Ζήστε τη μαγεία των Χριστουγέννων στο νέο Flagship Store της Toys-Shop στην Αριστοτέλους
Greg Birbil: Ο Έλληνας Mad Man
Greg Birbil: Ο Έλληνας Mad Man
Εκλεκτό μέλος της αληθινής παρέας των Mad Men, ο Ελληνοαμερικάνος Greg Birbil, εξηγεί γιατί μισεί τον Don Draper και την παρέα του
Το προσωνύμιο Mad Man δεν είναι το αγαπημένο του, αν και τη δεκαετία του ’60 ήταν ένα από τα χρυσά μυαλά της Madison Avenue και υπεύθυνος για μια από τις πιο εμβληματικές διαφημίσεις της Coca-Cola. Αν, όμως, υπάρχει ένας άνθρωπος που καταλαβαίνει τους νόμους της αγοράς και θα συγχωρέσει τον τίτλο-κράχτη του κείμενου αυτός είναι ο Greg Birbil (Γρηγόρης Μπιρμπίλης). Για τέσσερις δεκαετίες υπήρξε art director σε έξι γραφεία, σε όλο τον κόσμο, του διαφημιστικού γίγαντα McCann Ericksson, που στο τελευταίο επεισόδιο των στιλιζαρισμένων Mad Men «καταπίνει» τη Sterling Cooper. Ο κόσμος του Don Draper δεν αρέσει στον Greg Birbil. Φταίει ο αμοραλισμός που κουβαλάει; «Ήταν απλά μια σαπουνόπερα» θα πει ο ίδιος. Από το σπίτι του, στο Πόρτο Χέλι, θυμάται ιστορίες των 60s, της δεκαετίας που όρισε τη διαφήμιση.
«Όταν έδειξα στον πατέρα μου την πρώτη διαφήμιση που δημιούργησα, ρώτησε: “Είναι δική σου αυτή η φωτογραφία;”. Η απάντηση ήταν “όχι, δεν ήταν δική μου”. Ο πατέρας μου συνέχισε να κοιτάει τη σελίδα. “Εσύ έγραψες αυτά τα λόγια;”. Η απάντηση ήταν “όχι, δεν τα έγραψα εγώ”. Απορημένος ψέλλισε. “Τότε τι έκανες εσύ βρε;”. Του είπα πως η ιδέα, το concept ήταν δική μου, όπως και το lay out. Έμεινε για λίγο σιωπηλός. “Πόσα σε πληρώνουν”. “200 δολάρια την εβδομάδα” του είπα και συνωμοτικά μου ψιθύρισε: “Μην το πεις πουθενά”».
Ο Greg Birbil γεννήθηκε από Μικρασιάτες γονείς στο Coney Island του Μπρούκλιν – «το πιο ωραίο μέρος στον κόσμο αν είσαι παιδί και ο πατέρας σου έχει candy store (κάτι σαν ζαχαροπλαστείο, με εξειδίκευση σε κάθε λογής καραμέλες). Τα παιδικά μου χρόνια ήταν υπέροχα. Ήμουν το μικρότερο παιδί στην οικογένεια και το μόνο αγόρι – και όλοι ξέρουμε τι σημαίνει αυτό σε μια παραδοσιακή ελληνική οικογένεια». Άρχισε να εργάζεται στο διαφημιστικό γραφείο της Mccann Erickson, πριν ακόμη τελειώσει τις σπουδές του στις καλές τέχνες στο φημισμένο πανεπιστήμιο Pratt στη Νέα Υόρκη. «Οι γονείς μου ήταν υπέροχοι. Αντί να επιμείνουν, όπως όλοι οι Έλληνες, να γίνω δικηγόρος ή γιατρός, μου επέτρεψαν να σπουδάσω καλές τέχνες». Στο Pratt γνωρίζει την επίσης ελληνικής καταγωγής σύζυγό του, Janine. «Ναι, βέβαια, έπαιξε ρόλο η κοινή μας καταγωγή. Η αρχική μου αντίδραση ήταν “Θεέ μου, είναι πανέμορφη, είναι Ελληνίδα και είναι χριστιανή ορθόδοξη”. Δεν ξέρω αν βοήθησε κατά τη διάρκεια του γάμου –να έχεις Ελληνίδα σύζυγο–, αλλά σίγουρα βοήθησε στην αρχή» λέει ο Greg με ένα καυστικό, αμερικανικό χιούμορ που δύσκολα αποτυπώνεται στα ελληνικά.
Τη δεκαετία του ’60 η Janine και ο Greg βρίσκονται στο Λονδίνο, με τον Greg executive art director της Mccann Erickson στη Μεγάλη Βρετανία. «Εκείνη την εποχή στη διαφήμιση οι περισσότεροι art directors ήταν Έλληνες και Ιταλοί. Δεν ήμασταν καλοί, βλέπεις, στα λόγια… Το ξέρεις, φαντάζομαι, πως o George Lois ήταν Έλληνας και επίσης σιχαίνεται το Mad Men;» ρωτάει χωρίς να περιμένει απάντηση για το θρύλο της διαφήμισης και δημιουργό κάποιων εκ των πιο επιδραστικών εξωφύλλων του αμερικανικού περιοδικού Esquire και συνεχίζει: «Το Λονδίνο ήταν υπέροχο. Τα είχε όλα, σε αντίθεση με τη Νέα Υόρκη, που μοιραζόταν το κέντρο με την Καλιφόρνια. Το Λονδίνο ήταν το μοναδικό κέντρο στην Αγγλία για τη μόδα, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τη διαφήμιση, το εμπόριο, τις τέχνες, για όλα. Η αλληλεπίδραση ήταν μεγάλη και έφερνε έμπνευση και δημιουργικότητα». Τα πάντα άλλαζαν τη δεκαετία του ’60 και οι (m)ad men αποτύπωναν στις ρεκλάμες τους την πανεσπερμία της πιο επαναστατικής δεκαετίας που γνώρισε ο πλανήτης. Εξακολουθώ, όμως, να αναρωτιέμαι ήταν τα 60s ξέφρενα ή μυθοποιήθηκαν μετά; «Ναι, τα 60s ήταν η ωραιότερη εποχή» λέει ο Greg, «Ήμασταν δημιουργικοί, βλέπαμε τον κόσμο διαφορετικά και πιστεύαμε πως μπορούσαμε να τον αλλάξουμε. Και το κάναμε. Κάναμε, βέβαια, πολλές βλακείες, αλλά κάναμε και πολλά σπουδαία πράγματα».
«Όταν έδειξα στον πατέρα μου την πρώτη διαφήμιση που δημιούργησα, ρώτησε: “Είναι δική σου αυτή η φωτογραφία;”. Η απάντηση ήταν “όχι, δεν ήταν δική μου”. Ο πατέρας μου συνέχισε να κοιτάει τη σελίδα. “Εσύ έγραψες αυτά τα λόγια;”. Η απάντηση ήταν “όχι, δεν τα έγραψα εγώ”. Απορημένος ψέλλισε. “Τότε τι έκανες εσύ βρε;”. Του είπα πως η ιδέα, το concept ήταν δική μου, όπως και το lay out. Έμεινε για λίγο σιωπηλός. “Πόσα σε πληρώνουν”. “200 δολάρια την εβδομάδα” του είπα και συνωμοτικά μου ψιθύρισε: “Μην το πεις πουθενά”».
Ο Greg Birbil γεννήθηκε από Μικρασιάτες γονείς στο Coney Island του Μπρούκλιν – «το πιο ωραίο μέρος στον κόσμο αν είσαι παιδί και ο πατέρας σου έχει candy store (κάτι σαν ζαχαροπλαστείο, με εξειδίκευση σε κάθε λογής καραμέλες). Τα παιδικά μου χρόνια ήταν υπέροχα. Ήμουν το μικρότερο παιδί στην οικογένεια και το μόνο αγόρι – και όλοι ξέρουμε τι σημαίνει αυτό σε μια παραδοσιακή ελληνική οικογένεια». Άρχισε να εργάζεται στο διαφημιστικό γραφείο της Mccann Erickson, πριν ακόμη τελειώσει τις σπουδές του στις καλές τέχνες στο φημισμένο πανεπιστήμιο Pratt στη Νέα Υόρκη. «Οι γονείς μου ήταν υπέροχοι. Αντί να επιμείνουν, όπως όλοι οι Έλληνες, να γίνω δικηγόρος ή γιατρός, μου επέτρεψαν να σπουδάσω καλές τέχνες». Στο Pratt γνωρίζει την επίσης ελληνικής καταγωγής σύζυγό του, Janine. «Ναι, βέβαια, έπαιξε ρόλο η κοινή μας καταγωγή. Η αρχική μου αντίδραση ήταν “Θεέ μου, είναι πανέμορφη, είναι Ελληνίδα και είναι χριστιανή ορθόδοξη”. Δεν ξέρω αν βοήθησε κατά τη διάρκεια του γάμου –να έχεις Ελληνίδα σύζυγο–, αλλά σίγουρα βοήθησε στην αρχή» λέει ο Greg με ένα καυστικό, αμερικανικό χιούμορ που δύσκολα αποτυπώνεται στα ελληνικά.
Τη δεκαετία του ’60 η Janine και ο Greg βρίσκονται στο Λονδίνο, με τον Greg executive art director της Mccann Erickson στη Μεγάλη Βρετανία. «Εκείνη την εποχή στη διαφήμιση οι περισσότεροι art directors ήταν Έλληνες και Ιταλοί. Δεν ήμασταν καλοί, βλέπεις, στα λόγια… Το ξέρεις, φαντάζομαι, πως o George Lois ήταν Έλληνας και επίσης σιχαίνεται το Mad Men;» ρωτάει χωρίς να περιμένει απάντηση για το θρύλο της διαφήμισης και δημιουργό κάποιων εκ των πιο επιδραστικών εξωφύλλων του αμερικανικού περιοδικού Esquire και συνεχίζει: «Το Λονδίνο ήταν υπέροχο. Τα είχε όλα, σε αντίθεση με τη Νέα Υόρκη, που μοιραζόταν το κέντρο με την Καλιφόρνια. Το Λονδίνο ήταν το μοναδικό κέντρο στην Αγγλία για τη μόδα, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τη διαφήμιση, το εμπόριο, τις τέχνες, για όλα. Η αλληλεπίδραση ήταν μεγάλη και έφερνε έμπνευση και δημιουργικότητα». Τα πάντα άλλαζαν τη δεκαετία του ’60 και οι (m)ad men αποτύπωναν στις ρεκλάμες τους την πανεσπερμία της πιο επαναστατικής δεκαετίας που γνώρισε ο πλανήτης. Εξακολουθώ, όμως, να αναρωτιέμαι ήταν τα 60s ξέφρενα ή μυθοποιήθηκαν μετά; «Ναι, τα 60s ήταν η ωραιότερη εποχή» λέει ο Greg, «Ήμασταν δημιουργικοί, βλέπαμε τον κόσμο διαφορετικά και πιστεύαμε πως μπορούσαμε να τον αλλάξουμε. Και το κάναμε. Κάναμε, βέβαια, πολλές βλακείες, αλλά κάναμε και πολλά σπουδαία πράγματα».
Ο Greg περιγράφει όσα έζησε χωρίς νοσταλγία ή έπαρση, αυτό φαίνεται κυρίως στο απολαυστικό blog τουhttp://anadmaningreece.blogspot.gr/. Γι’ αυτό ίσως κάθε λίγο με ρωτάει «Μα, γιατί θέλετε μια συνέντευξη μαζί μου». Η μόνη εξήγηση που δέχεται είναι το Mad Men, όμως απέναντι στη σειρά που μας κράτησε καλωδιωμένους για επτά σερί συνεχείς σεζόν δεν μασάει τα λόγια του. «Υπήρχε τόσο πολύ σεξ; Ίσως. Πίναμε τόσο πολύ; Ίσως. Όμως η σειρά έδειξε μόνο αυτά. Δεν ήμασταν, όμως, έτσι. Δουλεύαμε σκληρά και πολλές ώρες. Σε ένα πράγμα είχαν σίγουρα δίκιο, αυτή ήταν η καλύτερη εποχή της διαφήμισης. Ωστόσο, με ενοχλεί που παρουσίασαν τη Mccann Erickson σαν ένα τέρας που συνθλίβει τη δημιουργικότητα, ξεχνώντας πως αυτό το πρακτορείο είναι υπεύθυνο για τις πιο θρυλικές διαφημίσεις στον κόσμο (Η Mccann Erickson εμπνεύστηκε το μότο της Coca-Cola «the real thing» και της Master Card «there are some things money can’t buy. For everything else there is Master Card»).
Ο ίδιος ο Greg Birbil είναι υπεύθυνος για άλλη μία εμβληματική διαφήμιση της Coca-Cola. «Το 1986 βρισκόμουν στο Μεξικό, όταν ανέλαβε το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Ο διευθυντής της Coca-Cola στο Μεξικό ήταν ενθουσιασμένος. Στις συζητήσεις μας μου εξηγούσε πως θέλει να δημιουργήσουμε μια διαφήμιση που θα κάνει τους Μεξικανούς να πιστεύουν πως η Coca-Cola έφερε το Μουντιάλ στη χώρα τους και όχι η Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεών μας, θυμήθηκε πως όταν βρισκόταν στις ΗΠΑ παρακολούθησε ένα αγώνας American football, που μάλλον ήταν βαρετός και ο κόσμος στην εξέδρα για να διασκεδάσει έκανε το «κύμα». Πολύ ωραία ιδέα. Ειδικά από τη στιγμή που η ισπανική λέξη για το κύμα είναι «ola». La Ola de Coca-Cola λοιπόν. Το μόνο που έλειπε ήταν να μάθουμε στους Μεξικανούς να κάνουν το κύμα. Πριν από εμάς το κύμα δεν είχε κάνει ποτέ ξανά την εμφάνισή του σε γήπεδο ποδοσφαίρου. Μας πήρε έξι μήνες να το καταφέρουμε, όμως το μυστικό στην πετυχημένη διαφήμιση είναι να πείσεις πρώτα εσένα και μετά όλο τον κόσμο. Σήμερα το κύμα υπάρχει παντού».
Έχοντας αυτή την πετυχημένη πορεία στο Λονδίνο, το Μεξικό, την Ιταλία, την Κολούμπια, την Ισπανία και τη Νότια Αφρική, γιατί επέλεξε να κλείσει την καριέρα του στην Αθήνα; Δεν ήταν μια εύκολη επιλογή. «Πρώτη φορά ήρθαμε στην Ελλάδα το 1964. Δεν ήθελα να δεχτώ τη δουλειά εδώ, κυρίως γιατί δεν ήθελα να χαλάσω την εικόνα που είχα για τους Έλληνες, δεν ήθελα να αποδειχτούν shit heads και, δουλεύοντας μαζί τους, θα συνέβαινε αυτό. Τελικά, δέχτηκα. Θεώρησα πως το μικρό γραφείο στην Ελλάδα θα ήταν μια εύκολη δουλειά για εμένα. Έκανα λάθος. Οι Έλληνες ήταν πολύ έξυπνοι, ιδιαίτερα οι γυναίκες».
Είναι αυτός ο λόγος που διάλεξε να μείνει και μετά τη συνταξιοδότησή του στην Ελλάδα; «Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν θα μέναμε στο Λονδίνο – κανείς δεν θέλει να συνταξιοδοτηθεί στο Λονδίνο. Στο Μεξικό περάσαμε δέκα μαγικά χρόνια, όμως το ρητό λέει “Καημένο Μεξικό, τόσο μακριά από τον Θεό, τόσο κοντά στις ΗΠΑ”. Η Ιταλία ήταν μια δεύτερη επιλογή. Επιλέξαμε την Ελλάδα… Νομίζω πως η καταγωγή μας έπαιξε σημαντικό ρόλο. Όπως και ο καιρός».
Και πώς θα διαφήμιζε την Ελλάδα; «Όπως την Coca-Cola, που δεν μιλάει ποτέ για αυτό που έχει μέσα στο μπουκάλι της, αλλά για το τι σημαίνει για τον κόσμο». Είναι αυτό και το μυστικό για έναν πετυχημένο γάμο; Η Janine κάνει την εμφάνισή της για να δώσει έναν καλό επίλογο. «Όχι, το μυστικό είναι να μην κοιμάστε ποτέ θυμωμένοι, ακόμα κι αν πρέπει να προσποιηθείτε. Είναι μια απόφαση που πήραμε από κοινού από τα πρώτα χρόνια του γάμου μας». Δεν ακούγεται δύσκολο, δεν ακούγεται κι εύκολο. «Ειδικά, αν η γυναίκα σου, τώρα, που είσαι συνέχεια στο σπίτι, σου συμπεριφέρεται σαν να είσαι ένα από τα παιδιά, όταν αυτά ήταν 5 ετών» σχεδόν παραπονείται ο Greg για να εισπράξει ένα χάδι κι ένα πείραγμα από τη γυναίκα του: «Τώρα μιλάει ο μάτσο Έλληνας ή ο μάτσο Brooklyn guy;».
O αναπάντεχος λόγος που του ζητούσαν αυτόγραφο!
Λονδίνο 60s, San Frediano’s tratoria. «Λίγο αφού κάθισα στο τραπέζι, ο Μάριο, ένας σερβιτόρος, μου ζήτησε να δώσω ένα αυτόγραφο σε έναν πελάτη, υπογράφοντας ένα από τα μενού του εστιατορίου. Σκέφτηκα πως πρέπει να είχε δει την τελευταία μου διαφήμιση για την Esso. Ο Μάριο πλησίασε στο αυτί μου και μου ψιθύρισε “νομίζει πως είσαι ο Omar Sharif”. Υπάρχουν αρκετά μενού από το San Frediano’s με την υπογραφή του Omar Sharif by me. Ελπίζω να μην εμφανιστούν στο Ebay».
Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα