Djangο: Το όνειρο του Ταραντίνο που έγινε πραγματικότητα

Djangο: Το όνειρο του Ταραντίνο που έγινε πραγματικότητα

Η νέα του ταινία είναι σαν τα όνειρα του σκηνοθέτη, μια επική ταινία: ένα σπαγγέτι γουέστερν, με στοιχεία από ιστορίες εκδίκησης και έρωτα,  βουτηγμένο στην αμερικανική ιστορία της δουλείας

Djangο: Το όνειρο του Ταραντίνο που έγινε πραγματικότητα
Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πως όταν ονειρεύεται ο Αμερικανός σκηνοθέτης, στο μυαλό του διαδραματίζονται υπερ-παραγωγές.  Η νέα του ταινία “Django, ο τιμωρός” είναι, σαν τα όνειρα του σκηνοθέτη, μια επική ταινία: ένα σπαγγέτι γουέστερν, με στοιχεία από ιστορίες εκδίκησης και έρωτα,  βουτηγμένο στην αμερικανική Ιστορία της δουλείας.

Και τον φέρνει για τρίτη φορά στις υποψηφιότητες των Όσκαρ (μετά το “Pulp Fiction”, για το οποίο είχε κερδίσει το Όσκαρ Σεναρίου, και τους “Άδωξους μπάσταρδους”).

Πέντε συνολικά βραβεία θα διεκδικήσει φέτος ο αεικίνητος δημιουργός, ανάμεσά τους το βραβείο Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερου Σεναρίου, ενώ ο Κρίστοφ Βαλτς, ο δαιμόνιος Γερμανός πρωταγωνιστής του διεκδικεί το βραβείο Β’ Αντρικού Ρόλου. Η παράλειψή του από τη λίστα των Καλύτερων Σκηνοθετών δε σημαίνει τίποτα απολύτως: στον αιώνα τον άπαντα δεν υπήρχε περίπτωση να κερδίσει μια τόσο τολμηρή ταινία. Με ή χωρίς Όσκαρ, η καρδιά μας ξέρει όμως την αξία του.

Στην πιο φιλόδοξη ταινία του Ταραντίνο έως τώρα, πρωταγωνιστής είναι ο Τζέιμι Φοξ ως ο μαύρος σκλάβος Τζάνγκο, τον οποίο απελευθερώνει ένας οδοντίατρος/κυνηγός επικηρυγμένων (ο Κρίστοφ Βαλτς, ο οποίος μοιάζει να έχει γεννηθεί για να εκφέρει τους διαλόγους του Ταραντίνο). Αφού περνούν το χειμώνα κυνηγώντας και σκοτώνοντας λευκούς εγκληματίες (“η καλύτερη δουλειά για έναν μαύρο”, λέει ο Τζάνγκο), κινούν μαζί να σώσουν τη γυναίκα του Τζάνγκο από τα χέρια του αιμοδιψούς ιδιοκτήτη φυτείας Κάλβιν Κάντι (ένας εξαιρετικός Λεονάρντο ντι Κάπριο, ο οποίος κέρδισε το βραβείο Καλύτερου Β’ αντρικού ρόλου από την Ένωση Κριτικών της Αμερικής και αδίκως δεν είναι κι αυτός υποψήφιος για το Όσκαρ).

Έχοντας ήδη δηλώσει πως θα σταματήσει το σινεμά όταν φτάσει τις 10 ταινίες (αυτή είναι η 7η, ενώ ήδη έχει αφήσει σπόντες ότι η επόμενη θα είναι σίκουελ των “Μπάσταρδων”), ο Ταραντίνο είναι αποφασισμένος να τα δίνει όλα στις ταινίες του. Και η συγκεκριμένη ήταν ένα παλιό απωθημένο. “Πάντα ήθελα να κάνω ένα γουέστερν”, ομολογεί. “Ούτως ή άλλως, το ότι μπορώ να κάνω ταινίες είναι ένα όνειρο που έχει γίνει πραγματικότητα. Όταν γύρισα το “Reservoir Dogs” εκπλήρωνα το όνειρό μου να κάνω ταινία με γκάνγκστερ. Πάντα είχα στοιχεία από γουέστερν στις άλλες μου ταινίες, ιδίως στο “Kill Bill 2” και τους “Άδωξους μπάσταρδους”, απλά συνήθως τα κάλυπτα κάτω από άλλα
Κλείσιμο
πράγματα. Τώρα το έκανα σωστά. Βέβαια, ακόμα και τώρα δεν είναι ακριβώς ένα καθαρό γουέστερν”.

Κανείς δε θα περίμενε άλλωστε από τον Ταραντίνο να μην “πειράξει” τις ταινίες του. Η έκπληξη είναι πλέον στοιχείο της παράδοσής του. Σχεδόν δεν εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ο λευκός καουμπόι είναι… Γερμανός. “Ναι, όπως και στο πρωτότυπο τον Τζάνγκο υποδυόταν ένας Ιταλός, ο Φράνκο Νέρο”. Ο Ταραντίνο αναφέρεται στο σπαγγέτι γουέστερν του Σέρτζιο Κορμπούτσι Django (1966) με πρωταγωνιστή τον Φράνκο Νέρο - ο οποίος εμφανίζεται και στο “Django, ο τιμωρός”. Τότε είχε γίνει μεγάλη επιτυχία σε πολλές χώρες (ιδίως στη Γερμανία, για κάποιο λόγο), και είχε εμπνεύσει πολλά σίκουελ. “Κατά κάποιον τρόπο είμαστε κι εμείς ένα από τα 39 ανεπίσημα σίκουελ της πρώτης αυτής ταινίας με πρωταγωνιστή τον Τζάνγκο. Αυτό που είναι πολύ cool όμως είναι ότι εδώ είναι ένας ελεύθερος σκλάβος, ο οποίος κάνει παρέα με έναν Γερμανό οδοντίατρο/κυνηγό επικηρυγμένων! Είναι ένα γαμάτο γουέστερν.”

Ανατρέποντας τα κινηματογραφικά στερεότυπα, ο Ταραντίνο αλλάζει την ισορροπία, και οι μαύροι σκλάβοι δεν είναι θύματα στην ταινία του, αλλά ήρωες. Υπάρχουν συσχετισμοί με έναν τρόπο με τα blaxploitation έργα από τη δεκαετία του ’70, όπου οι μαύροι χαρακτήρες παρουσιάζονταν για πρώτη φορά ως ενεργοί πρωταγωνιστές, αντί για δευτερεύοντες παθητικοί συμπρωταγωνιστές. Εδώ όμως ο Τζάνγκο δεν είναι απλά μια εκδικητική μηχανή, αλλά ξεφεύγει πλήρως από τις στερεοτυπικές αναπαραστάσεις αντίστοιχων χαρακτήρων (στην παγίδα των οποίων ακόμα και τα blaxploitation έπεφταν).

Εν μέρει αυτό οφείλεται στην επιλογή του Τζέιμι Φοξ για τον ρόλο, ο οποίος δίνει διαφορετικές διαστάσεις στο ρόλο κι ο οποίος, σύμφωνα με τον Ταραντίνο, ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για τη δουλειά. “Κατάλαβαινε την ιστορία, το πλαίσιο και την ιστορική σημασία της”, λέει για τον πρωταγωνιστή του. “Έπαιζε για μένα, για τον κινηματογράφο, για τον εαυτό του, αλλά και για τους προγόνους του. Κάνει όσα εκείνοι δεν μπόρεσαν ποτέ να κάνουν. Το τρομερό είναι πως πέραν του ότι είναι φοβερός ηθοποιός και ταιριάζει κουτί στον χαρακτήρα, θα μπορούσε άνετα να είναι καουομπόι, του πάει πάρα πολύ. Όταν τον πρωτογνώρισα σκεφτόμουν μάλιστα πως αν τη δεκαετία του ’60 προσελάμβαναν μαύρους ηθοποιούς στις τηλεοπτικές γουέστερν εκπομπές, ο Τζέιμι θα είχε σίγουρα το δικό του σόου. Είναι πολύ ωραίος με το κουστούμι του, πάνω στο άλογό του”.



Σε αντίθεση, ο Λεονάρντο ντι Κάπριο αποτελεί μια παράδοξη επιλογή για το ρόλο του κακού ιδιοκτήτη φυτείας. “Για να είμαι ειλικρινής, εκείνος μου είπε ότι ενδιαφερόταν. Όταν έγραφα το σενάριο, δεν είχα προσδιορίσει ακριβώς τον χαρακτήρα του, αλλά σκεφτόμουν κάποιον μεγαλύτερο σε ηλικία ηθοποιό”. Ο ηθοποιός ταίριαξε τελικά τέλεια με την ιδέα του Ταραντίνο να βάλει στο στόχαστρο αυτό που αποκαλεί την αριστοκρατία του αμερικανικού νότου.

“Σταδιακά άρχισα να βλέπω τον χαρακτήρα ως έναν νεαρό Καλιγούλα. Ο μπαμπάκας του μπαμπάκα του μπαμπάκα του ξεκίνησε μια φυτεία βαμβακιού κι ο μπαμπάκας του μπαμπάκα του την έκανε κερδοφόρα επιχείρηση. Τώρα είναι ο τέταρτος στη σειρά και βαριέται. Δεν ενδιαφέρεται για το βαμβάκι, γι’ αυτό και ασχολείται με τους παράνομους αγώνες πάλης στους οποίους αναγκάζει τους σκλάβους του να συμμετέχουν. Είναι ένας εκνευρισμένος, ανυπόμονος πρίγκιπας, είναι ο Λουδοβίκος ο 14ος στις Βερσαλλίες”.

Το “Django, ο τιμωρός”, η πιο βίαιη ταινία από την εποχή της “Άγριας συμμορίας” του Σαμ Πέκινπα σύμφωνα με τον Ταραντίνο (στην πραγματικότητα τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα, συμπληρώνει) είναι ένα κανονικό έπος. Έχει μεγάλο ενδιαφέρο το πώς έχει προκαλέσει αντιδράσεις στην Αμερική, όχι τόσο για τη βία των εικόνων της (η οποία σαφώς κι έχει σχολιαστεί, ιδίως μετά τη σφαγή στο Κονέτικατ), αλλά περισσότερο για τη συχνότητα στη χρήση της λέξης “νέγρος” την οποία κανείς λευκός δεν τολμά να αγγίξει.

Σε μια χαρακτηριστική συνέντευξη, ένας λευκός δημοσιογράφος ρώτησε τον Σάμιουελ Τζάκσον (ο οποίος δίνει για άλλη μια φορά μια απρόβλεπτη, φανταστική ερμηνεία ως ο πιστός υπηρέτης του Ντι Κάπριο) για όλη τη φασαρία σχετικά με τη λέξη “Ν”. Είναι κωμικοτραγικό το πόσο υποφέρει ο δημοσιογράφος όσο ο Τζάκσον τον προτρέπει να διευκρινίσει ποια λέξη εννοεί. Ποτέ δεν κατάφερε να την προφέρει φυσικά, κι απλά πέρασε στην επόμενη ερώτηση.

Ο ίδιος ο Ταραντίνο δε δίνει σημασία σε τέτοιες συζητήσεις. Ποτέ δε δίστασε άλλωστε να προσεγγίσει θέματα (ή λέξεις) που άλλοι τα είχαν στη μαύρη λίστα τους. Ακόμα κι έτσι όμως, κάπου θα πρέπει να βρήκε αντίσταση, κάτι θα πρέπει να στάθηκε ως πρόκληση μπροστά του. “Ναι φυσικά, ο καιρός! (γελάει) Πράγμα που δεν σκέφτεσαι ότι μπορεί να είναι πρόβλημα όταν βλέπεις ένα γουέστερν. Η βροχή, ή οι αλλαγές στο φως. Αυτά είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις. Πέρα απ’ αυτό όμως είναι όλο ένα όνειρο”.

Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες στις 17 Ιανουαρίου 2013 από την Feelgood Entertainment

 

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης