Ζήστε τη μαγεία των Χριστουγέννων στο νέο Flagship Store της Toys-Shop στην Αριστοτέλους
Σταύρος Νταϊφάς: Ενα μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία του Θρύλου
Σταύρος Νταϊφάς: Ενα μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία του Θρύλου
Ηταν άνοιξη του 1979. Η Μεταπολίτευση και όσα αυτή πρέσβευε ήταν στην πρώτη γραμμή. Οι Ελληνες ποδοσφαιριστές και αθλητές άλλων αγωνισμάτων άρχιζαν να συνδικαλίζονται και να θέτουν αιτήματα προς την κυβέρνηση Καραμανλή για καλύτερη αντιμετώπισή τους από τα σωματεία. Τα έτη 1977 και 1979 ο συνδικαλιστικός φορέας των ποδοσφαιριστών κατεβαίνει σε απεργία για την επίλυση εργασιακών και θεσμικών θεμάτων.
Οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης, Ανδρέας Παπανδρέου, Χαρίλαος Φλωράκης και Λεωνίδας Κύρκος, έχουν συχνές συναντήσεις με εκπροσώπους των ποδοσφαιριστών. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. αποφασίζει λοιπόν να λάβει τα μέτρα της. Τον Μάρτιο του 1979 κατατίθεται στη Βουλή και ψηφίζεται μόνο από τη Ν.Δ. το νομοσχέδιο που έγινε ο νόμος 879/79, με τον οποίο το ελληνικό ποδόσφαιρο έγινε επαγγελματικό και τα ποδοσφαιρικά σωματεία της Α’ Εθνικής μετατράπηκαν σε Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες. Τη χρονιά εκείνη ο Ολυμπιακός αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Στα απόνερα της μεγάλης φουρνιάς της ομάδας του Νίκου Γουλανδρή, η ομάδα κινδύνευε να καταποντιστεί. Πρόεδρος των Πειραιωτών ήταν ο Ηρακλής Τσιτσαλής, διευθυντής στο ναυτιλιακό τμήμα της Εθνικής Τράπεζας και συνιδιοκτήτης ενός πλοίου με τον Μιχάλη Αρκάδη της ΑΕΚ.
Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς το αθλητικό τμήμα της εφημερίδας «Η Απογευματινή» αποφασίζει να κάνει ένα μεγάλο αφιέρωμα στον τρόπο που οι ποδοσφαιρικές ομάδες θα προσαρμοστούν στις νέες επαγγελματικές απαιτήσεις. Ο δημοσιογράφος που κάλυπτε το ρεπορτάζ των ερυθρολεύκων ήταν ο Κώστας Μυλωνάς, ένας από τους κορυφαίους της εποχής του, ο οποίος έκλεισε αμέσως συνάντηση με τον Ηρακλή Τσιτσαλή. Την επομένη ο δημοσιογράφος φτάνει στο γραφείο του προέδρου. «Μην κάθεσαι, πάμε να φύγουμε από το γραφείο», του λέει ο Τσιτσαλής. «Πού θα πάμε;» αναρωτιέται ο συνάδελφος. «Σε αυτόν που θα πάρει τον Ολυμπιακό», είναι η απάντηση.
Οι δύο άνδρες βγήκαν στην πλατεία της Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου και κατευθύνθηκαν στο κτίριο που βρισκόταν στην Ακτή Μιαούλη 85. Ανέβηκαν στον 3ο όροφο, όπου υπήρχε μία ναυτιλιακή εταιρεία. Ο δημοσιογράφος με τον φωτογράφο στάθηκαν στον χώρο υποδοχής των εντυπωσιακών γραφείων. Στο γραφείο του εφοπλιστή εισήλθε ο πρόεδρος του Ολυμπιακού και είπε: «Σταύρο, σου έφερα έναν δημοσιογράφο από την “Απογευματινή”». Οι φωνές του εφοπλιστή ακούστηκαν μέχρι την υποδοχή: «Και τι δουλειά έχω εγώ να μιλήσω στις εφημερίδες;». Ο εφοπλιστής ήταν ο Σταύρος Νταϊφάς, που συνέδεσε το όνομά του με τη σύγχρονη ιστορία το Ολυμπιακού και στάθηκε δίπλα του όχι μόνο στις επιτυχίες αλλά και στα τρικυμίες, ακόμη και όταν αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Τελικά δέχτηκε να μιλήσει στον Κώστα Μυλωνά και την επόμενη μέρα έμαθε όλη η Ελλάδα ότι ο Ολυμπιακός αλλάζει χέρια και περνάει σε μια ομάδα εφοπλιστών. Ονόματα βαριά. Αντώνης Χανδρής, Μένης Καραγιώργης, Στάθης Γουρδομιχάλης, Νίκος Νομικός, Νίκος Λιβανός και Λουκάς Χατζηιωάννου. Στη στενή παρέα του Σταύρου Νταϊφά ήταν και αγαπημένοι του φίλοι που λάτρευαν τον Ολυμπιακό, όπως ο Μιλτιάδης Μαρινάκης, ο Ζαχαρίας Κρίτσας και ο Μίμης Κουτρουμπούσης.
Ο ίδιος ο Σταύρος Νταϊφάς, μιλώντας πριν από λίγα χρόνια στην εκπομπή «Αειναύτες», διηγήθηκε τα γεγονότα της περιόδου όπου άρχισε να γράφεται η χρυσή μετά Γουλανδρή εποχή του Ολυμπιακού στο ελληνικό ποδόσφαιρο: «Αν και έχω γεννηθεί στην Καλαμάτα, μεγάλωσα στον Πειραιά, όπου είχα χρηματιστηριακό γραφείο, ώστε από χρόνια με γνώριζε ο κόσμος. Αλλά και τα οικονομικά μου ήξεραν ότι ήταν ικανοποιητικά. Τότε ο Ολυμπιακός πέρναγε δύσκολες στιγμές. Ηταν ένας κύριος Τσιτσαλής πρόεδρος, υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας και φίλος μου. Κάποτε-κάποτε τον βοηθούσα στην προσπάθειά του, οπότε έπεσε κυριολεκτικώς επάνω μου να πάρω τον Ολυμπιακό. Στην αρχή αρνήθηκα, αλλά μετά από γενικότερες πιέσεις το αποφάσισα. Ηταν θυμάμαι Παρασκευή και ρωτώ πόσο πουλιέται ο Παναθηναϊκός που ήθελαν να πάρουν οι Γιαννακόπουλοι. Μου είπαν γύρω στα 80 εκατ. Τότε είπα θα δώσω εγώ για τον Ολυμπιακό 110 εκατ. δραχμές, που αντιστοιχούσαν σε 3,5 εκατ. δολάρια. Πηγαίνω το πρωί και παίρνω την ομάδα». Ηταν η ημέρα που ο Ολυμπιακός άλλαξε χέρια και ο Παναθηναϊκός κατέληξε στην οικογένεια Βαρδινογιάννη. Ο Σταύρος Νταϊφάς, ο οποίος είχε παντρέψει τον Γιώργο Βαρδινογιάννη με την Αγάπη Πολίτη, έβαλε στο ποδόσφαιρο και στον Παναθηναϊκό τη γνωστή οικογένεια την ώρα που ήταν έτοιμος να πάρει την ομάδα ο Παύλος Γιαννακόπουλος. Διηγείται λοιπόν ο Σταύρος Νταϊφάς: «Τη μέρα που αγόρασα τον Ολυμπιακό συναντήθηκα με τον Γιώργο Βαρδινογιάννη και του πρότεινα να αγοράσουν οι Βαρδινογιάννηδες τον Παναθηναϊκό για να ξεκινήσουμε μία ουσιαστική ανανέωση του ποδοσφαίρου στην πατρίδα μας. Τα ίδια είπα στο τηλέφωνο και στον Βαρδή Βαρδινογιάννη και την άλλη μέρα πήγαν στον Νικολαΐδη και αγόρασαν αυτοί την άλλη ομάδα. Οταν όμως οι Βαρδινογιάννηδες πήραν τον Παναθηναϊκό άρχισαν δημοσιεύσεις στον Τύπο, φωτογραφίες, συνεντεύξεις, φέρανε τον Ρότσα από την Αργεντινή και τα λοιπά, που εγώ ούτε στο μυαλό μου είχα τέτοιες σκέψεις. Αλλά όλα αυτά είναι περασμένα και ξεχασμένα».
Επί της θητείας του Σταύρου Νταϊφά οι ερυθρόλευκοι κατέκτησαν πέντε πρωταθλήματα, εκ των οποίων τα τέσσερα σερί, από το 1980 έως το 1983, και ένα ακόμη το 1987, όταν ανέλαβε και πάλι ο Ελληνας εφοπλιστής τα ηνία της ομάδας από την οποία είχε αρχικά αποχωρήσει για λόγους υγείας. Επίσης, κατέκτησε ένα Κύπελλο το 1981 και ένα ακόμη τον Μάρτιο του 1992 στον διπλό τελικό με τον ΠΑΟΚ, ως πρόεδρος της προσωρινής διοίκησης που είχε διορίσει το Πρωτοδικείο Πειραιά με αντιπρόεδρο τον Σωκράτη Κόκκαλη.
Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς το αθλητικό τμήμα της εφημερίδας «Η Απογευματινή» αποφασίζει να κάνει ένα μεγάλο αφιέρωμα στον τρόπο που οι ποδοσφαιρικές ομάδες θα προσαρμοστούν στις νέες επαγγελματικές απαιτήσεις. Ο δημοσιογράφος που κάλυπτε το ρεπορτάζ των ερυθρολεύκων ήταν ο Κώστας Μυλωνάς, ένας από τους κορυφαίους της εποχής του, ο οποίος έκλεισε αμέσως συνάντηση με τον Ηρακλή Τσιτσαλή. Την επομένη ο δημοσιογράφος φτάνει στο γραφείο του προέδρου. «Μην κάθεσαι, πάμε να φύγουμε από το γραφείο», του λέει ο Τσιτσαλής. «Πού θα πάμε;» αναρωτιέται ο συνάδελφος. «Σε αυτόν που θα πάρει τον Ολυμπιακό», είναι η απάντηση.
Οι δύο άνδρες βγήκαν στην πλατεία της Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου και κατευθύνθηκαν στο κτίριο που βρισκόταν στην Ακτή Μιαούλη 85. Ανέβηκαν στον 3ο όροφο, όπου υπήρχε μία ναυτιλιακή εταιρεία. Ο δημοσιογράφος με τον φωτογράφο στάθηκαν στον χώρο υποδοχής των εντυπωσιακών γραφείων. Στο γραφείο του εφοπλιστή εισήλθε ο πρόεδρος του Ολυμπιακού και είπε: «Σταύρο, σου έφερα έναν δημοσιογράφο από την “Απογευματινή”». Οι φωνές του εφοπλιστή ακούστηκαν μέχρι την υποδοχή: «Και τι δουλειά έχω εγώ να μιλήσω στις εφημερίδες;». Ο εφοπλιστής ήταν ο Σταύρος Νταϊφάς, που συνέδεσε το όνομά του με τη σύγχρονη ιστορία το Ολυμπιακού και στάθηκε δίπλα του όχι μόνο στις επιτυχίες αλλά και στα τρικυμίες, ακόμη και όταν αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Τελικά δέχτηκε να μιλήσει στον Κώστα Μυλωνά και την επόμενη μέρα έμαθε όλη η Ελλάδα ότι ο Ολυμπιακός αλλάζει χέρια και περνάει σε μια ομάδα εφοπλιστών. Ονόματα βαριά. Αντώνης Χανδρής, Μένης Καραγιώργης, Στάθης Γουρδομιχάλης, Νίκος Νομικός, Νίκος Λιβανός και Λουκάς Χατζηιωάννου. Στη στενή παρέα του Σταύρου Νταϊφά ήταν και αγαπημένοι του φίλοι που λάτρευαν τον Ολυμπιακό, όπως ο Μιλτιάδης Μαρινάκης, ο Ζαχαρίας Κρίτσας και ο Μίμης Κουτρουμπούσης.
Ο ίδιος ο Σταύρος Νταϊφάς, μιλώντας πριν από λίγα χρόνια στην εκπομπή «Αειναύτες», διηγήθηκε τα γεγονότα της περιόδου όπου άρχισε να γράφεται η χρυσή μετά Γουλανδρή εποχή του Ολυμπιακού στο ελληνικό ποδόσφαιρο: «Αν και έχω γεννηθεί στην Καλαμάτα, μεγάλωσα στον Πειραιά, όπου είχα χρηματιστηριακό γραφείο, ώστε από χρόνια με γνώριζε ο κόσμος. Αλλά και τα οικονομικά μου ήξεραν ότι ήταν ικανοποιητικά. Τότε ο Ολυμπιακός πέρναγε δύσκολες στιγμές. Ηταν ένας κύριος Τσιτσαλής πρόεδρος, υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας και φίλος μου. Κάποτε-κάποτε τον βοηθούσα στην προσπάθειά του, οπότε έπεσε κυριολεκτικώς επάνω μου να πάρω τον Ολυμπιακό. Στην αρχή αρνήθηκα, αλλά μετά από γενικότερες πιέσεις το αποφάσισα. Ηταν θυμάμαι Παρασκευή και ρωτώ πόσο πουλιέται ο Παναθηναϊκός που ήθελαν να πάρουν οι Γιαννακόπουλοι. Μου είπαν γύρω στα 80 εκατ. Τότε είπα θα δώσω εγώ για τον Ολυμπιακό 110 εκατ. δραχμές, που αντιστοιχούσαν σε 3,5 εκατ. δολάρια. Πηγαίνω το πρωί και παίρνω την ομάδα». Ηταν η ημέρα που ο Ολυμπιακός άλλαξε χέρια και ο Παναθηναϊκός κατέληξε στην οικογένεια Βαρδινογιάννη. Ο Σταύρος Νταϊφάς, ο οποίος είχε παντρέψει τον Γιώργο Βαρδινογιάννη με την Αγάπη Πολίτη, έβαλε στο ποδόσφαιρο και στον Παναθηναϊκό τη γνωστή οικογένεια την ώρα που ήταν έτοιμος να πάρει την ομάδα ο Παύλος Γιαννακόπουλος. Διηγείται λοιπόν ο Σταύρος Νταϊφάς: «Τη μέρα που αγόρασα τον Ολυμπιακό συναντήθηκα με τον Γιώργο Βαρδινογιάννη και του πρότεινα να αγοράσουν οι Βαρδινογιάννηδες τον Παναθηναϊκό για να ξεκινήσουμε μία ουσιαστική ανανέωση του ποδοσφαίρου στην πατρίδα μας. Τα ίδια είπα στο τηλέφωνο και στον Βαρδή Βαρδινογιάννη και την άλλη μέρα πήγαν στον Νικολαΐδη και αγόρασαν αυτοί την άλλη ομάδα. Οταν όμως οι Βαρδινογιάννηδες πήραν τον Παναθηναϊκό άρχισαν δημοσιεύσεις στον Τύπο, φωτογραφίες, συνεντεύξεις, φέρανε τον Ρότσα από την Αργεντινή και τα λοιπά, που εγώ ούτε στο μυαλό μου είχα τέτοιες σκέψεις. Αλλά όλα αυτά είναι περασμένα και ξεχασμένα».
Επί της θητείας του Σταύρου Νταϊφά οι ερυθρόλευκοι κατέκτησαν πέντε πρωταθλήματα, εκ των οποίων τα τέσσερα σερί, από το 1980 έως το 1983, και ένα ακόμη το 1987, όταν ανέλαβε και πάλι ο Ελληνας εφοπλιστής τα ηνία της ομάδας από την οποία είχε αρχικά αποχωρήσει για λόγους υγείας. Επίσης, κατέκτησε ένα Κύπελλο το 1981 και ένα ακόμη τον Μάρτιο του 1992 στον διπλό τελικό με τον ΠΑΟΚ, ως πρόεδρος της προσωρινής διοίκησης που είχε διορίσει το Πρωτοδικείο Πειραιά με αντιπρόεδρο τον Σωκράτη Κόκκαλη.
Δεκέμβριος του 1983, ο Σταύρος Νταϊφάς με τον Νίκο Αλέφαντο στου Ρέντη
Το ξεκίνημα
Ο Σταύρος Νταϊφάς γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1927, δύο χρόνια μετά την ίδρυση του Ολυμπιακού. Προερχόταν από παραδοσιακή οικογένεια πλοιοκτητών και ναυτικών με ιδιόκτητα ιστιοφόρα στη Μεσσηνία από όπου μετέφεραν εμπορεύματα από και προς τον Πειραιά την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Μόλις τελείωσε το Γυμνάσιο αποφάσισε να γίνει καπετάνιος. Ο ίδιος είχε αφηγηθεί: «Ημουν στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων. Δεν υπήρχε οικονομική δυνατότητα να σπουδάσω. Αναγκάστηκα να κάνω κάτι για να επιζήσω. Αρχικώς δούλευα σε εταιρεία ασφαλιστική. Εν τω μεταξύ το κράτος είχε 150 μεγάλα καΐκια, των 120 τόνων, και τα έβγαλε στον πλειστηριασμό. Οποιος είχε χάσει στον πόλεμο πλοίο είχε δικαίωμα να πάρει με δόσεις. Και πήγα και πήρα ένα καραβάκι από αυτά, το οποίο ήταν μισοβουλιαγμένο, ιστορίες για αγρίους. Το πήρα, το έφτιαξα, το αξιοποίησα, είχα και τις ασφάλειες και με δανεικά 100 λίρες χρυσές από μία θεία μου, αδελφή του Εξαρχάκη, του γενικού διευθυντή του Γενικού Λογιστηρίου, τα οποία βέβαια επέστρεψα. Ολα αυτά σε ηλικία 18 ετών. Ετσι, άφησα τη Σχολή Εμποροπλοιάρχων. Δεν συνέχισα». Το πρώτο φορτηγό με το όνομα «Κόνιτσα» το αγόρασε στις 19 Οκτωβρίου του 1949 αντί 14.000 λιρών. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Σταύρος Νταϊφάς επέκτεινε τον στόλο του και άρχισε να ασχολείται με μεγαλύτερης χωρητικότητας πλοία. Το 1958 συνεργάστηκε με τους αδελφούς Παναγιώτη και Νίκο Κωνσταντινίδη, εμπόρους. Το 1960 δημιούργησε έναν σημαντικό στόλο με μεσογειακά φορτηγά πλοία και από τη δεκαετία του ’70 επεκτάθηκε στα ποντοπόρα. Ηταν η εποχή που έδωσε την πρώτη παραγγελία για ναυπήγηση πλοίου στα ιαπωνικά ναυπηγεία ΙΗΙ. Το 1975 ο στόλος της εταιρείας Daifas Stavros Marine Enterprise S.A. ήταν 12 πλοία, συνολικής μεταφορικής δυνατότητας 117.000 τόνων.
Ο ίδιος ήταν εργασιομανής και πάντα του άρεσε να διηγείται ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: «Πρέπει να έχεις φιλοδοξίες στη ζωή, να έχεις τα κότσια να δουλέψεις σκληρά. Θυμάμαι ότι μια φορά δούλεψα 72 ώρες χωρίς να κοιμηθώ, παρακολουθώντας τις εργασίες σε τρία βαπόρια μαζί και ήρθε η μικρή μου κόρη. Ημουν με τη φόρμα μαύρος από τη μουτζούρα και δεν με γνώρισε. Οταν έρχεται ο άνθρωπος στη ζωή, δεν έρχεται μόνο για να φάει, να πιει, να περάσει όμορφα και μετά να φύγει. Ερχεται και για να δημιουργήσει, να αφήσει ένα πετραδάκι για την πρόοδο και την ευημερία της πατρίδας του».
Κατά τη διάρκεια της κρίσης που έπληξε την παγκόσμια ναυτιλία, το 1980, ο Σταύρος Νταϊφάς πήγε κόντρα στο ρεύμα. Προχώρησε σε ναυπηγήσεις, αυξάνοντας τη δύναμη του στόλου του το 1985 στα 11 πλοία, των οποίων το πρώτο συνθετικό ήταν το όνομα Silver. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με τη διαχείριση στόλων με λιγότερα πλοία, ενώ δημιουργήθηκε και μια νέα εταιρεία, η Silver Lake Shipping Co S.A., στην οποία μπήκαν η κόρη του Σταύρου Νταϊφά, Ειρήνη, καθώς και τα παιδιά του Παναγιώτη Κωνσταντινίδη.
Ο Σταύρος Νταϊφάς εκπροσώπησε τα συμφέροντα του ελληνικού εφοπλισμού από διάφορες θέσεις, αρχικά ως μέλος του Δ.Σ. της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, από το 1975 έως το 1982, και στη συνέχεα ως αντιπρόεδρος έως το 1991. Ηταν δεινός ομιλητής και κατάφερνε να περνάει τις θέσεις του στις διαπραγματεύσεις, για αυτό και είχε μεγάλη επιρροή στους εφοπλιστικούς κύκλους. Σε μια συνάντηση με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για το θέμα του φόρου κληρονομιάς, ο τότε πρωθυπουργός ήταν αρχικά ανένδοτος στις συζητήσεις με την Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών. Κάποια στιγμή όμως πήρε τον λόγο ο Σταύρος Νταϊφάς και είπε στον Εθνάρχη: «Είμαι αυτοδημιούργητος και έχω 20 βαπόρια. Εάν μου συμβεί κάτι, θα έρθει το κράτος και θα επιβάλει βαριά φορολογία. Δεν νομίζω ότι κανένα από τα δύο παιδιά μου θα το δεχτεί αυτό. Θα πάρουν τα καράβια και θα φύγουν από την Ελλάδα και δεν αποκλείεται να χαθούν και από Ελληνες». Τότε ο τότε πρωθυπουργός γυρίζει στον υπουργό Ναυτιλίας Παναγή Παπαληγούρα και του λέει: «Ρε, Παναγή, σάμπως να ’χει δίκαιο τούτος». Κι έτσι λύθηκε το πρόβλημα.
«Βάλε στο υπουργείο τον Κατσιφάρα»
Μόλις ήρθε στην εξουσία ο Ανδρέας Παπανδρέου, που είχε τακτικές επαφές με τον Σταύρο Νταϊφά, υπουργός Ναυτιλίας έγινε ο Στάθης Αλεξανδρής, με τον οποίο ήρθε σε ρήξη από την πρώτη ημέρα. Και αυτό γιατί όταν τον επισκέφθηκαν οι εκπρόσωποι της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών για εθιμοτυπικούς λόγους δεν τους είπε να καθίσουν και τους είχε όρθιους «ανάμεσα σε κάτι μουσάτους για να μας πει στο τέλος ότι από δω και πέρα μόνο με γραπτά αιτήματα του κλάδου», όπως διηγείται ο ίδιος ο Σταύρος Νταϊφάς. «Τότε του λέω και γω: “Κύριε, υπουργέ, εμείς δεν στέλνουμε έγγραφα παρά μόνο συζητούμε”. Χωρίς να χάσω καιρό πάω στον Παπανδρέου και του λέω: “Τι είναι αυτός; Τι τον έβαλες; Βάλε στο υπουργείο τον Κατσιφάρα να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε”. Και έτσι κατέβηκε στον Πειραιά ο Γιώργος Κατσιφάρας. Εγώ ήμουν η αφορμή», θυμάται. Ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν συναισθηματικός άνθρωπος. Οταν τον πρωτογνώριζε κάποιος, αντίκριζε έναν αυστηρό άνδρα, ο οποίος όμως ήταν η ψυχή της παρέας. Μπορούσε να διασκεδάσει στο ακριβότερο εστιατόριο, αλλά συγχρόνως λάτρευε τα κουτούκια και το τάβλι. Ο ίδιος είχε εκμυστηρευτεί στους «Αειναύτες: «Δεν μπορούσα να ζήσω ποτέ μακριά από τον τόπο μου. Μου αρέσει να πάρω τους φίλους μου, να παίξω μια μπιρίμπα, να πάω σε ένα κουτούκι, να ακούσω ένα καλό τραγούδι, να δω ένα θέατρο και να θαυμάζω τα νιάτα που, κατά τη γνώμη μου, είναι αδικημένα. Αυτή για μένα είναι η ζωή, έτσι τη βλέπω. Πηγαίνω από το Σάββατο στο σπίτι μου στην Εκάλη και γυρίζω τη Δευτέρα στο γραφείο. Η Εκάλη είναι ξεκούραση, δεν την αλλάζω. Θα πείτε, “θαλασσινός εσύ και παίρνεις τα βουνά;”. Η απάντηση δεν είναι δύσκολη. Εζησα και ταλαιπωρήθηκα στη θάλασσα όταν ήμουν νέος. Ταξίδευα με καΐκια και με συνθήκες πρωτόγνωρες. Ερχόμασταν στον Πειραιά από την Καλαμάτα με πανιά και όχι με μηχανή. Μιλάμε για δραματικές συνθήκες δουλειάς. Εγώ λογικά έπρεπε να είχα πνιγεί εκατό φορές στον Κάβο Μαλλιά. Μου έλεγε ο πατέρας μου, καπετάνιος που πέθανε νέος στα 43 του, να προλάβω να εκμεταλλευτώ τη θάλασσα. Η ναυτιλία για τους νέους της Ελλάδας είναι το επάγγελμα του μέλλοντος». Ο Σταύρος Νταϊφάς, παρά το πάντοτε φορτωμένο του πρόγραμμα, ήταν ένας πολύ καλός οικογενειάρχη, αν και η μοίρα τον χτύπησε σκληρά. Δυο χρόνια μετά τη γέννηση της κόρης του Ειρήνης, στην πολυαγαπημένη του σύζυγο Ελένη διαγνώστηκε σκλήρυνση κατά πλάκας. Της στάθηκε όσο κανείς άλλος και τη φρόντισε με αγάπη μέχρι την τελευταία της στιγμή, πριν από λίγα χρόνια.
Παρών σε όλες τις κρίσιμες καμπές
Ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν ένας μεγάλος ηγέτης για τον Ολυμπιακό και στάθηκε δίπλα στην ομάδα σε όλες τις κρίσιμες καμπές της ιστορίας της. Ελεγε συχνά σε φίλους και γνωστούς όταν τον ρωτούσαν: «Ο Ολυμπιακός δεν είναι μια ακόμα επιχείρηση, είναι ιδέα». Το 1985-86 αντιμετώπισε προβλήματα υγείας και έδωσε την ομάδα στον Νίκο Ευθυμίου. Οταν όμως ήρθε εκείνος ο χαμένος τελικός Κυπέλλου από τον ΠΑΟ με 4-0 στο ΟΑΚΑ, το 1986, επέστρεψε στη διοίκηση εν μια νυκτί και την επόμενη χρονιά πήρε το πρωτάθλημα. Εκείνη την περίοδο, ως μέλος του Δ.Σ. της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, συναντήθηκε με τον Ανδρέα Παπανδρέου όταν η ναυτιλία ήρθε αντιμέτωπη με μια οικονομική κρίση. Μετά το τέλος της σύσκεψης για τα ναυτιλιακά θέματα, ο Σταύρος Νταϊφάς είχε μια κατ’ ιδίαν συνομιλία με τον Ανδρέα Παπανδρέου. «Εχουμε οικονομικό πρόβλημα με την ομάδα», είπε στον πρωθυπουργό, με τον οποίο είχαν πολύ καλές σχέσεις. Τότε ήταν που μπήκε στο ερυθρόλευκο κάδρο ο Γιώργος Κοσκωτάς. Ο Σταύρος Νταϊφάς συναντήθηκε μαζί του και ο Ελληνας τραπεζίτης τον έπεισε ότι θα έβαζε στον Ολυμπιακό πολύ περισσότερα χρήματα από όσα κάποιος μπορούσε να φανταστεί. Ο Κοσκωτάς αγόρασε τον Ολυμπιακό αντί 120 εκατ. δραχμών, όσο δηλαδή ήταν η αξία του μετοχικού κεφαλαίου της ομάδας και τα ανοίγματα που είχε προς τρίτους.Στη συνέχεια, όταν ο Γ. Κοσκωτάς φυγαδεύτηκε στο εξωτερικό, ο Ολυμπιακός έχασε από τον ΠΑΟ 2-1 χωρίς ουσιαστικά να έχει διοίκηση. Ο Σταύρος Νταϊφάς εξέδωσε τότε ανακοίνωση με την οποία έκανε γνωστό ότι οι εφοπλιστές παρακολουθούν τα τεκταινόμενα και την κατάλληλη στιγμή θα επέμβουν για να δώσουν λύση. Ακολούθησε η περίοδος με πρόεδρο τον Αργύρη Σαλιαρέλη.
«Θα βγεις ζημιωμένος»
Το 1992 με παρέμβαση του Σταύρου Νταϊφά το Πρωτοδικείο Πειραιά διόρισε προσωρινή διοίκηση στον Ολυμπιακό, στην οποία ήταν πρόεδρος ο ίδιος με αντιπρόεδρο τον Σωκράτη Κόκκαλη.
«Στον Ολυμπιακό δεν πας για να βγάλεις χρήματα. Ο Ολυμπιακός δεν είναι μια ακόμα επιχείρηση, είναι ιδέα και πρέπει να ξέρεις από πριν πως θα βγεις ζημιωμένος. Εβαλα αρκετά χρήματα στον Ολυμπιακό, αλλά ποτέ δεν τα ζήτησα πίσω. Για παράδειγμα, το 1992 έβαλα 500.000 δολάρια και άλλα τόσα ο Σωκράτης Κόκκαλης, ο Γιώργος Σαλονίκης και πέντε φίλοι εφοπλιστές και προχωρήσαμε. Και όταν έφυγα, δεν τα ζήτησα πίσω», είχε αναφέρει κάποτε.
Ακόμη και πριν από τέσσερα χρόνια, όμως, όταν ο Ολυμπιακός άλλαξε χέρια και πέρασε στον Βαγγέλη Μαρινάκη, ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν και πάλι εκεί, δίπλα στον νέο μεγαλομέτοχο της ομάδας, βοηθώντας τον με την πείρα του. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Βαγγέλης Μαρινάκης, ως ένδειξη σεβασμού, τον έκανε επίτιμο μέλος στο Δ.Σ. της ΠΑΕ Ολυμπιακός. «Ο Ολυμπιακός ήταν και είναι σε καλά χέρια, θα έρθουν και άλλες επιτυχίες, τον Βαγγέλη τον ξέρω από παιδάκι, απ’ όταν ήμασταν μαζί με τον πατέρα του, Μιλτιάδη, και ξέρω το πάθος του για την ομάδα», έλεγε μόλις άλλαξε σελίδα ο Ολυμπιακός.
Και όταν οι ερυθρόλευκοι έμειναν νωρίς εκτός Ευρώπης, στις αρχές της πρώτης μεταβατικής χρονιάς του Βαγγέλη Μαρινάκη, ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν σίγουρος ότι θα πετύχει: «Θα τα καταφέρει ο Βαγγέλης. Εχει τη φλόγα μέσα του και τη δύναμη για να πετύχει».
Για τον Ολυμπιακό ήταν αδιαπραγμάτευτος και σκληρός. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Τα έβαζε με όλους και με όλα. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό έπειτα από ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο για το Κύπελλο, στο οποίο οι ερυθρόλευκοι προηγήθηκαν νωρίς με 2-0, ακυρώθηκε γκολ του Μητρόπουλου και τελικά έχασαν από τους πράσινους με τρία πέναλτι. Μετά το τέλος του αγώνα πήγε στον διαιτητή Νίκο Ζλατάνο και του είπε: «Ολοι εσείς είστε νάνοι μπροστά στον Ολυμπιακό και τον κόσμο του».
Ο Μπουμπλής
Η μεγάλη κόντρα του Σταύρου Νταϊφά με τους Βαρδινογιάννηδες, με τους οποίους ήταν πολύ στενός φίλος, έγινε λόγω του Χουάν Ραμόν Ρότσα, ο οποίος ήρθε από την Αργεντινή ως Γιάννης Μπουμπλής με καταγωγή από το Αιγάλεω. Ο Ολυμπιακός διερεύνησε την υπόθεση και τον Μάιο του 1980, πριν από το ντέρμπι των αιωνίων στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» κατέθεσε ένσταση πλαστοπροσωπίας για τη συμμετοχή του παίκτη. Η δικαστική διαμάχη διήρκεσε δύο χρόνια και τον Σεπτέμβριο του 1982 αποδείχθηκε ότι οι Πειραιώτες είχαν δίκιο. Στα δημοτολόγια του Δήμου Αιγάλεω υπήρχε μεν κάποιος Γιάννης Μπουμπλής, ο οποίος όμως είχε πεθάνει, ενώ το πιστοποιητικό από την Αργεντινή ήταν πλαστό. Το αποτέλεσμα ήταν να αφαιρεθεί από τον Χουάν Ραμόν Ρότσα η ελληνική ιθαγένεια και να αγωνιστεί ως ξένος.
Ο Κούδας
Ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν τύπος ευθύς και κρατούσε τον λόγο του, κάτι που αποδείχθηκε και στην υπόθεση της μεταγραφής του Γιώργου Κούδα. Ο πατέρας του άσου του ΠΑΟΚ διατηρούσε μαγαζί στον Πειραιά, όπου είχε παντρευτεί και ζούσε η κόρη του και αδελφή του «Μεγαλέξανδρου» του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Γιώργος Κούδας, αφού συμπλήρωσε 12ετία με τον ΠΑΟΚ, έμεινε ελεύθερος και συμφώνησε με τον Σταύρο Νταϊφά. Στην αρχή ο πρόεδρος του Ολυμπιακού δεν ήταν ζεστός στο να αποκτήσει τον διεθνή άσο, ο οποίος ζητούσε 5,5 εκατ. δραχμές. Τελικά, όμως, πείστηκε από τους φίλους του, τη λεγόμενη «παρέα του Πασαλιμανιού», τον Πέτρο Βασάλο, γνωστό ως «Μιλάνο» γιατί είχε μαγαζί στο κέντρο της πόλης και πουλούσε παπούτσια από το Μιλάνο, τον Ανδρέα Στρουμπούλη, τον Νίκο Μπουντούρη, πατέρα του Ολυμπιονίκη Τάσου Μπουντούρη και τον Σούλη Αλεξανδράτο, που ήταν φυσικοθεραπευτής.
Ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ Γιώργος Παντελάκης ενημερώθηκε και πήρε τηλέφωνο τον ομόλογό του στον Ολυμπιακό. «Σταύρο, μην πάρεις τον Κούδα, θέλω να χτίσω γύρω του τη νέα ομάδα του ΠΑΟΚ» είπε και ο Σταύρος Νταϊφάς του απάντησε: «Τον θέλουμε στην ομάδα, είναι ελεύθερος, αλλά αφού το θέλεις, δεν θα τον πάρουμε». Αργότερα ο Παντελάκης, σε μια κίνηση καλής θέλησης, διευκόλυνε τη μετακίνηση του Κώστα Ορφανού από τον Δικέφαλο του Βορρά στους ερυθρόλευκους, εισπράττοντας ένα ποσό που άγγιξε τα 22 εκατ. δραχμές.
Ο Γαλάκος
Το 1981 είχε συμπληρώσει 8ετία στο Λιμάνι ο Μάικ Γαλάκος. Εκείνος δεν είχε άμεση επαφή με τον πρόεδρο, τον οποίο κάποιοι έπεισαν ότι δεν χρειαζόταν να κρατήσει τον παίκτη στην ομάδα. Ο «Γερμανός», που ήταν ίνδαλμα για τους ερυθρόλευκους φιλάθλους, πικράθηκε. Ο αδελφός της μητέρας του, ονόματι Βουγιουκλάκης, ήταν τότε στον ΠΑΟ και τον πήγε στους Βαρδινογιάννηδες, με τους οποίους υπέγραψε. Στον Πειραιά έγινε χαμός. Οι φίλοι του προέδρου από την παρέα του Πασαλιμανιού κίνησαν ένα βράδυ στις 2 τα ξημερώματα για την Εκάλη. Ξύπνησαν τον Νταϊφά και έπειτα από συζήτηση που κράτησε μέχρι το ξημέρωμα τον έπεισαν να δώσει τα χρήματα που χρειάζονταν για να μείνει ο παίκτης στον Ολυμπιακό. Ο αστικός μύθος θέλει τον Μάικ Γαλάκο να επιστρέφει την επιταγή στον Παναθηναϊκό και να ζητάει το δελτίο του. Ο «Καπετάνιος», όμως, του είπε: «Οποιος μπαίνει στην οικογένεια δεν φεύγει». Ο Σταύρος Νταϊφάς αμέσως μετά έκανε ρελάνς και αγόρασε από τον Εθνικό του Δημήτρη Καρέλλα τον Τάσο Μητρόπουλο αντί 25 εκατ. δραχμών.
Η τραγωδία της Θύρας 7
Η χειρότερη στιγμή για τον Σταύρο Νταϊφά ήταν η τραγωδία της Θύρας 7, τον Φεβρουάριο του 1981, στον δεύτερο χρόνο της προεδρίας του στον Ολυμπιακό, όταν ποδοπατήθηκαν 21 φίλαθλοι βγαίνοντας από το γήπεδο για να πανηγυρίσουν το 6-0 επί της ΑΕΚ. Με δάκρυα στα μάτια είχε τότε αγκαλιάσει τον Σταύρο Παπαδόπουλο και του είχε πει: «Πάει, αυτό ήταν, τα χάσαμε τα παιδιά μας, αρχηγέ». Οταν χρειάστηκε, πάντως, στάθηκε δίπλα στις οικογένειες των θυμάτων.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα