Πόσο απαραίτητη είναι μια διαγραφή του χρέους;
Γ. Χ. Παπαγεωργίου
Πόσο απαραίτητη είναι μια διαγραφή του χρέους;
Όσο πλησιάζει η ημέρα της κρίσεως για την νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, τόσο ορισμένα πράγματα δείχνουν να ξεκαθαρίζουν.
Στο εξωτερικό μέτωπο φαίνεται ότι η ευρωπαϊκή πλευρά, και κυρίως η Γερμανία δεν προτίθενται να καταλήξουν σε συγκεκριμένες διευθετήσεις όσο υπάρχει πολιτική αβεβαιότητα. Δεν αποκλείεται να γίνουν κάποιες δηλώσεις που να σηματοδοτούν την έναρξη των συζητήσεων κάποια στιγμή μετά τα τέλη Οκτωβρίου -αφού θα έχει ξεκαθαρίσει η πραγματική εικόνα των τραπεζών- αλλά είναι αμφίβολο ότι η διαπραγμάτευση θα ολοκληρωθεί πριν την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας. Ορισμένοι μάλιστα προωθούν και την ιδέα μιας λύσης για το ελληνικό χρέος η οποία θα υπόκειται σε όρους και προϋποθέσεις (αιρεσιμότητα - conditionality) ώστε να παραμείνει η Ελλάδα υπό έλεγχο.
Η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει την άποψη της ευρωζώνης ότι το χρέος μπορεί να καταστεί βιώσιμο με επιμήκυνση και «πάγωμα» των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα και επιδιώκει να αποσπάσει δεσμεύσεις το ταχύτερο δυνατόν, ώστε να τις αξιοποιήσει πολιτικά, εμφανιζόμενη ως η δύναμη που εξασφάλισε νέα μείωση του χρέους.
Η κυβέρνηση ακολουθεί την ίδια στρατηγική τα τελευταία χρόνια, υιοθετώντας τη λογική των εταίρων, με το επιχείρημα ότι αφενός η ρήξη και η σύγκρουση είναι αδύνατη αλλά και ότι εάν η Ελλάδα δείξει το «καλό της πρόσωπο» εφαρμόζοντας τα συμφωνηθέντα, στο τέλος θα ανταμοιφθεί, παρόλο που η τακτική αυτή δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα μέχρι στιγμής.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, από την πλευρά της, υιοθετεί μια ρητορική που επιμένει στη διαγραφή του χρέους, την ίδια ώρα που επιμέρους στελέχη με δηλώσεις τους υπονοούν ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι να επιτευχθεί το ισοδύναμο αποτέλεσμα. Το βασικό επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, όμως, είναι ότι εκείνοι είναι σε καλύτερη θέση να προβάλουν διεκδικήσεις διότι δεν έχουν καταθέσει εξαρχής τα όπλα.
Στην περίπτωση του ελληνικού χρέους το αίτημα για διαγραφή έχει οικονομική λογική, όσο κι αν αντικειμενικά είναι πολύ δύσκολο να δεχτούν κάτι τέτοιο οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των χωρών της ευρωζώνης.
Το ζήτημα είναι ότι χωρίς μεγάλη αφαίρεση δανειακού βάρους, η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει να σηκώσει κεφάλι για να ξεφύγει από το φαύλο κύκλο. Επιπλέον, όλοι στην ευρωζώνη αλλά και διεθνώς γνωρίζουν ότι η Ελλάδα το 2010 σήκωσε μεγάλο βάρος προκειμένου να έχουν χρόνο οι οι ευρωπαϊκές τράπεζες για να ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα και να μην καταρρεύσουν οι ίδιες.
Η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει την άποψη της ευρωζώνης ότι το χρέος μπορεί να καταστεί βιώσιμο με επιμήκυνση και «πάγωμα» των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα και επιδιώκει να αποσπάσει δεσμεύσεις το ταχύτερο δυνατόν, ώστε να τις αξιοποιήσει πολιτικά, εμφανιζόμενη ως η δύναμη που εξασφάλισε νέα μείωση του χρέους.
Η κυβέρνηση ακολουθεί την ίδια στρατηγική τα τελευταία χρόνια, υιοθετώντας τη λογική των εταίρων, με το επιχείρημα ότι αφενός η ρήξη και η σύγκρουση είναι αδύνατη αλλά και ότι εάν η Ελλάδα δείξει το «καλό της πρόσωπο» εφαρμόζοντας τα συμφωνηθέντα, στο τέλος θα ανταμοιφθεί, παρόλο που η τακτική αυτή δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα μέχρι στιγμής.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, από την πλευρά της, υιοθετεί μια ρητορική που επιμένει στη διαγραφή του χρέους, την ίδια ώρα που επιμέρους στελέχη με δηλώσεις τους υπονοούν ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι να επιτευχθεί το ισοδύναμο αποτέλεσμα. Το βασικό επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, όμως, είναι ότι εκείνοι είναι σε καλύτερη θέση να προβάλουν διεκδικήσεις διότι δεν έχουν καταθέσει εξαρχής τα όπλα.
Στην περίπτωση του ελληνικού χρέους το αίτημα για διαγραφή έχει οικονομική λογική, όσο κι αν αντικειμενικά είναι πολύ δύσκολο να δεχτούν κάτι τέτοιο οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των χωρών της ευρωζώνης.
Το ζήτημα είναι ότι χωρίς μεγάλη αφαίρεση δανειακού βάρους, η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει να σηκώσει κεφάλι για να ξεφύγει από το φαύλο κύκλο. Επιπλέον, όλοι στην ευρωζώνη αλλά και διεθνώς γνωρίζουν ότι η Ελλάδα το 2010 σήκωσε μεγάλο βάρος προκειμένου να έχουν χρόνο οι οι ευρωπαϊκές τράπεζες για να ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα και να μην καταρρεύσουν οι ίδιες.
Στην πράξη, ισοδύναμο αποτέλεσμα με τη διαγραφή θα μπορούσε να επιτευχθεί και με άλλες τεχνικές, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιστεί για τα επόμενα χρόνια και πάντως έως ότου επανέλθουν αξιολογοι ρυθμοί ανάπτυξης, ότι η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτεί την οικονομία, αντί να πληρώνει για το χρέος.
Γιαυτό και έχει λογική η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για ρήτρα ανάπτυξης, με βάση την οποία η χώρα μας θα αποπληρώνει το χρέος ανάλογα με την αύξηση του ΑΕΠ.
Εάν όμως η νέα αναδιάρθρωση συνεχίσει να βασίζεται στην επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων τα επόμενα χρόνια, θα είναι αδύνατον να πέσουν χρήματα στην οικονομία, όσο μεγάλη κι αν είναι η επιμήκυνση και όσο χαμηλά κι αν κλειδώσουν τα επιτόκια γιατί θα υπάρχει η διαρκής δημοσιονομική πίεση (φόροι, περικοπές δαπανών). Δυστυχώς, όμως, φαίνεται ότι η λογική αυτή, την οποία υιοθετούν οι εταίροι και αποδέχεται η ελληνική κυβέρνηση δεν διαφοροποιείται.
Η αλήθεια είναι ότι σε μια διαπραγμάτευση ξεκινάς με τις μέγιστες δυνατές απαιτήσεις, ώστε να έχεις περιθώρια να υποχωρήσεις χωρίς να χάσεις στρατηγικό έδαφος. Αν ξεκινήσεις από μια πραγματιστική βάση, υιοθετώντας δηλαδή εξαρχής τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς, το πιθανότερο είναι ότι θα αναγκαστείς να κάνεις κι άλλα βήματα πίσω.
Επομένως, στη διαπραγμάτευση τα θέματα θα πρέπει να τεθούν καθαρά και σταθερά, με βάση την αμείλικτη λογική των αριθμών, οι οποίοι δείχνουν ότι η Ελλάδα δεν σώζεται από την καταστροφή εάν για άλλη μια φορά υιοθετηθεί μια «μισή λύση» για το χρέος.
Γιαυτό και έχει λογική η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για ρήτρα ανάπτυξης, με βάση την οποία η χώρα μας θα αποπληρώνει το χρέος ανάλογα με την αύξηση του ΑΕΠ.
Εάν όμως η νέα αναδιάρθρωση συνεχίσει να βασίζεται στην επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων τα επόμενα χρόνια, θα είναι αδύνατον να πέσουν χρήματα στην οικονομία, όσο μεγάλη κι αν είναι η επιμήκυνση και όσο χαμηλά κι αν κλειδώσουν τα επιτόκια γιατί θα υπάρχει η διαρκής δημοσιονομική πίεση (φόροι, περικοπές δαπανών). Δυστυχώς, όμως, φαίνεται ότι η λογική αυτή, την οποία υιοθετούν οι εταίροι και αποδέχεται η ελληνική κυβέρνηση δεν διαφοροποιείται.
Η αλήθεια είναι ότι σε μια διαπραγμάτευση ξεκινάς με τις μέγιστες δυνατές απαιτήσεις, ώστε να έχεις περιθώρια να υποχωρήσεις χωρίς να χάσεις στρατηγικό έδαφος. Αν ξεκινήσεις από μια πραγματιστική βάση, υιοθετώντας δηλαδή εξαρχής τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς, το πιθανότερο είναι ότι θα αναγκαστείς να κάνεις κι άλλα βήματα πίσω.
Επομένως, στη διαπραγμάτευση τα θέματα θα πρέπει να τεθούν καθαρά και σταθερά, με βάση την αμείλικτη λογική των αριθμών, οι οποίοι δείχνουν ότι η Ελλάδα δεν σώζεται από την καταστροφή εάν για άλλη μια φορά υιοθετηθεί μια «μισή λύση» για το χρέος.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα