Και αυτές τις γιορτές το River West είναι ο απόλυτος προορισμός για αγορές, διασκέδαση, και βόλτες για όλη την οικογένεια, ανεβάζοντας την festive διάθεση στα ύψη.
Μυρτώ Αλικάκη: «Αν με συγκρίνω με τη Σαρλίζ Θερόν, θα νιώσω σκουπίδι»
Μυρτώ Αλικάκη: «Αν με συγκρίνω με τη Σαρλίζ Θερόν, θα νιώσω σκουπίδι»
Παιδί του Θεάτρου Τέχνης, η γυναίκα που στις αρχές των 90s ενσάρκωσε την υπέρτατη ανδρική φαντασίωση, επιτομή της έννοιας cool στην καθημερινότητά της
Παιδί του Θεάτρου Τέχνης, η γυναίκα που στις αρχές των 90s ενσάρκωσε την υπέρτατη ανδρική φαντασίωση, επιτομή της έννοιας cool στην καθημερινότητά της. Η ζωή -και η εικόνα- της Μυρτώς Αλικάκη είναι γεμάτη αντιφάσεις. Κι όμως, κανένας χαρακτηρισμός δεν αποκλείει τον προηγούμενο. Φέτος πρωταγωνιστεί στη θεατρική μεταφορά του «Μένγκελε» του Θανάση Τριαρίδη στο «Faust», αποδίδοντας μια υποδειγματική ερμηνεία σε ένα ανηλεές παιχνίδι ρόλων για δύο: «Πρόκειται για την απίστευτη περίπτωση του Γιόζεφ Μένγκελε, ο οποίος έκανε όλα αυτά τα φοβερά πράγματα, και της Εσθήρ. Για κάποιον περίεργο λόγο, από παιδί υπήρχαν κεφάλαια της Ιστορίας που μου προκαλούσαν τρομακτική ταραχή και συγκίνηση. Το Ολοκαύτωμα είναι ένα από αυτά. Ακόμη και τώρα που έχω μεγαλώσει μπορεί να δω μια ταινία με στρατόπεδα συγκέντρωσης και να κλαίω με λυγμούς. Μη με παρεξηγήσεις, δεν πιστεύω σε προηγούμενες ζωές, αλλά νιώθω σαν να το έχω ζήσει. Η θεματική του έργου λοιπόν με τσίγκλησε πάρα πολύ γιατί θεωρώ ότι όλα αυτά είναι γεγονότα που δεν πρέπει να ξεχνάμε. Ούτε να τα παίρνουμε επιπόλαια. Αυτό που είναι οξύμωρο και ανατρεπτικό στην παράσταση είναι ότι ο άνδρας που υποδύεται τον Μένγκελε μας παρουσιάζει έναν Μένγκελε ανθρώπινο, που αγαπάει, που ό,τι έκανε, το έκανε για την αγάπη. Βεβαίως αυτό είναι μια υπόθεση εργασίας, ένα παιχνίδι, οπότε έχει δικαίωμα να πει ό,τι θέλει», εξηγεί για την παράσταση. Τη διακόπτει ο σερβιτόρος του καφέ όπου συναντιόμαστε, ο οποίος την αποκαλεί «δεσποινίς». Εκείνη χαμογελά, γυρνά προς το μέρος μου και λέει: «Είδες με πόσο απλά πράγματα μπορεί να φτιάξει η μέρα σου;». Εκτός από δυναμική, ακόμη και στον τρόπο και κυρίως στην πίστη με την οποία εκφέρει τον λόγο της, η Μυρτώ Αλικάκη είναι μια πολύ ευχάριστη συνομιλήτρια. Της λέω πως μου φαίνεται ότι, στην καριέρα της τουλάχιστον, έχει πάρει τον δύσκολο δρόμο. Αναρωτιέμαι αν αυτό το διάλεξε η ζωή, οι συγκυρίες ή η ίδια: «Στις συγκυρίες δεν πιστεύω. Τα πράγματα τα φτιάχνουμε εμείς. Προφανώς με ελκύουν οι δυσκολίες, πάρ’ το όπως θες αυτό. Βαριέμαι τα εύκολα. Δυσκολεύομαι να κάνω πράγματα τα οποία δεν θα μου άρεσε τρελά να τα παρακολουθήσω ως θεατής».
Γεννημένη στο Παρίσι και μεγαλωμένη από 3 ετών στην Αθήνα, ξεκίνησε από μικρή να ψηλαφεί εκείνο που στο μέλλον θα γινόταν ο ρόλος της ζωής της: «Οι γονείς μου είχαν φοιτήσει και οι δύο στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ο πατέρας μου είναι αρχιτέκτονας, η μητέρα μου είναι πολλά χρόνια διευθύντρια στο περιοδικό “Τηλέραμα” και δεν ασχολήθηκε τελικά με τα εικαστικά. Ημουν ένα παιδί που πήγαινε στο θέατρο, οι γονείς μου είχαν φίλους καλλιτέχνες που έρχονταν σπίτι, είχα μια επαφή με την τέχνη. Πολλά βιβλία, μουσικές ωραίες, τέτοια πράγματα. Νομίζω όμως ότι παρ’ όλα αυτά εκείνο που με οδήγησε στην υποκριτική ήταν μια βαθύτερη ανάγκη -πιθανόν επειδή ήμουν και μοναχοπαίδι και τα μοναχοπαίδια έχουν την τάση να αναπτύσσουν αρκετά το φαντασιακό τους κομμάτι», λέει εξηγώντας το γιατί έγινε ηθοποιός. Και συνεχίζει: «18 χρόνων, με το που τελείωσα το σχολείο, πήγα στο Θέατρο Τέχνης. Δεν μπορώ να σου περιγράψω πώς ένιωθα εκείνη τη μέρα. Το Θέατρο Τέχνης ήταν ακόμη στο παλιό υπόγειο του Κουν, στο οποίο είχα πάει πολλές φορές ως θεατής και η αλήθεια είναι ότι ένιωθες κάτι κατανυκτικό όταν κατέβαινες τη σκάλα, ότι έμπαινες σε ένα μέρος πολύ μυστηριακό. Ηταν από τις λίγες φορές στη ζωή μου που είχα στ’ αλήθεια αγωνία. Θυμάμαι ότι έτρεμε πάρα πολύ το πόδι μου και δεν μπορούσα να το ακουμπήσω καλά-καλά στο πάτωμα. Είναι μια μαγική, πολύ ωραία ανάμνηση».
Πώς, όμως, η πλέον μοιραία ηρωίδα της ελληνικής τηλεόρασης βρήκε την ενσάρκωσή της σε ένα παιδί του Θεάτρου Τέχνης; «Η Αναστασία με βρήκε τυχαία. Οταν ήμουν τριτοετής στη σχολή έγινε η οντισιόν για το σίριαλ - κάπου στην άνοιξη. Εγώ δεν είχα καθόλου στο μυαλό μου την τηλεόραση. Ηταν και οι εποχές που στο Θέατρο Τέχνης η τηλεόραση ήταν του διαβόλου. Εκτός αυτού, επειδή ήμουν ένα παιδί που είχε καλή πορεία στη σχολή πίστευα ότι θα με κρατήσουν εκεί. Δεν ψαχνόμουν για δουλειά. Μια μέρα χτύπησε το τηλέφωνο στο σπίτι όπου έμενα με τη μαμά μου και κάποιος μου είπε ότι κάνουν οντισιόν για ένα σίριαλ της Μιρέλλας Παπαοικονόμου που λεγόταν “Αναστασία” και έβλεπαν παιδιά από δραματικές σχολές. Σκέφτηκα ότι δεν είχα τίποτα να χάσω. Από περιέργεια πήγα περισσότερο. Να σου πω την αλήθεια, αισθάνθηκα μια τεράστια κουλαμάρα όταν πήρα τον ρόλο της Αναστασίας. Το αστείο είναι ότι το σενάριο την ήθελε να είναι μοντέλο που κάνει πασαρέλα. Κι εγώ είπα “εντάξει, εγώ είμαι 1,60, δεν υπάρχει περίπτωση”. Αυτό με χαλάρωσε τελείως. Δεν είχα κανένα άγχος, κανένα τρακ. Μη με ρωτήσεις πώς και τι έκανα. Με το ένστικτό μου πήγαινα. Ημουν άπειρη και μικρή. Υπήρχαν βέβαια άνθρωποι γύρω μου που ήξεραν τι θέλουν και με βοήθησαν. Εγώ ήμουν απλώς 21 ετών».
Από μικρή με θέατρα, βιβλία, μουσικές
Γεννημένη στο Παρίσι και μεγαλωμένη από 3 ετών στην Αθήνα, ξεκίνησε από μικρή να ψηλαφεί εκείνο που στο μέλλον θα γινόταν ο ρόλος της ζωής της: «Οι γονείς μου είχαν φοιτήσει και οι δύο στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ο πατέρας μου είναι αρχιτέκτονας, η μητέρα μου είναι πολλά χρόνια διευθύντρια στο περιοδικό “Τηλέραμα” και δεν ασχολήθηκε τελικά με τα εικαστικά. Ημουν ένα παιδί που πήγαινε στο θέατρο, οι γονείς μου είχαν φίλους καλλιτέχνες που έρχονταν σπίτι, είχα μια επαφή με την τέχνη. Πολλά βιβλία, μουσικές ωραίες, τέτοια πράγματα. Νομίζω όμως ότι παρ’ όλα αυτά εκείνο που με οδήγησε στην υποκριτική ήταν μια βαθύτερη ανάγκη -πιθανόν επειδή ήμουν και μοναχοπαίδι και τα μοναχοπαίδια έχουν την τάση να αναπτύσσουν αρκετά το φαντασιακό τους κομμάτι», λέει εξηγώντας το γιατί έγινε ηθοποιός. Και συνεχίζει: «18 χρόνων, με το που τελείωσα το σχολείο, πήγα στο Θέατρο Τέχνης. Δεν μπορώ να σου περιγράψω πώς ένιωθα εκείνη τη μέρα. Το Θέατρο Τέχνης ήταν ακόμη στο παλιό υπόγειο του Κουν, στο οποίο είχα πάει πολλές φορές ως θεατής και η αλήθεια είναι ότι ένιωθες κάτι κατανυκτικό όταν κατέβαινες τη σκάλα, ότι έμπαινες σε ένα μέρος πολύ μυστηριακό. Ηταν από τις λίγες φορές στη ζωή μου που είχα στ’ αλήθεια αγωνία. Θυμάμαι ότι έτρεμε πάρα πολύ το πόδι μου και δεν μπορούσα να το ακουμπήσω καλά-καλά στο πάτωμα. Είναι μια μαγική, πολύ ωραία ανάμνηση».
Πώς, όμως, η πλέον μοιραία ηρωίδα της ελληνικής τηλεόρασης βρήκε την ενσάρκωσή της σε ένα παιδί του Θεάτρου Τέχνης; «Η Αναστασία με βρήκε τυχαία. Οταν ήμουν τριτοετής στη σχολή έγινε η οντισιόν για το σίριαλ - κάπου στην άνοιξη. Εγώ δεν είχα καθόλου στο μυαλό μου την τηλεόραση. Ηταν και οι εποχές που στο Θέατρο Τέχνης η τηλεόραση ήταν του διαβόλου. Εκτός αυτού, επειδή ήμουν ένα παιδί που είχε καλή πορεία στη σχολή πίστευα ότι θα με κρατήσουν εκεί. Δεν ψαχνόμουν για δουλειά. Μια μέρα χτύπησε το τηλέφωνο στο σπίτι όπου έμενα με τη μαμά μου και κάποιος μου είπε ότι κάνουν οντισιόν για ένα σίριαλ της Μιρέλλας Παπαοικονόμου που λεγόταν “Αναστασία” και έβλεπαν παιδιά από δραματικές σχολές. Σκέφτηκα ότι δεν είχα τίποτα να χάσω. Από περιέργεια πήγα περισσότερο. Να σου πω την αλήθεια, αισθάνθηκα μια τεράστια κουλαμάρα όταν πήρα τον ρόλο της Αναστασίας. Το αστείο είναι ότι το σενάριο την ήθελε να είναι μοντέλο που κάνει πασαρέλα. Κι εγώ είπα “εντάξει, εγώ είμαι 1,60, δεν υπάρχει περίπτωση”. Αυτό με χαλάρωσε τελείως. Δεν είχα κανένα άγχος, κανένα τρακ. Μη με ρωτήσεις πώς και τι έκανα. Με το ένστικτό μου πήγαινα. Ημουν άπειρη και μικρή. Υπήρχαν βέβαια άνθρωποι γύρω μου που ήξεραν τι θέλουν και με βοήθησαν. Εγώ ήμουν απλώς 21 ετών».
Πλέον δηλώνει απόλυτα συμφιλιωμένη με την Αναστασία. Το καταλαβαίνεις όταν σου λέει: «Μου έχει προσφέρει απίστευτα δώρα εν τέλει η Αναστασία. Στην αρχή ζορίστηκα, δεν ήξερα πώς να το χειριστώ, ήμουν μικρή, δεν ήξερα τι θα κάνω μετά όλο αυτό το υπαρξιακό. Από την ώρα, όμως, που μπήκε σε έναν δρόμο, κατάλαβα ότι ήταν πολύ ωραίο αυτό που είχε συμβεί».
Μου λέει ακόμη πως, εκτός από την Αναστασία, παραμένει συμφιλιωμένη και με την εικόνα της. Της ζητώ λοιπόν να μου πει τι είναι εκείνο που της αρέσει περισσότερο στην εμφάνισή της και τι θα ήθελε να αλλάξει: «Μου αρέσουν τα χέρια μου γιατί μοιάζουν με τα χέρια μιας χορεύτριας. Είναι λεπτά και μυώδη, λεπτά αλλά δυνατά. Θα ήθελα αν γινόταν να μην έχω ποτέ κυτταρίτιδα, αλλά αυτό δεν γίνεται. Κατά τα άλλα, παρά τις όποιες ατέλειες υπάρχουν, είμαι καλά με τον εαυτό μου. Ωραία θα ήταν να ήμουν 1,65, αλλά είμαι αυτή που είμαι και είμαι OK. Νιώθω ότι στον τύπο γυναικών που ανήκω είμαι καλή. Αν με συγκρίνω με τη Σαρλίζ Θερόν, θα αισθανθώ ένα σκουπίδι. Ποιος ο λόγος να το κάνω; Υπάρχουν άντρες που γουστάρουν γυναίκες σαν τη Σαρλίζ και άλλοι που γουστάρουν γυναίκες σαν κι εμένα. Για όλους υπάρχει ένα ταίρι κάπου».
Η Μυρτώ Αλικάκη επιμένει να δηλώνει αγοροκόριτσο - λέει πως μεγάλωσε στον δρόμο, σε αλάνες παίζοντας με μπάλες και ποδήλατα. Σήμερα είναι η ίδια μητέρα δύο παιδιών. Τι μαθαίνει άραγε από τη σχέση της μαζί τους; «Εκείνο που έχω μάθει από τα παιδιά μου είναι πως όλα πληρώνονται, όλα γράφουν, καθετί που κάνει ένας γονιός, η διάθεση στην οποία βρίσκεται, όλα επηρεάζουν τα παιδιά. Λυπάμαι πάρα πολύ όταν νιώθω ότι έχω κάνει λάθος ή όταν πρέπει για ένα διάστημα να τα βάλω σε δεύτερη μοίρα. Προσπαθώ να μην αυτομαστιγώνομαι για όλα αυτά, να σκέφτομαι ότι άνθρωπος είμαι και δεν γίνεται να τα κάνω όλα τέλεια και να προσπαθώ να τα επιδιορθώσω. Προσπαθώ να είμαι εκεί, να βλέπω τι γίνεται, να επαγρυπνώ», λέει.
Τη ρωτάω αν εξακολουθεί να κάνει όνειρα για τον εαυτό της ή αν το φαντασιακό της περιστρέφεται, κατά το ελληνικό κλισέ, αποκλειστικά γύρω από τους δύο γιους της. «Φυσικά και κάνω όνειρα και για μένα. Με φαντάζομαι να δουλεύω. Ελπίζω να είμαι υγιής και δυνατή. Αν υπάρχει ένα πράγμα που με τρομάζει, αυτό είναι η αρρώστια. Ο θάνατος δεν με ενοχλεί. Αν μου πεις ότι μια μέρα θα πεθάνεις ενώ θα είμαι λόγου χάρη 55, δηλαδή σχετικά νέα, δεν με νοιάζει. Η αρρώστια μού φαίνεται τρομερή για έναν άνθρωπο. Δεν θα ήθελα να είμαι ανήμπορη, να μην μπορώ να συντηρήσω τον εαυτό μου, να κρέμομαι από τους άλλους, να βλέπω τον εαυτό μου να λιώνει. Και δεν μου αρέσει η παρατεταμένη μοναξιά. Ισως αυτός είναι και ο λόγος που από μικρή ήθελα να κάνω παιδιά. Με έναν τρόπο τα παιδιά, ακόμη και όταν δεν είναι εκεί, είναι πάντα στη σκέψη σου. Εχεις πάντα κάποιον να σκεφτείς».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα