Oπως ακριβώς συνέβη. Πριν από κάμποσες ημέρες έπεσα πάνω σ’ ένα βιβλίο με τίτλο «Οικογένειες». Στο εξώφυλλο δύο φωτογραφίες. Οπου αριστερά ο
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και δεξιά ο
Ανδρέας Παπανδρέου. Μπα, είπα, η σημειολογία θέλει να πει ότι ο Μητσοτάκης υπήρξε πιο δημοκράτης από τον Ανδρέα της «Aλλαγής». Αυτή η σημειολογία, η «απροσεξία», ερέθισε το ενδιαφέρον μου και αμέσως το αγόρασα.
Μέσα σε ελάχιστες ώρες το «καταβρόχθισα» και μέσα στα επόμενα λεπτά έπεσα πάνω σε μια ολόκληρη εποχή. Των πιο κρίσιμων και αμφιλεγόμενων προσώπων και δεκαετιών του ’70, του ’80 και του ’90. Oλα, τα πάντα μέσα μου, άρχισαν να φλερτάρουν με το παρελθόν, με τη συλλογική κοινωνική και πολιτική μνήμη και με τόσα καυτά θέματα όπως «Aποστασία», όπως «Χέρφιλντ», όπως «Μιμή και Μαργαρίτα», όπως «σκάνδαλο Κοσκωτά» και όλα τα συμπαρομαρτούντα.
Οι «Oικογένειες» αποτελούνται από είκοσι συνεντεύξεις. Από τα μέλη αυτών των δύο πολιτικών οικογενειών. Αριθμητικά υπερτερεί η Ντόρα Μπακογιάννη με πέντε, ακολουθεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με τέσσερις, ο Ανδρέας με τρεις, η
Μαρίκα Μητσοτάκη επίσης με τρεις, και από δύο ο Γιώργος Παπανδρέου Junior καθώς και η αδερφή του η Σοφία.
- Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης; (ρώτησα)
«Α μέχρι τότε, το 2004 που οι συνεντεύξεις ολοκληρώθηκαν, ο Κυριάκος απών από τα φώτα της δημοσιότητας».
- Είδες ανατροπές και εκπλήξεις;
Το αουτσάιντερ τα κέρδισε όλα. Η Ολγα Μπακομάρου, η συγγραφέας των «Oικογενειών», δημοσιογράφος φυσικά με πλεονέκτημα μοναδικό. Και αξιομνημόνευτο. Για εκείνη την εποχή. Οι συνεντεύξεις της έκαναν πάταγο. Θυμάμαι, τότε, όλοι εμείς τα «μειράκια» της έντυπης δημοσιογραφίας, ανεξαρτήτως πολιτικών και ιδεολογικών τοποθετήσεων, διαβάζαμε, θαυμάζαμε και ζηλεύαμε.
Η Ολγα Μπακομάρου της «Γυναίκας» του Τερζόπουλου και της «Ελευθεροτυπίας» του Σεραφείμ Φυντανίδη. Γι’ αυτό χωρίς κανένα δισταγμό και την παραμικρή επιφύλαξη σχημάτισα τον αριθμό του κινητού της, άκουσα αγχωμένη τη φωνή της και προς μεγάλη έκπληξή της με άκουσε να της λέω:
«Αγαπητή Ολγα, θα ήθελα να συναντηθούμε για μια συνέντευξη με αφορμή το τελευταίο σου βιβλίο». Περίεργα πράγματα. Η Ολγα, η γκουρού των συνεντεύξεων, να παραχωρεί συνέντευξη σ’ ένα από εκείνα τα παλιά «μειράκια», που τώρα έχει βαλθεί να κάνει κι αυτός συνεντεύξεις. Αυτό κι αν είναι δημοσιογραφική «διαστροφή». Γι’ αυτό μ’ αρέσει που το κάνω.
Η συνάντηση έγινε. Και ήταν μεσημέρι. Και η Ολγα Μπακομάρου αγχωμένη αλλά και θλιμμένη:
«Πριν από μέρες πέθανε ο Μπούμπης μου» (το σκυλάκι της εννοεί). Και ήταν σοβαρή, ολίγον κουμπωμένη και άκρως προσεκτική. Την καταλαβαίνω. Οπως συμβαίνει και με τις συνεντεύξεις της. Οι ερωτήσεις ευθείας βολής. Μερικές φορές άκρως τολμηρές. Τίποτα δεν θέλει να της διαφύγει. Καμία απροσεξία. Ιχνος επιπολαιότητας.
«Ολα όπως έχουν καταγραφεί στο μαγνητόφωνο»
Υπόδειγμα επαγγελματικής εγκυρότητας και ευσυνειδησίας. Τρία πράγματα μου έκαναν εντύπωση. Οπως ακριβώς μου τα είπε:
«Κανείς από όλα αυτά τα πρόσωπα δεν μου ζήτησε να δει προκαταβολικά τις ερωτήσεις ώστε να τις εγκρίνει, να τις τροποποιήσει ή να τις απορρίψει. Κανείς δεν μου ζήτησε να δει το τελικό κείμενο. Και κανείς, στη συνέχεια, δεν με κάλεσε για φαγητό, για παρέα ή για κοσμικές συναθροίσεις. Εγώ απλώς έκανα τη δουλειά μου ως όφειλα».
Οι «Οικογένειες» είναι το δεύτερο κύμα συνεντεύξεων της Ολγας Μπακομάρου. Πριν από χρόνια είχε προηγηθεί το πρώτο κύμα, το πρώτο βιβλίο με τον συμβολικό τίτλο «Ωσεί παρόντες». Με 26 συνεντεύξεις ονομάτων όπως
Μάνος Χατζιδάκις,
Γιάννης Τσαρούχης,
Δημήτρης Χορν,
Μενέλαος Λουντέμης,
Κάρολος Κουν, Ελλη Λαμπέτη,
Μελίνα Μερκούρη,
Ηλίας Ηλιού,
Αλίκη Βουγιουκλάκη,
Γρηγόρης Μπιθικώτσης,
Ακης Πάνου,
Μάνος Κατράκης,
Αλέξανδρος Ιόλας. Και σκέφτηκα. Χωρίς να της το πω. Αν ζυγίσω το βάρος όλων αυτών των ονομάτων. Εκείνης της εποχής.
Τουλάχιστον των περισσότερων. Και αν το συγκρίνω με το βάρος των σημερινών, πρωτοκλασάτων ονομάτων, ε τότε θα με πιάσει απέραντη και αθεράπευτη μελαγχολία. Ετσι για δεύτερη φορά τη θαύμασα και τη ζήλεψα.
Για κάτι ακόμα. Για δύο συνεντεύξεις που όχι μόνο έκαναν πάταγο και συζητήθηκαν, αλλά και επειδή τα δύο αυτά πρόσωπα, η
Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Αλέξανδρος Ιόλας, ξεσήκωσαν τον κόσμο.
«Δεν φαντάζεσαι τι πέρασα».
- Τώρα ακόμα περισσότερο σε ζηλεύω. Μακάρι να ήμουν στη θέση σου. Δεν γέλασε. Αντιθέτως, μια σκιά πέρασε από το βλέμμα της. Η μεν Αλίκη σε έξαλλη κατάσταση του στυλ «ποια είναι αυτή που γράφει τέτοια πράγματα για μένα». Και τι έγραφε; Απλώς στον πρόλογο είχε εκφράσει τη γνώμη της, ότι η «εθνική μας σταρ» είχε τυλίξει το ταλέντο της σε γυαλισμένο σελοφάν. Χρειάστηκε να περάσει μια ολόκληρη δεκαετία ώσπου η Αλίκη να συναντηθεί σε ήρεμο κλίμα με την Ολγα Μπακομάρου.
- Παρεμπιπτόντως, να ξέρεις, Ολγα, ότι η Αλίκη, όσο και να μη μας αρέσει αυτό, δεν ήταν σταρ. Ποτέ δεν ήταν. Μόνο η Μελίνα ήταν. Σύμφωνα με τον ορισμό, σταρ είναι κάθε πρόσωπο με διεθνή ακτινοβολία. Τελεία και παύλα. Ο Ανδρέας ανοιχτός, ο Μητσοτάκης αποστασιοποιημένος, η Μαρίκα καταπληκτική και η Μαργαρίτα τυπική και ευγενική.
Πάμε τώρα στη δεύτερη περίπτωση θορύβου και σκανδάλου. Ο Αλέξανδρος Ιόλας σε κατάσταση παραληρήματος διέδιδε ότι τίποτα δεν είχε πει απ’ όλα αυτά στη συνέντευξη που παραχώρησε στην Ολγα Μπακομάρου. Εκείνη όμως, κραδαίνοντας το επιχείρημα της κασέτας και της φωνής του, τον αναγκάζει σε στροφή 180 μοιρών, απολογούμενος στη συνέχεια ότι «ναι, τα είπα, αλλά off the record». Κάτι τέτοιο!
Η Ολγα λοιπόν από τα Πούλιθρα πλησίον Λεωνιδίου, στην επαρχία Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας.
«Εκεί μέχρι τα έντεκα, αριστούχος στα θρανία, με πάθος τόσο για τις εκθέσεις όσο και τις συνεντεύξεις. Από μικρή μού άρεσε να παίρνω συνεντεύξεις από τις συμμαθήτριές μου».
- Ποιες οι εντυπώσεις σου από τα πρόσωπα;
«Ο Αντρέας ανοιχτός, γελαστός. Δεν ήταν μύθος η ακτινοβολία του. Ηταν πραγματικά γοητευτικός και χαρισματικός. Με το “καλημέρα” πάντα ανοιχτός να απαντήσει σε ό,τι τον ρωτούσες».