Ο Ελληνας γελοιογράφος των Γερμανών

Ο Ελληνας γελοιογράφος των Γερμανών

Η σελίδα με το σκίτσο της ημέρας στη «Frankfurter Allgemeine Zeitung» είναι συνήθως η 8η, εκεί όπου δημοσιεύονται διάφορες ειδήσεις και θέματα της επικαιρότητας. Στο φύλλο της 6ης Μαρτίου του 2012, ο «Bas» αποφάσισε να ασχοληθεί με το ελληνικό ζήτημα: μια ομάδα Ελλήνων προσπαθεί να υψώσει την ελληνική σημαία με έναν ηρωισμό που, αν δεν ήταν τόσο αδέξιος, θα θύμιζε έντονα το φιλμ «Οι σημαίες των προγόνων μας». Η κρίσιμη λεπτομέρεια είναι ότι οι ήρωες πατούν την άκρη της σημαίας με τα πόδια τους, άρα δεν πρόκειται να την υψώσουν ποτέ. Η συγκεκριμένη γελοιογραφία, λέγοντας τόσα πολλά χωρίς να χρησιμοποιεί ούτε μία λέξη, θα μπορούσε να είναι η επιτομή της τέχνης του Βασίλη Μητρόπουλου. Και, ταυτόχρονα, η εξήγηση στο γιατί η γερμανική εφημερίδα τον εμπιστεύεται σταθερά από το 1972 έως σήμερα. Πολύ χαρακτηριστικό για τον σεβασμό και την εκτίμηση που απολαμβάνει ο «Bas» είναι το γεγονός ότι, όταν η «Frankfurter» αποφάσισε να κάνει περικοπές στην ομάδα των γελοιογράφων της, ο Μητρόπουλος ήταν ο ένας από τους δύο που παρέμειναν. Κι αυτό ενώ όχι απλώς είναι Ελληνας, αλλά επιπλέον έχει πλήρη άγνοια της γερμανικής γλώσσας.

Ο Ελληνας γελοιογράφος των Γερμανών
Ο Ελληνας γελοιογράφος των Γερμανών
Η σελίδα με το σκίτσο της ημέρας στη «Frankfurter Allgemeine Zeitung» είναι συνήθως η 8η, εκεί όπου δημοσιεύονται διάφορες ειδήσεις και θέματα της επικαιρότητας. Στο φύλλο της 6ης Μαρτίου του 2012, ο «Bas» αποφάσισε να ασχοληθεί με το ελληνικό ζήτημα: μια ομάδα Ελλήνων προσπαθεί να υψώσει την ελληνική σημαία με έναν ηρωισμό που, αν δεν ήταν τόσο αδέξιος, θα θύμιζε έντονα το φιλμ «Οι σημαίες των προγόνων μας». Η κρίσιμη λεπτομέρεια είναι ότι οι ήρωες πατούν την άκρη της σημαίας με τα πόδια τους, άρα δεν πρόκειται να την υψώσουν ποτέ. Η συγκεκριμένη γελοιογραφία, λέγοντας τόσα πολλά χωρίς να χρησιμοποιεί ούτε μία λέξη, θα μπορούσε να είναι η επιτομή της τέχνης του Βασίλη Μητρόπουλου. Και, ταυτόχρονα, η εξήγηση στο γιατί η γερμανική εφημερίδα τον εμπιστεύεται σταθερά από το 1972 έως σήμερα. Πολύ χαρακτηριστικό για τον σεβασμό και την εκτίμηση που απολαμβάνει ο «Bas» είναι το γεγονός ότι, όταν η «Frankfurter» αποφάσισε να κάνει περικοπές στην ομάδα των γελοιογράφων της, ο Μητρόπουλος ήταν ο ένας από τους δύο που παρέμειναν. Κι αυτό ενώ όχι απλώς είναι Ελληνας, αλλά επιπλέον έχει πλήρη άγνοια της γερμανικής γλώσσας.



Στα 76 του χρόνια σήμερα, ο Βασίλης Μητρόπουλος συνεχίζει να σκιτσάρει, κυρίως διότι αυτό έκανε σε όλη του τη ζωή και όχι επειδή έχει επαγγελματική σχέση με τη γερμανική εφημερίδα. Σχολιάζει τα τρέχοντα με τον δικό του βουβό και οξυδερκή τρόπο, χωρίς λόγια και χωρίς παραγγελίες ή δεσμεύσεις. «Οι Γερμανοί ουδέποτε μου ζήτησαν κάτι συγκεκριμένο», εξηγεί ο «Bas», τονίζοντας ότι ακόμα και στην περίοδο που διανύουμε, με δεδομένη την ένταση ανάμεσα σε Ελλάδα και Γερμανία εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, «η εφημερίδα δεν δημοσιεύει απαραιτήτως σκίτσα που έχουν ως θέμα την ελληνική υπόθεση. Κι εγώ προσπαθώ να μην τους φέρνω σε δύσκολη θέση, εξάλλου είναι συντηρητικοί, ούτως ή άλλως. Παρ’ όλ’ αυτά, θεωρώ ότι, εφόσον με τις γελοιογραφίες μου σχολιάζω καταστάσεις που συμβαίνουν σε όλες τις χώρες του κόσμου, δικαιούμαι να στέλνω περιστασιακά και κάποια σκίτσα με θέμα την Ελλάδα».

Κλείσιμο
Η μύτη του Κίσινγκερ
Ο Βασίλης Μητρόπουλος δεν προσπαθεί να κάνει αντίσταση ή να αλώσει το γερμανικό κάστρο εκ των έσω. Αντίστοιχα, η «Frankfurter» δεν έχει καμία διάθεση να χρησιμοποιήσει την ελληνική ταυτότητα του σκιτσογράφου της για να πλήξει την Ελλάδα. «Η φιλοσοφία της συγκεκριμένης εφημερίδας διαφέρει αρκετά από τα ήθη που έχουμε συνηθίσει στη χώρα μας», λέει ο κ. Μητρόπουλος. «Αποφεύγουν την επιθετικότητα και την ειρωνεία. Μόνο σε ζητήματα που αφορούν σε χώρες μακριά από τη Γερμανία η σάτιρα μπορεί να γίνει πιο οξεία. Οι Γερμανοί επίσης, κατά κανόνα, προτιμούν να μη διακωμωδούν συγκεκριμένα πρόσωπα. Για παράδειγμα, καθώς εγώ είμαι ελεύθερος να σκιτσάρω ό,τι μου αρέσει, έχω στείλει αρκετές γελοιογραφίες στις οποίες πειράζω την Ανγκελα Μέρκελ. Συνήθως δεν δημοσιεύονται».

Τη δεκαετία του ’70, η κυρίαρχη φυσιογνωμία της διεθνούς πολιτικής ήταν ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο πανούργος Χένρι Κίσινγκερ. Σε μια γελοιογραφία του ο «Bas» τον απεικόνισε δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη σαρκώδη μύτη του, την οποία έκανε να μοιάζει με ευμεγέθη μελιτζάνα. Αυτή ήταν η μία και μόνη φορά στα 40 χρόνια της συνεργασίας του με τους Γερμανούς που αναγκάστηκε να τροποποιήσει κάποιο από τα σκίτσα του, κατόπιν σύστασης από τη διεύθυνση της εφημερίδας. «Αντίθετα», τονίζει ο κ. Μητρόπουλος, «την εποχή της διχοτόμησης της Γερμανίας σε Δυτική και Ανατολική, οι γελοιογραφίες μου δημοσιεύονταν χωρίς δεύτερη σκέψη - αρκεί βέβαια να σατίριζα τους ηγέτες του ανατολικού μπλοκ, κυρίως τον Εριχ Χόνεκερ, τον ηγέτη της Ανατολικής Γερμανίας, και τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ της Σοβιετικής Ενωσης. Ετσι κι αλλιώς, όμως, η φιγούρα του Μπρέζνιεφ ήταν μία από τις αγαπημένες μου, διότι το πρόσωπό του προσφερόταν από μόνο του για γελοιογράφηση».

Η συνεργασία με τη «Frankfurter Allgemeine Zeitung»
Το 1972, όταν άρχισε η συνεργασία του Βασίλη Μητρόπουλου με τη γερμανική εφημερίδα, ο χάρτης της Ευρώπης ήταν πολύ διαφορετικός απ’ ό,τι είναι σήμερα, ενώ η Ελλάδα διένυε την επταετία της χούντας των συνταγματαρχών. Προσπαθώντας να βρει επαγγελματική διέξοδο αφού η πολιτική γελοιογραφία στις εφημερίδες της εποχής είχε μπει στον γύψο της λογοκρισίας, ο κ. Μητρόπουλος αποφάσισε να στείλει δείγματα της δουλειάς του σε εφημερίδες του εξωτερικού. Είχε ήδη αρχίσει να πειραματίζεται με γελοιογραφίες χωρίς λόγια, έτσι ώστε να αποφύγει τον εγκλωβισμό στην ελληνική γλώσσα. Είχε την ελπίδα ότι τα λιτά του σκίτσα, με μόνη τη δύναμη της εικόνας και των συμβολισμών που δεν χρειαζόταν δεύτερη σκέψη για να τις κατανοήσει ακόμη και ο πλέον αδαής, θα έβρισκαν ανταπόκριση στην Ευρώπη. Πράγματι, από τα έντυπα που έδειξαν ενδιαφέρον, η «Frankfurter Allgemeine Zeitung» ήταν εκείνη που ταίριαζε περισσότερο στην ιδιοσυγκρασία του κ. Μητρόπουλου. «Υστερα από μερικούς μήνες εξ αποστάσεως συνεργασίας, οι Γερμανοί με κάλεσαν στη Φρανκφούρτη. Τους απάντησα ότι θα πήγαινα ευχαρίστως, μόνο που υπήρχε ένα σοβαρό πρόβλημα: δεν ήξερα ούτε λέξη σε κάποια γλώσσα άλλη εκτός των ελληνικών. Εκείνοι όμως δεν πτοήθηκαν και με ενημέρωσαν ότι θα φρόντιζαν για διερμηνέα, ο οποίος θα με παραλάμβανε από το αεροδρόμιο και θα συνέχιζε να με συνοδεύει διαρκώς για όλη τη διάρκεια της παραμονής μου στη Γερμανία».



Εκτός από τη γλώσσα, ο κ. Μητρόπουλος αντιμετώπισε κι άλλο ένα πρόβλημα που δεν θα μπορούσε ποτέ να περιμένει: την εμφάνισή του. Ενας ψηλός άνδρας, ξανθός και με γαλανά μάτια, κομψά ντυμένος και με ευρωπαϊκό αέρα, ήταν ακριβώς ό,τι δεν περίμεναν να δουν οι Γερμανοί επικεφαλής της εφημερίδας. «Είχαμε ραντεβού με τον διευθυντή της “Frankfurter” στη σάλα ενός από τα καλύτερα ξενοδοχεία της Φρανκφούρτης», διηγείται ο κ. Μητρόπουλος, «εκείνος όμως ήρθε, με είδε και δεν μου μίλησε, θεωρώντας ότι αποκλείεται να είμαι Ελληνας. Οταν τελικά γνωριστήκαμε, μου είπε ότι με είχε φανταστεί τελείως διαφορετικό στην όψη και ότι δεν έμοιαζα καθόλου με αυτό που περίμενε να δει».

Ο ίδιος δεν έμοιαζε με Ελληνα, τα σκίτσα του μιλούσαν μια διεθνή γλώσσα, άρα θα μπορούσε άνετα να είχε δεχτεί την πρόταση των Γερμανών να εγκατασταθεί μόνιμα στη χώρα τους. Εκείνος όμως προτίμησε να παραμείνει στην Ελλάδα, περιορίζοντας την επαφή του με τη Γερμανία σ’ εκείνο το επαγγελματικό ταξίδι του 1972, το οποίο είχε διάρκεια περίπου τριών εβδομάδων, και άλλη μια επίσκεψη, εντελώς τουριστική, ύστερα από αρκετά χρόνια - αυτό ήταν όλο. «Το ότι δεν μιλάω ξένες γλώσσες λειτούργησε με δύο τρόπους», εξηγεί. «Από τη μία, με οδήγησε στο να επικεντρώσω την προσοχή μου στο σκίτσο, από την άλλη, με απομάκρυνε από τους ανθρώπους. Ούτως ή άλλως, όμως, ποτέ δεν ήμουν ιδιαίτερα κοινωνικός».

Ο κ. Μητρόπουλος συνεργάστηκε στην Ελλάδα με τις εφημερίδες «Ελευθερία», «Ακρόπολις», «Ελεύθερος Τύπος» και «Αδέσμευτος» και με τα περιοδικά «Ταχυδρόμος» και «Επίκαιρα». Παράλληλα, έστελνε σκίτσα του στη «Frankfurter», καθώς και σε άλλες εφημερίδες της Αυστρίας, του Βελγίου και της Ελβετίας, πάντα δι’ αλληλογραφίας: έχοντας ανέκαθεν ελάχιστη προθυμία να ασχοληθεί με την τεχνολογία, έστελνε φωτοτυπίες των γελοιογραφιών του με το ταχυδρομείο, μέσα σε φακέλους που έφεραν την ένδειξη «Κατεπείγον». Σήμερα πλέον χρησιμοποιεί το φαξ για την αποστολή της δουλειάς του, κάτι για το οποίο αυτοσαρκάζεται, αφού γνωρίζει ότι το φαξ, παρόλο που για εκείνον συνιστά τεχνολογικό άλμα πρώτου μεγέθους, είναι προ πολλού ξεπερασμένο.

Το «Σπίτι του Σκίτσου»
Μέσω της «Frankfurter Allgemeine Zeitung» η δουλειά του Βασίλη Μητρόπουλου -ή «Bas», όπως καθιέρωσαν το όνομά του οι Γερμανοί για συντομία- έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο. Γελοιογραφίες του έφτασαν να δημοσιεύονται σε μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες όπως η «Washington Post» και η «International Herald Tribune», ενώ οι προσκλήσεις για απονομή βραβείων κατέφταναν σωρηδόν από μια σειρά χωρών, μεταξύ των οποίων η Ισπανία, η Βρετανία, η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και η Κίνα. Επίσης ο «Bas» είναι εξαιρετικά αγαπητός στην Τουρκία, όπου έχει συμμετάσχει επανειλημμένα στην κριτική επιτροπή για την ανάδειξη των καλύτερων Τούρκων γελοιογράφων, ενώ στον ίδιο έχει απονεμηθεί το βραβείο Ιπεκσί.

Ο κ. Μητρόπουλος, ο οποίος μυήθηκε στην τέχνη του σκίτσου από τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον Κώστα, έναν εξίσου σπουδαίο γελοιογράφο, φρόντισε να προβάλει την ελληνική πολιτική γελοιογραφία. Κατά καιρούς έχει διοργανώσει εκθέσεις που προέβαλλαν τη δουλειά των συμπατριωτών συναδέλφων του σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και την Κίνα, ενώ εδώ και περίπου δύο χρόνια, οι Κώστας και Βασίλης Μητρόπουλος έχουν δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό μουσείο γελοιογραφίας. «Το “Σπίτι του Σκίτσου” ήταν ένα όνειρο που είχε ο Κώστας από παλιά», εξηγεί ο «Bas», υπογραμμίζοντας ότι «το δημιουργήσαμε στο χωριό απ’ όπου καταγόταν η μητέρα μας, στον Φαλατάδο της Τήνου. Η κοινότητα μας παραχώρησε ένα πολύ όμορφο παλαιό οίκημα στην είσοδο του χωριού και έτσι μπορέσαμε να εκθέσουμε τις πρώτες συλλογές, με γελοιογραφίες του Κώστα από τα ελληνικά έντυπα και δικές μου από τα διεθνή. Τα κάνουμε όλα μόνοι μας - και το να αλλάζεις τακτικά 80 εκθέματα δεν είναι κάτι απλό. Κυρίως γιατί δεν ξέρουμε τι να κάνουμε με τα έργα που ξεκρεμάμε. Να τα χαρίσουμε; Να τα πετάξουμε; Δεν έχουμε βρει λύση ακόμη σε αυτό το πρόβλημα».



Η φιλοδοξία των αδελφών Μητρόπουλων για το μουσείο τους, τα εγκαίνια του οποίου έγιναν στις 30 Ιουλίου, είναι να κατορθώσουν να εξασφαλίσουν τους αναγκαίους πόρους ώστε να διοργανώνουν εκδηλώσεις και συνέδρια, πάντα σχετικά με την πολιτική γελοιογραφία. Ο κ. Βασίλης Μητρόπουλος είναι αισιόδοξος: «Πιστεύω ότι ειδικά εμείς οι Ελληνες γελοιογράφοι κάνουμε όλοι μαζί μια αχτύπητη “εθνική ομάδα”, τα ελληνικά σκίτσα είναι από τα καλύτερα που μπορεί να βρει κανείς σε όλο τον κόσμο. Και δεν ανησυχώ για το μέλλον. Ούτε οι καλές εφημερίδες θα πάψουν να υπάρχουν, ούτε το σκίτσο θα σβήσει, διότι προσφέρει κάτι τελείως διαφορετικό από μια φωτογραφία. Ενημερώνει, σχολιάζει και κριτικάρει με τον απλούστερο δυνατό τρόπο».

Το στυλ του είναι μινιμαλιστικό, στις γελοιογραφίες του υπάρχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία για τη σαφή μετάδοση του μηνύματος. Διακοσμητικά στοιχεία, όπως σπίτια, δέντρα, σύννεφα, ουρανός κ.λπ., απλώς δεν υπάρχουν, καθώς ο «Bas» προτιμά να τοποθετεί τους ήρωές του στο κενό. Από τους δεκάδες ανθρώπους που κατά καιρούς έχουν συνεργαστεί με τον κ. Μητρόπουλο σε έντυπα της Ελλάδας και του εξωτερικού φαίνεται ότι ο διευθυντής της αυστριακής εφημερίδας «Die Presse» Τόμας Χόρχερ έχει συλλάβει την ουσία της τέχνης του με μεγαλύτερη ακρίβεια από όλους: «Ο “Bas” στα σκίτσα του συνδυάζει το σχόλιο με την πληροφορία. Είναι, με άλλα λόγια, κάτι παραπάνω από σκιτσογράφος. Είναι δημοσιογράφος, με την καλύτερη σημασία της λέξης. Σχεδιάζει και επεξηγεί ταυτόχρονα. Ετσι αντιλαμβάνεται κανείς τα γεγονότα και τις σχέσεις μεταξύ τους και χαμογελάει, όσο κι αν το χαμόγελο αυτό είναι πολλές φορές οργισμένο».


Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης