Ψάχνουν τη λύση στο Σύριζα
felekis_nikos

Νίκος Φελέκης

Ψάχνουν τη λύση στο Σύριζα

Χωρίς ανταπόκριση το κεντροαριστερό σχέδιο του Τσίπρα, που δεν κερδίζει τους δυσαρεστημένους - Προβληματισμός για τα καθηλωμένα ποσοστά και επιστράτευση «κρυφών δημοσκοπήσεων» - Δρίτσας και Φίλης δεν ψήφισαν το νομοσχέδιο για το Ελληνικό προκαλώντας και πάλι εσωκομματική ένταση

Η υγειονομική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση σε συνδυασμό με τις οικονομικές επιπτώσεις και την κόπωση των πολιτών είναι γεγονός ότι έχει αλλάξει το πολιτικό κλίμα. Κάτι άλλωστε που το παραδέχονται και κυβερνητικοί παράγοντες και ιδιαίτερα εκείνοι που ασχολούνται με τα ποιοτικά στοιχεία των μετρήσεων και διαβάζουν πίσω από τους αριθμούς και τα ποσοστά. Το παρήγορο για το Μαξίμου είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν επωφελείται, τουλάχιστον όχι ακόμη, από την κυβερνητική φθορά. Για παράδειγμα, στις δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις, της Marc και της Metron Analysis, η ψαλίδα της διαφοράς μειώνεται όχι επειδή ανεβαίνουν τα ποσοστά δημοτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γιατί πέφτουν τα ποσοστά αποδοχής στις πολιτικές και τα μέτρα της κυβέρνησης. Αυτός είναι και ο λόγος που η διαφορά παραμένει ακόμη σε υψηλά επίπεδα, παρότι έχουν περάσει 20 μήνες από τις εκλογές και η πανδημία έχει φέρει τα πάνω κάτω.

Στη δημοσκόπηση της Marc η διαφορά είναι 15,6% από 18,6% και στης Metron Analysis στο 11,8% από 13,2%, σε σχέση με τις προηγούμενες μετρήσεις των δύο εταιρειών. Σημειώνουμε ότι ο Αλέξης Τσίπρας αμφισβητεί ακόμη και αυτά τα ποσοστά και υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με κυλιόμενες μετρήσεις που γίνονται για λογαριασμό της Κουμουνδούρου, η διαφορά είναι μονοψήφια, σαφώς μικρότερη από αυτή που δείχνουν οι δημοσκοπήσεις και μάλιστα κάτω και από τη διαφορά 8,32% που είχε καταγραφεί στις τελευταίες εκλογές. Κυβερνητικές πηγές όχι μόνο αμφισβητούν την ύπαρξη τέτοιων δημοσκοπικών ευρημάτων, αλλά και θα ήθελαν, όπως λένε, να μάθουν «την εταιρεία που τις έκανε, αν αυτή είναι μέλος του ΣΕΔΕΑ και το δείγμα που χρησιμοποίησε». Πάντως ακόμη και στελέχη της εσωκομματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζουν τον προβληματισμό τους για το γεγονός ότι η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζεται να είναι «κολλημένη» στην περιοχή του 20%-22%, δηλαδή τουλάχιστον 10 μονάδες κάτω από το εκλογικό της ποσοστό. Σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνει ιστορικό στέλεχος της ανανεωτικής Αριστεράς, η χαμηλή πτήση του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι το κεντροαριστερό σχέδιο του Τσίπρα «δεν βρίσκει ανταπόκριση», ενώ θεωρεί ότι «ο Αλέξης θα πρέπει να προβληματιστεί ιδιαίτερα και από το γεγονός ότι, σύμφωνα τουλάχιστον με τη δημοσκόπηση της Metron Analysis, μόνο το 17% των πολιτών τον κρίνει ως τον πλέον κατάλληλο για την πρωθυπουργία, ποσοστό που υπολείπεται κατά 3,5 μονάδες αυτού που λαμβάνει (20,5%) το κόμμα».

Ποιοι εγκαταλείπουν τον Τσίπρα
Σύμφωνα με τη γνώμη κυβερνητικού παράγοντα, που ασχολείται επισταμένως με τις δημοσκοπήσεις, η υστέρηση του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ σε σύγκριση με το εκλογικό του ποσοστό είναι αποτέλεσμα των αποστάσεων που λαμβάνουν οι αντιδεξιοί κεντρογενείς ψηφοφόροι του από τη μετεκλογική ρητορική της Κουμουνδούρου. «Είναι οι κεντρώοι του ΠΑΣΟΚ, που για ιστορικούς και πολιτικούς λόγους δεν πήγαν το 2019 στον Μητσοτάκη, αυτοί που εγκαταλείπουν τώρα τον Τσίπρα», μας λέει χαρακτηριστικά. Υποστηρίζει δε ότι «ο Τσίπρας δεν κερδίζει και θα συνεχίσει να χάνει επειδή στην αντιπολιτευτική του τακτική δεν μπορεί να πατήσει φρένο». Και η αλήθεια είναι ότι τα όποια κέρδη του ΣΥΡΙΖΑ (από τη φθορά της κυβέρνησης στα θέματα της Ικαρίας, του Λιγνάδη, της χιονόπτωσης στην Αττική και της καραντίνας) αποδεικνύονται πρόσκαιρα, επειδή η ηγεσία του εμφανίζεται... λαίμαργη. Αντί ο ΣΥΡΙΖΑ να αφήνει την κοινωνική δυσφορία να μεγαλώνει τα ρήγματα που ανοίγονται στη συμπολίτευση από τις λαθεμένες πολιτικές και επιλογές της κυβέρνησης, προσπαθεί να τα εκμεταλλευτεί ο ίδιος, ανεβάζοντας την αντιπαράθεση στα ύψη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αντισυσπείρωση και κυρίως την ενεργοποίηση επικοινωνιακών μηχανισμών, στους οποίους η ρητορική της Κουμουνδούρου είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιβληθεί. Οπως μας λέει χαρακτηριστικά υψηλόβαθμο στέλεχος εταιρείας δημοσκοπήσεων, «οι Συριζαίοι. αντί να αφήσουν την απογοήτευση των πολιτών να γίνει το σαράκι δυσαρέσκειας που θα τρώει το πολιτικό και εκλογικό σώμα της κυβέρνησης, θέλουν να γίνουν οι ίδιοι το σαράκι. Χειρότερη τακτική δεν θα μπορούσαν να επιλέξουν. Και ο βασικός λόγος είναι ότι οι ψηφοφόροι συνεχίζουν ακόμη και τώρα να αντιμετωπίζουν και να κρίνουν τον Τσίπρα ως πρωθυπουργό και τον ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση και όχι ως αντιπολίτευση. Οι λόγοι για τους οποίους τους καταψήφισαν είναι ακόμη ισχυροί και υπερτερούν αυτών της δυσαρέσκειας για την κυβέρνηση στον χειρισμό του δεύτερου κύματος της πανδημίας».

Και η αλήθεια είναι ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να βρίσκει μπροστά της αυτά που έκανε ως κυβέρνηση. Τελευταίο παράδειγμα, το Ελληνικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε το κυβερνητικό νομοσχέδιο, όχι όμως ο Φίλης και ο Δρίτσας. Για μία ακόμη φορά παρατηρούμε το φαινόμενο οι εσωκομματικές διαφορές να αναδύονται από τον βυθό της Κουμουνδούρου και να της προκαλούν προβλήματα. Ο Τσίπρας μπορεί να οργίστηκε για τη συμπεριφορά των δύο τομεαρχών του κόμματός του (Παιδείας και Αμυνας), όμως δεν έκανε τίποτε ούτε καν στον Δρίτσα που, ως γνωστόν, ήταν υπότροπος, αφού προ ημερών είχε κάνει δηλώσεις για τη «17 Νοέμβρη» και την τρομοκρατία, που έφεραν σε δύσκολη θέση την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα η Κουμουνδούρου να τον αποδοκιμάσει δημόσια. Το κακό για τον Τσίπρα είναι ότι ενώ ο ίδιος αδιαφορεί για τις διαφοροποιήσεις των συντρόφων του, το ίδιο κάνουν και αυτοί. Και τούτο επειδή η αριστερή μειοψηφία θεωρεί ότι οι αποφάσεις σε κρίσιμα θέματα θα πρέπει να λαμβάνονται και στα συλλογικά όργανα και όχι να ανακοινώνονται από τον πρόεδρο του κόμματος στον «πρωινό καφέ». Η αντίθεση αυτή αποτελεί μόνιμη εστία τριβής, καθώς παραπέμπει στο μοντέλο του κόμματος, αν δηλαδή είναι αρχηγικό ή ο αρχηγός είναι πρώτος μεταξύ ίσων. «Τριβής αλλά και τροχοπέδη για να κάνουμε βήματα μπροστά, ακόμη και στις δημοσκοπήσεις», μας λέει προβεβλημένο στέλεχος της προεδρικής πλειοψηφίας.

Γιαλαντζί κεντροαριστερές πολιτικές
Από την πλευρά τους, οι της αριστερής μειοψηφίας, μεταξύ των οποίων και ο «αόμματος στη γραμμή του κόμματος» Νίκος Φίλης, διατείνονται ότι το δημοσκοπικό φρένο του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται στη σύγχυση της ηγεσίας για τον δρόμο που πρέπει να βαδίσει η αξιωματική αντιπολίτευση. Οπως λένε, «ο Μητσοτάκης και ο Σαμαράς κέρδισαν το Κέντρο με την καθαρή δεξιά τους γραμμή. Ο ΣΥΡΙΖΑ για να ξαναγίνει πλειοψηφία πρέπει να κερδίσει και αυτός το λεγόμενο Κέντρο. Και μπορεί να το κερδίσει μόνο με αριστερή γραμμή και όχι με... σούπες και γιαλαντζί κεντροαριστερές πολιτικές». Σημειώνουμε ότι δεν ήταν μόνο ο Φίλης και ο Δρίτσας που είχαν διαφορετική προσέγγιση στο θέμα του Ελληνικού, αλλά και οι δύο κοινοβουλευτικοί του εκπρόσωποι, ο Τσακαλώτος και ο Σκουρλέτης, που ανήκουν κι αυτοί στην «Ομπρέλα». Αρνήθηκαν να υποστηρίξουν κοινοβουλευτικά, με ομιλίες τους, τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στον «πρωινό καφέ» δεσμεύτηκαν στον Αλέξη Τσίπρα ότι δεν θα διαφοροποιηθούν στην ψηφοφορία, όπερ και έπραξαν. Ο Νίκος Φίλης υποστηρίζει ότι δεν είναι «επαγγελματίας αντάρτης», αλλά «μαχόμενο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ», που μάλιστα κατάφερε «να στριμώξει την Κεραμέως στα θέματα της Παιδείας, σε βαθμό που η κυβέρνηση να υφίσταται στη νεολαία τη μεγαλύτερη φθορά από κάθε άλλον τομέα». Προσθέτει δε ότι η διαφοροποίησή του είναι «έκφραση αγωνίας για την πορεία του κόμματος σε θέματα που αφορούν τον δημόσιο χώρο, τη νεολαία και τα οικονομικά συμφέροντα». Ενώ επιμένει, όπως άλλωστε και σχεδόν το σύνολο των στελεχών της «Ομπρέλας», ότι «είναι λάθος η πολιτική του σάπιου φρούτου» που, όπως λέγεται, ακολουθεί η ηγετική ομάδα της Κουμουνδούρου.

Να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με αναλύσεις στελεχών της αριστερής μειοψηφίας, «μπορεί η ζημιά για τον Μητσοτάκη στον χώρο των νέων, ιδίως στις ηλικίες 17-34, να είναι μεγάλη, όμως τα κέρδη του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τα αναμενόμενα, καθώς η δυσαρέσκεια διαχέεται και προς άλλα αριστερά κόμματα και οργανώσεις, με το κόμμα του Βαρουφάκη να επωφελείται σημαντικά». Επιπροσθέτως, τους προβληματίζει το γεγονός ότι «ένα μεγάλο κομμάτι των δυσαρεστημένων κατευθύνεται προς τα δεξιά της Ν.Δ.» και όχι στην αξιωματική αντιπολίτευση. Δεν αποκλείουν μάλιστα τα κόμματα των Βελόπουλου, Τράγκα, Τζήμερου μαζί με τα απομεινάρια της Ενωσης Κεντρώων και της Χρυσής Αυγής, λόγω και του συστήματος της απλής αναλογικής, να κινηθούν αθροιστικά προς την περιοχή του 10%, κάτι που αποτελεί πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ, αφού οι κυβερνητικές απώλειες κατευθύνονται σε άλλα εκλογικά βάζα και όχι στο δικό του. Στο εκ δεξιών 10% πρέπει, λένε, να προσθέσουμε και το περίπου 20% που θα λάβουν το ΚΙΝ.ΑΛ., το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25 και τα εξωκοινοβουλευτικά κόμματα της Ζωής Κωνσταντοπούλου, του Παναγιώτη Λαφαζάνη και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που στις τελευταίες εκλογές, μαζί με την Ενωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη, ξεπέρασαν το 2%. Τούτων δοθέντων, θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να υπερβεί το 30% για να μπορέσει να περιορίσει σημαντικά τα ποσοστά της Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη και να μετατρέψει τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, με την ενισχυμένη αναλογική, σε ντέρμπι. Τουλάχιστον προσώρας, μια τέτοια εξέλιξη δεν φαντάζει πιθανή.

Και θα κινείται στον χώρο του απίθανου εάν ο Αλέξης Τσίπρας δεν καταφέρει να βρει τον τρόπο να προσελκύσει, με πρόγραμμα και πρόσωπα, ψηφοφόρους μεγάλης ηλικίας. Αυτή τη στιγμή το εκλογικό σώμα εμφανίζεται τριχοτομημένο. Σύμφωνα με ειδήμονες της πολιτικής και εκλογικής συμπεριφοράς, στους άνω των 60 ετών το κυρίαρχο χαρακτηριστικό είναι η υπομονή. Στις ηλικίες 35-60 η αγωνία είναι αυτή που επικρατεί. Και στις ηλικίες 17-34, η αγανάκτηση.

Οι ανησυχίες των εξηντάρηδων
Οι εξηντάρηδες και άνω ανησυχούν για την υγεία τους, δεν έχουν αγωνία για τη σύνταξή τους, έκαναν ή περιμένουν να κάνουν το εμβόλιο, θέλουν ηρεμία και συνιστούν υπομονή για να αντιμετωπιστεί το κακό. Ως εκ τούτου -και επειδή φοβούνται τις παρενέργειες μιας κυβερνητικής αστάθειας- προτιμούν να συνεχίσει τον βίο της η υφιστάμενη κυβέρνηση. Οι μέσης ηλικίας ψηφοφόροι (35-59), οι λεγόμενες και «παραγωγικής ηλικίας πολίτες», ανησυχούν για τη δουλειά τους, τον μισθό τους, την επιχείρησή τους, τις σπουδές των παιδιών τους, το μέλλον της οικογένειάς τους. Αυτοί θέλουν πρόγραμμα και συγκεκριμένες προτάσεις. Είναι αυτοί που -και σε προσωπικό επίπεδο- πιέζονται περισσότερο από την πανδημία και γι’ αυτό είναι και οι πλέον δύσπιστοι. Προτιμούν την τεχνοκρατική αποτελεσματικότητα και τις πρακτικές λύσεις από τα ριζοσπαστικά αφηγήματα. Και αυτοί που περιμένουν ως μάννα εξ ουρανού τα κοινοτικά χρήματα που θα αλλάξουν, μετά την πανδημία, την εικόνα της χώρας. Πάντως, οι 35-44 μπορεί, λέγεται από τους αναλυτές, να βρεθούν πιο κοντά σε κάποιο αίτημα αλλαγής απ’ ό,τι οι 45-54 αν η οικονομική και φορολογική συνταγή της κυβέρνησης δεν αποδώσει. Σχηματικά θα λέγαμε οι κάτω των 40 μπορεί να μειώσουν τη διαφορά ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ οι άνω τον 40 μπορεί να την αυξήσουν αν ο Μητσοτάκης καταφέρει να επουλώσει τις πληγές από την «μπατσοκρατία» στη νεολαία. Υπό τύπον αστείου, θα λέγαμε ότι ο Τσίπρας πήγε την ψήφο στα 17 για να μη χάσει τις εκλογές, αλλά τις έχασε. Ο Μητσοτάκης μπορεί να κυβερνά μέχρι τα γεράματα αν πάει την ψήφο στα 40.

Πάντως, ο Αλέξης Τσίπρας δεν πρόκειται να δει χαΐρι όσο δεν ξεκαθαρίζει ποια είναι η προτεραιότητα της στρατηγικής του: να φύγει ο Μητσοτάκης ή να αφήσει εκτός νυμφώνος τον Βαρουφάκη και να βάλει στην τσέπη του πανωφοριού του τον Κουτσούμπα και τη Φώφη. Η κάθε στόχευση απαιτεί και διαφορετική τακτική. Διαφορετικά, όπως μας λέει πρώην υπουργός του Τσίπρα, «τη μια εβδομάδα στον ΣΥΡΙΖΑ θα χαμογελούν για τα λάθη της κυβέρνησης και την άλλη θα κλαίνε για τις δικές τους ανοησίες». Και το κυριότερο για τον Τσίπρα και τους συνεργάτες του είναι η πρότασή του και το πρόγραμμα για την οικονομία. Τώρα μπορεί η κριτική για το ΕΣΥ να είναι αρκετή για την αντιπολίτευση. Αύριο όμως, όταν λήξει η πανδημία, τα πάντα θα εξαρτηθούν από την οικονομία. Και στον τομέα αυτό στην Κουμουνδούρου θα χρειαστούν πολλά και εντατικά μαθήματα. Σημαντικά τα θεσμικά θέματα, της δημοκρατίας, της αστυνομικής αυθαιρεσίας και των δικαιωμάτων, όμως όλες οι μετρήσεις δείχνουν ότι βρίσκονται πολύ χαμηλά στα ενδιαφέροντα των πολιτών. Η οικονομία βρίσκεται στην πρώτη θέση, τα εθνικά -λόγω και της συγκυρίας με τα Ελληνοτουρκικά- στη δεύτερη, τα προβλήματα στην εκπαίδευση, στην Υγεία και την ασφάλεια στην τρίτη και μετά είναι τα θεσμικά. Κατά συνέπεια, στην Κουμουνδούρου χρειάζεται να αλλάξουν τις προτεραιότητές τους αν θέλουν να συμβαδίσουν με την κοινωνία...
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ