Μαριάννα Φούντα, η «ιέρεια» του street fashion και της «Shop & Trade»
Ο Νεγκρίλ δεν είναι το τυπικό σκυλί-φύλακας. Ο ρόλος του εξάλλου στις εγκαταστάσεις του ομίλου «Shop & Trade» στην Αθήνα δεν είναι αυτός του μαντρόσκυλου-φόβητρου που αποτρέπει τυχόν εγκληματικές πράξεις. Σκοπός των επισκέψεών του στους ανυποψίαστους επισκέπτες που κάθονται στην αίθουσα αναμονής της εταιρείας είναι το χουχούλιασμα και τα χάδια. Πιο πολύ δηλαδή λειτουργεί σαν ένας θερμός θυρωρός, που στόχο έχει να δείξει πως βρίσκεσ
Ο Νεγκρίλ δεν είναι το τυπικό σκυλί-φύλακας. Ο ρόλος του εξάλλου στις εγκαταστάσεις του ομίλου «Shop & Trade» στην Αθήνα δεν είναι αυτός του μαντρόσκυλου-φόβητρου που αποτρέπει τυχόν εγκληματικές πράξεις. Σκοπός των επισκέψεών του στους ανυποψίαστους επισκέπτες που κάθονται στην αίθουσα αναμονής της εταιρείας είναι το χουχούλιασμα και τα χάδια. Πιο πολύ δηλαδή λειτουργεί σαν ένας θερμός θυρωρός, που στόχο έχει να δείξει πως βρίσκεσαι σε φιλικό χώρο.
Και τα κατάφερε, αφού στην ολιγόλεπτη αναμονή μας γρήγορα γίναμε φιλαράκια πρώτης τάξης. Τόσο μάλιστα ώστε λίγο αργότερα μας συνόδευσε μέχρι και στο γραφείο της προέδρου και διευθύνουσας συμβούλου κυρίας Μαριάννας Φούντα. Από εκεί παρακολουθούσε στενά τη συνέντευξη, επιδοκιμάζοντας όσα έλεγε η «αφεντικίνα» του με ένα ιδιότυπο γουργουρητό.
«Είναι η μασκότ μας», τονίζει η κυρία Φούντα, δίνοντας αυτόματα το στίγμα πως η κουβέντα θα είχε κι άλλον έναν, λίγο απρόσμενο, μέτοχο. Αν κρίνουμε πάντως από όσους λένε πως οι άνθρωποι που δεν αγαπούν τα σκυλιά είναι επικίνδυνοι, μάλλον η γυναίκα που βρίσκεται πίσω από τον όμιλο που αυτή τη στιγμή ευθύνεται για τη διανομή μερικών από τα γνωστότερα εμπορικά σήματα στην ένδυση, τα αξεσουάρ και την υπόδηση, είναι στην άλλη μεριά. Με «προίκα» φίρμες όπως οι Custo Barcelona, Pepe Jeans, Le Coq Sportif, Miss Sixty, Energie και άλλες, η «Shop & Trade» στα μόλις 15 χρόνια λειτουργίας της έχει καταφέρει να αποτελεί την ταχύτερα αναπτυσσόμενη εταιρεία στον κλάδο ένδυσης, με παρουσία τόσο στη χονδρική όσο και στη λιανική και δίνοντας το «παρών» είτε σε συνεργασία με μεγάλους ομίλους όπως η «Elmec» είτε μόνη της, σε αγορές όπως η Ρουμανία, η Κροατία, η Τουρκία, η Μολδαβία, η Κύπρος και το Ισραήλ.
Κι όλα αυτά ακολουθώντας ένα μοντέλο ανάπτυξης που κάθε άλλο θυμίζει το νωχελικό στυλ του Νεγκρίλ, ο οποίος ωσάν νέος Βούδας είχε καθηλωθεί δίπλα μας, με σαφώς χαλαρή διάθεση. «Είναι αλήθεια πως παρά την κρίση έχουμε καταφέρει να αποδίδουμε σε υψηλά στάνταρντ, συνεχίζοντας επενδυτικά στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», αναφέρει η βασική μέτοχος και πρόεδρος του ομίλου κυρία Φούντα. Μια γυναίκα που σε πείσμα των καιρών στους οποίους έζησε κατάφερε να πάει κόντρα στο ρεύμα, να γίνει επιτυχημένη επιχειρηματίας και να μην περιοριστεί στους στενούς ορίζοντες του Δημοσίου που η γενιά της είχε χαράξει.«Βλέπετε, προέρχομαι από μια γενιά η οποία ως στόχο ζωής έθετε τη δημόσια εργασία. Πολύ περισσότερο για εμένα που προερχόμουν και από την επαρχία, η επιχειρηματική δραστηριότητα ήτανε κάτι εκτός κανόνα», υποστηρίζει. Υπερήφανη για την καταγωγή της από τα Παλιάμπελα Αιτωλοακαρνανίας, η ίδια ούτε στιγμή δεν σκέφτηκε να κρύψει πού γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Σε πλήρη αντίθεση με την ψευτο-glamorous ελληνική αγορά της μόδας, που θεωρεί εαυτόν απευθείας απόγονο των παρισινών τζακιών, αλλά και με την πραγματικά πολύ σικ εμφάνισή της που παραπέμπει σε αέρα Ευρώπης, η ίδια με έμφαση αναφέρεται στα πρώτα της βήματα: «Προέρχομαι από μια μεγάλη οικογένεια, με πέντε παιδιά. Ο πατέρας μου ήτανε αγρότης κι έκανε μεγάλες καλλιέργειες. Από αυτή τη ρίζα λοιπόν διατηρώ μια πολύ μεγάλη αγάπη για τη φύση. Οπως λοιπόν καταλαβαίνετε, έζησα στην επαρχία και πραγματικά καμαρώνω γι’ αυτό», μας λέει.
«Οι σπουδές δεν μαθαίνουν την τέχνη της ζωής»
Η ίδια, ζώντας εδώ και αρκετά πλέον χρόνια στην Αθήνα, ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεών της. «Στην Αθήνα ήλθα οριστικά για να σπουδάσω αφού είχα περάσει στο Οικονομικό της Νομικής. Από την πρώτη στιγμή όμως κατάλαβα πως δεν με ενδιέφερε να κάνω κάτι που δεν θα ήταν παραγωγικό. Ηθελα δράση και κατάλαβα πως μου άρεσε πολύ το εμπόριο. Η διαπίστωσή μου πως το πανεπιστήμιο δεν είναι αρκετό από μόνο του, μια επισήμανση η οποία δυστυχώς ισχύει μέχρι και σήμερα, με έστρεψε νωρίς στην αγορά εργασίας», αναφέρει. Κάπως έτσι η κυρία Φούντα οδηγείται στο μονοπάτι που το πείσμα της χάραξε και ξεκινά να εργάζεται σε μια επιχείρηση παιδικών ενδυμάτων. Η αρχική της ενασχόληση ήταν στο τμήμα εξαγωγών και στις επαφές με τις τράπεζες.
Σύντομα όμως από μόνη της θέλησε να γίνει πωλήτρια. «Ητανε μια περίοδος που όλος ο κόσμος ήθελε να μπει στο Δημόσιο ή που οι πτυχιούχοι θεωρούσαν λίγο ως πολύ ντροπή το να πουλάνε. Εγώ όμως πίστεψα πως σε αυτόν τον τομέα ήμουν πολύ καλή και τόλμησα. Θα πρέπει να σας πω όμως και κάτι άλλο. Καλό θα είναι στη χώρα μας να σταματήσουμε να λειτουργούμε με στερεότυπες αντιλήψεις. Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή, αρκεί να σου αρέσει να την κάνεις. Θα σας φέρω ένα παράδειγμα. Εδώ στην εταιρεία έχουμε μια κυρία που καθαρίζει ή έναν αλλοδαπό που είναι υπεύθυνος στις αποθήκες. Σας πληροφορώ πως επειδή οι δουλειές που κάνουν τους εκφράζουν, είναι άψογοι. Κι αυτό επειδή έχουν βρει τον τρόπο να κάνουν τέχνη τις ζωές τους. Αυτό δεν μπορεί να σ’ το μάθει κανένα πανεπιστήμιο. Πρέπει να το έχεις μέσα σου», υποστηρίζει.
Αφού η κυρία Φούντα απασχολήθηκε πέντε χρόνια στις πωλήσεις και επιθυμώντας να συνδυάσει τη δεύτερη αγάπη της, που ήταν η μόδα, αποφάσισε να κάνει το δεύτερο καθοριστικό για την ίδια βήμα. «Από μικρή μού άρεσε η μόδα. Ζωγράφιζα κι έραβα ρούχα, επομένως αποφάσισα να κάνω το χόμπι μου δουλειά. Αρχισα λοιπόν να βλέπω πιο στενά την αγορά του ενδύματος, μορφώθηκα γύρω από την ιστορία του ρούχου, ταξίδεψα σε όλη την Ευρώπη κι αυτό που κατάλαβα είναι πως είτε μας αρέσει είτε όχι, το ρούχο είναι η προέκταση του ίδιου μας του εαυτού.
Ανακάλυψα όμως και κάτι ακόμα. Πως για την Ελλάδα είχε έλθει μια νέα εποχή, αφού ο κόσμος είχε αρχίσει να αλλάζει συνήθειες και να επιζητά το καινούριο. Μέχρι το ’90 πολλές Ελληνίδες αντιλαμβάνονταν τη μόδα με τα ταγάρια και τα αμπέχονα. Τότε όμως είχε έλθει η ώρα για την καινοτομία. Για ρούχα άνετα, καθημερινά, που θα ακολουθούσαν τις επιταγές της μόδας και δεν θα ήταν ακριβά. Κάπως έτσι αποφάσισα να φέρω στην Ελλάδα τη σειρά Home Boy, τα πρώτα street ware, που ήλθε σε απάντηση στο στυλιζαρισμένο, formal ντύσιμο».
Το μπαμ της Miss Sixty
Η κυρία Φούντα όμως δεν έμεινε εκεί. «Στη συνέχεια ακολούθησαν τα Apollo και έπειτα από έναν χρόνο μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στον χώρο της ένδυσης στην Ελλάδα, τα Miss Sixty. Την εποχή που τα έφερα στην Ελλάδα κανείς δεν τα γνώριζε όχι μόνο εδώ αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η εταιρεία ήταν στα σκαριά και υπήρξα η πρώτη τους αντιπρόσωπος στο εξωτερικό», θυμάται. Κι όμως. Μια άγνωστη μάρκα, μια φίρμα που ελάχιστοι γνώριζαν, έκανε το μεγάλο μπαμ ξεκινώντας από την πατρίδα μας. Κατόπιν ακολούθησαν τα περίφημα σήμερα Custo Barcelona και τα Pepe Jeans, αλλάζοντας τον χάρτη της εγχώριας μόδας.
Σήμερα η εταιρεία διακινεί τα περισσότερα σήματα στον κλάδο της ένδυσης. Σήματα που προέρχονται από όλη την Ευρώπη και τα οποία επιλέγουν οι νέοι και νέες της χώρας μας. «Πολλοί συχνά με ρωτούνε αν φοβήθηκα που επένδυσα σε άγνωστες φίρμες. Ειλικρινά όμως απαντώ πως “όχι”. Δεν φοβήθηκα ποτέ για τις επιλογές μου, γιατί τις είχα μελετήσει πολύ καλά. Μεγαλώσαμε με τις επενδύσεις μας, οι οποίες στην πλειοψηφία τους εξελίχθηκαν σε mega brands. Σήμερα διαθέτουμε την αντιπροσώπευση και εμπορία 95 σημάτων ένδυσης, μεταξύ των οποίων τα Miss Sixty, Energie, Pepe Jeans, Custo Barcelona, Nolita, RaRe, Liu Jo, Rip Curl, Le Coq Sportif, Ben Sherman, που έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τη σχεδιαστική πρωτοπορία, ενώ έχουν τη δυναμική να πάρουν μερίδια από άλλα κουρασμένα brands».
Οπως η ίδια τονίζει, ο όμιλος είναι κατά βάση χονδρεμπορικός (το 90% περίπου του τζίρου του προέρχεται από τη χονδρική), ενώ διαθέτει πελατολόγιο που ξεπερνά τους 1.300 κωδικούς. Παράλληλα, η χονδρική δραστηριότητα τροφοδοτεί και τη λιανική ανάπτυξη, καθώς ο όμιλος δημιουργεί τα δικά του καταστήματα για επώνυμα σήματα του χαρτοφυλακίου του που αντέχουν σε αυτόνομη ανάδειξη, αλλά και πολυθεματικά σημεία πώλησης όπως το concept store «Shop» στην οδό Ερμού. Αυτή τη στιγμή ο όμιλος «Shop & Trade» διατηρεί 77 σημεία πώλησης, εκ των οποίων τα 8 ανήκουν στην εταιρεία, ενώ τα υπόλοιπα αφορούν shop in a shop και franchise. Εκτός των άλλων, πέρυσι η εταιρεία ίδρυσε τη «Sixty Hellas Α.Ε.» από κοινού με τη «Sixty Spa Italy», εδραιώνοντας έτσι μια συνεργασία που την οδηγεί πέραν των ελληνικών συνόρων, καθώς ταυτόχρονα ανέλαβε την εμπορία για Κύπρο και Ρουμανία.
Κάπως έτσι η «Shop & Trade» απαντά αναπτυξιακά στην κρίση, αν και ο προβληματισμός δεν λείπει. «Είναι αλήθεια πως η κρίση δημιουργεί εμπόδια, όχι όμως στην καινοτομία αλλά στην είσοδο νέων προϊόντων. Παράλληλα είμαστε προσεκτικοί στις επενδύσεις μας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, καθώς εκεί βρισκόμαστε σε μια περίοδο ζυμώσεων, ενώ έχουμε επιλέξει να διατηρήσουμε ισορροπία στις τιμές, χωρίς να αυξάνουμε παράλογα το κόστος για τα προϊόντα μας. Θεωρώ πως όσα σήματα κατορθώσουν τα δώσουν υπεραξία, αυτά θα είναι που θα κερδίσουν τη μάχη της κρίσης. Παρά ταύτα, εξελισσόμαστε και αυτή τη χρονιά βρισκόμαστε σε φάση ανάπτυξης αλλά και περαιτέρω οργάνωσης, κυρίως στο ανθρώπινο δυναμικό μας. Εκτός των άλλων, είμαστε ανοικτοί και στη συνεργασία με νέες μάρκες, αν και περιμένουμε να αποδώσουν και οι καρποί των νέων φιρμών που φέραμε την τελευταία διετία», τονίζει.
Μια εταιρεία… downtown
Το 2008 ο όμιλος αναμένεται να κλείσει με σημαντική αύξηση πωλήσεων, άνω των 65 εκατομμυρίων ευρώ, έναντι 54,9 εκατομμύρια ευρώ το 2007, ενώ η προ φόρων κερδοφορία υπολογίζεται ότι θα διαμορφωθεί στα 4,1 εκατομμύρια ευρώ. Κι όλα αυτά σε μια περίοδο έντονης κρίσης και συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος για ρούχα. Μέσα πάντως στο τρέχον έτος ο όμιλος συνεχίζει τις επενδύσεις του στη λιανική αλλά και στη δημιουργία ιδιόκτητων εγκαταστάσεων και γραφείων σε ακίνητο στην οδό Πειραιώς, συνολικού προϋπολογισμού 29 εκατ. ευρώ, που χρηματοδοτείται από ίδια κεφάλαια και δανεισμό.
Το ακίνητο 20.000 τ.μ., πέρα από τη στέγαση των διοικητικών υπηρεσιών και των show rooms της επιχείρησης, θα αποφέρει και έσοδα στον όμιλο, καθώς έχει δημιουργηθεί κατάστημα 1.500 τ. μέτρων, το οποίο ήδη έχει εκμισθωθεί από τον όμιλο «Aldi» αλλά και κτίρια γραφείων προς ενοικίαση. «Επί σειρά ετών έχουμε επιλέξει να κινούμαστε στο κέντρο της Αθήνας και να μη μεταφερθούμε όπως συνηθίζεται στα βόρεια προάστια ή σε άλλες περιοχές εκτός πόλης. Κι αυτό διότι θέλω οι συνεργάτες μου να έχουν καθημερινή τριβή με τα δρώμενα, με την κίνηση και την καθημερινότητα της πρωτεύουσας, ώστε να μη δρουν λες και βρίσκονται σε γυάλα», μας λέει. Αυτός είναι και ο λόγος που η εταιρεία σήμερα εδρεύει στο Μεταξουργείο και θα μετακομίσει στην Πειραιώς.
Η κυρία Φούντα πάντως δεν θεωρεί πως όλη της η ζωή είναι η δουλειά. Το χρόνο της τον μοιράζει μεταξύ του σπιτιού της στον Λυκαβηττό, όπου της αρέσει να περπατά κοντά στο πράσινο, και της εταιρείας, ενώ συχνά επιλέγει να αποδρά σε ταξίδια ή στην ιδιαίτερη πατρίδα της. Κι όταν τη ρωτάμε πώς φαντάζεται τον εαυτό της δέκα χρόνια μετά, δεν απαντά με αποκλειστικό γνώμονα τις business. «Προσωπικά θα ήθελα να είμαι πιο κοντά στην τέχνη της ζωής. Αυτό θα με έκανε ευτυχισμένη πραγματικά».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr