
αξιοπρέπεια (θηλυκό) 1. η ιδιότητα του αξιοπρεπούς, η συμφωνία με τους κανόνες σωστής συμπεριφοράς 2. η αίσθηση που έχει ένας άνθρωπος όταν οι άλλοι τον σέβονται και όταν ο ίδιος νιώθει ότι έχει κάποια αξία παράδειγμα: τα βασανιστήρια προσβάλλουν βάναυσα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αξιοπρεπής, -ής, -ές 1. που διακρίνεται για σωστή συμπεριφορά, σεμνότητα, σοβαρότητα και ευγένεια 2. επαρκής, ικανοποιητικός Που τα είδες στη Σοφία αυτά;
... μας αρέσει δε μας αρέσει ο χαρακτήρας της, κράτησε την αξιοπρέπειά της και ήταν ο εαυτός της από την πρώτη μέχρι την τελευταία μέρα.
Οι καμερες διεψευσαν οτι επαγγελεται κι εχει το θρασος να παιζει το ιδιο βιολι. Οταν γινοταν ρομπα εβριζε κι απειλουσε κι εβαζε στην πριζα και τον τραμπουκο του παιχνιδιου.
Ψευτικη γραμμη ζωης ψευτικη ομορφια και σουξεδακι σε δευτερη εκτελεση...απο την Απχαζια που μεγαλωσε στον Ασπροπυργο και παριστανει την...Σαλονικια .Οταν οι καμερες του bigbroter την εβγαζαν ψευτρα και ραδιουργα....ζητουσε και τα ρεστα .Πλακα ειχε που δηλωνε κατηγορηματικα πως δεν μπηκε στο σπιτι για να βρει αντρα και τελικα εκανε τα σκεπασματα της...αντισκηνο .Αν υπηρχε καποια ελπιδα εποχικης βεβαια διακρισης αφου δεν ειναι φωναρα....με αυτα που εκανε εκει μεσα εχασε και...καλλιτεχνικα .
Από την Άννα Μαρία ήταν πολύ πιο νορμάλ πάντως.. Όποιος από σας που θαυμάζετε την ΑΜ μπορείτε να κάνετε συζήτηση μαζί της για 10 λεπτά, θα σας βγάλω το καπελο