Το fēnix 8 της Garmin είναι το απόλυτο εργαλείο που θα σε βοηθήσει να ανταπεξέλθεις στην πολυάσχολη και απαιτητική καθημερινότητά σου.
Χάρης Βλαβιανός: O κοσμοπολίτης ποιητής
Χάρης Βλαβιανός: O κοσμοπολίτης ποιητής
Πίσω από ταξίδια σε λουσάτες μητροπόλεις -Ρώμη, Σάο Πάολο, Λονδίνο- κρύβεται μια οδυνηρή παιδική ηλικία και πολλά τραύματα. Σε ένα άκρως εξομολογητικό βιβλίο με κοσμοπολίτικο αέρα αλλά και ψυχικά αδιέξοδα ο Χάρης Βλαβιανός κερδίζει τις εντυπώσεις ακροβατώντας ανάμεσα στο μυθιστόρημα και την αυτοβιογραφία
Ο Χάρης Βλαβιανός χρόνια τώρα φοράει τον ποιητικό μανδύα του ανθρώπου που περιφέρεται με άνεση στα ελληνικά γράμματα ως δοκιμιογράφος, συγγραφέας ή μεταφραστής -ακόμη και ως καθηγητής Ιστορίας Πολιτικής Θεωρίας και Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Κολλέγιο.
Γνωστός οξφορδιανός, είναι εκείνος που έφερε στην Ελλάδα τον αέρα της αγγλοσαξονικής ποίησης και της αστικής αβρότητας. Λίγοι ωστόσο γνωρίζουν ότι κάτω από τον ευγενή οπαδό της ποίησης υπάρχει μια σκληρή παιδική ηλικία που γράφτηκε στα πιο λαμπερά σαλόνια και τώρα παίρνει τη μορφή μιας μυθιστορηματικής αφήγησης (στο «Αίμα νερό» από τις εκδόσεις Πατάκη). Ταξίδια από Αθήνα στο Σάο Πάολο και μετά στην Οξφόρδη, μεγάλωμα στην dolce vita της Ρώμης -στο ίδιο σπίτι με τη Βίρνα Λίζι, Via Cassia Antica 241 με τη μητέρα του να ερωτεύεται έναν Αμερικανό πρωταγωνιστή της Τσινετσιτά σε ταινίες με μονομάχους (είχε παίξει και τον Ρωμαίο εκατόνταρχο). Είχαν προηγηθεί και άλλοι αγαπητικοί (ο πρώτος της εραστής ήταν ένας Ισπανός που φιλοδοξούσε να γίνει διάσημος torero) και μια πλούσια ζωή χωρίς στεγανά και δίχως όρια. Ανάμεσα σε εναλλαγή σκηνικών σε διάφορες μητροπόλεις, ωστόσο, ο αφηγητής στήνει έναν περίκλειστο εσωτερικό κόσμο που τώρα ξετυλίγεται με ένα μυθιστόρημα που σε ξαφνιάζει με την αλήθεια του και την εξομολογητική του δεινότητα. Γραμμένο σε δεύτερο πρόσωπο σαν να απευθύνεται στη σκληρόκαρδη μητέρα, ενώ ουσιαστικά έχει ως σημείο αναφοράς τη μονίμως απούσα πατρική φιγούρα, το βιβλίο είναι υποδειγματικό τόσο ως ύφος όσο και ως αφήγηση: «Τον έβλεπες ελάχιστα. Μια-δυο φορές τον χρόνο», γράφει ο Βλαβιανός αναφερόμενος στον πατέρα του. «Ερχόταν συνήθως στην Ελλάδα το Πάσχα ή το καλοκαίρι για τρεις βδομάδες, για να ξανασυναντηθεί με την παρέα του και να πάνε όλοι μαζί, συν γυναιξί και τέκνοις (αναγκαστικά), στην Υδρα ή στη Μύκονο. Εκεί ο Brasileiro σκορπούσε με άνεση και χάρη τα χρήματά του μένοντας σε ακριβά ξενοδοχεία και ξεφαντώνοντας ως το πρωί στη Λαγουδέρα, στις Εννέα Μούσες ή στο Remezzo. Τις λίγες ώρες που ήσασταν μόνοι, εκείνος προτιμούσε να παίζει σκάκι. Απομονωνόταν στο δωμάτιό του και μελετούσε τις κλασικές πατρίδες».
Καθώς φαίνεται, οι εσωτερικές εντάσεις που περιγράφει το βιβλίο είναι αντιστρόφως ανάλογες με τις αποστασιοποιημένες περιγραφές - τα γεγονότα είναι από μόνα τους στην κόψη της ψυχής για να επιτρέπουν οποιοδήποτε λυρισμό. Θυμίζοντας κατά πολύ άλλα εξομολογητικά κείμενα (όπως τις «Εξομολογήσεις» του Ζαν Ζακ Ρουσό), αλλά και διαθέτοντας μια μαεστρία που μόνο ένας ικανός λογοτέχνης μπορεί να πετύχει, το βιβλίο είναι υποδειγματικό στην ευαίσθητη ισορροπία του. Εν ολίγοις, το «Αίμα νερό» δίνει μαθήματα πώς μπορεί ένας συγγραφέας να είναι ο πιο ξεγυμνωμένος εαυτός του ακριβώς επειδή έχει ως μοναδικό όπλο τη θεατρική κατασκευή της γλώσσας: σκηνοθετώντας δηλαδή ο Βλαβιανός τον εαυτό του, καταφέρνει να φτιάξει ένα προσωπείο παράλληλα με το πραγματικό πρόσωπο και να γίνει έτσι ο ήρωας, αλλά και ο πιο ικανός εκδικητής της συγγραφικής εκδοχής του. Eνα βιβλίο που γοητεύει στη σκληρή σαγήνη του και κερδίζει ως προς την αφηγηματική πρωτοτυπία του (οι σαράντα πέντε πράξεις κάλλιστα θα μπορούσαν να παραπέμπουν σε θεατρικό του Σαίξπηρ).
Γνωστός οξφορδιανός, είναι εκείνος που έφερε στην Ελλάδα τον αέρα της αγγλοσαξονικής ποίησης και της αστικής αβρότητας. Λίγοι ωστόσο γνωρίζουν ότι κάτω από τον ευγενή οπαδό της ποίησης υπάρχει μια σκληρή παιδική ηλικία που γράφτηκε στα πιο λαμπερά σαλόνια και τώρα παίρνει τη μορφή μιας μυθιστορηματικής αφήγησης (στο «Αίμα νερό» από τις εκδόσεις Πατάκη). Ταξίδια από Αθήνα στο Σάο Πάολο και μετά στην Οξφόρδη, μεγάλωμα στην dolce vita της Ρώμης -στο ίδιο σπίτι με τη Βίρνα Λίζι, Via Cassia Antica 241 με τη μητέρα του να ερωτεύεται έναν Αμερικανό πρωταγωνιστή της Τσινετσιτά σε ταινίες με μονομάχους (είχε παίξει και τον Ρωμαίο εκατόνταρχο). Είχαν προηγηθεί και άλλοι αγαπητικοί (ο πρώτος της εραστής ήταν ένας Ισπανός που φιλοδοξούσε να γίνει διάσημος torero) και μια πλούσια ζωή χωρίς στεγανά και δίχως όρια. Ανάμεσα σε εναλλαγή σκηνικών σε διάφορες μητροπόλεις, ωστόσο, ο αφηγητής στήνει έναν περίκλειστο εσωτερικό κόσμο που τώρα ξετυλίγεται με ένα μυθιστόρημα που σε ξαφνιάζει με την αλήθεια του και την εξομολογητική του δεινότητα. Γραμμένο σε δεύτερο πρόσωπο σαν να απευθύνεται στη σκληρόκαρδη μητέρα, ενώ ουσιαστικά έχει ως σημείο αναφοράς τη μονίμως απούσα πατρική φιγούρα, το βιβλίο είναι υποδειγματικό τόσο ως ύφος όσο και ως αφήγηση: «Τον έβλεπες ελάχιστα. Μια-δυο φορές τον χρόνο», γράφει ο Βλαβιανός αναφερόμενος στον πατέρα του. «Ερχόταν συνήθως στην Ελλάδα το Πάσχα ή το καλοκαίρι για τρεις βδομάδες, για να ξανασυναντηθεί με την παρέα του και να πάνε όλοι μαζί, συν γυναιξί και τέκνοις (αναγκαστικά), στην Υδρα ή στη Μύκονο. Εκεί ο Brasileiro σκορπούσε με άνεση και χάρη τα χρήματά του μένοντας σε ακριβά ξενοδοχεία και ξεφαντώνοντας ως το πρωί στη Λαγουδέρα, στις Εννέα Μούσες ή στο Remezzo. Τις λίγες ώρες που ήσασταν μόνοι, εκείνος προτιμούσε να παίζει σκάκι. Απομονωνόταν στο δωμάτιό του και μελετούσε τις κλασικές πατρίδες».
Καθώς φαίνεται, οι εσωτερικές εντάσεις που περιγράφει το βιβλίο είναι αντιστρόφως ανάλογες με τις αποστασιοποιημένες περιγραφές - τα γεγονότα είναι από μόνα τους στην κόψη της ψυχής για να επιτρέπουν οποιοδήποτε λυρισμό. Θυμίζοντας κατά πολύ άλλα εξομολογητικά κείμενα (όπως τις «Εξομολογήσεις» του Ζαν Ζακ Ρουσό), αλλά και διαθέτοντας μια μαεστρία που μόνο ένας ικανός λογοτέχνης μπορεί να πετύχει, το βιβλίο είναι υποδειγματικό στην ευαίσθητη ισορροπία του. Εν ολίγοις, το «Αίμα νερό» δίνει μαθήματα πώς μπορεί ένας συγγραφέας να είναι ο πιο ξεγυμνωμένος εαυτός του ακριβώς επειδή έχει ως μοναδικό όπλο τη θεατρική κατασκευή της γλώσσας: σκηνοθετώντας δηλαδή ο Βλαβιανός τον εαυτό του, καταφέρνει να φτιάξει ένα προσωπείο παράλληλα με το πραγματικό πρόσωπο και να γίνει έτσι ο ήρωας, αλλά και ο πιο ικανός εκδικητής της συγγραφικής εκδοχής του. Eνα βιβλίο που γοητεύει στη σκληρή σαγήνη του και κερδίζει ως προς την αφηγηματική πρωτοτυπία του (οι σαράντα πέντε πράξεις κάλλιστα θα μπορούσαν να παραπέμπουν σε θεατρικό του Σαίξπηρ).
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα