Διερευνητικές: Ο Αποστολίδης, οι επεκτατιστές και οι υπερπατριώτες
pollatos

Μάκης Πολλάτος

Διερευνητικές: Ο Αποστολίδης, οι επεκτατιστές και οι υπερπατριώτες

Ξεκίνησαν λοιπόν οι διερευνητικές επαφές Ελλάδας – Τουρκίας, έπειτα από πέντε χρόνια ψυχρής αντιπαράθεσης. Ιδίως τους έξι τελευταίους μήνες του 2020, ο Ερντογάν τράβηξε το σκοινί μέχρι του σημείου να σπάσει, θεωρώντας ότι θα μπορούσε να προκαλέσει την Ελλάδα να κάνει το πρώτο βήμα ξεκινώντας μια ανεξέλεγκτη στρατιωτική αντιπαράθεση.

Από μόνη της, η έναρξη των διερευνητικών επαφών είναι πολύ σημαντική, ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση. Γιατί; Διότι δείχνει τον δρόμο της αποκλιμάκωσης, της συνεννόησης και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών.

Αν δεν κάνω λάθος, αυτή είναι η πάγια ελληνική θέση τις τελευταίες δεκαετίες. Την ίδια ώρα, διαβάζουμε διάφορες –σεβαστές- απόψεις, όπως για παράδειγμα ότι δεν πρέπει να κάνουμε διάλογο με τους πειρατές, δεν πρέπει να συζητάμε με τους επεκτατιστές διότι αυτοί καταλαβαίνουν μόνο από αποτροπή. Κατηγορούν μάλιστα οι θιασώτες των απόψεων αυτών την σημερινή κυβέρνηση -και με τον τρόπο αυτό όλες τις προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις, διότι απ’ ότι θυμάμαι ουδείς αρνήθηκε τον διάλογο από τις κυβερνήσεις Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή, μέχρι του Ανδρέα και Γιώργο Παπανδρέου, Αλέξη Τσίπρα και Κωνσταντίνο Καραμανλή- για πολιτική κατευνασμού. Θεωρούν μήπως οι αντιτιθέμενοι στον διάλογο ότι δεν πρέπει να συζητάς με τον εχθρό σου;

Με τον αντίπαλό σου πρέπει να συνομιλείς πρώτα και κύρια, μαζί του πρέπει να έχεις ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας.

Δεν είναι ασύνηθες το σπορ του πολιτικού αυτεπίστροφου, μπούμερανγκ, του να πυροβολείς το πόδι σου σε απλά ελληνικά, όμως ας αναρωτηθούν όσοι λένε «όχι» στον διάλογο με την Τουρκία, ποια είναι η εναλλακτική; Η αντιπαράθεση με στρατιωτικά μέσα; Η αποτροπή στο πεδίο των ενόπλων δυνάμεων; Μήπως ξεχνούν κάποιοι από τους υπερπατριώτες ότι τα προηγούμενα 15 χρόνια όλες οι κυβερνήσεις επέλεξαν να εγκαταλείψουν την συντήρηση και ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων λες και είχαν αποφασίσει την τακτική του αφοπλισμού απέναντι σε μια Τουρκία που υπερεξοπλίζεται; Ξεχνούν οι τιμητές της υποτιθέμενης πολιτικής κατευνασμού ότι η τελευταία πολύμηνη κρίση με την Τουρκία αντιμετωπίστηκε κατά 95% με διπλωματικά και πολιτικά μέσα ακριβώς επειδή οι δυνατότητες των ενόπλων δυνάμεων ήταν πεπερασμένες;

Εχει γίνει κάποιου είδους δημόσιος διάλογος για τις ευθύνες όσων επέτρεψαν να μείνουν χωρίς ανταλλακτικά τα μαχητικά αεροσκάφη κι άλλα κρίσιμα οπλικά συστήματα, για εκείνους που καθυστέρησαν τις αποφάσεις για αγορά νέων πολεμικών πλοίων, για εκείνους που διοχέτευσαν μισό δις. Ευρώ σε εκσυγχρονισμό αεροσκαφών ηλικίας 50 ετών που θα γίνουν επιχειρησιακά σε 2-3 χρόνια παρ’ ότι ο λαός έχει ήδη αποπληρώσει το κόστος του αμφιλεγόμενου προγράμματος; Εχουν αναρωτηθεί άραγε όσοι χαρακτηρίζουν –και σωστά- τους Τούρκους επεκτατιστές, ποια θα ήταν η κατάσταση αν δεν υπήρχαν τα γερμανικά υποβρύχια στον ελληνικό στόλο; Αυτά που παλαιότερα κορυφαία στελέχη της ΝΔ χαρακτήριζαν πλωτά φέρετρα, αυτά που κάποτε έγερναν, αυτά που πράγματι χρυσοπληρώθηκαν, αυτά για τα οποία ο Άκης καταδικάστηκε ότι λαδώθηκε, αυτά που αγοράστηκαν χωρίς τορπίλες νέας τεχνολογίας;

Εχει γίνει το πάθημα μάθημα; Υπάρχουν οι μηχανισμοί εκείνοι που να ελέγχουν ότι το δημόσιο χρήμα αξιοποιείται ορθολογικά, ότι δεν γίνονται σπατάλες ή στο εξής θα βαφτίζουμε όλα τα εξοπλιστικά προγράμματα –ακόμη κι όσα γίνονται με απ’ ευθείας ανάθεση- σαν διακρατικές συμφωνίες και μετά θα τα ψηφίζει η Βουλή ως νόμους για να μην υπάρχει μελλοντικά κανενός είδους λογοδοσία αν κάτι έχει γίνει λάθος;

Θεωρήστε τα ερωτήματα αυτά food for thought, που θα έλεγαν και στο χωριό μου.

Από την επανεκκίνηση των διερευνητικών, γεγονός που θα έπρεπε να μας οδηγήσει «να κάνουμε τον σταυρό μας», όπως παρατηρούσε παράγοντας με πολυετή εμπειρία στον χειρισμό των ελληνοτουρκικών θεμάτων, είναι πολλά τα ζητήματα που απαιτούν την προσοχή και εγρήγορσή μας.

Δεν χωράνε αυταπάτες. Η Τουρκία δεν αλλάζει την ατζέντα της. Για να προωθήσει τις αξιώσεις της, η Άγκυρα ακολουθεί μια συστηματική πολιτική και ενεργεί μακροπρόθεσμα. Ο Ερντογάν και οι διάδοχοί του θα επιμείνουν και στις γκρίζες ζώνες και στην αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και στον διαμοιρασμό της υφαλοκρηπίδας στο κέντρο του Αιγαίου με άξονα τον 25ο μεσημβρινό. Γνωρίζουν όσοι λένε «όχι» στον διάλογο πόσο ακριβή και τι κόστος έχει η εναλλακτική; Έκαναν κάτι διαφορετικό από τη διαδικασία των διερευνητικών επαφών και του διαλόγου με την Τουρκία όσοι σήμερα κατηγορούν την κυβέρνηση Μητσοτάκη για πολιτική κατευνασμού;

Κλείσιμο
Μήπως θέλουν να τους θυμίσουμε ότι τους τελευταίους πέντε μήνες του 2020 όλος σχεδόν ο ελληνικός στόλος ήταν διαρκώς εν πλω, κάτι που είναι ένα μικρό θαύμα δεδομένης της κατάστασης; Είναι αυτό κατευνασμός; Θα ήθελαν μήπως ορισμένοι υπερπατριώτες να έχει επιλεγεί η βύθιση του Oruc Reis για να ξεκινήσει πόλεμος; Είναι έτοιμη η ελληνική κοινωνία για κάτι τέτοιο; Ή μήπως ακόμη και η αύξηση της στρατιωτικής θητείας έπρεπε να βαφτιστεί «εξορθολογισμός» για να μην προκληθούν αντιδράσεις; Θέλουν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες να εκπαιδεύονται για τον καιρό του πολέμου όπως οι αρχαίοι Σπαρτιάτες ή αδιαφορούν και προτιμούν να χάνουν τον καιρό τους κουτσομπολεύοντας στα social media;

Στο ερώτημα ρεαλισμός ή πατριωτισμός, η απάντηση είναι προφανής: Πατριωτικό είναι το αληθινό. Και πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι προβλήματα σαν αυτά που δημιουργεί η αναθεωρητική Τουρκία λύνονται με τρεις τρόπους: Διμερή συμφωνία έπειτα από διαπραγματεύσεις, διεθνή διαιτησία ή πόλεμο. Ας αποφασίσουμε τι θέλουμε με γνώμονα τι μπορούμε να υπηρετήσουμε με συνέπεια. Εμπιστευόμαστε τους διπλωμάτες μας που έχουν αναλάβει τις διερευνητικές ή είμαστε όμηροι των υπερπατριωτών που αντί να αναφωνήσουν «δόξα τω Θεώ» που επελέγη ο Παύλος Αποστολίδης, κάνουν εκ του ασφαλούς κριτική αφ’ υψηλού στον κορυφαίο Έλληνα διπλωμάτη;

Καλή η ομφαλοσκόπηση, αρκεί να οδηγεί σε παραδοχές και συμπεράσματα. Κι αντί να ψιθυρίζουμε συνωμοτικά «τα έχουν ήδη βρει με τους Τούρκους, καμώνονται ότι διαπραγματεύονται για να μας πείσουν για τις προαποφασισμένες παραχωρήσεις» καλύτερα είναι να σοβαρευτούμε.

Να αναλογιστούμε για την στάση ορισμένων συμμάχων, όπως οι Γερμανοί. Που καλωσορίζοντας την επανεκκίνηση των διερευνητικών έσπευσαν να δηλώσουν ότι τώρα δεν τίθεται θέμα ενεργοποίησης κυρώσεων στην Τουρκία από την ΕΕ. Αυτοί είναι οι Γερμανοί, οι δήθεν έντιμοι μεσολαβητές. Που πουλάνε στην Τουρκία έξι υποβρύχια, σαν τα δικά μας, αυτά που δήθεν έγερναν, και το βρίσκουν λογικό να συνεχίζουν τις business με τον Ερντογάν επειδή τρέμουν στην ιδέα ότι μπορεί να τους στείλει μερικές δεκάδες χιλιάδες μετανάστες. Αυτή είναι η σημερινή Γερμανία που δυσανασχετεί για την στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας-Γαλλίας και γκρινιάζει για τα δισεκατομμύρια που θα πληρώσει η Αθήνα στο Παρίσι για νέα όπλα αλλά δεν πράττει το παραμικρό για να θωρακίσει τον ελληνικό στρατό. Είδατε μήπως κάποια κίνηση στρατιωτικής συνεργασίας από το Βερολίνο όλο το διάστημα που ο Ερντογάν προετοιμαζόταν για πόλεμο; Πιο εύκολο ήταν για την ελληνική κυβέρνηση να συνάψει συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Αίγυπτο, την Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ και την Ινδία παρά να πείσει την «εταίρο» Μέρκελ να στείλει έναν λόχο Γερμανών κομάντος στο Καστελλόριζο. Όταν έχεις τέτοιους φίλους, σαν τους Γερμανούς, τι τους θέλεις τους εχθρούς;
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ