θεότητα. Είναι ένας τύπος που νομίζεις –και νομίζει ο ίδιος– πως είναι σε ένα καφενείο και τα λέει με τους δικούς του. Και ακόμη δεν μας έχει χωρέσει κάπου να τον βάλουμε.
Από ποιον είχατε προσδοκίες και απογοητευτήκατε;
Π.Ν.: Είμαστε σε μια περίοδο που το καστ αλλάζει. Οι παλιοί σταρ δεν κάνουν ούτε αντιπολίτευση, κάθονται και αράζουν. Οπότε περιμένουμε…
Ποιος σας έχει λείψει;
Μ.Β.: Ο Γιώργος μάς λείπει, πάντα. Έχει αυτό το ταλέντο που διαθέτουν μόνο οι μεγάλοι κωμικοί. Μπορεί να σου πει «καλημέρα» και να γελάσεις. Δεν χρειάζεται καν, να πει κάτι ακραίο.
Π.Ν.: Βρίσκουμε πάτημα να τον αναφέρουμε, ακόμη και όταν δεν υπάρχει λόγος. Είναι ήρωας.
Μ.Β.: Σε όποια ιστορία μπλέκεται ο Γιώργος, αμέσως απογειώνεται. Και έχουμε χάσει πολλά που δεν είναι τώρα στη Βουλή.
Π.Ν.: Ο Καραμανλής μάς λείπει, επίσης.
Μ.Β.: Ο Καραμανλής, και όταν ήταν πρωθυπουργός, μας έλειπε, γιατί δεν έκανε και τίποτα.
Η νέα γενιά έχει πιο πολύ χιούμορ από την προηγούμενη;
Μ.Β.: Η χώρα δεν φημίζεται για το χιούμορ της, αλλά για το χαβαλέ της. Αυτά τα δύο είναι τελείως διαφορετικά. Αλλά ναι, οι πιτσιρικάδες έχουν χιούμορ και διαθέτουν το πιο απαραίτητο συστατικό του, που είναι να γελάνε πρώτα με τα μούτρα τους. Είναι λιγότερο σοβαροφανείς και πιο εξοικειωμένοι με τον αυτοσαρκασμό. Στην Ελλάδα, οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται τα πράγματα με προσωπικό τρόπο. Ακόμη και ο αστυνομικός, που θα σε σταματήσει για να σου κόψει κλήση, αισθάνεται πως του έχεις κάνει κάτι.
Π.Ν.: Το πιο σύνηθες είναι να γελάνε κάποιοι με πράγματα, μέχρι το σημείο που θα θίξει κάτι δικό τους.
Παρακολουθείτε αυτούς που κάνουν σάτιρα στην Ελλάδα;
Μ.Β.: Από λίγο όλους, αλλά κανέναν με φανατισμό.
Τον Λάκη Λαζόπουλο;
Μ.Β.: Προσωπικά δεν μπορώ να τον δω. Είναι περισσότερο τηλεκήρυκας παρά σατιρικός. Κάνει κάτι με το κτηνώδες ταλέντο που έχει, αλλά με σοκάρει αρκετές φορές ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να εξηγήσει τι είναι σωστό και τι λάθος, να καθοδηγήσει και να πλασάρει την προσωπική του ατζέντα. Είναι σοκαριστικό.
Π.Ν.: Οπότε μέσα σε αυτό χάνεται και το πολύ ωραίο του ταλέντο. Και χάνουμε και εμείς τη διάθεση.
Μ.Β.: Οπότε δεν είναι αυτό σάτιρα, αλλά προπαγάνδα. Πολιτική προπαγάνδα με αστειάκια. Που είναι κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που έχω στο νου μου για το τι είναι σάτιρα. Μπορεί να κάνω λάθος εγώ, βέβαια, δεν είναι υποχρεωτικό να είναι σωστό.
Το κυνηγήσατε να κάνετε τηλεόραση ή μια πρόταση έρχεται φυσιολογικά;
Μ.Β.: Θέλω να κάνω τηλεόραση, μου αρέσει, αλλά δεν καίγομαι κιόλας. Θέλω να κάνω όπως την έχω εγώ στο νου μου. Η πρόταση για να κάνουμε τη Συντέλεια ήρθε φυσιολογικά. Το ίδιο και τώρα.
Π.Ν.: Αν είσαι άρρωστος να κάνεις τηλεόραση, σώνει και ντε, φαίνεται και γελοίο. Φαίνεσαι και λυσσάρης για δημοσιότητα, που δεν βοηθάει και πολύ στη δουλειά αυτή.
Μ.Β.: Και το χειρότερο είναι πως, αν έχεις λύσσα να κάνεις τηλεόραση, καταλήγεις να κάνεις το οτιδήποτε. Και να λες οτιδήποτε. Και αυτή είναι μια έκθεση που δεν μου αρέσει πολύ. Βέβαια, εμείς έχουμε και γκόμενες. Αν δεν είχαμε, θα είχαμε ένα λόγο.
Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ
Πώς είναι η αίσθηση να ξέρετε πως σας παρακολουθεί;
Μ.Β.: Είναι τεράστια η ευθύνη και μόνο που το σκέφτομαι τώρα ιδρώνουν οι παλάμες μου.
Π.Ν.: Αν το σκεφτόμουν στην πρώτη εκπομπή, θα έτρεμα πιο πολύ. Ευτυχώς, δεν το σκέφτηκα την ώρα εκείνη.
Ποια εκπομπή της ελληνικής τηλεόρασης δεν χάνετε ποτέ;
Μ.Β.: Τα δελτία ειδήσεων. Για επαγγελματικούς λόγους, αλλά ακόμη και αν δεν κάναμε αυτή τη δουλειά, θα τα βλέπαμε για ψυχολογικούς λόγους. Νομίζουμε πως είναι οι πιο επικίνδυνοι ανταγωνιστές μας. Και στην πραγματικότητα –αν και δεν κάνει να το λέμε αυτό– εμείς δεν έχουμε λόγο ύπαρξης. Δεν νομίζω πως υπάρχει πιο αστείο θέαμα από τα δελτία ειδήσεων. Το μεγάλο τους κατόρθωμα είναι πως παρουσιάζουν με σοβαρό τρόπο, κρατώντας ένα straight face, φοβερά πράγματα. Δεν μπορούμε να το συναγωνιστούμε αυτό. Η δυσκολία του επαγγέλματος του παρουσιαστή ειδήσεων είναι να μη γελάει. Μιλάνε με ανθρώπους που είναι κατά κανόνα φαιδροί, παρουσιάζουν θέματα με τα οποία θα μπορούσες να γελάσεις με σοβαρό τρόπο. Το αντικείμενο το ίδιο της δουλειάς τους… τους δίνουν τέτοιο υλικό που δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτα, παρά μόνο να μη γελάνε. Αυτό είναι και το πιο δύσκολο, βέβαια.
Τι θέλατε να προσθέσετε σε σχέση με τη Συντέλεια; Φαντάζομαι πως η διαφορά της ώρας, το ότι πλέον παίζει η εκπομπή αργά το βράδυ, σας απελευθερώνει…
Μ.Β.: Αυτό πράγματι το κάνει πιο εύκολο. Η Συντέλεια ήταν μια εκπομπή με γραμμένα όλα τα κείμενα, ήταν πιο «κλινικό» πράγμα.
Π.Ν.: Έλειπε ο αυθορμητισμός της στιγμής.
Μ.Β.: Προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε με έναν τρόπο και αυτό που κάνουμε στο ραδιόφωνο, παρότι αυτό δεν μπορεί να γίνει 100%. Εμείς θα το προσπαθήσουμε, με αποτυχία μάλλον…
Π.Ν.: Αλλά θα περάσουμε ωραία και αυτό θα βγει προς τα έξω.
Είστε ευχαριστημένοι με το υλικό που παίρνετε;
Μ.Β.: Το παράπονό μας είναι πως δεν τους προλαβαίνουμε. Πλέον, ό,τι και να παίξεις, έχεις αφήσει κάτι έξω. Ετοιμάζεις μια εκπομπή, την τελειώνεις και μια ώρα μετά βγαίνει ένας και λέει μια «αρκούδα» φοβερή. Και λες «πρέπει να το βάλω κι αυτό». Μισή ώρα αργότερα, νέα «αρκούδα». Για παράδειγμα, υπάρχει ένας άνθρωπος που έχει να δώσει πολλά, πιστεύω, ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Ο «Φλαμπουράρης υπουργός». Είναι θεότητα. Είναι ένας τύπος που νομίζεις –και νομίζει ο ίδιος– πως είναι σε ένα καφενείο και τα λέει με τους δικούς του. Και ακόμη δεν μας έχει χωρέσει κάπου να τον βάλουμε.
Από ποιον είχατε προσδοκίες και απογοητευτήκατε;
Π.Ν.: Είμαστε σε μια περίοδο που το καστ αλλάζει. Οι παλιοί σταρ δεν κάνουν ούτε αντιπολίτευση, κάθονται και αράζουν. Οπότε περιμένουμε…
Ποιος σας έχει λείψει;
Μ.Β.: Ο Γιώργος μάς λείπει, πάντα. Έχει αυτό το ταλέντο που διαθέτουν μόνο οι μεγάλοι κωμικοί. Μπορεί να σου πει «καλημέρα» και να γελάσεις. Δεν χρειάζεται καν, να πει κάτι ακραίο.
Π.Ν.: Βρίσκουμε πάτημα να τον αναφέρουμε, ακόμη και όταν δεν υπάρχει λόγος. Είναι ήρωας.
Μ.Β.: Σε όποια ιστορία μπλέκεται ο Γιώργος, αμέσως απογειώνεται. Και έχουμε χάσει πολλά που δεν είναι τώρα στη Βουλή.
Π.Ν.: Ο Καραμανλής μάς λείπει, επίσης.
Μ.Β.: Ο Καραμανλής, και όταν ήταν πρωθυπουργός, μας έλειπε, γιατί δεν έκανε και τίποτα.
Η νέα γενιά έχει πιο πολύ χιούμορ από την προηγούμενη;
Μ.Β.: Η χώρα δεν φημίζεται για το χιούμορ της, αλλά για το χαβαλέ της. Αυτά τα δύο είναι τελείως διαφορετικά. Αλλά ναι, οι πιτσιρικάδες έχουν χιούμορ και διαθέτουν το πιο απαραίτητο συστατικό του, που είναι να γελάνε πρώτα με τα μούτρα τους. Είναι λιγότερο σοβαροφανείς και πιο εξοικειωμένοι με τον αυτοσαρκασμό. Στην Ελλάδα, οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται τα πράγματα με προσωπικό τρόπο. Ακόμη και ο αστυνομικός, που θα σε σταματήσει για να σου κόψει κλήση, αισθάνεται πως του έχεις κάνει κάτι.
Π.Ν.: Το πιο σύνηθες είναι να γελάνε κάποιοι με πράγματα, μέχρι το σημείο που θα θίξει κάτι δικό τους.
Παρακολουθείτε αυτούς που κάνουν σάτιρα στην Ελλάδα;
Μ.Β.: Από λίγο όλους, αλλά κανέναν με φανατισμό.
Τον Λάκη Λαζόπουλο;
Μ.Β.: Προσωπικά δεν μπορώ να τον δω. Είναι περισσότερο τηλεκήρυκας παρά σατιρικός. Κάνει κάτι με το κτηνώδες ταλέντο που έχει, αλλά με σοκάρει αρκετές φορές ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να εξηγήσει τι είναι σωστό και τι λάθος, να καθοδηγήσει και να πλασάρει την προσωπική του ατζέντα. Είναι σοκαριστικό.
Π.Ν.: Οπότε μέσα σε αυτό χάνεται και το πολύ ωραίο του ταλέντο. Και χάνουμε και εμείς τη διάθεση.
Μ.Β.: Οπότε δεν είναι αυτό σάτιρα, αλλά προπαγάνδα. Πολιτική προπαγάνδα με αστειάκια. Που είναι κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που έχω στο νου μου για το τι είναι σάτιρα. Μπορεί να κάνω λάθος εγώ, βέβαια, δεν είναι υποχρεωτικό να είναι σωστό.
Το κυνηγήσατε να κάνετε τηλεόραση ή μια πρόταση έρχεται φυσιολογικά;
Μ.Β.: Θέλω να κάνω τηλεόραση, μου αρέσει, αλλά δεν καίγομαι κιόλας. Θέλω να κάνω όπως την έχω εγώ στο νου μου. Η πρόταση για να κάνουμε τη Συντέλεια ήρθε φυσιολογικά. Το ίδιο και τώρα.
Π.Ν.: Αν είσαι άρρωστος να κάνεις τηλεόραση, σώνει και ντε, φαίνεται και γελοίο. Φαίνεσαι και λυσσάρης για δημοσιότητα, που δεν βοηθάει και πολύ στη δουλειά αυτή.
Μ.Β.: Και το χειρότερο είναι πως, αν έχεις λύσσα να κάνεις τηλεόραση, καταλήγεις να κάνεις το οτιδήποτε. Και να λες οτιδήποτε. Και αυτή είναι μια έκθεση που δεν μου αρέσει πολύ. Βέβαια, εμείς έχουμε και γκόμενες. Αν δεν είχαμε, θα είχαμε ένα λόγο.
Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα