Η κρυφή γοητεία των παρασκηνίων

Η κρυφή γοητεία των παρασκηνίων

Η Κατερίνα Μπερδέκα γράφει (μαζί με τον Στράτο Σωπύλη) και σκηνοθετεί την παράσταση «Βυσσινόκηπος. Παρασκήνια» στο φουαγιέ του θεάτρου Θησείον

Η κρυφή γοητεία των παρασκηνίων
«Αυτό που με γοητεύει στη ζωή στα παρασκήνια είναι οι άνθρωποι και οι σχέσεις τους. Σχέσεις επιφανειακές, βαθιές, ερωτικές, τσακωμοί, αντιζηλίες. Κι όλα αυτά σε πολύ έντονο βαθμό. Πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχει διάχυτη μία ερωτική ατμόσφαιρα στα παρασκήνια», μου εξομολογείται η Κατερίνα Μπερδέκα
, που γράφει (μαζί με τον Στράτο Σωπύλη
Κλείσιμο
) και σκηνοθετεί την παράσταση «Βυσσινόκηπος. Παρασκήνια» στο φουαγιέ του θεάτρου Θησείον.
Η Κατερίνα είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση. Είναι ένας άνθρωπος, που αγαπά βαθιά το θέατρο. Γι’ αυτό και το έχει υπηρετήσει από πολλά και διαφορετικά πόστα. Ως ηθοποιός – στην αρχή της καριέρας της, τότε που αποφοιτούσε από τη Δραματική Σχολή του
Γιώργου Κιμούλη -, ως σκηνοθέτης, ως συγγραφέας, αλλά και ως υπεύθυνη παραγωγής σε πολλές και σημαντικές παραστάσεις.

«Η πρώτη παράσταση, στην οποία δούλεψα στην παραγωγή, ήταν στο ‘Tape’, που είχε κάνει ο
Γιώργος Λυκιαρδόπουλος στο Ιλίσια. Ήμουν βοηθός παραγωγής, δηλαδή έκανα από φροντιστήριο μέχρι ταμείο. Εκεί ξεκίνησε και η ιδέα γι’ αυτό το έργο» μου λέει. «Το Ιλίσια – Βολανάκης είναι ένα θέατρο, το οποίο αν κλείσουν οι πόρτες δεν ακούς τίποτα από την παράσταση. Μόνο από το μόνιτορ. Δούλευαν λοιπόν πάρα πολλοί άνθρωποι εκεί και μπαινόβγαιναν και ζούσαν τη ζωή τους παράλληλα με την παράσταση που παιζόταν μέσα χωρίς να υπάρχει καμία επικοινωνία του μέσα και του έξω. Μου έκανε τρομερή εντύπωση αυτό. Εκεί ήρθε η ερώτηση… Αν μέσα παιζόταν ο ‘Βυσσινόκηπος’ και έξω υπήρχε οικονομικό πρόβλημα με το θέατρο και κινδύνευε να κλείσει, θα καταλάβαινε κανείς τη σύνδεση; Ή γενικά τους ανθρώπους δεν τους αφορά η τέχνη ακόμα κι αν βρίσκονται μισό μέτρο από αυτή;».

Πέρασαν έντεκα χρόνια για να αποφασίσει να μετατρέψει την ερώτηση αυτή σε παράσταση. Το «Βυσσινόκηπος. Παρασκήνια» διαδραματίζεται στα παρασκήνια ενός θεάτρου της Αθήνας, όπου στη σκηνή παίζεται το ομώνυμο έργο του Τσέχωφ. Η επιλογή δεν είναι καθόλου τυχαία φυσικά. «Ο Βυσιννόκηπος πουλιέται, όπως στο έργο μας πουλιέται το θέατρο. Επίσης, οι ήρωες στον ‘Βυσσινόκηπο’ δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται ή δεν θέλουν να καταλάβουν τι γίνεται. Εμείς άραγε στην εποχή μας καταλαβαίνουμε τι γίνεται, δεν καταλαβαίνουμε, κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε;» παρατηρεί η Κατερίνα.



Οι θεατές λοιπόν παρακολουθούν την καθημερινότητα όσων δουλεύουν στα παρασκήνια. Ο χρόνος μετριέται με όρους παρασκηνίων. Ξημερώματα πριν την πρεμιέρα, η πρεμιέρα, η επίσημη, πριν τα Χριστούγεννα, Τετάρτη απογευματινή, Σάββατο διπλή, βραδινή, στήσιμο σκηνικού… Σημαντικές κι ασήμαντες στιγμές έρχονται και φεύγουν. Τα γενέθλια της Μαρίνας, του Βασίλη, της Άννας, η αναγγελία ενός θανάτου, όταν ο Χρήστος ερωτεύτηκε την Άννα, όταν ο Στέργιος τσακώθηκε με τον Φοίβο… «Στα παρασκήνια υπάρχουν όλα», μου λέει και τη νιώθω ακόμα αθεράπευτα γοητευμένη απ’ όλον αυτόν τον κόσμο. Τι κι αν έχουν περάσει 15 χρόνια…

Αναρωτιέμαι αν όλο αυτό τη γοήτευε και πριν ασχοληθεί με τον χώρο. Όταν ήταν απλά θεατής. Σχεδόν τρομάζει και μόνο που της το λέω. «Δεν ήμουν ποτέ από εκείνους τους θεατές, που πηγαίνουν μετά στα παρασκήνια. Τώρα πιέζω πολύ τον εαυτό μου να το κάνει, γιατί καταλαβαίνω ότι δεν είναι σωστό να μην πάω να μιλήσω σε ανθρώπους που κάνουμε την ίδια δουλειά», μου λέει εξηγώντας μου ότι ακόμα και τώρα που έχει όλη αυτή την τριβή με τη θεατρική διαδικασία όταν πηγαίνει κάπου ως θεατής παραμένει ένας θεατής που ντρέπεται να πάει στα παρασκήνια.

«Ωραίο είναι αυτό. Σημαίνει ότι το βλέπεις ακόμα αθώα», της λέω χαμογελώντας. «Δεν ξέρω. Η αλήθεια είναι ότι φοβόμουν μήπως οι σπουδές μου και η τριβή μου με τον χώρο με κάνει κυνική. Ευτυχώς, αγαπάω τόσο πολύ το θέατρο που πολύ σπάνια θα νιώσω άσχημα βλέποντας μια παράσταση. Μπορώ ακόμα κι αν δεν μου αρέσει όλη η παράσταση να εντοπίσω κάτι που θα μου κρατήσει το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος», μου απαντά.



«Ποια είναι η γνώμη σου για τους ηθοποιούς; Τι άνθρωποι είναι;» τη ρωτάω. «Είναι πολύ αγαπημένα πλάσματα. Είναι θεότρελοι, εμμονικοί, κακομαθημένα παιδιά… Είναι όλα αυτά και χιλιάδες άλλα μαζί. Είναι ό,τι μπορεί να είναι ένας άνθρωπος που θαυμάζεις. Αυτό είναι για μένα οι ηθοποιοί. Διαπιστώνω σιγά σιγά ότι κάθε φορά στις πρόβες είμαι ερωτευμένη σε βαθμό οργανικό με τους ηθοποιούς. Δεν ξέρω αν ακούγεται ακραίο αυτό, αλλά θέλω να τους ακουμπάω, να τους αγκαλιάζω με μία αφορμή… Είναι μαγικοί άνθρωποι», μου επισημαίνει.
Η ίδια πάντως, αν και έχει σπουδάσει ηθοποιός, έχει καταλάβει ότι δεν είναι γεννημένη γι’ αυτό. «Συνειδητοποίησα ότι συνεχώς βλέπω τα πράγματα απ’ έξω. Δεν μπορώ να είμαι ηθοποιός» παραδέχεται. Κάπως έτσι προτίμησε το παρασκήνιο. «Θέλω να μου πεις μία πολύ έντονη στιγμή, που έχεις ζήσει στα παρασκήνια» της λέω. Σκοτεινιάζει λίγο. Παύση. «Μου έρχεται κατευθείαν μία και προσπαθώ να λογοκρίνω τον εαυτό μου και να βρω μία άλλη να σου πω, αλλά δεν πειράζει, θα σου πω αυτή», μονολογεί.

«Στο ‘Δον Ζουάν στο Σόχο’ το 2007 ήμουν βοηθός του Μαρκουλάκη. Εκεί έπαιζε ο Κωνσταντίνος Παπαχρόνης. Με τον Παπαχρόνη λοιπόν είχαμε ξεκινήσει μια δουλειά μαζί, το ‘Η νύχτα μόλις πριν από τα δάση’ του Κολτές. Μου είχε προτείνει να το σκηνοθετήσω, που για μένα ήταν ανέλπιστο. Εκείνη τη μέρα λοιπόν θα ξεκινούσαμε τις πρόβες. Ακύρωσα την πρώτη μας πρόβα, γιατί ήθελα να στολίσω το χριστουγεννιάτικο δέντρο με την κόρη μου. Μου λέει ‘δεν πειράζει, ξεκινάμε αύριο’. Ο θάνατός του εκείνο το βράδυ είναι από τα γεγονότα, που με έχουν στιγματίσει όσο τίποτα άλλο στο θέατρο. Δεν περίμενα ότι κάτι τέτοιο θα με χτυπήσει τόσο άσχημα. Θεωρώ ότι είμαι ένας δυνατός άνθρωπος. Ήταν κάτι πάρα πολύ σκληρό για όλους τους λόγους, που μπορείς να καταλάβεις. Ήταν λατρεμένο πλάσμα ο Κωνσταντίνος. Εκείνοι οι δυο τρεις μήνες, που ακολούθησαν μέχρι την υποτιθέμενη πρεμιέρα, ήταν μία πολύ περίεργη περίοδος. Σκεφτόμουν τι θα κάναμε σήμερα αν… Αυτό με έχει στιγματίσει», μου εξομολογείται.



Βαθιά ανάσα και συνεχίζουμε… Στο «Βυσσινόκηπο. Παρασκήνια» η Κατερίνα επέλεξε οκτώ γνωστούς σκηνοθέτες να είναι αυτοί, που θα ακούγονται να διαβάζουν αποσπάσματα από το έργο του Τσέχωφ, που υποτίθεται ότι παίζεται στη σκηνή. «Στην αρχή ήταν να μην ακούγονται καθόλου αποσπάσματα από τον ‘Βυσσινόκηπο’ για έναν πολύ απλό λόγο. Τρέμαμε και εγώ και ο Στράτος, αλλά χωρίς να το ομολογήσουμε ο ένας στον άλλον, στο ενδεχόμενο να ακουστεί μια ατάκα του Τσέχωφ δίπλα στις δικές μας. Κάποια στιγμή το εξομολογηθήκαμε και σταμάτησε να είναι αμαρτία. Είπαμε, δεν πειράζει ας είναι. Έτσι κι αλλιώς δεν πάμε να ανταγωνιστούμε τον Τσέχωφ. Αυτό το ξέρουν όλοι» μου τονίζει κι ύστερα μου εξηγεί γιατί επέλεξε σκηνοθέτες και όχι ηθοποιούς να το κάνουν αυτό… «Πρέπει να σου πω ότι σε αυτή την παράσταση παίζει πολύ η ερώτηση ’τι θα γινόταν αν…’. Όταν λοιπόν αποφασίσαμε να διαβαστούν κομμάτια του ‘’Βυσσινόκηπου’’ μου ήρθε μια εικόνα από κάποιες συναντήσεις με σκηνοθέτες, που κάναμε τα προηγούμενα χρόνια. Ήταν θαυμάσιο, γιατί σ’ αυτές τις συναντήσεις ήταν όλοι οι σκηνοθέτες που θαυμάζω – μικρότεροι, συνομήλικοι, μεγαλύτεροι σε ηλικία από μένα. Σκέφτηκα λοιπόν ’τι θα γινόταν αν αυτοί οι άνθρωποι έπρεπε να συνεργαστούν;’. Και τους το πρότεινα».

Κάπως έτσι οι Κατερίνα Ευαγγελάτου, Γιάννης Καλαβριανός, Λίλλυ Μελεμέ, Γιάννης Μόσχος, Γιάννης Σκουρλέτης, Τάκης Τζαμαργιάς, Κώστας Φιλίππογλου και Αργυρώ Χιώτη θα συναντηθούν με τους τσεχωφικούς ήρωες, που έρχονται αντιμέτωποι με την πώληση του Βυσσινόκηπου. Όπως ακριβώς οι ήρωες του έργου της Κατερίνας και του Στράτου έρχονται αντιμέτωποι με την πώληση του θεάτρου.

Τελευταία ερώτηση. «Τι σημαίνει για σένα να κλείνει ένα θέατρο;» της λέω. «Το κλείσιμο ενός θεάτρου σηματοδοτεί το κλείσιμο ενός μεγάλου κύκλου ζωής για κάποιους ανθρώπους. Τόσο αυτών που δούλευαν σε αυτό, όσο και των θεατών που πήγαιναν ξανά και ξανά εκεί. Από την άλλη, υπάρχει και μία άλλη όψη του ζητήματος, που ομολογώ ότι ακόμα δυσκολεύομαι να συμφιλιωθώ μαζί της. Την είδα όμως στη μητέρα μου, η οποία πούλησε το πατρικό της για να γκρεμιστεί και να γίνει γραφείο. Της είπα: ’Συγγνώμη, αλλά δεν μας είπες καν ότι πουλάς το πατρικό σπίτι της γιαγιάς, που έχουμε τόσες αναμνήσεις’. Μου απάντησε: ‘Κατερίνα, δεν ζουν οι άνθρωποι πια μέσα σε αυτό. Είναι τούβλα. Ό,τι αναμνήσεις έχουμε, τις έχουμε. Δεν πεθάνανε μαζί του’. Αυτό λειτουργεί λίγο και σαν πυξίδα μέσα μου. Αυτή η στάση της μητέρας μου μου δηλώνει ότι και να κλείσει ένα θέατρο δεν πεθαίνει, ούτε πεθαίνει η ελπίδα του θεάτρου. Αλλά ακόμα δυσκολεύομαι να το καταλάβω ακριβώς», παρατηρεί.
Το βρίσκω λογικό. Οι καλλιτέχνες, ως άνθρωποι με υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη, αδυνατούν να διαχωρίσουν εύκολα ένα αντικείμενο από μία ανάμνηση. Γι’ αυτούς ακόμα κι ένα τούβλο μπορεί να κουβαλά έναν χείμαρρο εικόνων και συναισθημάτων. Κι η Κατερίνα είναι πάνω απ’ όλα καλλιτέχνης.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης