Σεισμός στη Θεσσαλονίκη: Πολύ περιορισμένος ο κίνδυνος για μία ισχυρή δόνηση
Σεισμός στη Θεσσαλονίκη: Πολύ περιορισμένος ο κίνδυνος για μία ισχυρή δόνηση
Καθησυχαστικοί οι σεισμολόγοι - Στον ίδιο χώρο το επίκεντρο με τον μεγάλο σεισμό του 1978 - «Το πιθανότερο είναι να έχουμε μία φθίνουσα εξέλιξη της δραστηριότητας», δήλωσε στο protothema.gr ο καθηγητής Σεισμολογίας Βασίλης Καρακώστας
Μνήμες από τον καταστροφικό σεισμό του 1978 ξύπνησε στους Θεσσαλονικείς η πρωινή δόνηση των 4,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, πέντε μόλις μέρες μετά τη συμπλήρωση 40 χρόνων από το φονικό πέρασμα του Εγκέλαδου των 6,5 Ρίχτερ, που άφησε πίσω του 49 νεκρούς, 220 τραυματίες και χιλιάδες άστεγους. Το γεγονός ότι ο σημερινός σεισμός προέρχεται από τον ίδιο σεισμογόνο χώρο της λίμνης Βόλβης, που έδωσε τη μεγάλη δόνηση το 1978 προκαλώντας ανεπανόρθωτες ζημιές σε 9.480 κτίρια, επέτεινε την αγωνία των κατοίκων της Θεσσαλονίκης.
Οι επιστήμονες, παρακολουθώντας την έως τώρα εξέλιξη του φαινομένου, παρουσιάζονται καθησυχαστικοί. Ο καθηγητής Σεισμολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Βασίλης Καρακώστας, μιλώντας στο “protothema.gr”, σημειώνει ότι «η πιθανότητα για να γίνει ένας ισχυρός σεισμός στον ευρύτερο χρόνο είναι πάρα πολύ περιορισμένη με βάση τη γνώση που έχουμε και δεν υπάρχει κανένα στοιχείο τώρα είτε το προηγούμενο διάστημα που να δείχνει κάποια ανησυχητική δραστηριότητα».
Αναφορικά με τα χαρακτηριστικά της σημερινής σεισμικής δραστηριότητας στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, ο κ. Καρακώστας επισημαίνει ότι «είχαμε το σεισμό των 4,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και αμέσως μετά μέσα σε διάστημα 5 λεπτών σημειώθηκαν άλλοι 3 σεισμοί με μέγεθος 3,7 βαθμών 3,4 και 2,8 ο μικρότερος. Από εκεί και πέρα και έως τώρα παρουσιάζεται μία ύφεση του φαινομένου ως προς τα μεγέθη και τη συχνότητα. Το πιθανότερο είναι να έχουμε μία φθίνουσα εξέλιξη της δραστηριότητας. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να μας κάνουν να ανησυχούμε για κάποιο σημαντικά πιο ισχυρό συμβάν στην περιοχή».
Σχετικά με το βεβαρυμένο σεισμικό παρελθόν της συγκεκριμένης περιοχής, ο καθηγητής Σεισμολογίας τονίζει ότι το επίκεντρο της σημερινής δόνησης βρίσκεται στον ίδιο χώρο με το επίκεντρο του σεισμού του 1978 αλλά «δεν πρόκειται για το ίδιο ρήγμα. Υπάρχει μία σύνδεση δεδομένου του κοινού σεισμογόνου χώρου αλλά μιλάμε για δύο διαφορετικά ρήγματα. Το ρήγμα που έδωσε το σημερινό σεισμό είναι πιο βόρεια και δεν ξέρουμε πόσο μπορεί να είναι το μέγεθός του. Είναι πιθανό βέβαια να υπάρχουν και άλλα μεγάλα ρήγματα στην ίδια περιοχή, που να μπορούν να δώσουν ισχυρό σεισμό όμως δεν έχουμε ενδείξεις ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει τώρα. Το ρήγμα, που έδωσε το σεισμό του 1978 δεν μπορεί να δώσει τώρα έναν ισχυρό σεισμό και με αυτή την έννοια θα ήμασταν πιο αισιόδοξοι ότι δεν θα έχουμε ένα μεγαλύτερο συμβάν εάν το ρήγμα, που δραστηριοποιήθηκε σήμερα ήταν το ίδιο με αυτό που έδωσε το σεισμό 40 χρόνια πριν”.
Ο σημερινός σεισμός ήρθε ως υπενθύμιση της μαύρης επετείου για την Θεσσαλονίκη και ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη εκδηλώσεις και εκθέσεις μνήμης τη στιγμή που η πόλη σείεται από τη δόνηση των 6,5 Ρίχτερ στις 23:03 το βράδυ της 20ης Ιουνίου του 1978. Το εστιακό βάθος του σεισμού είναι 10 χιλιόμετρα και η διάρκεια του των 10 δευτερολέπτων αρκετή να επικρατήσει πανικό. Εντρομοι κάτοικοι πηδούν από μπαλκόνια και παράθυρα με τις σειρήνες πυροσβεστικών και ασθενοφόρων να ουρλιάζουν στους δρόμους.
Οπως περιγράφει ο ομότιμος καθηγητής Σεισμολογίας του ΑΠΘ Βασίλης Παπαζάχος στο βιβλίο του, 'Ταξίδι στο Παρελθόν μου', ο σεισμός της 20ης Ιουνίου είχε εστία “στη Μυγδονία λεκάνη (μεταξύ των λιμνών Βόλβης και Λαγκαδά). Παρότι ήταν ένα συνηθισμένο φυσικό φαινόμενο (αφού κάθε τρία χρόνια κατά μέσο όρο γίνεται ένας σεισμός αυτού του μεγέθους στην Ελλάδα), είχε δυσανάλογες αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις, ιδιαίτερα στην πόλη της Θεσσαλονίκης όπου έβλαψε το ένα τέταρτο των οικοδομών και φόνευσε 49 ανθρώπους. Ηταν ο πρώτος ισχυρός σεισμός που έπληξε σοβαρά ένα μεγάλο αστικό κέντρο στην Ελλάδα και γι’ αυτό δεν υπήρχε η σχετική εμπειρία αντιμετώπισης τέτοιων και τόσο εκτεταμένων καταστροφών”.
Η προσεισμική δραστηριότητα είχε αρχίσει ενάμιση μήνα νωρίτερα ενώ στις 24 στις 8 Μαΐου καταγράφεται σεισμός της τάξης των 5,8 Ρίχτερ. “Η γένεση του καταστρεπτικού σεισμού στις 20 Ιουνίου 1978 ξάφνιασε και δημιούργησε στην πόλη συνθήκες για τις οποίες το ελληνικό κράτος δεν ήταν έτοιμο”, θα γράψει ο κ. Παπαζάχος, εκ των πρωταγωνιστών των γεγονότων εκείνες τις μέρες. Ο μετασεισμός των 5 Ρίχτερ στις 5 Ιουλίου 1978 ήρθε σε μία στιγμή, που η Θεσσαλονίκη μετρούσε τις πληγές της, προκαλώντας εκ νέου τρόμο στους κατοίκους της.
Ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής δέχεται εισηγήσεις να εκδώσει ανακοίνωση συστήνοντας στους πολίτες να εγκαταλείψουν την πόλη κάτι που τελικώς δεν έπραξε ύστερα από την ψύχραιμη προσέγγιση των επιστημόνων. Οπως ο Παπαζάχος εξιστορεί, “ο Καραμανλής, με κάλεσε τότε και μου είπε ότι αυτός θα αναλάβει τη σχετική πολιτική απόφαση, αλλά ήθελε πρώτα τη γνώμη μου. Του είπα ότι δεν πρέπει να εκδώσει τέτοια ανακοίνωση, γιατί η διεθνής σχετική εμπειρία δείχνει ότι τέτοιες ανακοινώσεις έχουν συνήθως μεγαλύτερες αρνητικές κοινωνικές συνέπειες απ’ ότι οι συνέπειες ενός ισχυρού σεισμού. Του ανέφερα επίσης ότι από τις μέχρι τώρα καταγραφές (από το φορητό σεισμογράφο των Σαράντα Εκκλησιών) προκύπτει ότι η μετασεισμική ακολουθία εξελίσσεται ομαλά, δηλαδή η συχνότητα των μετασεισμών φθίνει με το χρόνο (νόμος Omori) και παραμένει σταθερό το μέσο μέγεθος (κανόνας Lomnitz) όπως αναμένεται”.
Ο σεισμός του 1978 στη Θεσσαλονίκη ήταν ο πρώτος σύγχρονος καταστροφικός σεισμός κοντά σε μεγάλη ελληνική πόλη οδηγώντας στην ίδρυση του Σεισμολογικού Δικτύου στο Εργαστήριο Γεωφυσικής του ΑΠΘ και στη δημιουργία κεντρικού σεισμολογικού σταθμού στο ίδιο πανεπιστήμιο.
Οι επιστήμονες, παρακολουθώντας την έως τώρα εξέλιξη του φαινομένου, παρουσιάζονται καθησυχαστικοί. Ο καθηγητής Σεισμολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Βασίλης Καρακώστας, μιλώντας στο “protothema.gr”, σημειώνει ότι «η πιθανότητα για να γίνει ένας ισχυρός σεισμός στον ευρύτερο χρόνο είναι πάρα πολύ περιορισμένη με βάση τη γνώση που έχουμε και δεν υπάρχει κανένα στοιχείο τώρα είτε το προηγούμενο διάστημα που να δείχνει κάποια ανησυχητική δραστηριότητα».
Αναφορικά με τα χαρακτηριστικά της σημερινής σεισμικής δραστηριότητας στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, ο κ. Καρακώστας επισημαίνει ότι «είχαμε το σεισμό των 4,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και αμέσως μετά μέσα σε διάστημα 5 λεπτών σημειώθηκαν άλλοι 3 σεισμοί με μέγεθος 3,7 βαθμών 3,4 και 2,8 ο μικρότερος. Από εκεί και πέρα και έως τώρα παρουσιάζεται μία ύφεση του φαινομένου ως προς τα μεγέθη και τη συχνότητα. Το πιθανότερο είναι να έχουμε μία φθίνουσα εξέλιξη της δραστηριότητας. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να μας κάνουν να ανησυχούμε για κάποιο σημαντικά πιο ισχυρό συμβάν στην περιοχή».
Σχετικά με το βεβαρυμένο σεισμικό παρελθόν της συγκεκριμένης περιοχής, ο καθηγητής Σεισμολογίας τονίζει ότι το επίκεντρο της σημερινής δόνησης βρίσκεται στον ίδιο χώρο με το επίκεντρο του σεισμού του 1978 αλλά «δεν πρόκειται για το ίδιο ρήγμα. Υπάρχει μία σύνδεση δεδομένου του κοινού σεισμογόνου χώρου αλλά μιλάμε για δύο διαφορετικά ρήγματα. Το ρήγμα που έδωσε το σημερινό σεισμό είναι πιο βόρεια και δεν ξέρουμε πόσο μπορεί να είναι το μέγεθός του. Είναι πιθανό βέβαια να υπάρχουν και άλλα μεγάλα ρήγματα στην ίδια περιοχή, που να μπορούν να δώσουν ισχυρό σεισμό όμως δεν έχουμε ενδείξεις ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει τώρα. Το ρήγμα, που έδωσε το σεισμό του 1978 δεν μπορεί να δώσει τώρα έναν ισχυρό σεισμό και με αυτή την έννοια θα ήμασταν πιο αισιόδοξοι ότι δεν θα έχουμε ένα μεγαλύτερο συμβάν εάν το ρήγμα, που δραστηριοποιήθηκε σήμερα ήταν το ίδιο με αυτό που έδωσε το σεισμό 40 χρόνια πριν”.
Ο σημερινός σεισμός ήρθε ως υπενθύμιση της μαύρης επετείου για την Θεσσαλονίκη και ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη εκδηλώσεις και εκθέσεις μνήμης τη στιγμή που η πόλη σείεται από τη δόνηση των 6,5 Ρίχτερ στις 23:03 το βράδυ της 20ης Ιουνίου του 1978. Το εστιακό βάθος του σεισμού είναι 10 χιλιόμετρα και η διάρκεια του των 10 δευτερολέπτων αρκετή να επικρατήσει πανικό. Εντρομοι κάτοικοι πηδούν από μπαλκόνια και παράθυρα με τις σειρήνες πυροσβεστικών και ασθενοφόρων να ουρλιάζουν στους δρόμους.
Οπως περιγράφει ο ομότιμος καθηγητής Σεισμολογίας του ΑΠΘ Βασίλης Παπαζάχος στο βιβλίο του, 'Ταξίδι στο Παρελθόν μου', ο σεισμός της 20ης Ιουνίου είχε εστία “στη Μυγδονία λεκάνη (μεταξύ των λιμνών Βόλβης και Λαγκαδά). Παρότι ήταν ένα συνηθισμένο φυσικό φαινόμενο (αφού κάθε τρία χρόνια κατά μέσο όρο γίνεται ένας σεισμός αυτού του μεγέθους στην Ελλάδα), είχε δυσανάλογες αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις, ιδιαίτερα στην πόλη της Θεσσαλονίκης όπου έβλαψε το ένα τέταρτο των οικοδομών και φόνευσε 49 ανθρώπους. Ηταν ο πρώτος ισχυρός σεισμός που έπληξε σοβαρά ένα μεγάλο αστικό κέντρο στην Ελλάδα και γι’ αυτό δεν υπήρχε η σχετική εμπειρία αντιμετώπισης τέτοιων και τόσο εκτεταμένων καταστροφών”.
Η προσεισμική δραστηριότητα είχε αρχίσει ενάμιση μήνα νωρίτερα ενώ στις 24 στις 8 Μαΐου καταγράφεται σεισμός της τάξης των 5,8 Ρίχτερ. “Η γένεση του καταστρεπτικού σεισμού στις 20 Ιουνίου 1978 ξάφνιασε και δημιούργησε στην πόλη συνθήκες για τις οποίες το ελληνικό κράτος δεν ήταν έτοιμο”, θα γράψει ο κ. Παπαζάχος, εκ των πρωταγωνιστών των γεγονότων εκείνες τις μέρες. Ο μετασεισμός των 5 Ρίχτερ στις 5 Ιουλίου 1978 ήρθε σε μία στιγμή, που η Θεσσαλονίκη μετρούσε τις πληγές της, προκαλώντας εκ νέου τρόμο στους κατοίκους της.
Ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής δέχεται εισηγήσεις να εκδώσει ανακοίνωση συστήνοντας στους πολίτες να εγκαταλείψουν την πόλη κάτι που τελικώς δεν έπραξε ύστερα από την ψύχραιμη προσέγγιση των επιστημόνων. Οπως ο Παπαζάχος εξιστορεί, “ο Καραμανλής, με κάλεσε τότε και μου είπε ότι αυτός θα αναλάβει τη σχετική πολιτική απόφαση, αλλά ήθελε πρώτα τη γνώμη μου. Του είπα ότι δεν πρέπει να εκδώσει τέτοια ανακοίνωση, γιατί η διεθνής σχετική εμπειρία δείχνει ότι τέτοιες ανακοινώσεις έχουν συνήθως μεγαλύτερες αρνητικές κοινωνικές συνέπειες απ’ ότι οι συνέπειες ενός ισχυρού σεισμού. Του ανέφερα επίσης ότι από τις μέχρι τώρα καταγραφές (από το φορητό σεισμογράφο των Σαράντα Εκκλησιών) προκύπτει ότι η μετασεισμική ακολουθία εξελίσσεται ομαλά, δηλαδή η συχνότητα των μετασεισμών φθίνει με το χρόνο (νόμος Omori) και παραμένει σταθερό το μέσο μέγεθος (κανόνας Lomnitz) όπως αναμένεται”.
Ο σεισμός του 1978 στη Θεσσαλονίκη ήταν ο πρώτος σύγχρονος καταστροφικός σεισμός κοντά σε μεγάλη ελληνική πόλη οδηγώντας στην ίδρυση του Σεισμολογικού Δικτύου στο Εργαστήριο Γεωφυσικής του ΑΠΘ και στη δημιουργία κεντρικού σεισμολογικού σταθμού στο ίδιο πανεπιστήμιο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα