Ένα νέο βιβλίο για την ελληνική οικονομική τραγωδία

Ένα νέο βιβλίο για την ελληνική οικονομική τραγωδία

Μια άλλη ματιά στην ελληνική οικονομική τραγωδία συνιστά το βιβλίο των οικονομολόγων Χρήστου Λάσκου και Ευκλείδη Τσακαλώτου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΚΨΜ.

Ένα νέο βιβλίο για την ελληνική οικονομική τραγωδία
Μια άλλη ματιά στην ελληνική οικονομική τραγωδία συνιστά το βιβλίο «22 πράγματα που μας λένε για την κρίση και δεν είναι έτσι», των οικονομολόγων Χρήστου Λάσκου και Ευκλείδη Τσακαλώτου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΚΨΜ.

Οι συγγραφείς παίρνουν τα στερεότυπα που ακούγονται με επίκεντρο την κρίση και επιχειρούν να τα καταρρίψουν. Μιλάμε για τις αξιωματικές ρήσεις που ακούγονται από τα μέσα ενημέρωσης ή γράφονται στον τύπο: Η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα, καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε, στην Ελλάδα δεν υπάρχει εργατική τάξη, οι συντεχνίες αποτελούν τροχοπέδη της παραγωγικότητας, η επιχειρηματικότητα είναι ενοχοποιημένη στη χώρα μας, η ανταγωνιστικότητα εξαρτάται κυρίως από τους μισθούς, δεν έχουμε ως κράτος διαπραγματευτική δύναμη, η βία και η ανομία είναι κυρίαρχο στοιχείο στην ελληνική κοινωνία, η κρατική διαφθορά πνίγει τον ιδιωτικό τομέα …

Οι μελετητές χαρακτηρίζουν αυτά τα «θέσφατα» ως «λόγο των κυρίαρχων» ισχυριζόμενοι ότι τα «αυτονόητα» και οι αναντίρρητες «αλήθειες» επαναλαμβάνονται, ώστε να αποτελούν δικαιολογητική βάση επιβολής λύσεων εις βάρος των μη προνομιούχων και προς όφελος των ελίτ.

Κατά πόσο λοιπόν ισχύει ότι δεν παράγουμε τίποτα; Και όμως- απαντούν οι συγγραφείς - ο ελληνικός καπιταλισμός έχει παρουσιάσει σημαντική δυναμική την τελευταίες δεκαετίες. Ιδιαίτερα οι κλάδοι της θαλάσσιας βιομηχανίας, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της μεταποίησης: χημικών, ελαστικών, πλαστικών, παραγωγής προϊόντων διύλισης πετρελαίου, επεξεργασίας μετάλλων και πληροφορικής. Η συγκριτική μελέτη γίνεται με τις αντίστοιχες εξελίξεις ανά κλάδο στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Συγκεκριμένα: Ο ελληνικός εμπορικός στόλος μετά το 1995 σημείωσε εκρηκτική αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, αφού το συνάλλαγμα από ναυτιλιακές επιχειρήσεις που ήρθε στην Ελλάδα ήταν περίπου 20δις ευρώ. Πρόκειται για εννιαπλασιασμό της αξίας, όταν η Ισπανία μόλις το διπλασίασε και η Πορτογαλία έμεινε στάσιμη. Στην ίδια περίοδο η Γερμανία είχε τη μισή αύξηση από ότι η Ελλάδα. Θέλοντας να προλάβουν ενστάσεις του τύπου ότι «η ναυτιλία έχει δραστηριότητα εκτός ελληνικού εδάφους», επισημαίνουν πως η χρήση της ελληνικής σημαίας από τους εφοπλιστές είναι εξαιρετικά ωφέλιμη για τους ίδιους και ότι οι Έλληνες εφοπλιστές διαθέτουν τεράστια συμφέροντα εγκατεστημένα στην ελληνική επικράτεια, όπως πετροχημικά, τράπεζες, μεταφορές, τουριστικές επιχειρήσεις.

Επίσης, ο τραπεζικός τομέας – συνεχίζουν- που ιδιωτικοποιήθηκε ραγδαία μετά το 1990 είχε μια εξαιρετική κερδοφορία. Ενώ στην ίδια περίοδο η Γερμανία εμφάνισε μια αύξηση κατά 15%, στην Ελλάδα η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ανά ώρα εργασίας αυξήθηκε κατά 100%.Πρωτοφανής υπήρξε η επέκταση των τραπεζών. Το 2010 περίπου 3.500 υποκαταστήματα ελληνικών τραπεζών ήταν εγκατεστημένα στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Ευρώπη.
Κλείσιμο

Ο βιομηχανία που θεωρείται ότι υπολείπεται των εξελίξεων σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη ,ναι μεν απομακρύνθηκε από τις παραδοσιακές δραστηριότητες της κλωστοϋφαντουργίας των τροφίμων και των ποτών, όμως πήρε μια νέα κατεύθυνση προς την ελαφρά και βαριά μηχανουργική βιομηχανία. Ειδικά στον τομέα της παραγωγής κοκ, προϊόντων διύλισης πετρελαίου και πυρηνικών καυσίμων η αξία διπλασιάσθηκε την περίοδο 1995-2007 όταν στην Ευρώπη υπήρξε μείωση κατά 25%.

Για την περιλάλητη ανυπαρξία των ελληνικών εξαγωγών οι συγγραφείς παραδέχονται οτι η ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης και τα χαμηλά επιτόκια επέφεραν πράγματι μια δυσανάλογη αύξηση των εισαγωγών , αλλά απαντούν οτι οι ελληνικές εξαγωγές κάθε άλλο παρά έπεσαν. Στα χρόνια 1995- 2008 ο όγκος των εξαγωγών αυξήθηκε κατά 131% έναντι 232 % της Ιρλανδίας, 159% της Γερμανίας, 115 % της Ισπανίας και μόλις 34% της Ιταλίας.

Οι συγγραφείς δεν διστάζουν να διερευνήσουν ένα από τα πλέον επαναλαμβανόμενα επιχειρήματα περί της χαμηλής παραγωγικότητας, της πτωτικής ανταγωνιστικότητας και της υπέρμετρης αύξησης των μισθών τα χρόνια της «ευμάρειας».

Σύμφωνα με επίσημα ελληνικά διεθνή στοιχεία, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα προσέγγισε το 2009 το 89% της μέσης εργασιακής παραγωγικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 15 «παλαιών χωρών», τη στιγμή που το κατά κεφαλή ΑΕΠ φθάνει μόλις το 76%.

Είναι αλήθεια- λένε- ότι οι πραγματικοί μισθοί σε γενικές γραμμές ακολούθησαν την αύξηση της παραγωγικότητας, με αποτέλεσμα το μερίδιο των μισθών , ειδικά την τελευταία δεκαετία, να παραμείνει σχετικά σταθερό, σε αντίθεση με την με την περίοδο που ακολούθησε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980, όταν παρουσιάσθηκε σαφής μείωση. Αυτό όμως δεν άλλαξε το δεδομένο πως στην κατάταξη των πιο αναπτυγμένων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης , με κριτήριο της ακαθάριστες αποδοχές ανά απασχολούμενο σε ευρώ, η Ελλάδα διατηρούσε το 2009 μία από τις τελευταίες θέσεις, δεδομένου ότι το περίφημο εργασιακό κόστος στην περίοδο 1981-2008 σημείωσε πτώση 12%. «Παρ΄ όλα αυτά, το υποτιθέμενα υψηλό κόστος εργασίας κατηγορείται ως ο κύριος λόγος για τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα και την κρίση που περνάει η ελληνική οικονομία» τονίζουν.

Τι προτείνουν οι μελετητές; Αντί να μειώνονται οι μισθοί για να ανέβει η ανταγωνιστικότητα, να συμπιεσθούν τα περιθώρια κέρδους. Και υπογραμμίζουν ότι στην περίοδο 1995-2009 το μέσο κέρδος της ελληνικής οικονομίας ήταν 40%, δηλαδή ήταν το υψηλότερο (με εξαίρεση της Ιρλανδίας) των 18 προηγμένων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ένα βιβλίο- απάντηση στον «νεοφιλευθερισμό αλά Γκρέκα».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης